Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Δομώντας και αποδομώντας το Κακό

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Γεωργία Συλλαίου: «Ο δικός της καθρέφτης», εκδόσεις Πόλις

 

Μοιρασμένη σε δύο οπτικές γωνίες, δύο όψεις του καθρέφτη, η καινούργια ιστορία που αφηγείται η Γεωργία Συλλαίου. Και πίσω από αυτές τις δύο όψεις, προβάλλει μια τρίτη, που αν και δεν ακούγεται η φωνή της αποτελεί το κύριο πρόσωπο αυτής της μυθοπλασίας. Μέσα από αυτό τον πρωτότυπο τρόπο, η εικόνα διασπάται σε κομμάτια, που άλλοτε συμπληρώνουν το ένα το άλλο συμβάλλοντας δημιουργικά στη συνολική «τοιχογραφία» και άλλοτε λειτουργούν αντιστικτικά, επιτρέποντας την αμφιβολία για την αλήθεια των πραγμάτων να κυριαρχεί, πέρα από όποια σφαλερή βεβαιότητα. Έτσι, όμως, συνταιριάζει καλύτερα η μυθοπλασία με τις συστροφές της πραγματικής ζωής, που όπως είναι φυσικό δεν έχει μόνο μία όψη αλλά η αλήθεια της (απολύτως υποκειμενική κάθε φορά) διαθλάται μέσα από ποικίλα κάτοπτρα.

Οι δύο αφηγήσεις (όψεις μέσα από καθρέφτη) ανήκουν στις δύο αδελφές (την Ερμιόνη και τη Στέλλα) και αφορούν ένα κουβάρι από γεγονότα που ξετυλίγεται γύρω από τη Νόρα, την ξαδέλφη τους με τον ασταθή ψυχισμό και την καταλυτική παρουσία στη ζωή και των δύο. Διαφορετικοί χαρακτήρες, η μεγαλύτερη Ερμιόνη και η Στέλλα, η μία πιο κλειστή, ερμητική και απόμακρη, η άλλη περισσότερο ανοιχτή και εξωστρεφής, μοιάζει να χτίζουν τη ζωή τους γύρω από τη Νόρα, καθορίζοντας τη σχέση μεταξύ τους από τον βαθμό επιρροής που ασκεί πάνω τους η ξαδέλφη τους.

Μια σταδιακή (και ίσως προβληματική) ενηλικίωση; Θα μπορούσε να διαβαστεί κι έτσι αυτή η ιστορία, με κεντρικό άξονα τις διαπροσωπικές σχέσεις μέσα στην ευρύτερη οικογένεια. Ωστόσο, δύο γεγονότα, που συνιστούν την πλοκή της νουβέλας, διαταράσσουν την ομαλή πορεία από την εφηβεία στην ωριμότητα. Τα δύο κορίτσια θα χάσουν τους γονείς τους σε δυστύχημα, και ο πιο κοντινός συγγενής, ο αυταρχικός θείος, αδελφός της μητέρας τους, θα αναλάβει την κηδεμονία τους. Όταν μια μέρα ο θείος θα βρεθεί νεκρός, όλοι θα προσπαθήσουν να συγκαλύψουν τις πραγματικές συνθήκες του θανάτου του αντικρίζοντας το Κακό μέσα από παραμορφωτικά κάτοπτρα.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα αυτής της ιστορίας είναι η αριστοτεχνικά δομημένη μορφή της, χωρισμένη σε δύο μέρη (Η εικόνα, Το ράγισμα) και το κάθε ένα από αυτά πάλι μοιρασμένο στις δύο αφηγηματικές πρωτοπρόσωπες φωνές των δύο αδελφών. Μια απόπειρα να «δομηθεί» το Κακό, προκειμένου κατά το δυνατόν να ελεγχθεί; Αν ισχύει αυτή η οπτική, τότε πράγματι το νέο βιβλίο της Συλλαίου, ακολουθώντας μια πορεία δραματική (με τα υλικά του θεάτρου ή του κινηματογράφου) χτίζει μια σύγχρονη εκδοχή της κοινοτοπίας του Κακού, που βρίσκεται δίπλα μας, αθέατο ή μεταμφιεσμένο σε συνήθη οικογενειακά σκηνικά, ωστόσο πάντα απειλητικό στην ανάπτυξή του. Και, τότε, ίσως ο καλύτερος τρόπος να το κοιτάξεις είναι μέσα από τον καθρέφτη, μήπως έτσι μετριάζεται η δύναμή του να σε μεταμορφώσει.  Ακόμα και αν δεν έρθει η ποθητή κάθαρση, ακόμα κι αν το Κακό θα αποδειχθεί παντοδύναμο στη συχνότητά του και στην οικείωση με αυτό, είναι σημαντική μια μυθοπλασία που τολμά να διεισδύσει στις σκοτεινές πτυχές του. Βέβαια, κατά τη συγγραφική επιλογή, ο καθρέφτης θα ραγίσει, καθώς μετά τα γεγονότα θα έρθει η φυσική τους συνέχεια μαζί  με τη σταδιακή ωρίμαση των προσώπων, και τότε μέσα από τα ραγίσματά του (που αναπόφευκτα πολλαπλασιάζουν το είδωλο) αποκτά και η εικόνα νέες εκδοχές αποτύπωσης της αλήθειας.

Και ο αναγνώστης; Μένει μετέωρος, αφού πρέπει μόνος του να ενώσει τα στοιχεία-ψήγματα αποκάλυψης που του δίνονται; Θεωρώ πως εδώ βρίσκεται ένα από τα καλύτερα στοιχεία του βιβλίου. Η καλή λογοτεχνία, γνωστό αυτό, δεν απαντά στα ερωτήματα, ξέρει όμως να τα θέτει. Κι εδώ έχουμε μια από τις καλύτερες εκδοχές αυτής της δημιουργικής λογοτεχνίας, που προκαλεί τον αναγνώστη της να σκεφθεί, να βρει το νήμα πίσω από τις λέξεις και να δέσει την ιστορία με τον δικό του αντιληπτικό τρόπο.

Άψογη έκδοση, με τη φωτογραφία του εξωφύλλου (Lary Towell, Abandoned house) να αποδίδει την ερημιά, την εγκατάλειψη, τη μάταιη αναζήτηση ενός νοήματος στα πρόσωπα των δύο κοριτσιών που αντικρίζουν τον κόσμο από το παράθυρό τους.

 

 

Γεωργία Συλλαίου

 

 

Αποσπάσματα

 

Αυτό συνέβαινε πάντα με τη Νόρα από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου: θυμός, μετά λατρεία, έπειτα πάλι οργή και ούτω καθεξής. Έκανα δυο βήματα, θέλοντας να την αγκαλιάσω, να της φιλήσω τα χέρια, έχοντας επίγνωση των επιπτώσεων ενός τέτοιου παράτολμου διαβήματος. Η Νόρα αντιλήφθηκε τις προθέσεις μου και έκανε ένα βήμα πίσω. (σ. 84).

 

Πριν κλείσω την τελευταία βαλίτσα μας, ρίχνω μια ματιά πίσω μου. Βλέπω τη Νόρα να χάνεται μέσα στις θαμπές αντανακλάσεις. Μας αποχαιρετά, κι εμένα και την Ερμιόνη. Καμιά από τις δυο μας δεν μπορεί να τη διεκδικήσει πια. (σ. 134).

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top