Fractal

Καλοστημένος Εφιάλτης

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπούρας // *

 

Βαγγέλης Αθ. Τσουράπας –  Χρυσόστομος Ν. Καλαντζής, “Ο γελαστός ρινόκερος”, μυθιστόρημα, εκδόσεις Δρόμων, Αθήνα 2019, σελ. 191.

 

Ένα υπέροχο, ξεχωριστό και πρωτότυπο αστυνομικό μυθιστόρημα, πέρα από τα όρια του “noir” και του “gothic”, αφού εκτός από καζίνο, καταγώγια, παράνομο τζόγο, ζιγκολό και πολύφερνες κληρονόμους έχει και προορατικούς αγίους καλογέρους αλλά και σατανιστές, παρανοϊκούς παραμυθάδες και φυγές σε παραισθητικούς κόσμους με την βοήθεια ουσιών όχι και τόσο αθώων, αν και φυσικών, όπως το ανθρώπινο αίμα το τελετουργικά χυμένο. Η μαύρη μαγεία, σε συνδυασμό με τη γνώση της απόκρυφης μυθολογίας καθιστά αυτόν τον εξαιρετικό συγγραφέα με το όνομα (ή το ψευδώνυμο;) Βαγγέλης Τσουράπας έναν πρώτης γραμμής γραφίστα του τρόμου, αλλά του ελεγχόμενου τρόμου, εκείνου που γίνεται δέος και σε εξαναγκάζει σε ευσέβεια στο τέλος, αν είσαι ελεύθερος και χρηστοήθης, αν είσαι νομοταγής βεβαίως και περνάς μόνον με τον πράσινο σηματοδότη. Ποτέ με τον πορτοκαλή, μήτε στα χειρότερα όνειρά σου. Ένας καλοστημένος εφιάλτης είναι αυτό το πόνημα, ένα θρίλερ με αίσιον τέλος. Τόσο που αναμένεις τη συνέχεια. Αν γινόταν ταινία θα συναγωνιζόταν σε επιτυχία την «Σιωπή των αμνών». Ο συγγραφέας του κατέχει την τέχνη της δισημίας. Ξέρει να στήνει αντιθέσεις, δραματικές πάντα. Αφυπνίζει τον εγκέφαλο του συνδημιουργικού αναγνώστη με λογικές ανακολουθίες, που δεν είναι ποτέ «σφάλματα», αλλά σοφά αρχιτεκτονημένες ψηφίδες που σχηματίζουν ένα ευγενές μωσαϊκό, άκρως αισθητικόν, τόσο που δεν θα το περίμενες αν αναλογιστείς ότι ο αφηγητής περνάει αναγκαστικά (;) μέσα από πολύ σκοτάδι κι ακραία βία. Κατ’ επιλογήν του, φυσικά. Είναι σαν χειρουργός ανατόμος, που αρνείται να γίνει κακούργος, αφού τον σώζει την τελευταία στιγμή πάντα η καλή του προαίρεση. Φύσις καλή κ’ αγαθή ο ανώνυμος (ή επώνυμος) λογοτέχνης που κρύβεται πίσω από τον …Τσουράπα δεν κρύβεται, δεν μπορεί να κρυφτεί από τον έμπειρο αναγνώστη που διακρίνει τον τεχνίτη από το τεχνούργημα και δεν θεωρεί κάθε έργο του Λόγου ή και της Τέχνης αναγκαστικώς αυτοβιογραφικό. Όλα είναι έργα φαντασίας. Όμως, προς τα πού κλίνει μια γόνιμη φαντασία, από τι έλκεται και σε τι μέσα προσφεύγει δείχνουν πολλά για το δημιουργικόν της ποιόν, μπορεί όμως και όχι. Γιατί όπως και στην ιατρική πολλά πικρά φαρμάκια θεραπεύουν θανατηφόρες ασθένειες. Κακά τα ψέματα, αγαπητοί μου, υποψιασμένοι επαρκείς αναγνώστες, η Λογοτεχνία είναι ένα «αθώο ψέμα» και μόνον όταν λειτουργεί ομοιοπαθητικώς είναι αποτελεσματική. Το Κακό παντελώς ακίνδυνο και διδακτικό όταν είναι ελέγξιμο, εγκλωβισμένο ανάμεσα και κάτω από τις λέξεις ενός γραπτού κειμένου. Η προφορική αφήγηση έχει άλλα «κλειδιά» και μυστικά επαγωγής, φυσικής αλληλεπιδράσεως ψυχοσωματικών φορέων… Ας αποποινικοποιήσουμε λοιπόν τα «σκοτεινά» εκείνα κείμενα φωτεινών κατά τα άλλα συγγραφέων που παλεύουν, μάχονται και θυσιάζονται για το Καλό της Γνώσεως και της Επιστήμης (οι δύο ακρογωνιαίοι λίθοι του Διαφωτισμού). Με όλ’ αυτά θέλω απλώς να πω: διαβάστε αυτό το ακραίο πόνημα χωρίς ενοχές κι απολαύστε το χωρίς να ταυτιστείτε με όλα αυτά τα ζοφερά, δυστυχισμένα όντα που «πουλάνε την ψυχή τους στον διάβολο» για έναν παχυλό τραπεζικό λογαριασμό στα νησιά Κέϋμαν. Υπάρχουμε ευτυχώς κι εμείς, οι απλοί άνθρωποι, που αρκούμεθα σε ένα πιάτο φακές, φτάνει η φαντασία μας να είναι χορτασμένη κι εφησυχασμένη. Και ποιος καλύτερος τρόπος από την εξουθένωσή της δια της υποβολής σε ακραία νοητικά παιχνίδια, απείρως πολυπλοκότερα από το σκάκι, ας πούμε…

 

Γράφει ο ένας εκ των δύο συν-συγγραφέων στο προλογικό του σημείωμα:

“Ένα φωτεινό πρωινό μιας χειμωνιάτικης ημέρας με επισκέφτηκε στο ιατρείο μου η μητέρα του αγαπητού φίλου Θάνου, η κα Δότη Τσουράπα, Φιλόλογος και εξαιρετικός άνθρωπος. Μετά από συμβουλές και εξέταση για κάποιο αμελητέο πρόβλημα υγείας, μου πρότεινε ευγενικά κάτι που κάθε άνθρωπος θα θεωρούσε μέγιστη τιμή, να ολοκληρώσω ένα ημιτελές χειρόγραφο.

