Fractal

«νῦν εὐπλόηκα, ὅτε νεναυάγηκα»

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπούρας // *

 

Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, “Όλα σιγούν εκκωφαντικά ηχούν ακατάληπτα”, Εκδόσεις Ρώμη, Θεσσαλονίκη 2020, σελ. 84

 

Από το motto διαφαίνεται ήδη η ιδεολογική αρχή πάνω στην οποία βασίζεται η ποιητική συλλογιστική του βιβλίου:

«νῦν εὐπλόηκα, ὅτε νεναυάγηκα»

(μόνο όταν ναυάγησα έπλευσα ορθά)

Ζήνων ο Κιτιεύς

Εμπειρικός αγνωστικισμός, το σωκρατικόν «έν οίδα ότι ουδέν οίδα»; Ή μήπως απλώς μια αντιθετική θεμελίωση προς απόδειξιν του επιθυμητού; Ίδωμεν ακολουθώντας ακροποδητί την χαμηλόφωνη αφήγηση μιας ποιήτριας που είναι και σπουδαγμένη και έμπειρη ψυχαναλύτρια. Άρα έχει μάθει να ακούει, να προσηλώνεται, να εστιάζει. Ας δούμε πώς συνδιαλέγεται με την εσωτερική της φωνή.

Κατανυκτική η εναρκτήρια δέησή της με motto από την σεφερική κληρονομιά:

Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε ν’ αντικρίσετε τον ήλιο.

Γιώργος Σεφέρης, «Το ναυάγιο της “Κίχλης”»

Η θεματική του ναυαγίου ως αποτυχίας ζωής, ως αστοχίας φυσικής, ως επιθυμίας ανεκπλήρωτης διαφαίνεται ως leit motiv.

[…] Για μένα που τυλίγομαι απαθής στο κουκούλι μου

Για τις μέρες τις άδοξες του σκότους του άναρχου

Για την κόρη την άχρονη όταν ρόδο το αμάραντο

 

Και μετά τη «Δέηση» ακολουθούν «Απόηχοι Αρχαίας Ικεσίας». Η Ιφιγένεια παρακαλεί τον ήλιο να ανατείλει.

Ήδη από τον τρίτο τίτλο «Ακολουθία» είναι σαφές πως – θεματολογικά τουλάχιστον – κραυγάζει ένα μάλλον τιθασευμένο θρησκευτικό συναίσθημα. Εκτός κι αν πρόκειται για μια ακόμα λογοτεχνική σύμβαση, από τις πολλές που μας βοηθούν να γεφυρώσουμε το ιδεολογικό κενό της υλιστικής εποχής μας.

Ακροστιχίδα του Α εδώ. Η ποιήτρια φροντίζει όχι μόνον την μικροδομή αλλά και την μακροδομή του έργου της. Τα πονήματά της όμως δεν είναι «εγκεφαλικά», δεν περιορίζονται σε νοητικές ασκήσεις (οι ακροβασίες απαγορεύονται), αλλά διαθέτουν τους χυμούς ενός πάσχοντος συναισθηματικού σώματος που ζητά την ενισχυμένη ενσυναίσθησή μας σαν τεράστια αγκαλιά που προϋποθέτει την Αποδοχή του άλλου ως εαυτού και του εαυτού ως άλλου. Γιατί στα ποιήματά μας «φοράμε τα καλά μας» και μιλάμε «με τη φωνή που μας αρέσει» (για να θυμηθούμε την αποστροφή του Σεφέρη.

Η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη προασπίζει την πολιτική και ποιητική ορθότητα τόσο στον βίο όσο και στην πολιτεία της. Η εργοβιογραφία της είναι ενιαία και αδιαίρετη χωρίς αντιφάσεις, δίχως σχίσματα κι απρόβλεπτες διαιρέσεις. Αυτό όμως δεν την καθιστά και προβλέψιμη, αφού συνιστά έναν οργανισμό ενιαίο και αδιαίρετο, που συναπαρτίζεται από τις ψηφίδες όλων εμάς, πολλών από εμάς. Η ποιήτρια βυθίζεται στο Συλλογικό Ασυνείδητο απ’ όπου ανασύρει τα διαμάντια και τα πετράδια της. Είναι αξιέπαινη γιατί δεν είναι αυτάρεσκη.

Συνεχίζουμε όμως την εκ του σύνεγγυς πνευματική μας συνοδοιπορία. Το εν λόγω ποίημα «Ακολουθία» τελειώνει με το δίστιχο (που μπορεί και να διαβαστεί αυτόνομα):

Ατελεύτητοι οι σταυροί

Αργεί ακόμη η Αναστάσιμος

Ακολουθία

 

Οι τίτλοι των τριών επόμενων ποιημάτων θα μπορούσαν να σχηματίζουν έναν υπέροχο σουρεαλιστικό στίχο: «Μέσα σε γήπεδα» «Κραύγαζαν» «Επάλληλα φτερά». Ηθελημένα ή αθέλητα, φαίνεται πως το ποιητικό υποσυνείδητο μεγαλουργεί πολλές φορές ερήμην της συνειδήσεώς μας. Γι’ αυτό ο ποιητής χρειάζεται τον κριτικό, όταν και οι δύο τιμούν τις ιδιότητες και ασκούν τα λειτουργήματά τους με απόλυτη ευσυνειδησία, εν γνώσει της πολιτιστικής τους συνεισφοράς.

