Fractal

Μια ανεπίδοτη εκ των προτέρων επιστολή

Γράφει η Τζίνα Ψάρρη //

 

«Στη γη είμαστε πρόσκαιρα υπέροχοι», Ocean Vuong , Μετάφραση: Έφη Φρυδά, Εκδόσεις Gutenberg

 

Μονοφωνικό και επιστολικό, αυτό το πρώτο μυθιστόρημα του Ocean Vuong. Δύσκολο είδος, όχι ιδιαίτερα συνηθισμένο, μου δημιούργησε μια διστακτική προδιάθεση πριν ξεκινήσω την ανάγνωση. Θα καταφέρει άραγε να γίνει ελκυστικό; Στο εισαγωγικό της σημείωμα, η μεταφράστρια αναφέρει πως η αφηγηματική δομή που επέλεξε ο συγγραφέας είναι αυτή που αρχικά χρησιμοποιήθηκε στην κινέζικη ποίηση, αφήγηση δηλαδή χωρίς συγκρούσεις ως μέσον ανάπτυξης της πλοκής. Ο ίδιος ο Vuong πάλι, σε μια συνέντευξή του δηλώνει πως οι κανόνες είναι μια ισχυρή κατηγορία ενάντια στην οποία οφείλουμε να εργαστούμε. Ήδη μου είχαν κεντρίσει το ενδιαφέρον και αποδείχτηκε πως ήταν σωστό.

 

Ο συγγραφέας Λιτλ Ντογκ, Αμερικανός βιετναμέζικης καταγωγής, γράφει μια επιστολή που εκ των προτέρων γνωρίζει πως δεν πρόκειται ποτέ να διαβαστεί, αφού την απευθύνει στην αναλφάβητη μητέρα του. Την γράφει, ακριβώς επειδή δεν είναι εφικτή η ανάγνωσή της. Όπως ο ίδιος λέει, δεν αφηγείται μια ιστορία, πρόκειται περισσότερο για ένα ναυάγιο τού οποίου τα κομμάτια επιπλέουν ευανάγνωστα. Με αποσπασματικές αναμνήσεις αρμονικά ταιριασμένες, συνθέτει την θλιβερή πραγματικότητα ανάμεσά τους, ίσως για να την «αγγίζει» ο ίδιος, να την αντικρίσει με μεγαλύτερη διαύγεια.

«Έχω τόσα πολλά που θέλω να σου πω, μαμά. Κάποτε είχα την ανοησία να πιστεύω ότι η γνώση θα ξεκαθάριζε το τοπίο, όμως τόσα και τόσα κρύβονται πίσω από τα ομιχλώδη στρώματα του συντακτικού και της σημασιολογίας, πίσω από ημέρες και ώρες, ονόματα ξεχασμένα, σωσμένα και πεταμένα, ώστε το να ξέρεις απλώς την ύπαρξη του τραύματος διόλου δεν συντελεί στην αποκάλυψή του».

Μικρός Σκύλος. Ένα όνομα τρυφερό στο Βιετνάμ, που προστατεύει από τα κακά πνεύματα, στην Αμερική πια, τον μετατρέπει αυτόματα σε ένα ακόμα ζώο. Αρχίζει να ξετυλίγει το παρελθόν τους, ξεκινώντας από την διαλυμένη βιετναμέζικη πόλη των νηπιακών του χρόνων και τις αφηγήσεις της γιαγιάς του Λαν από την δική της νεότητα. Πότε γυρίζει χρόνια πίσω, πότε χρωματίζει τις λέξεις του με εικόνες μιας άλλης ζωής, της παιδικής του πια στο Χάρντφορντ της Αμερικής όπου κατέληξαν. Για να γλυτώσουν από τον πόλεμο, εισέρχονται σε ένα άλλο είδος εμπόλεμης ζώνης, ίσως το ίδιο οδυνηρής.

«Κι έπειτα ήταν το σχολικό λεωφορείο. Εκείνο το πρωινό, όπως όλα τα πρωινά, κανείς δεν καθόταν δίπλα μου. Κόλλησα πάνω στο τζάμι και η ματιά μου γέμισε με το τοπίο έξω, μοβ με μια πρόωρη σκοτεινιά… Γύρω μου τα παιδιά σκουντιόνταν μεταξύ τους. Πίσω στον αυχένα μου ένιωθα το ρεύμα από τα μέλη τους που τινάζονταν ταχύτατα, τα χέρια και τις γροθιές τους που σάρωναν μετατοπίζοντας τον αέρα. Ξέροντας ποιο είναι το πρόσωπό μου, τα σπάνια για τα μέρη τούτα χαρακτηριστικά του, προσπάθησα να τους αποφύγω πιέζοντας ακόμη περισσότερο το κεφάλι μου στο παράθυρο. Τότε ήταν που είδα μια λάμψη έξω, καταμεσής στο πάρκινγκ. Και μόνο όταν άκουσα φωνές πίσω μου συνειδητοποίησα ότι η λάμψη ερχόταν μέσα απ’ το κεφάλι μου. Κάποιος είχε σπρώξει δυνατά το πρόσωπό μου πάνω στο τζάμι…»

 

 

Ocean Vuong

 

 

Με αφηγηματικές μετατοπίσεις, ο ήρωας αντιμετωπίζει το παρελθόν και το παρόν σαν ένα τοπίο που επανέρχεται για να ρίξει μια ακόμα ματιά. Απεκδύεται υποχρεωτικά την μητρική του γλώσσα και φορά τα αγγλικά σαν μάσκα, κρύβοντας έτσι το αληθινό του πρόσωπο από τους άλλους και ταυτόχρονα γίνεται και το πρόσωπο της μητέρας του που αδυνατεί να επικοινωνήσει αφού δεν γνωρίζει ούτε μια αγγλική λέξη.

