Fractal

Ένα βιβλίο για το Ολοκαύτωμα ή μια ιδιότυπη αναγνωστική συνάντηση με το βιβλίο

Του Γιάννη Σ. Παπαδάτου // *

 

Μαρίζας Ντεκάστρο, «Οι δικοί μου άνθρωποι», εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2022

 

Ο θεωρητικός της λογοτεχνίας Wolfgang Iser αναφέρει ότι ο υπονοούμενος αναγνώστης είναι ένας ρόλος που προσφέρεται από το κείμενο και διέπεται από τις διαθέσεις του πραγματικού αναγνώστη, όταν αυτός αποδεχτεί τον ρόλο του. Έναν ρόλο ο οποίος, κατά την ανάγνωση, ενεργοποιείται σε πολλαπλές αναγνώσεις του κειμένου καθόσον αισθάνεται ότι αυτό είναι πλουσιότερο από κάθε ατομική πραγμάτωσή του (Iser, 1974) .

Ήταν το 2004, όταν μου προτάθηκε, από τις εκδόσεις Κέδρος, να παρουσιάσω, στη Στοά του Βιβλίου, το βιβλίο Τι ωραίος που είναι ο κόσμος του Ζαχαρία Σακκή. Πρόκειται για ένα βιβλίο για παιδιά με θέμα το φυσικό περιβάλλον, το οποίο με φιλοσοφική διάθεση μιλάει για απλά, καθημερινά όσο και για οικουμενικά ζητήματα, με τη ματιά της σοφίας χρόνων που έχει κατακτηθεί από τον συγγραφέα. Μέσα σε επτά ιστορίες χώρεσε η βαθιά αγάπη και ο σεβασμός για τα όντα των γήινων οικοσυστημάτων με ένα ύφος δροσερό, νεανικό σε ένα πνεύμα  ανθρωπισμού και ειρήνης. Τότε πρωτογνώρισα τον 90χρονο συγγραφέα. Η σύντομη συζήτηση μαζί  του μού έδωσε την πεποίθηση ότι είχα μπροστά μου μια προσωπικότητα που απέπνεε ακριβώς το ιδεολογικό στίγμα του βιβλίου του: σοφία, σύγχρονη οικολογική σκέψη και βαθύ ανθρωπισμό.

Διαβάζοντας το πρόσφατο βιβλίο Οι δικοί μου άνθρωποι της Μαρίζας Ντεκάστρο (εκδ. Καλειδοσκόπιο, 2022), ένα βιβλίο για τα χρόνια της Κατοχής, στο δεύτερο, το πληροφοριακό μέρος του, «συνάντησα» τον προαναφερόμενο συγγραφέα, με στοιχεία για τη δράση του εκείνη την εποχή και σχετικά θα αναφερθώ προς το τέλος του σημειώματός μου.

Το βιβλίο της Ντεκάστρο κατατάσσεται στα εικονογραφημένα αφηγηματικά βιβλία γνώσεων με ιστορικό περιεχόμενο. Πρόκειται για μια πολυτροπική αφήγηση-μαρτυρία, η οποία, ανάμεσα στ’ άλλα, προσφέρει πολύτιμο υλικό για ιστορικό μυθιστόρημα. Περιγράφεται ανάγλυφα η περιπέτεια μιας εβραϊκής οικογένειας την εποχή που ο Άνθρωπος δοκιμάστηκε όσο  ποτέ από καταβολής της ύπαρξής του.

Η Ντεκάστρο προσφέρει ένα βιβλίο, γραμμένο με απλότητα, ρεαλισμό και υποδειγματική ενάργεια για παιδιά αλλά και για ενήλικες, με στοιχεία, θα έλεγα, οικογενειακής βιογραφίας. Οι «δικοί της άνθρωποι» και οι άνθρωποι του ομιλούντος προσώπου στο πλαίσιο της πολυμελούς οικογένειας του Ιωνά και της Μαρίκας Σακκή, που καταγόταν από τον Βόλο, αλλά και στο επίσης ευρύτερο πλαίσιο της κοινωνίας, παρουσιάζονται με αυθεντικό τρόπο, μέσα από άγνωστες σελίδες του Ολοκαυτώματος. Πρόκειται για την ιστορία που της αφηγήθηκε η εξαδέλφη της, Ρεβέκκα, που ήταν τότε, στα χρόνια της γερμανικής κατοχής,  μικρό κορίτσι. Σημειώνω ότι οι ιστορίες οικογενειών είναι εν πολλοίς ανερεύνητο κεφάλαιο για την ιστοριογραφία. Υπ’ αυτή την έποψη το συγκεκριμένο βιβλίο προσφέρει εμβληματικά τεκμήρια ιστορίας.

