Fractal

«Ο άνθρωπος είναι ένα είδος που κοιτάζει ψηλά για να καταφέρει να βαδίζει στο ύψος του»

Γράφει η Βιολέττα Στυλιανίδου //

 

«Ο χορός της Μέλισσας» του Πάνου Ιωαννίδη, εκδ. Κέδρος

 

«Ο χορός της μέλισσας» είναι το δεύτερο αστυνομικό μυθιστόρημα του Πάνου Ιωαννίδη με ήρωα τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Πέτρο Ριβέρη. Ο Ιωαννίδης σύστησε στο ευρύ αναγνωστικό κοινό τον Ριβέρη στο πρώτο του αστυνομικό μυθιστόρημα «Τα μωρά της Αθηνάς» που κυκλοφόρησε το 2016. Στη δεύτερη αυτή ιστορία ο ντετέκτιβ φεύγει από την επαρχία για να ζήσει και να δράσει στη Θεσσαλονίκη. Στην πόλη που σπούδασε, και όπως ισχυρίζεται ο ίδιος ο ντετέκτιβ στην πόλη που «είχε συναντηθεί με τον εαυτό του».

Στην προσπάθειά του να διαλευκάνει ο Ριβέρης τον φόνο του Αλέξανδρου Χρηστίδη, θα έχει την ευκαιρία να συναντηθεί με παλιούς συμφοιτητές και φίλους σε στέκια της Θεσσαλονίκης που ήταν γνωστά την ένδοξη εποχή που ακολούθησε μετά τη μεταπολίτευση. Τότε που όλες οι δυνατότητες ήταν ανοιχτές και το όραμα για μια πιο δίκαιη κοινωνία φάνταζε εφικτό. Το αλκοόλ και τα νόστιμα μεζεδάκια που συνοδεύουν ευχάριστα αυτές τις συναντήσεις, χαλαρώνουν τους συνομιλητές και κουβεντιάζουν με ειλικρίνεια την εξέλιξή τους μέσα στο χρόνο. Ο Πάνος Ιωαννίδης βάζει τους ήρωες του να κάνουν απολογισμό της ζωής και των επιλογών τους και με τον τρόπο αυτό κάνει παράλληλα έναν απολογισμό για πώς διαμορφώθηκε το ελληνικό πολιτικό και κοινωνικό τοπίο των τελευταίων δεκαετιών στη χώρα μας.

Η υπόθεση του μυθιστορήματος έχει ως εξής: ο Αλέξανδρος Χρηστίδης, βρίσκεται δολοφονημένος στο εξοχικό του κτήμα στο Ποσείδι Χαλκιδικής, τη μέρα που θα γιόρταζε μαζί με παλιούς φίλους και συναγωνιστές τη συνταξιοδότηση και το εφάπαξ του. Ο τρόπος της δολοφονίας του δεν είναι καθόλου συμβατικός: κάποιος άγνωστος, ντυμένος με στολή μελισσοκόμου, εισβάλει στο κτήμα του Χρηστίδη, κραδαίνοντας στο ένα χέρι του ένα μικρό ρόπαλο και στο άλλο μια κυψέλη με μέλισσες. Το θύμα είναι αδύνατο να γλυτώσει από τα αλλεπάλληλα χτυπήματα του ρόπαλου και τα τσιμπήματα των μελισσών. Πικρή ειρωνεία της τύχης και δείγμα ότι ο συγγραφέας αγαπάει τους συμβολισμούς, είναι ότι τη στιγμή που ανακάλυψαν τον Χρηστίδη δολοφονημένο, ακουγόταν το εμβατήριο του Carl Orff “O Fortuna”, που στη συλλογική μνήμη του λαού μας έχει συνδεθεί με τα χρόνια της αδιαφιλονίκητης παντοδυναμίας του ΠΑΣΟΚ.

Η χήρα του Χρηστίδη αναθέτει κατόπιν στον Ριβέρη την αποστολή να ανακαλύψει τον δολοφόνο. Ο Πέτρος Ριβέρης, προκειμένου να εξιχνιάσει το έγκλημα, πρέπει να φωτίσει τον χαρακτήρα και τις δράσεις του θύματος. Ο Αλέξανδρος Χρηστίδης, έντονα πολιτικοποιημένος, έγινε γνωστός για την αντιστασιακή του δράση μέσα στο Πολυτεχνείο. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός, διορίστηκε αρχικά στον δήμο Καλαμαριάς, ενώ αργότερα αποτέλεσε ένα από τα ιδρυτικά στελέχη της δημοτικής επιχείρησης Κιστέρνα (το όνομα προήλθε από τη δεξαμενή που έχτισε ο Μέγας Κωνσταντίνος και λειτουργούσε ως βασικό υδραγωγείο της Κωνσταντινούπολης), που μέσα από την κοινωνική και πολιτιστική δράση της είχε ως σκοπό την εξάλειψη των κοινωνικών ανισοτήτων. Το τέλος των εργασιών της Κιστέρνας θα συμπέσει με την είσοδο της χώρας μας στα μνημόνια, αλλά ο Χρηστίδης, κοινωνικά ευαίσθητος, δε θα μείνει άπρακτος. Θα συνεργαστεί με τη νέα γενιά, προκειμένου να στήσει μια εναλλακτική κοινωνική τράπεζα. Λέμε εναλλακτική, γιατί δεν αντάλλασσε χρήματα αλλά υπηρεσίες, με μονάδα μέτρησης τον χρόνο. Για τις υπηρεσίες που πρόσφερε, εισπράττονταν βέβαια τα ανάλογα κοινοτικά κονδύλια από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γρήγορα αποδείχθηκε ότι η ηθική υπόσταση της καινούριας πρωτοβουλίας ήταν πολύ ρευστή, και έτσι σύντομα η κοινωνική αυτή πρωτοβουλία διέψευσε τις ελπίδες των άνεργων νέων για επαγγελματική αποκατάσταση και σταθερότητα, γιατί δέχονταν μεγάλη εκμετάλλευση.