Ο νεαρός γκέι έφηβος στη συνέχεια, ψάχνει απεγνωσμένα για την «τελεία στην πρόταση», αυτήν που θα του επιτρέψει να σταματήσει την οδύνη και το αφόρητο αίσθημα μοναξιάς, για να μπορέσει να συνεχίσει παρακάτω λίγο καλύτερα, να γίνει «άνθρωπος», μέσα στον σκληρό στρέιτ κόσμο εκείνης της εποχής. Σε μια χώρα βουτηγμένη στην Coca – Cola, ο διαφορετικός νεαρός, κάνει την επανάσταση σου πίνοντας Sprite, ώσπου να μάθει πως από την ίδια εταιρία παράγονται. Υποτάσσεται, γιατί νιώθει την υποταγή σαν ένα είδος δύναμης, είναι μια δεξιότητα κι αυτή. Υποτάσσεται γιατί έχει μάθει με τον σκληρότερο τρόπο πως η αγάπη είναι μια μορφή αφανισμού. Δοτικότητα, επιθυμία σαν ανάγκη, αγωνιώδεις φόβοι, ρατσισμός, αλκοόλ και ναρκωτικά «που σιγόκαιγαν τις άκρες του κόσμου», ενδοοικογενειακή βία. Ένα σκηνικό απόλυτης εγκατάλειψης που κραυγάζει την απεγνωσμένη ανάγκη για ευπρεπή επιβίωση. Λύτρωση μέσα από την αυτογνωσία αναζητά, αλλά και τον σωστό τρόπο να επουλώσει την αιμάσσουσα ακόμα πληγή που διαλύει την ψυχή του, πληγή που άνοιξε η σχέση του με την παρούσα – απούσα μητέρα του και τις συχνές βίαιες εκρήξεις της.

Ένα βιβλίο για την απόλυτη παραίτηση στον έρωτα, την διαχείριση της απώλειας και τον θάνατο. Ένα βιβλίο – προσευχή, για ό,τι όμορφο βρίσκεται κάπου μπροστά κι αν περπατήσουμε αρκετά ίσως και να το βρούμε. Με υπέροχα λεκτικά παιχνίδια με σημεία στίξης (κόμματα που μοιάζουν με έμβρυα και κάποτε υποχρεώνονται να γίνουν τελείες), με ομοηχίες (το χαμόγελο που κρύβει μέσα του τον χαμό) ή διαρκείς παραλληλισμούς, με οδυνηρούς εγκιβωτισμούς που επαναφέρουν το παρελθόν στην παροντική μνήμη και λόγο κάποτε παραληρηματικό γεμάτο αλληγορίες, ψυχογραφεί εν τω βάθει τους ήρωές του και τους παραδίδει «γυμνούς» στον αναγνώστη.

Δεν λείπουν ωστόσο, η ποιητικότητα αλλά και οι γλαφυρές περιγραφές τόπων, όπου κυριαρχεί η λυρικότητα ακόμα και σε μια φαινομενικά πεζή σκηνή.

 

 

 

 

«Τα φώτα του λεωφορείου σού δίνουν την αίσθηση πως ένα οδοντιατρείο γλιστράει στους βρεγμένους δρόμους. Τα δέντρα του Οκτώβρη περνάνε θολά στον αυτοκινητόδρομο, τα κλαριά τους ξύνουν τον βιολετί ουρανό. Ανάμεσά τους οι φανοστάτες των άφωνων κωμοπόλεων κρέμονται στην ομίχλη. Διασχίζουμε μια γέφυρα και το νέον ενός βενζινάδικου στην άκρη του δρόμου, αφήνει μια δόνηση στο κεφάλι μου».

Μια ιδιαίτερη αναφορά θεωρώ απαραίτητη στην μετάφραση της Έφης Φρυδά, η οποία με απόλυτο σεβασμό διατηρεί στο ακέραιο τον ωμό ρεαλισμό και το στοχαστικό ύφος του Ocean Vuong , ο οποίος σε ηλικία μόλις 33 ετών έχει ήδη αποσπάσει το σημαντικό βραβείο T.S.Elliot για την ποίησή του.

Αν ένα μήνυμα σημαντικό θα ήθελα να αναφέρω πως επιχειρεί να στείλει ο συγγραφέας μέσα από αυτό το βιβλίο, με μία δική του φράση θα το έλεγα:

«Ένα μεγάλο κομμάτι της χαράς, το ορκίζομαι, χάνεται στην απεγνωσμένη προσπάθειά μας να την κρατήσουμε».

 

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top