Fractal

Παρατηρώντας τις λεπτομέρειες της ζωής

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Γελένα Λένγκολντ: “Ο μάγος του λούνα παρκ” διηγήματα, μετάφραση: Γιώργος Γκούμας, εκδόσεις Βακχικόν

 

Στην προμετωπίδα του βιβλίου διαβάζουμε: …μια βέβαιη χαλάρωση όταν συνειδητοποιούμε ότι είναι η μοίρα μας να χάνουμε, μόνο που ο καθένας μας διανέμει με διαφορετικό τρόπο την πικρή γεύση της αποτυχίας (Ντράγκαν Βέλικιτς, «Το ρώσικο παράθυρο»). Εύστοχη η αναφορά του αποσπάσματος ως προλόγισμα της συλλογής με τα δεκατρία διηγήματα της Γελένα Λένγκολντ. Κι αυτό γιατί, αν θέλαμε να βρούμε το νήμα που συνδέει τις ιστορίες του βιβλίου –φαινομενικά ανόμοιες και ως θεματική και ως επιλογή μορφής– θα εντοπίζαμε αυτή την εσωτερική συνθήκη συνειδητοποίησης μιας ήττας. Οι ήρωες της Λένγκολντ μοιάζει να συνωμοτούν μεταξύ τους σε μία μυστική συμφωνία: αρχικά να μιλήσουν, με το βάρος που πάντοτε έχει μια παραδοχή και (κυρίως) κατόπιν να δείξουν έναν τρόπο συμφιλίωσης με ό,τι φαίνεται να αποτελεί τη μοίρα τους. Όχι, όμως, με την αίσθηση της αποτυχίας που καθορίζει από κει και πέρα την πορεία της ζωής τους, αλλά με την απρόσμενη χαλάρωση, όπως την παρουσιάζει στο παραπάνω απόσπασμα ο επίσης Σέρβος λογοτέχνης Βέλικιτς.

Είναι αλήθεια πως σχετικά λίγα πράγματα γνωρίζουμε για τη σερβική λογοτεχνία. Για κάποιους ίσως μόνον η περίπτωση του Ίβο Άντριτς να είναι γνωστή, μόνο που έτσι πηγαίνουμε πολύ πίσω, στο 1945, αγνοώντας οποιαδήποτε νεότερη λογοτεχνική παρουσία. Ακόμη γνωστά τα ονόματα των Ντανίλο Κις και Μπόρισλβ Πέκιτς της δεκαετίας του ’60, όταν ο  μοντερνισμός επηρέασε τους Σέρβους λογοτέχνες. Κι όμως μιλώντας για τη σερβική λογοτεχνία πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ιστορία της πηγαίνει πίσω στους αιώνες για να συναντήσει την ανάλογη ελληνική, καθώς ιστορικές συγκυρίες έφεραν την εθνική λογοτεχνία των δύο λαών να αναφέρουν την αρχή τους στον 19ο αιώνα. Η άγνοια αφορά περισσότερο τη σύγχρονη λογοτεχνική παραγωγή των Σέρβων δημιουργών. Καθόσον η λογοτεχνική παραγωγή, ως έμπνευση και ως υλοποίηση δεν μπορεί να είναι άμοιρη της εποχής μέσα στην οποία δημιουργείται, πρέπει να λάβουμε υπ’ όψη τις ιστορικές συνθήκες που καθόρισαν (δια πυρός και σιδήρου) τη σύγχρονη μορφή της Σερβίας και άρα καταγράφηκαν με άμεσο ή έμμεσο τρόπο αναπόφευκτα στη λογοτεχνία της. Όσο περισσότερο, μάλιστα,  ο λογοτέχνης μετέχει στα δρώμενα της εποχής του, τόσο πιο πολύ διαφαίνεται η κοινωνική διάσταση του έργου του.

Η περίπτωση της Γελένα Λένγκολντ είναι ξεχωριστή. Όπως μας πληροφορεί το βιογραφικό της σημείωμα: H Γελένα Λένγκολντ (Jelena Lengold, Σερβία, 1959) έχει εκδώσει δεκαέξι βιβλία: οχτώ ποιητικές συλλογές, έξι συλλογές διηγημάτων και δύο μυθιστορήματα. Η δουλειά της περιλαμβάνεται σε ανθολογίες ποίησης και πεζογραφίας και έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Έχει λάβει διάφορα βραβεία, μεταξύ των οποίων το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και έχει εργαστεί ως δημοσιογράφος και συντάκτης του πολιτιστικού ρεπορτάζ για το Ράδιο Βελιγράδι. Εργάστηκε επίσης ως συντονίστρια στον τομέα της Διαχείρισης Συγκρούσεων στην Ακαδημία Ανθρωπιστικών Σπουδών Nansenskolen στη Νορβηγία. Ζει στο Βελιγράδι και από το 2011 έχει αφοσιωθεί αποκλειστικά στη συγγραφή. Οι εκδόσεις Βακχικόν επέλεξαν να παρουσιάσουν στο ελληνικό κοινό τη βραβευμένη με το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (2011) Ο μάγος του λούνα παρκ, σε μετάφραση του Γιώργου Γκούμα· αξίζει εδώ ένα σχόλιο για την πολύ καλή μετάφραση, που δίνει την εντύπωση πως η ελληνική γλώσσα θα μπορούσε να είναι και η αρχική, παρατήρηση σημαντική, όταν συχνά συναντάμε ‘ξύλινες’ μεταφράσεις που προδίδουν μια εύκολη διεκπεραίωση ή, το χειρότερο, άγνοια της λειτουργικότητας της γλώσσας στη λογοτεχνία. Στον μεταφραστή και στην έκδοση να δώσουμε και τα εύσημα των διευκρινιστικών σημειώσεων, κάθε που η συγγραφέας εγκιβωτίζει στις ιστορίες της διακειμενικές αναφορές.