Η τράπεζα χρόνου ονομάζονταν Ατλαντίδα. Όνομα  αρκετά συμβολικό που παραπέμπει σε μια ιδανική, μυθική πολιτεία, η οποία τελικά καταποντίστηκε. Σαν να θέλει να δηλώσει ο συγγραφέας με τον τρόπο αυτό την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στις μεγάλες ιδέες και το τελικό αποτέλεσμα, καθώς και την ευκολία να μετατρέπουν οι άνθρωποι, λόγω της απληστίας τους, μια ονειρική ουτοπία σε δυστοπία. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ιωαννίδης για το θύμα: «-Μπέρδεψε (ο Χρηστίδης) το όνειρο με την πραγματικότητα, και αυτό το σφάλμα ήταν χαρακτηριστικό των πιο άξιων ανθρώπων της γενιάς του.» Η λύση του μυστηρίου κρύβεται στην αντιφατική προσωπικότητα του Χρηστίδη και τη συνεχή -κάποιος θα ισχυρίζονταν έως και απελπισμένη- προσπάθειά του να είναι διαρκώς κοινωνικά ενεργός. Ενώ ο ίδιος διατείνονταν ότι δεν ήθελε να καρπωθεί τις δάφνες από το αριστερό του παρελθόν, στην πορεία εξαργύρωσε την επαναστατική του δράση με δύναμη και πλούτο, καθώς ακολούθησε χωρίς ιδιαίτερες αναστολές, τον δρόμο της υλικής ευμάρειας, παραπέμποντας έτσι στην υποκρισία κάποιων εκπροσώπων της Αριστεράς εκείνης της εποχής. Όπως σχολιάζει χαρακτηριστικά ο Ριβέρης, αυτός ο ντετέκτιβ-φιλόσοφος, απευθυνόμενος σε φίλο του Χρηστίδη: «-Η γενιά σας ξέρει καλά να μετατρέπει τους αριστερούς θούριους σε δεξιούς ψαλμούς», για να τοποθετηθεί παρακάτω εξίσου εύστοχα «Το κοινωνικό κεφάλαιο ή θα είναι κοινωνικό ή θα είναι κεφάλαιο.»

Ο Ριβέρης παράλληλα με τον δολοφόνο του Χρηστίδη, καλείται να αποκρυπτογραφήσει τα κείμενα που του στέλνει άγνωστος αποστολέας. Τα κείμενα που λαμβάνει ορίζουν κάθε φορά ένα σημείο στην πόλη. Όλα μαζί τα σημεία  σχηματίζουν, όταν ενωθούν μεταξύ τους, το σχήμα μιας κυψέλης, κάτι που προβληματίζει τον ντετέκτιβ για τις αναλογίες που κρύβονται σχετικά με τον φόνο του Χρηστίδη.

Ο συγγραφέας αξιοποιεί στο μυθιστόρημα περισσότερες από μια αφηγηματικές τεχνικές και τρόπους. Στα κεφάλαια που ο Ριβέρης αναζητά την αλήθεια, βλέπουμε να συνδυάζεται η τριτοπρόσωπη αφήγηση, με διάλογο και εσωτερικό μονόλογο του ντετέκτιβ, και όλο αυτό διαποτισμένο με εμβόλιμα σχόλια του συγγραφέα. Στα υπόλοιπα κεφάλαια έχουμε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, αλλά όχι από τον ίδιο κάθε φορά αφηγητή. Ανά κεφάλαιο, ένα διαφορετικό άτομο μιας κοινής παρέας κάνει αναδρομή στο παρελθόν, τότε που ένα τραγικό και τυχαίο γεγονός έδρασε ως καταλύτης στις ζωές τους και τις ένωσε για πάντα.

