Fractal

Επί τον τύπον των ήλων

Γράφει ο Γιώργος Δελιόπουλος // *

 

Για την ποιητική συλλογή του Χρήστου Τουμανίδη «Οι ελεγείες της Ανατολής» (εκδ. Κουκκίδα, 2014)

 

Η σύγχρονη ελληνική ποίηση είναι κατά βάση μια ποίηση της ατομικότητας και του “ιδιωτικού οράματος”, όπως πολύ εύστοχα έχει επισημάνει ο Η. Κεφάλας[1].  Χαρακτηρίζεται από ενδοστρέφεια και συνήθως εξαντλείται σε προσωπικά αφηγήματα με ελάχιστες συλλογικές αναφορές και ίσως μια απαξίωση για κοινές επιδιώξεις. Ωστόσο, υπάρχουν και οι ποιητικές εξαιρέσεις, οι οποίες ανοίγονται στα κοινωνικά προβλήματα, τα αδιέξοδα και τις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου. Τέτοια ευπρόσδεκτη εξαίρεση αποτελεί και η έκτη συλλογή του ποιητή Χρήστου Τουμανίδη, Οι ελεγείες της Ανατολής (εκδ. Κουκκίδα, 2014).

Ο Χρήστος Τουμανίδης, ένας “ολιγόλογος” ποιητής της γενιάς του ’70, μας έχει προσφέρει μόλις επτά ποιητικές συλλογές στα σαράντα περίπου χρόνια της εκδοτικής του παρουσίας: Αστάθμητα (1978), Απόπειρες (1981), Η ώρα του λιμανιού (1987), Αντίστιξη των άστρων (1997), Κεριά θυέλλης (2005), Οι ελεγείες της Ανατολής (2014) και Πάνω σε μια χορδή (2017). Η ποίησή του διακρίνεται για το ελεγειακό, λυρικό και λιτό της ύφος, με δυνατούς και καλοδουλεμένους στίχους. Οι ελεγείες της Ανατολής ξεχωρίζουν από το υπόλοιπο σώμα του έργου του, όχι τόσο υφολογικά και γλωσσικά, όσο θεματολογικά. Η συγκεκριμένη συλλογή συνομιλεί με τη σύγχρονη πραγματικότητα πιο άμεσα σε σχέση με τις υπόλοιπες, χωρίς ωστόσο να στερείται της αναγκαίας ποιητικής αφαίρεσης, μέσω της οποίας γίνεται η αναγωγή από το ειδικό στο γενικό.

Όπως αναφέρει ο τίτλος, το θέμα της συλλογής είναι οι ελεγείες της Ανατολής, η λυρική δηλαδή αποτύπωση του πρόσφυγα πόνου όλων εκείνων στη Μέση Ανατολή, που ξεριζώνονται από τις πατρίδες τους εξαιτίας του πολέμου και καταλήγουν ξένοι στη Δύση. Ήδη από τους πρώτους κιόλας στίχους ο ποιητής μας καταθέτει:

Ένα ποίημα να γράψω μου ζήτησαν

για την επίγεια Κόλαση.

Που την είπαν: Λωρίδα της Γάζας.

Που την λένε: Ναχάλ, Ερέζ και Τζενίν.

 

(Έχει και η Κόλαση τα άγνωστα χωριά της!)

 

Στο πρώτο μέρος της συλλογής τα ποιήματα μιλούν για τον πόλεμο, που έρχεται ξαφνικά και ανύποπτα, που καταστρέφει πολιτείες και όνειρα, που στερεί την παιδικότητα και την ανεμελιά, που γεννά αγιάτρευτες πληγές, που γράφει αυτά τα «φοβερά ποιήματα της οικουμένης». Στο δεύτερο μέρος τα ποιήματα εστιάζουν στους πρόσφυγες, που σαν «αμίλητοι άνθρωποι», σαν αγάλματα, στέκονται ικέτες. Μιλούν για μια προσφυγιά, που «αναπαμό δεν έχει», καθώς οι ισχυροί σχεδιάζουν κυνικά τις επόμενες καταστροφές. Αναδεικνύουν τον ξένο πόνο, ο οποίος δοκιμάζει τα αντανακλαστικά και τις ευαισθησίες ημών των βολεμένων, ενώ παράλληλα θέτουν υπό αμφισβήτηση το απυρόβλητο της ευτυχίας μας. Αναρωτιέται ο ποιητής:

Αλλά,

ο ξένος πόνος, και πόσο ξένος είναι;

Τα πεινασμένα τους παιδιά

δεν είναι και δικά μας;

(ΑΜΠΑΡΩΘΗΚΑΜΕ)

 

Χρήστος Τουμανίδης

 

Στο τρίτο μέρος της συλλογής επτά χαϊκού, επτά «εκδοχές της σιωπής», φωτογραφίζουν την καταστροφή: τα κατεστραμμένα παιχνίδια, τα πληγωμένα όνειρα, τους νεκρούς, την απουσία των χαρούμενων κελαϊδισμών. Ο ποιητής χρησιμοποιεί την αγαπημένη του τρίστιχη ποιητική φόρμα και κατορθώνει να συμπυκνώσει το τραγικό σε επτά δυνατές εικόνες με ενδιαφέρουσες αντιθέσεις.

Άψυχη μάνα.

Στου παιδιού της τα χέρια.

Χαμογελάει!

