Fractal

Παρατηρώντας και βιώνοντας έναν κόσμο σε διαρκή κλυδωνισμό

Γράφει η Κωστούλα Μάκη // *

 

Σπύρος Αραβανής: “Ο φιλοθεάμων” 2020, Αθήνα: Κουκούτσι

 

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να διαβάσεις μια ποιητική συλλογή. Ενδεικτικά σε κλασικές φιλολογικές προσεγγίσεις οι επιδράσεις και τα «δάνεια» των ποιητών ανασύρονται και εξετάζονται προσεκτικά.  Στην Πέμπτη ποιητική του συλλογή ο Σπύρος Αραβανής συνομιλεί με ποιητές που τον καθόρισαν, κρατώντας παράλληλα ανοιχτό τον κριτικό  αναστοχασμό για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και την πολυσχιδή οπτική του. Ο Μάνος Ελευθερίου, ο Αναγνωστάκης, ο Δάλλας, ο Λειβαδίτης, ο Χιόνης συνομιλούν μαζί του, συνθέτοντας ταυτοτικά την περιδιάβαση του ποιητή στον εαυτό του, τα συμβάντα και  τον χρόνο σε μια διαδικασία σαφέστατα πολιτική. Ας σημειωθεί εδώ, ωστόσο, ότι η ανάγνωση των ποιημάτων περιλαμβάνει την θραυσματικότητα του δικού μου διαλόγου μαζί τους και δεν περιέχει στοιχεία φιλολογικής επισκόπησης. Σε μια τέτοια ανάγνωση διαπιστώνεται ότι ο Σπύρος Αραβανής δεν απολογείται, δεν τηρεί ίσες αποστάσεις, δεν ενδιαφέρεται  να προβεί σε κλειστά συμπεράσματα για όσα τον κατατρέχουν και τον προβληματίζουν. Θέτει ερωτήματα και επανατοποθετείται σε πολυπληθείς διαλόγους και γεγονότα, συνθέτοντας με έμπειρη τεχνική και συναίσθημα τον ποιητικό καμβά του βιβλίου.

Από τον τίτλο του βιβλίου εγκαθιδρύει την παρουσία του «ο Φιλοθεάμων», ιδιότητα που δανείζεται από την Πολιτεία του Πλάτωνα. Στο μότο του βιβλίου ο Φιλοθεάμων περιγράφεται ως αυτός που εμπλέκεται στα θεάματα, χωρίς ωστόσο να καταλήγει σε διεκπεραιωτικές διαπιστώσεις σιγουριάς για το τι είναι ωραίο ή δίκαιο. Ο Αραβανής μέσα στις «τρεις πράξεις» της ποιητικής συλλογής επικαιροποιεί τις ιδιότητες του Φιλοθεάμονος, επισημαίνοντας εξαρχής την αναπόφευκτη διλημματικότητα της πολυσυλλεκτικής οπτικής του. Ο ποιητής παρατηρεί και βιώνει έναν κόσμο σε διαρκή κλυδωνισμό, ψάχνοντας «τη θαλπωρή μιας ιδέας/που κοιμάται ανάλαφρη/σαν τον ίσκιο ξενοιασμένου αναχωρητή» (σ.11). Αποποιείται ωστόσο κάθε έννοια εξιδανικευμένου ιδεαλισμού για χάρη μιας εύκολης ανακουφιστικής ηρεμίας που θα μπορούσε να προσδώσει η οποιαδήποτε τακτοποίηση των γεγονότων. Εξαρχής, στο πρώτο ποίημα της συλλογής η μορφή του ραβδοσκόπου έρχεται να δηλώσει την οδυνηρή αποδοχή μιας συνεχούς περιπλάνησης.

 

«Μα το να ερμηνεύεις σήμερα την εποχή

είναι μια τέχνη ραβδοσκόπου

που δεν αγάπησε το σώμα του

κι αυτός αγάπησε την κάθε του πτυχή

ζώντας εξόριστος» (σ. 11)

 

Η περιπλάνηση ενέχει την εξορία, αλλά και την υλικότητα της συναισθηματικής τοποθέτησης. Μέσα και έξω από τις καταγραφές της εποχής ο ποιητής. Στους ταυτοτικούς προσδιορισμούς για όσα παρατηρεί υπάρχουν καταθέσεις πίστης και παραδοχές ήττας και μετεωρισμών. Εκείνος, όμως «διαπερνά τους αφορισμούς» και λεπτομερώς σημειώνει τις λεπτομέρειες σύνθετων ψηφιδωτών εικόνων, διατηρώντας τον αιώνιο έρανο της αγάπης σε τρύπιο μαντήλι νεράιδας. Στις αφηγήσεις που συγκροτούνται καθετί έχει και μια διάσταση παραμυθιού ή μυθολογίας. Εκείνος όμως δεν επιθυμεί διθυράμβους, αλλά συνεχίζει «ακρωτηριάζοντας τα χέρια του» (Εκείνος, σ. 13). Στη πορεία του η αναζήτηση της ηδονής και της υλικότητας της επιθυμίας είναι εκεί είτε βρίσκεται, είτε όχι.