 

Πάνος Ιωαννίδης

 

Το βιβλίο είναι ιδιαίτερα πυκνογραμμένο, καθώς είναι γεμάτο από νοήματα, πολλά από τα οποία αποδίδονται πετυχημένα μέσα από συμβολισμούς. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι και οι μέλισσες έχουν αρκετά κοινά στοιχεία μεταξύ τους: και οι δύο ομάδες ζουν σε οργανωμένες κοινότητες, συνεργάζονται για έναν κοινό σκοπό, αναγνωρίζουν μια ιεραρχία και προσδιορίζονται, ειδικά τη σημερινή εποχή, από την εργασία. Όσοι προτιμούν να ζουν σε βάρος των υπόλοιπων μελών της κοινότητας, ονομάζονται κηφήνες. Ένα σπουδαίο εύρημα είναι επίσης η εγκιβωτισμένη αφήγηση. Δηλαδή, μέσα στην υπάρχουσα ιστορία είναι ενσωματωμένο ένα αλληγορικό παραμύθι. Το παραμύθι αυτό λέγεται «Η Αλλαγή της Ευρώπης» και διαδραματίζεται σε ένα Δάσος, με ήρωες τον Άρχοντα, τον Παραμυθά που διηγείται κάθε βράδυ στους υπηκόους την ιστορία μιας όμορφης κοπέλας, της Ευρώπης. Ο Πάνος υιοθετεί τη γλώσσα και το ύφος του παραμυθιού για να μας δώσει τη δική του εκδοχή για τη σύγχρονη πολιτική κατάσταση και τους συσχετισμούς δυνάμεων, αποφεύγοντας έτσι τον στείρο και ακαδημαϊκό διδακτισμό.

Με τον συνδυασμό διάφορων αφηγηματικών τεχνικών και τρόπων, διασταυρώνονται στη μυθοπλασία δυο γενιές: η γενιά που σημάδεψε τη μεταπολιτευτική Ελλάδα και ευθύνεται για τη σημερινή κρίση και η νεότερη γενιά που η ενηλικίωσή της συνέπεσε με την απαρχή της κρίσης, γεγονός που απέκοψε σημαντικά τη φυσική ορμή της. Ο Πάνος σε διάφορα επίπεδα της ιστορίας υπαινίσσεται ότι η παλαιότερη γενιά δυσκολεύεται να παραδεχτεί ότι, εξαιτίας της απληστίας της, δημιούργησε τέτοιες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες, οι οποίες στερούν από τη νεότερη την ευκαιρία να πραγματοποιήσει τα δικά της όνειρα και οράματα για το μέλλον. Η παλαιότερη γενιά όχι μόνο δεν είναι πρόθυμη να δώσει χώρο δράσης στη νεότερη, αλλά μηχανεύεται και νέους τρόπους να την κρατάει όμηρο, με όρους και μισθούς υποτιμητικούς, γεγονός φαινομενικά ασύμβατο εφόσον πρόκειται για την πιο μορφωμένη γενιά της μεταπολίτευσης.

Το αστυνομικό μυθιστόρημα διαβάζεται πολύ ευχάριστα από την πλειοψηφία των αναγνωστών. Ποιος δεν απολαμβάνει την αρχέγονη μάχη του καλού με το κακό, τη θριαμβευτική νίκη του καλού στο τέλος, το αίσθημα ασφάλειας που βιώνουμε, όταν έχει αποκατασταθεί πάλι η ηθική τάξη. Σήμερα όμως ζούμε σε μια ιδιαίτερα περίπλοκη πραγματικότητα, την οποία δυσκολευόμαστε να ερμηνεύσουμε μόνο με τους απλοϊκούς όρους του καλού και του κακού. Ο Πάνος Ιωαννίδης δε θέλησε να συγγράψει ένα μονοδιάστατο αστυνομικό μυθιστόρημα, με ξεκάθαρους τους ρόλους καλού-κακού.

«Ο χορός της μέλισσας» είναι προπάντων ένα κοινωνικό μυθιστόρημα, και γράφτηκε από έναν συγγραφέα που ανήκει στο σύγχρονο λογοτεχνικό ρεύμα της Αριστερής Μελαγχολίας. Ο ίδιος, όπως και οι ομότεχνοί του, ενηλικιώθηκαν τα σκληρά χρόνια της οικονομικής κρίσης και των μνημονίων που ακολούθησαν. Ο αριθμός των ακαδημαϊκών τους προσόντων είναι αντιστρόφως ανάλογος με τις ευκαιρίες που τους δίνονται για εργασία, όχι μόνο με σκοπό την οικονομική εξασφάλιση αλλά και την αυτοπραγμάτωση.  Οι πεζογράφοι και ποιητές αυτής της σχολής, εκτός από τα πολυάριθμα πτυχία που κατέχουν, διακρίνονται για την κοινωνική τους συνείδηση και την ανάγκη τους να εκφράσουν λογοτεχνικά το σημερινό κοινωνικό αδιέξοδο.

Και για το τέλος ένα μικρό χωρίο από το βιβλίο: «Ο Ριβέρης κοίταξε τη θάλασσα που είχε πάρει να αγριεύει, ενώ σκεφτόταν ότι ο άνθρωπος είναι ένα είδος που κοιτάζει ψηλά για να καταφέρει να βαδίζει στο ύψος του.»

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top