Fractal

Η δική μας χαμένη γειτονιά

Γράφει η Ελένη Χουρδάκη // *

 

Γιάννης Πολυβώτης «Οδός Αέρηδων», εκδόσεις Ιωλκός, 2023

 

Η “Οδός Αέρηδων” του Γιάννη Πολυβώτη μας οδηγεί σε μια γειτονιά κατά την περίοδο περίπου του 2000 και διαπραγματεύεται το πώς οι ζωές των κατοίκων της οδού Α… στην πόλη …Β… διασταυρώνονται και συνδέονται, τις περισσότερες φορές όμως ερήμην τους, με τρόπους που οι ίδιοι δεν γνωρίζουν.

Στο νούμερο 16,  ο Διαμαντής γραντζουνά τον τζουρά του στο δώμα του πέμπτου ορόφου. Συχνά μαζί του ρεμβάζει ο Αλέξης που συγκατοικεί με τον Αριστοτέλη στο ισόγειο της ίδιας πολυκατοικίας. Λίγο μετά γνωρίζουμε την κυρία Ζήνα από τον τέταρτο που ζει με την προσωπική της βοηθό, την Καλίνα. Η Ζωή μένει στο νούμερο 17, σε άμεση ορατότητα από τον Διαμαντή, στο δώμα της ακριβώς απέναντι πολυκατοικίας. Το διαμέρισμα τής το μισθώνουν η Φωτεινή και ο Τάσος που ζουν με τα παιδιά τους ακριβώς από κάτω. Λίγο παραδίπλα, στο νούμερο 13 στέκει μόνη η τελευταία μονοκατοικία της οδού.

Κάτι που μας κερδίζει εξ΄ αρχής είναι ότι η αρχιτεκτονική ματιά του Γιάννη Πολυβώτη είναι πανταχού παρούσα στο μυθιστόρημα του, με μια ικανότητα να διεισδύει με ματιά αδιόρατη, σαν ακτίνες Χ, πίσω από την επιφάνεια των τοίχων των διαμερισμάτων της Οδού. Και έτσι ικανοποιεί ένα δικό μας “σκοποφιλικό ένστικτο”, δηλαδή την αισθητική απόλαυση του να κοιτάζουμε, να μπαίνουμε κρυφά στις ιδιωτικές τους ζωές.

Αυτή είναι η πρώτη τραγική ειρωνεία. Εμείς βλέπουμε, γνωρίζουμε, εκείνοι είναι στο σκοτάδι. Δεν μπαίνουμε μόνο στα σπίτια τους —σαν ένα δεύτερο δέρμα οι τοίχοι των σπιτιών  περικλείουν σώματα γεμάτα επιθυμία, εσωτερική σύγκρουση, και μνήμη. Ερχόμαστε σε επαφή με τον έρωτα, τα όνειρα, τη ματαίωση, την ανημποριά, το πένθος τους και με το πόσο σε αντιπαράθεση είναι οι ζωές τους, και ας ελπίζουν.

Θυμίζοντας την ποιητική του χώρου του Gaston Bachelard, κάθε δωμάτιο, κάθε ταράτσα και μπαλκόνι εκπροσωπούν μια ψυχική κατάσταση του εαυτού τους αλλά και του δικού μας. Τα δωμάτια, κλειστοφοβικά και ασφαλή, συχνά είναι χώροι μιας κοινωνικά επιτασσόμενης σταθερότητας που πνίγει. Άλλες φορές χώροι αποστέρησης —κοινωνικής, οικονομικής αλλά κυρίως συναισθηματικής, ενάντια στην επιθυμία. Από την άλλη, η ταράτσα του Διαμαντή είναι, με τα λόγια του Πολυβώτη, ή μάλλον του ήρωα του, του Αλέξη,

 

“σιωπή και μαύρος θόλος”, “ουρανός με τ’ άστρα”,

 

ένας χώρος ονειροπόλησης, φυγής, σκαρφάλωμα προς την ελευθερία. Η σχέση των δυο είναι δυναμική. Μας λέει ο Αλέξης για την ταράτσα του Διαμαντή, “ Όσο ήμουν μαζί του, ένιωθα σαν να ’ριχνα στο πηγάδι έναν κουβά, τον οποίο τραβούσα πίσω για να βγάλω απ’ τη γη την ψυχή μου…”

 

Αργότερα ο Διαμαντής θα μας πει για τη δική του ταράτσα, σαν μετάλλαξη μνήμης της παιδικής του ηλικίας,

 

κατάρτι χωρίς πανί, ναυαγός σε φθαρμένη σχεδία

εδώ, κρύβομαι απ’ όλους, ορατός και αόρατος,

όπως έκανα μικρός σαν ανέβαινα στα κλαδιά

της καρυδιάς και παρατηρούσα τους ανυποψίαστους περαστικούς

 

Γιάννης Πολυβώτης

 

Οι χώροι στεγάζουν μια βιωμένη εμπειρία που εγγράφεται πάνω από όλα στο σώμα, και μέσα από τις οποίες ο συγγραφέας ψηλαφίζει την εσωτερική πραγματικότητα των ηρώων του και μας τη μεταφέρει ζωντανά.

