Fractal

Οδοιπορικό στην Ασιατική Ήπειρο

Της Εύης Μουρέλλου //

 

Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης, «Ασιατικές νοσταλγίες». Εκδόσεις Οδός Πανός. Αθήνα, 2020

 

Το ολόφρεσκο βιβλίο του κ. Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη, που κυκλοφόρησε μόλις τον περασμένο μήνα, μεταφέρει τον αναγνώστη στην μυστηριώδη μακρινή ήπειρο της Ασίας, και πιο συγκεκριμένα στην Βιρμανία, τη Καμπότζη, την Ταϊλάνδη, τη Σρι Λάνκα και την Ιαπωνία. Το κρατώ στα χέρια μου και το πρώτο πράγμα που μου τραβά την προσοχή είναι το εξώφυλλο. Ένας Ασιάτης άντρας, περίπου στα τριάντα με σαράντα του, στέκεται στην άκρη μιας μικρής ξύλινης βάρκας, στη μέση μιας υδάτινης έκτασης που θυμίζει λίμνη. Με το αριστερό του χέρι κρατά λευκά δίχτυα, ενώ με το δεξί ένα μακρύ ξύλο, που καταλήγει μέσα στο νερό. Εύκολα κανείς μαντεύει ότι είναι ψαράς, υπόθεση την οποία υποστηρίζει περαιτέρω και το μικρό μπεζ καπέλο που φοράει. Στα χείλη του κρέμεται ένα τσιγάρο, είναι ξυπόλυτος, και το βλέμμα του εστιάζει σταθερά μπροστά του, στο νερό. Η εικόνα του μου μοιάζει την ίδια στιγμή γνώριμη και ξένη, οικεία και μακρινή. Αποτελεί, στα δικά μου μάτια, μια υπενθύμιση ότι οι άνθρωποι μεταξύ τους μοιάζουν πολύ, ακόμα και αν χωρίζονται από εκατοντάδες χιλιόμετρα νερού και γης.

Η περιήγηση ξεκινάει με τη Βιρμανία και την πρωτεύουσά της, τη Γιανγόν, η οποία από μικρό ψαροχώρι των αρχών του 11ου αιώνα, έφτασε να αποτελεί την μεγαλύτερη πόλη της χώρας. Ακολουθεί, έπειτα, η ιστορία που κρύβει η στούπα Dhammayangyi, ο μεγαλύτερος ναός της Μπαγκάν, κατά την κατασκευή της οποίας λέγεται ότι εάν έστω και μια βελόνα μπορούσε να χωρέσει ανάμεσα στα τοποθετημένα τούβλα, εκτελούνταν οι κτίστες, όπως και η επίσκεψη στην πόλη Μανταλέυ, όπου στέκεται πάνω σε πέτρες το μεγαλύτερο βιβλίο του κόσμου -αποτελείται από 730(!) μεγάλες μαρμάρινες πλάκες, μιας και το χαρτί δεν ήταν υλικό αρκετά ανθεκτικό ώστε να διατηρηθεί για τις χιλιετίες που θα ακολουθούσαν μετά τον Γκαουτάμα Βούδα.

Η εικόνα στην αρχή του κεφαλαίου της Καμπότζης με κάνει να ανατριχιάσω. Ένα μικρό κορίτσι, δεν μπορεί να είναι πάνω από πέντε-έξι χρονών, στέκει πάνω σε μια μικρή ξύλινη βάρκα, όμοια με αυτή του εξωφύλλου, και κοιτάει με βλέμμα έντονο και αυστηρό κατευθείαν στην κάμερα. Φοράει γύρω από το λαιμό της σαν κασκόλ ένα μεγάλο φίδι -το μήκος του μπορεί να φτάνει και δυο φορές το ύψος της μικρής. Με το δεξί της χέρι κρατάει το κεφάλι του ψηλά, σαν να θέλει να το δείξει στην κάμερα, ενώ με το αριστερό μοιάζει να κάνει το σήμα της ειρήνης. Δίπλα της, αδιάφοροι ή συνηθισμένοι σε αυτή την εικόνα, ένας άντρας και ένα αγόρι.

