Fractal

Ακόμα μια επανέκδοση εξομολογητικής λογοτεχνίας και ενός καθημερινού ‘περάσματος’

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

Marguerite Duras, “Ο εραστής”. Μετάφραση: Έφη Κορομηλά. Πρόλογος: Χριστίνα Ντουνιά. Εκδόσεις Μεταίχμιο. Μάιος 2017. Αθήνα

 

Το αυτοβιογραφικό, σε μεγάλο βαθμό,  μυθιστόρημα ‘Ο εραστής’ της Μαργκερίτ Ντυράς,  από την ημέρα της πρώτης δημοσίευσης, είδε πολλές επανεκδόσεις και σε διάφορες γλώσσες. Πολλοί μίλησαν για εκπληκτική αγνότητα ψυχής, άλλοι για πάθος, ηδονή, πόνο και εγκατάλειψη, μερικοί για αφόρητη και συνηθισμένη καθημερινότητα, αφού τα γεγονότα που περιγράφονται εκεί λαμβάνουν χώρα σε καθημερινή βάση και σε όλα τα μήκη της γης, ενώ κάποιοι άλλοι για το πορτραίτο ενός εραστή και γιατί όχι για το αντίστοιχο εκείνο της μικρής πρωταγωνίστριας της υπόθεσης του βιβλίου. Όπως και να το πάρουμε, όμως, πρόκειται για την αλησμόνητη ερωτική ιστορία μιας νεαρής γυναίκας έτοιμης και προετοιμασμένης να παραδοθεί στα χέρια του πρώτου εραστή της. Ετούτη τη φορά, εδώ, δεν πρόκειται για μυθιστόρημα με τη στενή έννοια του όρου, αλλά για εξομολογητική λογοτεχνία, την αλησμόνητη εμπειρία της πρώτης ερωτικής εμπειρίας μια μικρής κοπέλας, όπως ήταν η ίδια η συγγραφέας, την εποχή που διαδραματίστηκαν τα αναγραφόμενα στο βιβλίο γεγονότα, στην μακρυνή Σαϊγκόν και το Δέλτα του ποταμού Μεκόνγκ, στο Νότιο Βιετνάμ.

 

Σημερινή συνηθισμένη εικόνα του Δέλτα του ποταμού Μεκόνγκ.

 

Η λέξη ‘έρωτας’ εν προκειμένω, όμως, φαντάζει αδύναμη, γιατί ενώ θα έπρεπε να είναι πανταχού παρούσα,  τελικά αντικαθίσταται από  το απόλυτο κενό.   Για τους πολυπληθείς αναγνώστες της Μαργκερίτ Ντυράς, το κείμενο δεν ήταν κι’ ούτε είναι τίποτα άλλο παρά μια εκ βαθέων εξομολόγηση, μια εκμυστήρευση του προσωπικού πάθους, της υπέρτατης ηδονής, καταστάσεις που περιεγράφηκαν με την δυνατή πένα της συγγραφέως και την ανάλογη απαιτούμενη, έως ένα βαθμό βέβαια, λεπτομέρεια. Το μυθιστόρημα χαρακτηρίζεται από την υποβόσκουσα επιθυμία της Ντυράς, να συνδυάσει την προσωπική της ομολογία μέσα στη μυθοπλασία, ή πιο σωστά την εξομολόγηση τυλιγμένη με κάποια  απαραίτητα σπάργανα μυθοπλαστικού ψεύδους.  Ωστόσο δεν είναι δυνατόν ο αναγνώστης να είναι σίγουρος για τον ακριβή  βαθμό της μιας ή της άλλης παραμέτρου. Το σίγουρο, ωστόσο, είναι ότι πρόκειται για αυτοβιογραφία σε ικανό βαθμό, ακούσια ομολογία μιας βιωμένης εμπειρίας, πλημμυρισμένης από την έντονη αίσθηση ενός μοναδικού βιώματος και την συγκλονιστική ανακάλυψη της ηδονής ενός μικρού κοριτσιού, μια συγκεκριμένη πράξη που βιώνουν σχεδόν όλοι σε τελική ανάλυση. Στο κείμενο, όμως, η  Μαργκερίτ Ντυράς  δεν εξομολογείται, αλλά προϊόντος  του χρόνου ανακαλύπτει τον εαυτό της.  Αυτο-ανακαλύπτεται! Παλινδρομεί στα χρόνια της Γαλλικής Ινδοκίνας, στον αποικιακό κόσμο των αρχών του προηγούμενου αιώνα, εκεί πέρα μακρυά στα βάθη της Ασίας, και το σπουδαιότερο εμφιλοχωρεί στον φτωχό κόσμο των λευκών, για διάφορους λόγους, σε μια περιοχή την  οποία στο κάτω-κάτω της γραφής εκμεταλλεύονταν με όποιο τρόπο μπορούσαν οι τελευταίοι! Οι σχέσεις ανάμεσα στα μέλη της οικογένειάς της, αρκούντως ωμές. Περιγράφονται χωρίς αναστολές  τα αισθήματά της απέναντι στη μητέρα, τον πατέρα και κυρίως προς τον μεγαλύτερο αδελφό της. ‘… Νομίζω ότι μόνο για το μεγάλο της παιδί η μητέρα μου έλεγε: το παιδί μου. Έτσι το αποκαλούσε κάποιες φορές. Για τα άλλα δύο έλεγε: τα μικρότερα’.