Ας πάμε λίγο πιο πριν όμως, μερικά χρόνια στο παρελθόν και στο Λονδίνο την περίοδο που είχα αρχίσει ειδίκευση στην Γαστρεντερολογία. Εκεί είχα γνωριστεί με τον Θάνο, μηχανικό στο επάγγελμα που προσπαθούσε και αυτός να φτιάξει για τον εαυτό του ένα καλύτερο μέλλον. Ο Θάνος μου έδωσε τα μυθιστορήματα του πατέρα του,  επίσης μηχανικού Βαγγέλη Τσουράπα που πραγματικά με ταξίδεψαν και με διασκέδασαν μακριά από την μοναξιά της Βρετανικής πρωτεύουσας. Το πηγαίο χιούμορ και η παιχνιδιάρικη πένα έδειχναν έναν πολύ γλυκό και ζωντανό άνθρωπο, πολυτάλαντο και δημιουργικό. Πέρασαν χρόνια και τα βιβλία του έμειναν στην βιβλιοθήκη μου σαν αγαπημένες αναμνήσεις που δεν επιθυμούσα να δανείσω ή να μοιραστώ, τις ήθελα ολοδικές μου. Δυστυχώς ο Βαγγέλης, έμαθα από τον φίλο μου, είχε μετακομίσει στις γειτονιές τον αγγέλων μετά από μεγάλη μάχη με ανίατη νόσο. Λυπήθηκα πραγματικά παρόλο που δεν τον γνώρισα ποτέ προσωπικά. Οι περιπέτειες των ηρώων στα χωριά του Πηλίου και τα παθήματα θα παραμείνουν πάντα στα βάθη της σκέψης σαν ευχάριστες νότες ενός μουσικού σκοπού που σιγοτραγουδάμε σαν γλυκό déjà vu.

Επιστρέφοντας λοιπόν στην επίσκεψη της κας Δότης, βρέθηκα με ένα ημιτελές χειρόγραφο στο χέρι και με απώτερο σκοπό να το ολοκληρώσω. Γιατί επιλέχθηκα εγώ? Μα φυσικά γιατί η κα Δότη είχε διαβάσει και αγαπήσει το μυθιστόρημά μου «Το δέντρο του Λαέρτη» που κυκλοφορεί στην αγορά. Καταλαβαίνετε λοιπόν την έκπληξη και την τιμή που ένοιωσα. Δυο χρόνια μου πήρε να μπω κάτω από τις λέξεις του περίπλοκου αστυνομικού μυθιστορήματος, να επεξεργαστώ ελάχιστα το κείμενο που είχε γραφτεί κάπου μεταξύ αιμοκάθαρσης και κατάκλισης, μέσα σε πόνο και απογοήτευση, αλλά εντούτοις αποπνέει τόση ζωντάνια. Έτσι λοιπόν έφτασα στην συγγραφή του τέλους και έβαλα την δική μου πινελιά, την σκοτεινή πλευρά ενός noir εγκλήματος, την αμαρτωλή  εθιστική επίγευση του αίματος στην ψυχή ενός διαταραγμένου. Το ολοκλήρωσα προσπαθώντας να ταιριάξω λέξεις, νόημα και κόκκινο χρώμα.

Δύσκολο εγχείρημα το μοίρασμα μιας σειράς σκέψεων και η καταγραφή αυτών στο λευκό χαρτί. Στον Ελληνικό χώρο δεν συνηθίζεται και ευελπιστώ να κρίνετε εσείς ότι έκανα καλή δουλεία. Η πνευματική ιδιοκτησία ανήκει πάντα στον Βαγγέλη, σ’ αυτόν που είχε την ιδέα και μέσα στα προβλήματά είχε και το θάρρος να την υλοποιήσει. Εγώ ήρθα απλώς δεύτερος.

Μια τελευταία παράκληση, απολαύστε το πόνημά μας και στο τέλος, μέσα σε μια σκοτεινή νύχτα, με αναμμένα κεριά και ατμόσφαιρα ψυχρού χειμώνα, αφού νοιώσετε το παγερό χάδι του θεριστή μέσα από την λογοτεχνία, πιείτε ένα ποτήρι ποτού στην μνήμη του για να ζεσταθείτε. Έτσι δεν θα ξεχαστεί ποτέ η ανάμνηση και το σημάδι μας στον κόσμο,  αυτά είναι και τα νοήματα της ύπαρξης μας.

Χρυσόστομος Ν. Καλαντζής MD PhD,

Αθήνα 05/01/2021”.

 

 

Όποιος και να έγραψε αυτό το διαμάντι, όποιος και να το συμπλήρωσε, να το τελείωσε, να το ολοκλήρωσε, να το επιμελήθηκε, το σίγουρον είναι ένα: πως διαβάζεται με αισθητική απόλαυση (αν όχι και ηδονή, κάτι που δεν τολμώ μήτε να εκφράσω μήτε να φανταστώ).

 

 

* O Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας , ποιητής, θεατρολόγος και κριτικός (www.konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top