Η προμετωπίδα «Όλοι ήξεραν, αλλά κανείς δεν μιλούσε» εγγράφει την ανθρωπιστική ιδεολογία του κειμένου, που εγκλείει στην αφήγησή του αφενός το δικαίωμα μιας οικογένειας για ζωή και αφετέρου την ταυτότητα μιας εποχής, στην οποία απλοί άνθρωποι προσέφεραν με ανιδιοτέλεια μαθήματα γενναιότητας, ύψιστης αξιοπρέπειας και ανθρωπισμού.

Η υπόθεση: η συγγραφέας με τη φωνή της μικρής Ρεβέκκας, στο κύριο μέρος του βιβλίου, αφηγείται αρχικά για την κατάσταση που επικρατούσε την Κατοχή αρχής γενομένης από την ανεμελιά της καθημερινότητας, στη συνέχεια για την ιταλική επίθεση και την εισβολή των Γερμανών στην Αθήνα. O αναγνώστης ακολουθεί τα γεγονότα με έναν πρώτο φακό εστίασης το παιδικότροπο ύφος της αφηγήτριας, που χρωματίζεται από τον φόβο της γερμανικής μπότας με εκείνο το τρομακτικό «Απαγορεύεται η είσοδος στους Εβραίους». Ακολούθως, η αφηγήτρια αναφέρεται σε  σκηνές από τη ζωή της  οικογένειάς της όπως και στον τραγικό λιμό της Αθήνας του 41. Επειδή δε ήταν Εβραίοι, υπογραμμίζει την αλλαγή των ονομάτων τους (η ίδια έλαβε το όνομα Κούλα) με τις πλαστές ταυτότητες που εφοδιάστηκαν από την αστυνομία ύστερα από μεσολάβηση φίλων. Επίσης, αναφέρεται στην αναγκαστική διάσπαση της ευρύτερης οικογένειας με ορισμένα μέλη της να μένουν σε χριστιανικές οικογένειες, τους θείους της να  εντάσσονται σε αντάρτικη ομάδα  και τη δική της οικογένεια (ο αδελφός της Γιεχίελ/Άκης κι οι γονείς τους Φρίντα/Ειρήνη Σακκή και Αβραάμ/Αλέκος Καμχή) με τη βοήθεια οργάνωσης του ΕΑΜ, να κρύβεται στο Μάτσανι, ένα χωριό της Κορινθίας (σημερινό Κρυονέρι). «Ποτέ δεν μάθαμε τα ονόματά τους, ούτε τους ξανασυναντήσαμε. Ήταν οι άγνωστοι σωτήρες μας», θα πει με ευγνωμοσύνη η αφηγήτρια για τα μέλη του ΕΑΜ που τους έσωσαν.

Οι κάτοικοι του χωριού με επικεφαλής τον παπά Αθανασούλη και την οικογένεια του Θανάση Δημόπουλου, θα τους αγκαλιάσουν, οι δε σχέσεις που δημιουργούνται με τους χωρικούς ξεχειλίζουν από αγάπη, σεβασμό και υποδειγματική αλληλεγγύη. Εκεί έμειναν 11 μήνες, έως την αναχώρησή τους, το 1945, στην Παλαιστίνη. «Αυτή θα ήταν τώρα η πατρίδα μας. «Σαλόμ!» είπε ο πατέρας μου. «Ειρήνη». Δεν ήξερε άλλη λέξη στα εβραϊκά», θα πει η Ρεβέκκα.

Έναν δεύτερο φακό εστίασης αποτελούν τα, εκτός της κεντρικής αφήγησης και με άλλη γραμματοσειρά, σπαράγματα ανθρώπων του χωριού για την οικογένεια της Ρεβέκκας μέσα από άλματα στον χρόνο. Κάτοικοι του χωριού αναφέρονται στην εποχή που ως παιδιά αντίκρισαν τη νέα οικογένεια, τους κινδύνους που αντιμετώπισε στο χωριό από τους Γερμανούς, όταν ως κυνηγοί κεφαλών έψαχναν για Εβραίους, το μυστικό που ήξεραν στο χωριό, αλλά το φύλαγαν καλά κρυμμένο. «Τους ζήσαμε αυτούς τους ανθρώπους και μας ζήσανε», δηλώνει χαρακτηριστικά μια κάτοικος.