Παρά την τραγικότητα των ηρώων της, η “Οδός Αέρηδων” έχει έναν παιγνιώδη και συχνά κωμικό χαρακτήρα που μας φέρνει ένα συμπονετικό χαμόγελο καθώς η αλήθεια του κάθε ήρωα μας αποκαλύπτεται. Και η αλήθεια δεν αποκαλύπτεται σαν πληροφορία, αλλά μέσα από τους πολλαπλούς λόγους που διατυπώνονται και δημιουργούν νόημα για την προσωπική τους εμπειρία.

Οι ήρωες πασχίζουν να επικοινωνήσουν σε εμάς αυτό το νόημα μέσα από ραβασάκια, καρτ ποστάλ, SMS, στίχους, συνθήματα στον τοίχο, αφιερώσεις στο ραδιόφωνο. Οι δευτερεύοντες, κατά τη γνώμη μου, χαρακτήρες του ταχυδρόμου και του ψυχαναλυτή, λειτουργούν συνεπικουρικά σε αυτήν την κατεύθυνση, να δώσουν χώρο στον προσωπικό λόγο. Ο Γιάννης Πολυβώτης δίνει στους ήρωες του φωνή με αυτή την πληθώρα μέσων που κάνουν την αφήγηση ζωντανή. Ακόμη και μετά θάνατον, η κυρία Ζήνα μας μιλά ακόμη.

Και εδώ, με αναφορά σε ένα κείμενο του Λακάν “Το κλεμμένο γράμμα”, στο οποίο διατείνεται ότι ένα γράμμα φτάνει πάντα στον προορισμό του, έρχεται το ερώτημα, “Ένα γράμμα φτάνει όντως πάντα στον προορισμό του;”. Στη διάρκεια του μυθιστορήματος απελπιζόμαστε όταν οι επιθυμίες των κατοίκων της Οδού δεν βρίσκουν παραλήπτη. Η στιγμή της κάθαρσης έρχεται με τη συνειδητοποίηση ότι η αφήγηση είναι το γράμμα που ψάχνει να βρει παραλήπτη, όχι ένα φυσικό πρόσωπο αλλά στη σφαίρα του συμβολικού και ως μήνυμα που μας καλεί ως αναγνώστες-παραλήπτες να το λάβουμε και να το μεταδώσουμε.

Συνοψίζοντας, η “Οδός Αέρηδων” είναι μια ιστορία όπου τα νήματα ζωής των ηρώων της περιπλέκονται έξω από την επίγνωση τους παρά τη φαινομενική τους βεβαιότητα για τα πράγματα. Με άλλα λόγια, μια ανάγνωση της ιστορίας είναι ότι αυτή η άγνοια τους συμβολίζει την ασυνείδητη επιθυμία που πάλλεται να μην κοιτάξει την πραγματικότητα στα μάτια. Οι ήρωες της Οδού πασχίζουν συνεχώς να αποδείξουν ότι δεν είναι “φαντασιόπληκτοι”, και όμως θέλοντας και μη, ορίζονται από τη φαντασία.

Σε αντίθεση με την αφιέρωση του συγγραφέα σε όσους δεν άντεξαν και σε όσους δεν αντέχουν πια, ως παραλήπτες της ιστορίας καλούμαστε να αντέξουμε, κοιτώντας κατάματα, την τραγική ειρωνεία της ανθρώπινης φύσης, χωρίς να σταματήσουμε να ονειρευόμαστε. Ίσως δεν μπορούμε ποτέ να αποδράσουμε από το “κατά φαντασία απλανής”, για να χρησιμοποιήσω μια φράση του βιβλίου.

Θεωρώ ότι η Οδός είναι μια απολαυστική ιστορία, αλλά και ένα βαθιά συμβολικό κείμενο που πετυχαίνει να μας κάνει να το διαβάσουμε ξανά και ξανά.

Α και Β είναι οι δυο άγνωστοι μιας εξίσωσης όπου όλοι μας βρίσκουμε τη δική μας χαμένη γειτονιά και κάνει το βιβλίο βάλσαμο και τρυφερή συντροφιά καθώς το διαβάζουμε.

 

 

* Η Δρ Ελένη Χουρδάκη είναι  Ψυχαναλυτική Ψυχοθεραπεύτρια Παιδιών & Εφήβων

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top