Θα επιχειρήσω μία δική μου συγκόλληση στίχων απ’ αυτά τα τρία ποιήματα (προτιμώ τους καταληκτικούς στίχους): «Στην κερκίδα επευφημίες / και χειροκροτήματα / Έπνιγαν με ρυθμό /κραυγές εναγώνιες» «Σφιχτά κατήγγειλαν τα χείλη / Ο ιδρώτας έρρεε λάβα διάπυρη / Τα σάπια έκαιγε πατώματα» «Αυτός χαμογελούσε / Έφερε επάλληλα φτερά / Κατείχε κώδικα κολεοπτέρων».

Η σύγχρονη αναγνωστική περιπέτεια είναι αναγκαστικά διαδραστική και συνδημιουργική. Ο επαρκής αναγνώστης και «θεατής» οφείλει να μπει στο κάδρο κάθε παραστατικής αφήγησης, όχι για λόγους ναρκισσιστικού εγωκεντρισμού και κοινωνικώς εξαπλωμένης πολιτικής ατομοκρατίας, αλλά γιατί μόνον έτσι τον ενδιαφέρει. Είναι τόσον καταιγιστικός ο χείμαρρος των εισερχομένων εντός μίας και της αυτής ψυχοσωματικής οντότητος, που μόνον όταν κουρνιάσουμε στην ευγενική θαλπωρή των στίχων ενός άλλου / μίας άλλης ξαναβρίσκουμε ατόφια, ακέραια και εμπλουτισμένη την δική μας δημιουργικότητα.

Δηλωτικοί και οι τίτλοι των τριών επομένων ποιημάτων: «Δεν θέλω» «Να καλπάσω» «Τιμής ένεκεν». Η τάση φυγής λειτουργεί ως αντίπαλος του εσωστρεφούς εγκλεισμού. Φυγόκεντροι και κεντρομόλοι ισορροπούν στο ποιητικό αμάλγαμα.

Δεν συνεχίζουμε αυτό το φιλολογικό μας παιχνίδι. Σε εσάς εναπόκειται η αξιοποίησή του. Εγώ βότσαλα στη λίμνη ρίχνω.

«Το ναυάγιο» (σελ. 26-27), κεντρικό ποίημα αυτής της συλλογής και όχι μόνον για θεματολογικές ή εκτατικές αιτίες (που γεννούν αποτελέσματα). Μάλλον για …εκστατικές.

Η ποιήτρια εδώ εξασκεί και εφαρμόζει εμπράκτως την κοινωνική της ενσυναίσθηση και φιλοσοφεί θεουργικώς στους καταληκτικούς στίχους. «Μακάριοι οι ειρηνοποιοί…».

 

Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη

 

ΤΟ ΝΑΥΑΓΙΟ

 

κύμα σιώπα

στης θάλασσας το χείλος

παιδιά κοιμούνται

Τις νύχτες νύχια παιδιών σκαλίζουν σοβάδες

μανάδες μπήγουν στα στήθη καρφιά

άνδρες κολλάνε στους τοίχους τα πρόσωπα

Η πείνα κατοικεί στα παράθυρα

σε αχρηστία τα χέρια

Πλοκάμια απλωμένα τα δάχτυλα

τυλίγονται θηλιά στο λαιμό

Πόδια παπούτσια απόμαχου

σε συρμάτινα φράγματα

Σκαρφαλώνουν ξυπόλητοι

κι ο γιαλός μετρά κεκοιμημένους

Κάδοι σε κεντρομόλο υπόσταση

απέκτησαν θαμώνες νυχτόβιους

λέσχη λερή σ’ ανυπέρβλητη δημοφιλία

Τυμβωρύχοι απορριμμάτων

εκσκαφείς σκάβουν ελπίδες

Πικρός χυμός η ανέχεια

μασουλάν γαϊδουράγκαθα

θηλάζουν ανθούς ακακίας

Από δίπλα κλειστές πύλες χλιδής

όνειδος ακατάσχετης βουλιμίας

Θα περνάμε όμορφα είπαν

θα πετάμε οι έχοντες θα γλείφουν πεινώντες

Έχει και η χαμέρπεια τη δικαιοσύνη της

Προ πολλού είχε καταγραφεί το ναυάγιο

προδιαγεγραμμένο από τα γεννοφάσκια

Ακρίδες αδηφάγες την πανίδα κατέφαγαν

ενεχυροδανειστές ονείρων άδολων

Το έρμα διέβρωσαν ευπατρίδες

Υποκύανες αχιβάδες οι μέρες μας

ώχρα ταπείνωσης οι στιγμές

Τ’ αλέτρι κρεμάσαμε στον εξώτοιχο

σκιάχτρο για πεινασμένους σπουργίτες

Επαίτες βουλιάζουμε έντρομοι

κύματα σκάμε σε βράχια αλαζονείας

Όμως αν δε χάσεις τον εαυτό δε χάνεται τίποτα

αν στο όλον συνέχεσαι όλος τα έχεις όλα

Ναυαγοί και σανίδα και ταξίδι εμείς

ναυπηγούμε πελαγίσια ναυάγια

 

Φυσικά και δεν θα «προδώσω» το αποδέλοιπο αυτής της αφηγηματικής φούγκας.

Η μουσική και ο ρυθμός ο ενσώματος διακρίνουν τους ποιητές από τους πεζογράφους. Κι η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη είναι ποιήτρια, ακόμα κι όταν πεζολογεί.

Η θεραπευτική της ταυτότητα επεκτείνεται και στον γραπτό λόγο, δίχως ίχνος διδακτισμού.

Αξιέπαινη, αξιοπρόσεκτη, αξιοπρεπής, αξιόμαχος…

 

 

 

* O Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας , ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top