 

Μαρίζα Ντεκάστρο

 

Η Ρεβέκκα δεν παύει να τονίζει την αμέριστη βοήθεια που τους πρόσφεραν οι κάτοικοι αλλά και την ανταπόδοση της οικογένειας με διάφορους τρόπους. Μάλιστα ο πατέρας της δίδασκε γαλλικά σε παιδιά του χωριού. Σημειώνει με ανυπόκριτο θαυμασμό το απίστευτο για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα: «Γαλλικά στο χωριό, στην Κατοχή!» Με μεγαλογράμματη γραφή bold υπογραμμίζονται καίριες στιγμές της περιπέτειας της οικογένειας που εγκλείουν σημαδιακές ημερομηνίες ή στιγμιότυπα της διαμονής στο χωριό. Εμβληματική η φράση της Ρεβέκκας όταν ενήλικη αργότερα (κλείνοντας και την αφήγηση) θα πει για τους ανθρώπους του χωριού: «Είναι οι δικοί μου άνθρωποι. Είναι το δώρο που μου έκανε ο πόλεμος».

Ο πρώτος φακός για πρόσωπα και γεγονότα εμπλουτίζεται και πληρώνονται τα κενά του από τις πληροφορίες της συγγραφέως  που δίνονται στο δεύτερο, το καθαρά πληροφοριακό, μέρος του βιβλίου. Από τη μια πλευρά δίνονται πληροφορίες για κάθε μέλος της ευρύτερης οικογένειας Σακκή κι από την άλλη, με έγχρωμη γραμματοσειρά, πληροφορίες ιστορικού και κοινωνικού περιεχομένου για την εποχή. Ειδικότερα, δίνονται στοιχεία για την αντιστασιακή δράση μελών της, για τις εναγώνιες προσπάθειες άλλων μελών να σωθούν και με τη βοήθεια απλών ανθρώπων (π.χ. η Εβελίνα/Αλεξάνδρα, μητέρα της συγγραφέως κρύφτηκε σε σπίτι αθηναϊκής  οικογένειας), ταυτόχρονα με πληροφορίες για την αντίσταση και την εποχή, καθώς και άλλες ιστορίες διάσωσης Εβραίων. Παρέχεται και η πληροφορία για τη βράβευση του παπά ο οποίος με κάθε τρόπο προστάτευε τα παιδιά και της οικογένειας  που τους φιλοξένησε, ως «Δικαίους των Εθνών» από το Διεθνές Κέντρο Μνήμης τους Ολοκαυτώματος στην Ιερουσαλήμ.

Η εικονογράφηση της Χαράς Μαραντίδου αναδεικνύει εκείνο το χωροχρονικό σκηνικό που ταυτίζεται με την αφήγηση. Κυριαρχεί το ασπρόμαυρο χρώμα κι η αίσθηση της ξυλογραφίας που σχετίζεται με την εποχή της κατοχής και μετέπειτα, όταν αρκετοί καλλιτέχνες έκαναν αντίσταση δημιουργώντας τις εικόνες τους σε ξυλογραφίες. Η αφηγηματικού τύπου εικονογράφηση με στιγμές συμβολισμού, ακολουθεί προοδευτικά την αφήγηση ανάμεσα στην τραγικότητα των στιγμών και στην αίσθηση της απομόνωσης, της πραγματικότητας, της αλληλεγγύης, τέλος της νοσταλγίας. Πρόκειται για εικονογράφηση πρωτότυπη και πρωτόγνωρη για βιβλία γνώσεων που απευθύνονται σε παιδιά.