Τα τρία μέρη του βιβλίου πιθανότατα να λειτουργούν και ως μια «Τριλογία της ύπαρξης» (σ.17). «Όσα αγαπάς δωρίζονται αυτοφυή» (σ. 17) σχολιάζει ο Αραβανής. Αναγνωρίζοντας τις διαψεύσεις της γενιάς του συνθέτει το δικό του Ευαγγέλιο», αφιερώνοντάς το στον Μάνο Ελευθερίου. Κι αν η γενιά του είναι «αμήχανη και μηχανογραφική/καθρεφτισμένη σε στάσιμα νερά σαν φαγιούμ» (σ.19) θα δικαιωθούν μάλλον όσοι διαφυλάσσουν την αγάπη και την επιθυμία, αναγνωρίζοντας την ομορφιά στις λεπτομέρειες.

Οι καταγραφές της συγκεκριμένης ποιητικής διαδρομής δεν είναι περιαυτολογικές, αλλά συνθετικές. Οι αναγνώστες παρακολουθούν τοπία και καταστάσεις, τη διαδρομή μιας Άννας, την Πολίχνη, επαρχιακούς δρόμους και προφήτες που «διαλαλούν το παρελθόν», παρόλο που «Τίποτα δεν άλλαξε το μέλλον» (25).  Παράλληλα, στις πλούσιες εικόνες που εκτυλίσσονται στα ποιήματα παρουσιάζεται η Παλμύρα το 2015 μ.Χ., ο Tiepolo, Η Ζηνοβία και ο Rossini να «καπνίζει σκεφτικός». Καταγράφονται επίσης γενεαλογίες αφανισμών και προτροπές διαφύλαξης των σπιτιών:

 

«Τα σπίτια σας θα είναι

πάντα εκεί

χώμα, νερό, αέρας

να περιμένουν». (σ.29)

 

Σπύρος Αραβανής

 

Ο ιδιωτικός χώρος δημιουργεί παράλληλα συμπλοκές μνήμης, αφού διαπιστώνεται ότι «τα σπίτια ανήκουν στους νεκρούς τους» (σ.30). Στη σύζευξη μνήμης και σπιτιών οι μνήμες επιστρέφουν και στοιχειώνουν τον Αραβανή, ο οποίος δεν σταματά να θυμάται.

 

«Κι όταν γυρίζω απ΄ το όνειρο κάθιδρος, τρομαγμένος

Ακούω τα φαντάσματα με ξύλινους κοθόρνους

Οι μνήμες ξαναφεύγουνε κι εγώ σαν σαλεμένος

Ακολουθώ τα χνάρια τους μες τους μεγάλου δρόμους». (σ. 38)

 

Στην ποιητική πορεία του Αραβανή οι εικόνες είναι οπτικές και ηχητικές.

Στη δεύτερη ενότητα τη νύχτα οι συζητήσεις μιας νεανικής παρέας η θάλασσα φέρνει το παρελθόν στο παρόν, κινητοποιώντας διάφορες θεματικές και διλήμματα με θεατρική φόρμα.

Στο τρίτο και τελευταίο μέρος, αφιερωμένο στην μνήμη του Αργύρη Χιόνη, ο Αραβανής συνθέτει όσα προηγήθηκαν στις δύο ενότητες, δίνοντας εναλλακτικές εκδοχές ανθρώπων και θίγοντας ζητήματα πίστης και απιστίας για τα υπαρκτά και ανύπαρκτα κατά τη διάρκεια των ανθρώπινων μετασχηματισμών και του κόσμου που αλλάζει.  Οι υποκειμενικότητες στο τέλος συνυπάρχουν χωρίς τίποτα να είναι οριστικό και με ανοιχτό πεδίο σε όσα, όσους και όσες θα ακολουθήσουν. Η έκθεση του ποιητή είναι εδώ πολλαπλή και διαρκεί, θαρρώ, και μετά το τέλος του βιβλίου.

 

«Ένας ολόγυμνος άνθρωπος προσπαθούσε για ώρες να ζεστάνει τα χέρια του μέσα στις τσέπες του παλτού που δεν φορούσε. “Μα αφού δεν φοράς τίποτα” του φώναζαν οι περαστικοί “γιατί πασχίζεις τόσο;”. “Κι εσείς σταυροκοπιέστε σε έναν θεό που δεν είδατε ποτέ” απαντούσε και συνέχιζε, έως το τέλος της ζωής του, να βαθαίνει ολοένα τα χέρια του στις τσέπες του παλτού που δεν φορούσε». (σ. 51)

 

Η κίνηση του βίου αναπόφευκτη και τα φορτία πολλαπλά με σημεία εγγύτητας, αλλά και αναχωρητικών αποστάσεων από τον εαυτό και τους άλλους.

 

 

 

* Η Κωστούλα Μάκη είναι ψυχολόγος. Σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Κριτική Θεωρία στο Μητροπολιτικό Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ και ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στην Ανάλυση Λόγου στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων με υποτροφία. Συνεργάζεται με τις Αναγνώσεις της Αυγής και τα περιοδικά Ποιείν, Μετάλογος, Νέο Πλανόδιον και Δέκατα.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top