Η σύνδεση ανάμεσα στα φίδια και στην Καμπότζη διαφαίνεται και μέσω μιας επίσκεψης στον ναό Neak Pean (μεταφράζεται «τα τυλιγμένα φίδια» στη γώσσα των Χμερ). Στην Ινδική μυθολογία συναντώνται, μάλιστα, τα Νάγκα, φίδια που μερικές φορές δύνανται να πάρουν και ανθρώπινη μορφή. Λέγεται ότι ο ίδιος ο Βούδας εμπιστεύτηκε στα Νάγκα τη φύλαξη ενός μυστικού νόμου για τους θεούς, ενώ τα νάγκας μέχρι και στις μέρες μας κουβαλούν πολυάριθμους συμβολισμούς -πνεύματα της φύσης και προστάτες των πηγών, που άλλοτε φέρουν βροχή, γονιμότητα κι ευημερία, και άλλοτε πλημμύρες και ξηρασία.

Προχωρώντας στην Ταϊλάνδη, εντύπωση προκαλεί το φαλλικό παρεκκλήσι της Μπανγκόκ -ο φαλλός θεωρείται σύμβολο καλοτυχίας και γονιμότητας-, ενώ, εν συνεχεία, στη Σρι Λάνκα, ενδιαφέρον μέρος για επίσκεψη αποτελεί το ορφανοτροφείο ελεφάντων της Πιναβέλα -οι ελέφαντες θεωρούνται σύμβολα σωματικής και ψυχικής δύναμης, ευφυίας, καλοτυχίας και ευημερίας-, καθώς και οι τεϊοφυτείες και το εργοστάσιο επεξεργασίας του τσαγιού που παράγει.

Τελευταίος προορισμός η Ιαπωνία. Εκεί, στους πρόποδες του βουνού Φούτζι, βρίσκεται ένα δάσος διαφορετικό απ’ όλα τ’ άλλα. Το δάσος αυτό θεωρείται στοιχειωμένο, και έχει μείνει γνωστό με το όνομα «Δάσος της αυτοκτονίας». Είναι ένα δάσος που χαρίζει μαγευτική θέα, εντούτοις οι επισκέπτες το περιγράφουν ως απόκοσμα σιωπηλό, σκοτεινό, δίχως άγρια ζωή, στο οποίο εύκολα μπορεί ένα άτομο να χαθεί, αφού ακόμα και οι πυξίδες σε πλείστες περιπτώσεις δυσλειτουργούν. Αποτελεί έναν προορισμό τον οποίο εκατοντάδες άτομα ετησίως επιλέγουν προκειμένου να δώσουν τέλος στη ζωή τους, με τα σώματα πολλών να είναι ορατά στους επισκέπτες του δάσους, είτε κρεμασμένα από κάποιο δέντρο, είτε στην άκρη κάποιου μονοπατιού.

 

Γιώργος Σχορετσανίτης

 

Κανείς δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα ποια δύναμη ή σκέψη οδήγησε τόσα άτομα να προβούν σε αυτοκτονία στο δάσος αυτό, μάλιστα ορισμένοι επιζώντες υποστηρίζουν ότι υπερφυσικές δυνάμεις τους δελέασαν να εισέλθουν στο δάσος, όμως όπως και να ‘χει εφαρμόσθηκαν ορισμένα μέτρα στην περιοχή -πινακίδες, κάμερες ασφαλείας, αυξημένες περιπολίες της αστυνομίας- προκειμένου να εμποδιστεί η τάση των ατόμων να βλάψουν τον εαυτό τους.

Το οδοιπορικό αυτό στην Ασία είναι δοσμένο με λόγο που ρέει αβίαστα, και συχνά φορτίζεται λυρικά, με ύφος κατανοητό και παραστατικό, που σε πολλά σημεία μοιάζει εξομολογητικό. Παράλληλα, οι σελίδες φέρουν πολυάριθμες εικόνες από το προσωπικό αρχείο του συγγραφέα, που βοηθούν τον αναγνώστη να «ταξιδέψει» ακόμα ευκολότερα στους μακρινούς τόπους που αναφέρονται, βλέποντας ιδίοις όμμασι τα μέρη για τα οποία διαβάζει. Ένα έργο ταξιδιωτικής λογοτεχνίας που προσωπικά ξεχώρισα, αφού κατόρθωσε να με μεταφέρει σε έναν τόπο τόσο μακρινό και μια κουλτούρα τόσο ξένη, με τρόπο φυσικό και άκοπο. Θαρρείς και το ένα πόδι μου πάταγε Κρήτη και τ’ άλλο Ασία.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top