Κι έρχομαι στην αρχή του κειμένου μου. Ανέλπιστα, στο δεύτερο μέρος, του βιβλίου της Ντεκάστρο, παράλληλα με τις ιστορίες των μελών της ευρύτερης οικογένειας (από την καθεμία αναδύεται ενδιαφέρον υλικό για την τότε κατάσταση), διάβασα ότι ο Ζαχαρίας Σακκής (που παρουσίασα το βιβλίο του Τι ωραίος που είναι ο κόσμος), ήταν ένα μέλος της που ως νέο παιδί πολέμησε στο μέτωπο της Αλβανίας. Στη συνέχεια, επέστρεψε στον Βόλο, όπου υπήρχε ανθούσα εβραϊκή κοινότητα και όταν η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα, κυκλοφορούσε με ψεύτικη ταυτότητα ως φοιτητής. Έκανε δε εμπόριο κι ήταν ο σύνδεσμος ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας. Είχε δύο ταυτότητες την κανονική και μία πλαστή, παρουσιάζοντάς τες, ανάλογα με την περίσταση καθώς και ένα πιστοποιητικό  «μεικτού γάμου». Οι μεικτοί γάμοι ήταν ιδέα του Αρχιεπισκόπου Δαμασκηνού μεταξύ αλλόθρησκων καθώς και οι βαφτίσεις Εβραίων που προσποιούνταν τους Ορθόδοξους Χριστιανούς, προκειμένου να αποφύγουν τις συλλήψεις. Την εποχή δε του Εμφυλίου, ο Ζαχαρίας, δεν κατετάγη στον εθνικό στρατό, αλλά με μια έντιμη στάση αποφυγής από έναν  αδελφοκτόνο πόλεμο, διέφυγε στην Ιταλία.

Για τον Ζαχαρία Σακκή η εφημερίδα Ταχυδρόμος ης Μαγνησίας (7/11/2014) γράφει ότι ήταν «ευπατρίδης από τον Βόλο, επιχειρηματίας, συγγραφέας και ποιητής είχε μια πλούσια κοινωνική και φιλανθρωπική δράση». Επίσης, υπογραμμίζει ότι είχε διαπρέψει ως επιχειρηματίας μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας,  έγραφε ποιήματα και παραμύθια, τα οποία μοιράζονταν δωρεάν σε σχολεία, πολλά από αυτά ανέβαιναν σε σκηνές, έκανε δωρεές, κάλυπτε οικονομικά υποτροφίες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και τιμήθηκε αρκετές φορές και στις δύο χώρες. Πρόκειται, δηλαδή για μια πολυσχιδή προσωπικότητα με ανεκτίμητη προσφορά αγωνιστική και πολλαπλώς ανθρωπιστική στο κοινωνικό σύνολο των δύο χωρών.

Στο πεδίο της αναγνωστικής διαδικασίας πρόκειται για την περίπτωση εκείνη κατά την οποία ο αναγνώστης έχει συναντήσει στην πραγματική ζωή ένα πρόσωπο, συγκεκριμένα έναν συγγραφέα  κι εκπλήσσεται ευχάριστα, όταν τον ανακαλύπτει στην πορεία της ανάγνωσης, ως έναν από τους περιφερειακούς ήρωες του βιβλίου της Ντεκάστρο. Ο πραγματικός αναγνώστης ταυτίζεται πλήρως με τον υπονοούμενο του βιβλίου, ενεργοποιείται και μάλιστα επαληθεύει πλήρως την προαναφερόμενη αρχική του άποψη για τον συγγραφέα και ήρωα του βιβλίου και μέσω αυτού για μια  περίοδο εμβληματική για την παγκόσμια ιστορία. Αναφέρει ο Iser ότι ο αναγνώστης δημιουργεί την πραγματική διάσταση του κειμένου, αντιλαμβανόμενος μια νέα χρονική ακολουθία κι έτσι το κείμενο επιτρέπει μια ανανεωτική ανάγνωση (Iser, 1978) κατά την οποία αποκτά την πραγματική του διάσταση. Μάλιστα, κυρίως ο ενήλικος αναγνώστης  θα κατανοήσει ότι τα κενά απροσδιοριστίας που δημιουργούνται στην αφήγηση της Ρεβέκκας, θα τον ωθήσουν  να τα συμπληρώσει δημιουργικά με τις προαποκτημένες γνώσεις και εμπειρίες του (Παπαντωνάκης κ.ά, 2008). Εννοείται δε ότι σε αυτό το σημείο μπορεί ο ενήλικος να βοηθήσει τα παιδιά, ώστε να προσλάβουν κι εκείνα δημιουργικά το κείμενο εμπλουτίζοντας με πληροφορίες την αναγνωστική τους εμπειρία. Ιδιαίτερα, στο συγκεκριμένο βιβλίο, αφού και σύμφωνα με τον Brian Richardson, αναδύονται δύο προκατασκευασμένοι από το κείμενο υπονοούμενοι αναγνώστες: ο ενήλικος και το παιδί (Richardson, 2007).