 

Γελένα Λένγκολντ

 

Θεωρώ ότι ο τρόπος που η Λένγκολντ χειρίζεται τη θεματική της αλλά και τη διαμόρφωση των ηρώων της έχει την αφετηρία του στη συνείδηση (ιστορική και κοινωνική) που διαμόρφωσε βιώνοντας τις πολύμορφες εξελίξεις της πολύπαθης χώρας της κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Ξεκινά από κάποιες λεπτομέρειες, που θα ήταν απαρατήρητες σε κάποιον άλλο ή σε κάποιαν άλλη εποχή,  και χτίζει γύρω τους την ιστορία της επικεντρώνοντας στη σκέψη των προσώπων, στην οδυνηρή τους πορεία από την ελπίδα ως τη διάψευση για να καταλήξει στην ώριμη αποδοχή των εξελίξεων. Μια γραφή που φέρει η ίδια μέσα της την ωριμότητα να μπορεί να δει τη ζωή όπως είναι και πάνω στα συντρίμμια της να καταφέρνει να χτίζει νέες συνθήκες αλλά και νέες ελπίδες. Οι τρόποι της γραφής ποικίλλουν ακολουθώντας ένα ευρύ φάσμα από τις ρεαλιστικές περιγραφές (έξοχες στον μινιμαλισμό τους οι ερωτικές σκηνές) και φθάνοντας ως την υπέρβαση της πραγματικότητας σε μια μορφή που επαναφέρει στο λογοτεχνικό πεζογραφικό προσκήνιο τον υπερρεαλισμό. Πρωτοπρόσωπες φωνές, τριτοπρόσωπες του παντογνώστη αφηγητή και διαλογικά μέρη εναλλάσσονται με άριστο τρόπο δημιουργώντας ένα πολύμορφο τοπίο που, ωστόσο, τείνει σε κοινούς τόπους, ικανούς να προκαλέσουν το ενδιαφέρον της αναγνωστικής πρόσληψης. Ξεχωρίζω το διήγημα «Θα μπορούσα να ήμουν εκείνος» για τον τρόπο που εντυπώνεται στη σκέψη του αναγνώστη η μορφή του Βίκτορ, ακόμη το έξοχο «Κάθετη πτώση» για τον ευρηματικό τρόπο που επινόησε προκειμένου να μιλήσει για μια καθημερινότητα τόσο συχνή. Τέλος το διήγημα «Με την πρόφαση της ποιοτικής λογοτεχνίας», που θα αγαπήσουν όσοι ασχολούνται με τη λογοτεχνία – ίσως να ανακαλύψουν κάπου κρυμμένη τη δική τους περίπτωση.

Δύο αποσπάσματα από το βιβλίο:

 

Ο Βίκτορ κάθεται μόνος του στο φαρμακείο, είναι βράδυ. Κόβει το σύννεφο σε μικρά κομμάτια, βάζει ένα από αυτά σε κάθε μπουκαλάκι με φάρμακο και από άνω τοποθετεί προσεκτικά τους φελλούς. Στο τέλος, μετράει όλα τα μπουκαλάκια πάλι, τα βάζεις το ντουλάπι με τα άλλα φάρμακα και το κλειδώνει. Δεν βρίσκεται κανένας άλλος εκεί αλλά οι κανόνες λένε ότι τα φάρμακα πρέπει να κλειδώνονται. Ο Βίκτορ πάντα σέβεται όλους τους κανόνες. Οι κανόνες φέρνουν ηρεμία. Η ηρεμία φέρνει ομορφιά. Η ζωή του Βίκτορ είναι όμορφη και κάθε ασθένεια έχει το δικό της χάπι που την περιμένει στο ντουλάπι για να τη θεραπεύσει. («Θα μπορούσα να ήμουν εκείνος», σελ. 20)

 

 

Λέω αν είσαι ηφαίστειο, τότε εγώ είμαι η Πομπηία.

Με κοιτάζει, με τα μάτια του πολύ ζεστά μέσα από όλες αυτές τις ρυτίδες και μου λέει, έχοντας συναίσθηση των λεγομένων του. «Κάποια μέρα θα μιλάς με νοσταλγία ακόμα και για αυτή την κατάσταση, και αυτό είναι το πιο αξιοθρήνητο πράγμα στον κόσμο».

Βλέπεις ότι είχε απόλυτο δίκιο.

Όντως έτσι συνέβη.

Η ελευθερία αρχίζει την ημέρα που θα σταματήσεις να μετράς τις κάθετες πτώσεις σου και θα αφεθείς επειδή αυτή η πτώση είναι αναπόφευκτη. («Κάθετη πτώση», σελ. 82)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top