Για να καταλάβει όμως ο αναγνώστης και να μπει στο μυστικό κόσμο της Μαργκερίτ Ντυράς, ειδικά ετούτου του βιβλίου, θα έπρεπε πρώτα  να γίνει κοινωνός κάποιων βαθύτερων ιστορικών παραμέτρων της οικογένειάς της, τις μετακινήσεις από τη Γαλλία στην Ινδοκίνα και τανάπαλιν, και βεβαίως μερικά άλλα βιβλία της, όπως το ‘Ένα φράγμα στον Ειρηνικό’, και την ‘Ήσυχη ζωή’, όπου προσφέρονται κάποιες βαθιές υπαινικτικές αλήθειες για την οικογενειακή της ζωή και κυρίως για τη αληθινή σχέση με την μητέρα της.  Η συγγραφέας πολλάκις αναρωτήθηκε, πως ήταν δυνατόν να γράψει ένα τέτοιο κείμενο, και ακόμα περισσότερες πως και δεν το έγραψε και δημοσίευσε νωρίτερα; Από την εποχή δηλαδή που ήταν ένα μικρό κορίτσι που διέσχιζε με ποταμόπλοιο  τους θαλάσσιους δρόμους του ποταμού Μεκόνγκ, σύχναζε στα στενοσόκακα της Σαντέκ μέχρι τα σχολεία και τις αγορές της αποικιοκρατικής Σαϊγκόν, με ένα αστείο ντύσιμο του λευκού αποικιοκράτη, αλλά το οποίο ταυτόχρονα έδειχνε ξεκάθαρα την επιθυμία του για παραβατική συμπεριφορά σε σύγκριση πάντα με την ηλικία του, την επιθυμία του για γνωριμία με το άγνωστο, όσο και ότι κι αν  κόστιζε αυτή η κίνηση, την επιθυμία της μικρής  για γνωριμία με την ηδονή, δείχνοντας τρομερή προσωπική δύναμη και αποφασιστικότητα για να γίνει κάτοχος των σχετικών μυστικών που διέπουν τη σχέση του ενός με το άλλο φύλο, να μάθει και να γίνει κτήμα της, ότι ‘…η αθανασία είναι θνητή…’.

 

Marguerite Duras

 

Η εξιστόρηση, σημειωτέον, γίνεται άλλες φορές σε πρώτο πρόσωπο, και άλλες σε τρίτο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στη συγγραφέα να αποστασιοποιηθεί προσωρινά από την αυτοβιογραφική, αυτή καθ’ εαυτή, λογοτεχνία, ειδικά σε κάποιες περιγραφές ερωτικών σκηνών. Ο πατέρας να είναι απών σε συνεχή βάση, έως ακόμα και το θάνατό του, η μητέρα ανίκανη και ανήμπορη σε πολλές εκφάνσεις, και μόνο ο εραστής φαίνεται να παραπαίει ανάμεσα στα  δύο αδέλφια της, τον μεγαλύτερο και αποκρουστικό γι’ αυτήν λόγω των σχέσεών του με τη μητέρα τους, και τον μικρότερο και αγαπημένη μορφή της.  Το μυθιστόρημα ‘Ο εραστής’ κυκλοφόρησε στα 1984, σημειώνοντας τεράστια εκδοτική επιτυχία και δίνοντας στην  Μαργκερίτ Ντυράς (Σαϊγκόν,  1914-Παρίσι, 1996) μια σημαντική θέση στο λογοτεχνικό στερέωμα της πατρίδας της και όχι μόνο. Εκδόσεις, επανεκδόσεις, εκατομμύρια πωλήσεων στα βιβλία της, βραβεία και διεθνή αναγνώριση, είναι πράγματα που η ίδια πρόλαβε να γευτεί όπως άλλωστε και τις εμπειρίες που περιγράφει στα δεκαέξι της χρόνια!

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top