 

 

Ο Ζαχαρίας Σακκής πέρασε στο δικό του βιβλίο τον σεβασμό προς ό,τι περιβάλλει τον άνθρωπο στη φύση, μεταλλάσσοντας αυτόν τον σεβασμό σε μια ηθική προς τον άλλον χωρίς όρια, μέσα από τη «σοφία της αγάπης» (Πανταζόπουλος, 1996), η οποία ήταν  εγγεγραμμένη στο βιβλίο του. Ακριβώς η ίδια αγάπη και η σπουδή για τον άνθρωπο και την ειρήνη αναδύεται, στο βιβλίο της Ντεκάστρο από την εξιστόρηση της περιπέτειας της οικογένειας σε πλήρη ταύτιση με τις απλές οικογένειες του κορινθιακού χωριού. «Οι δικοί μας άνθρωποι», δηλαδή. Γιατί στην ουσία η συμπεριφορά των κατοίκων του χωριού και η πράξη της εβραϊκής οικογένειας  υψώνονται   σ’ ένα ηθικό επίπεδο   που εγκλείει σε σπέρμα μια οραματική κοινωνία στην οποία το άτομο πάσχει για τον Άλλο. Η ηθική αυτή μας θυμίζει τη θέση του φιλόσοφου Emmanuel Levinas, κατά την οποία ο άνθρωπος έχει ύπαρξη και καταξιώνεται μέσα από μια ηθική σχέση, όχι ηθικιστική πράξη, γενναιοδωρίας, του Εαυ­τού (Levinas, 1995).

Το βιβλίο στο τέλος, προσφέρει και κατατοπιστική για την εποχή βιβλιογραφία. Και, με αφορμή τούτο, να σημειώσω κάτι που συχνά το αναφέρω όταν κρίνω βιβλία γνώσεων για παιδιά: ο κυριότερος στόχος των βιβλίων γνώσεων, που τον επισημαίνουν όλοι οι θεωρητικοί, είναι η ενεργοποίηση του αναγνώστη, ώστε να παρακινηθεί και να αναζητήσει περαιτέρω πληροφορίες για το αντικείμενο, αλλά να βοηθηθούν και εκείνοι –εν προκειμένω οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς-, ώστε με τη σειρά τους να ωθήσουν τα παιδιά προς την αναζήτηση της γνώσης. Μόνο τότε σφραγίζεται η εγκυρότητα και η αξιοπιστία του βιβλίου έννοιες οι οποίες στην περίπτωσή μας, κατά την αναγνωστική διαδικασία, προσθέτουν αφενός γνώσεις και αναγνωστική εμπειρία για τα παιδιά, αφ’ ετέρου επιφυλάσσουν εκπλήξεις ιστορικού περιεχομένου και ενδιαφέρουσα ενεργητική εμπλοκή για τους ενήλικες αναγνώστες.

 

 

 

* Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος είναι αν. καθηγητής Παν/μίου Αιγαίου, κριτικός βιβλίου

 

 

 

Βιβλιογραφικές αναφορές

– Εφημερίδα Ταχυδρόμος Β (7/11/2014): https://www.taxydromos.gr/m/112658/apeviwse-o-   zaxarias-sakkhs-o-makrovioteros- omogenhs.html

-Levinas, Em. (1995). Τέσσερις ταλμουδικές μελέτες. Μτφρ. Στ. Ζουμπουλάκης, Aθήνα: Πόλις.

-Iser, W. (1974). The Implied Reader: Patterns of Communication in Prose Fiction from Bunyan to Beckett. Baltimore, Md.: Johns Hopkins University Press, σσ. 280-281.

-Iser, W. (1978). The Act of Reading-A Theory of the Aesthetic Responce. Baltimore: Johns Hopkins University Press, σσ. 36-38 κ.α.

-Morin, E. (1990). Η οικολογικοποιηµένη σκέψη. Η πρόκληση της πολυπλοκότητας. Μτφρ. Μ. Καραχάλιος. Αθήνα: Γ.Γ.Ν.Γ.

-Πανταζόπουλος Α., «Εμμανουέλ Λεβινάς. Πεθαίνοντας για τον άλλο», εφημ. ΑΥΓΗ, 6-1-96, σ. 23

-Παπαντωνάκης, Γ. κ.ά..(2010). Οι ιδέες των παιδιών για την παιδική λογοτεχνία. Αθήνα: Τόπος, σ. 91.

-Richardson, Br. (2007). «Singular text, Multiple Implied Readers». Στο Style 41.3, σ. 264 κ.α.

-Σακκής, Ζ. (2004). Τι ωραίος που είναι ο κόσμος. Αθήνα: Κέδρος.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top