Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Της ποίησης το πένθος

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Ελευθερία Θάνογλου: “Ο θάνατος των πτηνών”, ΑΩ εκδόσεις

 

Μια τρύπα ο χρόνος

τάφος ανοιχτός

η ποίηση

 

Δεν είναι πρωτόγνωρη η συσχέτιση της ποίησης με τον θάνατο και με το πένθος· άλλωστε, γνωστό αυτό, της ποίησης τα χρώματα πάντοτε πιο σκοτεινά, όπως και η πορεία προς τα έσω οδηγεί, πάντοτε και αυτή, στις πιο ειλικρινείς καταθέσεις. Στην ουσία θα λέγαμε ότι είναι προκλητική, γι’ αυτό και τόσο συχνή, για την ποιητική γραφή η εισχώρηση στο ανήλιαγο τοπίο της μη-ζωής. Ωστόσο, πρέπει να σχολιαστεί μια ποιητική προσέγγιση ξεχωριστού ύφους και αναμφισβήτητης αξίας. Η Ελευθερία Θάνογλου, στην τρίτη εμφάνισή της στον ποιητικό χώρο, θέλει οι στίχοι της να βυθίζονται στα χρώματα του πένθους με μια υποδειγματική λιτότητα, με τη φυσικότητα που χαρακτηρίζει τη ροή της ζωής ώσπου να συναντήσει το νοητό τέλος της. Τίποτα δεν βιάζει εδώ τα χρονικά διαστήματα, τίποτα δεν καταργείται χωρίς να προαναγγέλλει μια συνέχεια. Κι αν σε κάποια ποιήματα αρκεί μια σκηνή μόνο για να λειτουργήσει η σωτήρια αντίστιξη: Δεν είναι τίποτα άλλο παρά διαβάσεις / τα κοιμητήρια / όπου νεκροί και ζωντανοί / διασταυρώνονται («Παρενθέσεις IV»), σε κάποια άλλα απαιτείται η συνολική θεώρηση του μυστικού σύμπαντος για να νοηθεί η φυσική σειρά των πραγμάτων: Αφού η ανάσταση προϋποθέτει τον θάνατο […] γιατί λοιπόν τόσος οδυρμός; («Το αντίδοτο»).

Με τα πουλιά να προσδίδουν το δικό τους βάρος στην ποιητική διείσδυση στον έσω τόπο, η Θάνογλου μεταφέρει εδώ την οπτική του Μίλτου Σαχτούρη, όταν στον «Ελεγκτή» του ευφυώς πρότεινε την ενσωμάτωση των ποιητών στον φτερωτό κόσμο των πουλιών: εγώ / κληρονόμος πουλιών / πρέπει / έστω και με σπασμένα φτερά / να πετάω, βάζοντας και τα όρια της ποιητικής αντοχής. Η ποιήτρια ταυτοποιεί τους ποιητές με τους υψιπετείς ταξιδιώτες, πότε για να δικαιολογήσει την τραγική τους κατάληξη: η ποίηση / ενίοτε / κρίνεται ένοχη / για τον θάνατο / δεκάδων ποιητών / που μπέρδεψαν στους ουρανοξύστες της / την αντανάκλαση της νύχτας («Σύμπτωμα της  αποδημίας ή ο θάνατος των πτηνών»), και πότε για να προσδώσει αυτή την αναγκαία ελάχιστη ελπίδα μιας ανάτασης/ανάστασης: Πίσω από τη μακριά / σειρά των τάφων / ένα σμήνος πουλιών / αφαιρούσε / με αυτοσχέδιους κελαηδισμούς / τη λεπτή του θανάτου κρούστα / από τα μάτια μας («Αφαιρέσεις»).

Έτσι, η ποίηση προβάλλει ως διαμεσολαβητής ανάμεσα σε ό,τι φανερό σε όλους και σε ό,τι αχνοφέγγει πίσω από τα ορατά πράγματα. Και το πένθος, από το οποίο εμφορείται, αναδεικνύεται ιδιαζόντως βαθύ όσο και ξεχωριστό ως προς τις αφορμές του· εμφανές το σημείο όπου ενώνεται η προσωπική, ιδιωτικής αφορμής, εισχώρηση στο σκοτεινό τοπίο με την κοινή σε όλους πρόσληψη του θανάτου, καθώς η ποιήτρια επιλέγει το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο: Ο πρώτος μας θάνατος επέρχεται / με την απουσία / του πρώτου αγαπημένου μας προσώπου. // Ζωντανοί ακόμη θρηνούμε / τον πρώτο μας θάνατο («Παρενθέσεις IV»), αλλά και εδώ: Η γέννα είναι η αρχή / της απόστασης που μας δόθηκε. / Τα εκατοστά του καθενός / ο αριθμός των νεκρών μας. («Ωρίμανση»).

 

Ελευθερία Θάνογλου

 

Σκέφτομαι μια προηγούμενη συλλογή της ποιήτριας και βλέπω πόσο οι ποιητικές γραφές βρίσκουν τον κοινό τους τόπο και συνδέουν τις θεματικές τους επιλογές. Στις Πέντε εποχές του κόκκινου (Πικραμένος, 2017) η Θάνογλου ερευνούσε τον έρωτα διαβαθμίζοντας το κόκκινο χρώμα για να αποδώσει τις εσωτερικές του εναλλαγές ως τα απώτερα όριά του. Στην Αναπαράσταση (Πικραμένος, 2019) ισορροπούσε ανάμεσα στα γκρίζα χρώματα της ζωής και στο μαύρο του θανάτου ή του κενού μιας απουσίας, όπως κι αν τη θεωρήσει κανείς. Εδώ, στην πρόσφατη συλλογή της, η γραφή της, πιο ώριμη από ποτέ, ολοκληρώνει τη θέαση και την εννόηση του κόσμου από τα έσω προβάλλοντας απροκάλυπτα πλέον τη θεματική του θανάτου ως κυρίαρχη επιλογή και συνδέοντάς τη σοφά με την ποιητική δημιουργία. Στην ουσία δημιουργεί ένα παιχνίδι ενήλικο, όπως θα πει στο ποίημα «Ωρίμανση», ένα από τα καλύτερα της συλλογής.

Αξίζει ένα σχόλιο για τη ζωγραφιά του εξωφύλλου (Γιώργος Ηλιάδης, Το κορίτσι με το ποδήλατο, 2017), που συμπληρώνει άψογα την αισθητική της έκδοσης αλλά υπογραμμίζει και το ύφος των ποιημάτων: ένα ξάφνιασμα υπερρεαλιστικό με γήινες προεκτάσεις – ταυτόχρονα μια άλλη όψη του μεταφυσικού.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top