(Επτά εκδοχές της σιωπής, 6)

 

Η συλλογή ολοκληρώνεται με τη «Γεωγραφία της θλίψης», ένα ποίημα στο οποίο ο ποιητής χαρτογραφεί τη θλίψη και τον πόνο στον χώρο και τον χρόνο. Για τον Χρήστο Τουμανίδη, η προσφυγιά διατρέχει όλες τις εποχές και ακουμπά όλους τους λαούς, ακόμη κι αυτούς που φαίνεται ότι σήμερα ζουν κάτω από μια αιώνια λιακάδα. Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος και ασφαλής. Άλλωστε, οι σημερινοί βολεμένοι είναι οι κάποτε πρόσφυγες της Μικρασιατικής καταστροφής, «που στις χώρες πέρα της Ανατολής είχανε τις πατρίδες». Χθες λοιπόν αυτός πρόσφυγας, σήμερα εσύ πρόσφυγας, αύριο ίσως κι εγώ.

Όσο κι αν κλείνουμε τις πόρτες ή τα μάτια και καμωνόμαστε τους ασφαλείς, όσο κι αν φωνάζουμε: «Να φύγετε, πίσω στις στάχτες σας να πάτε…», ο πόνος τελικά μας βρίσκει. Όπως σημειώνει ο ποιητής, τα σκοτάδια της Ανατολής γίνονται τα ερείπια της Δύσης. Και πώς θα μπορούσε να ισχύει κάτι διαφορετικό σ’ έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο, όπου όλοι οι τόποι και οι άνθρωποι είμαστε συγκοινωνούντα δοχεία. Οι ελεγείες της Ανατολής γίνονται ελεγείες όλου του κόσμου κι όλων των εποχών. Γι’ αυτό και στην ακροτελεύτια στροφή της συλλογής ο ποιητής γράφει:

Επειδή και γιατί, οι χθεσινές

είναι οι αυριανές, παντοτινές μας συμφορές.

(Γεωγραφία της θλίψης)

 

Επειδή, λοιπόν, ο πόλεμος κι η προσφυγιά δεν αποτελούν αποκλειστικό προνόμιο κανενός και καμιάς εποχής, γι’ αυτό κι ο ποιητής σε όλα σχεδόν τα ποιήματα αναδεικνύει το μεγαλείο της Αγάπης, το χρέος και το αίσθημα ευθύνης όλων μας απέναντι στον ξένο πόνο. Άλλωστε, ένα από τα αποφθέγματα που προτάσσει –όχι τυχαία- στη συλλογή είναι και οι παρακάτω στίχοι του Ν. Χικμέτ, μεταφρασμένοι από τον Γ. Ρίτσο:

Αν δεν καώ εγώ,

αν δεν καείς εσύ,

αν δεν καούμε εμείς,

πώς θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη;

 

Στα σημεία που ο ποιητής μας καλεί να αναλογιστούμε τις δικές μας χαμένες πατρίδες και τους δικούς μας καημούς, εκεί που μας ζητά να ανοίξουμε τις κλειστές μας αγκαλιές, ο λόγος του γίνεται πιο στοχαστικός και προτρεπτικός, πάντα με τον λυρισμό και την τρυφερότητα που χαρακτηρίζει την ποίησή του εν γένει:

Δώσε τους μιαν αυλή, λίγο δικό σου ουρανό.

Ένα παράθυρο ανοιχτό,

που να μοσχοβολάει βασιλικό κι αστέρια.

(ΤΗΝ ΑΓΚΑΛΙΑ ΣΟΥ, ΑΘΗΝΑ, ΑΝΟΙΞΕ)

 

Οι Ελεγείες της Ανατολής αποτελούν ένα παράδειγμα πολιτικής ποίησης, που αγκαλιάζει την επικαιρότητα, χωρίς ρητορισμούς και ηθικολογίες. Ο Χρήστος Τουμανίδης, διατηρώντας τον αισθηματισμό και τη στοχαστικότητα της τέχνης του, περιδιαβάζει την εποχή του, όχι μόνο για να περιγράψει τις κραυγές της, αλλά και για να μας θέσει προ των ευθυνών μας. Η Ποίηση χρειάζεται τέτοια ανοίγματα, ώστε να αναβαθμιστεί ο ρόλος του Ποιητή στη συνείδηση του κόσμου. Οι ποιητές δεν μπορεί να είναι οι γραφικοί, οι αιθεροβάμονες, οι εκτός τόπου και χρόνου, οι μόνιμα απόντες «στον κόσμο τους». Οι ποιητές είναι εκείνοι που με τους ευαίσθητους δέκτες και τις υψωμένες κεραίες τους μπορούν και βλέπουν καθαρά αυτά που επελαύνουν αόρατα από τους πολλούς. Γι’ αυτό κι η Ποίηση έχει υποχρέωση –όπως στις Ελεγείες της Ανατολής– να θέτει γενναία το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων.

 

 

* Ο Γιώργος Δελιόπουλος είναι ποιητής. Έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές, τον «ΜΙΚΡΟ ΟΔΥΣΣΕΑ» (εκδόσεις Ιωλκός, 2009) και τον «ΕΠΙΣΚΕΠΤΗ ΑΓΓΕΛΟ» (εκδόσεις της Κοβενταρείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, 2015). Ποιήματά του έχουν βραβευθεί σε διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, ενώ έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και συλλογικούς τόμους. Θεατρικά του έργα έχουν παρουσιαστεί από θεατρικές ομάδες της Κοζάνης.

 

 

[1] Η. Κεφάλας (1987) Η γενιά του Ιδιωτικού Οράματος, δοκίμιο, Τέθριππον.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top