Fractal

Διήγημα: “Nόστιμον Ήμαρ”

Γράφει ο Χρήστος Δούκας //

 

 

 

ΝΟΣΤΙΜΟΝ ΗΜΑΡ

 

Αφήνοντας στην άκρη τους λόγους και τις ρητορείες, ας στραφούμε στην καθημερινότητα. Εδώ, όπως λέγεται, κρίνονται όλα, εδώ αρχίζουν και εδώ τελειώνουν. Είναι τόσο απλό να το επιδιώξουμε: Χαλαρώνουμε, αφήνουμε ελεύθερη τη φαντασία, ξεφεύγουμε. Έτσι βρεθήκαμε στον κόσμο με τις παλιές φωτογραφίες.

Επιβιβαστήκαμε στον πλοηγό Νόστιμο Ήμαρ, αφεθήκαμε στις περιπλανήσεις και μιλάμε για ένα αιώνα φωτογράφισης. Επιδοθήκαμε σε αναγνωρίσεις προσώπων, γνωστών-άγνωστων τόπων, φανταστήκαμε διάφορες ιστορίες (μπορεί και να υπήρχαν άλλοι δρόμοι κι αυτός που πήραμε δεν ήταν μοναδικός, ούτε κατ΄ ανάγκη ο καλύτερος). Ψάξαμε για τα νοήματα πίσω από εικονοποιήσεις. Κάθε πράγμα με τη δική του ιστορία, κάθε πράγμα στον καιρό του, αλλά καθένα συμβάλλει στην εικόνα κάθε εποχής. Και τί δε θα έδινα για μια φωτογραφία που θα περιείχε όλα όσα περιγράφουν τη ζωή μας..

Και ρωτώ (εδώ ερχόμαστε στο θέμα): Τι σχέση έχουν μια σούστα με σταφύλια, ένα παλαιό σπίτι, μαθητικές φωτογραφίες, μια εκδρομή, γάμοι, εκκλησίες και ο Κόντογλου, ένα πατητήρι, μια παρέλαση, ένα τρακτέρ, οικογενειακά άλμπουμ, το φορτηγό με την ομάδα, διακοπές στη θάλασσα, ένας αργαλειός, ένα πανηγύρι μπύρες στο τραπέζι, γλέντι και χορός και στο μικρόφωνο η Πόλυ Πάνου. Και πάει λέγοντας.. Αυτό έψαξα να βρω μέσα από την πανδαισία των εικόνων, κάτι που να συνθέτει. Να δίνει το ρυθμό της εποχής. Ο ρυθμός! Η συνέχεια και η διαφορά, η ενέργεια στον τόπο και στο χρόνο, το νήμα που τα συγκρατεί και τα αλλάζει όλα. Άλλοι προχωράνε και άλλοι ξεμένουν πίσω, αυτά τα πράγματα έχουν συνέπειες, ας το προσέξουμε αυτό.

Από δω και πέρα αρχίζει η έρευνα για το ρυθμό. Όλες αυτές οι συναντήσεις, εκθέσεις, σύλλογοι, ατέλειωτες ώρες στη μπάρα και τις περίφημες ταβέρνες για να συγκεντρωθεί το υλικό. Μετά ταξινομήσεις, χρονολογικές, θεματικές, αλλά δε μπορεί να συναρμολογηθεί το όλον. Σαν να λείπει ένας κρίκος από την αλυσίδα. Γιατί πώς να ταιριάξεις εικόνες, εκφράσεις, στάσεις, κινήσεις, αρχεία, σχόλια, αυτά που δείχνουν και αυτά που υπονοούν οι φωτογραφίες, να τα ταιριάξεις με τους ρυθμούς ζωής, της οικονομικής- κοινωνικής-πολιτισμικής;

Ξανά στις φωτογραφίες. Πέφτουμε σε κάτι περίεργο: Από μια φωτογραφία λείπει το ονοματεπώνυμο κάποιου συμμαθητού. Ένδειξη «άγνωστος», με τη υποσημείωση «όποιος γνωρίζει περισσότερα ας ενημερώσει». Καμμιά απάντηση. Είχε μετοικίσει βέβαια οικογενειακώς αλλού από πολύ νωρίς, αλλά κάποια στοιχεία ανακαλύπτονται σε παρόμοιες περιπτώσεις. Κατά μια δική μας –ανεπιβεβαίωτη- πληροφορία, διαπρέπει ως ερευνητής σε κάποιο από τα φημισμένα εργαστήρια της Αμερικής. Κοινοποίησα και εγώ την αναζήτηση, περίμενα μέρες, τίποτα, κανένα αποτέλεσμα.

Αποφάσισα να εξερευνήσω το θέμα επιτόπου, εκεί που θυμόμουν την οικογενειακή οικία, στις υπώρειες του βουνού, κοντά στις στάνες με τα αιγοπρόβατα. Ανεβαίνω την πλαγιά όπως παλιά, όλα αλλαγμένα, νεόδμητες κατοικίες παντού, απόλυτη ησυχία, καμμιά ένδειξη. Έφτασα μέχρι την άκρη του δρόμου, ξάπλωσα σε ένα βράχο, κοίταξα το τοπίο., δυνατός ήλιος, όταν είδα απέναντι, μόλις ορατή, μια παλιά κατοικία που προσομοίαζε με αυτό που είχα φανταστεί. Προχώρησα, η σιδερένια πόρτα άνοιξε με δυσκολία, τρίζοντας. Εγκαταλειμμένος κήπος, ύστερα η πόρτα εισόδου. Χτύπησα, κανείς. Γύρισα το πόμολο, ήταν ανοικτά. Το εσωτερικό: μινιμαλιστική επίπλωση. Φωνή από το βάθος, γυρισμένη πλάτη, περιστρεφόμενη πολυθρόνα:

«Σε περίμενα, ήξερα πως κάποτε θα έρθεις..». Γύρισε και είδα το πρόσωπό του, κάποια αμυδρά χαρακτηριστικά της μαθητικής εικόνας.

«Η απομόνωση δεν είναι μειονέκτημα, αν την αντιλαμβάνεσαι σαν ζητούμενο..», είπε σα να πρόφτασε υποθετική μου ερώτηση.

«Είσαι έτοιμος;», συνέχισε. «Ναι» απάντησα ασυναίσθητα, χωρίς να ξέρω για τί ακριβώς πρόκειται ….

Ακολούθησα. Μια καταπακτή, μια φωτισμένη στοά μέσα στο βουνό, που έβγαζε στο γνωστό σπήλαιο με τους σταλακτίτες-σταλαγμίτες. Περπατήσαμε αμίλητοι. Σταμάτησε σε ένα σημείο, άνοιξε μια μυστική κρύπτη, βγήκαμε σε ένα παράξενο τόπο. Στον «παγωμένο χρόνο»-κοίταξα το ρολόι μου-«στο χώρο που περιέχει όλους τους χώρους», μου εξήγησε χωρίς άλλες διευκρινήσεις.

Πριν προλάβω να συνέλθω, μια οθόνη άνοιξε μπροστά μου για μια προβολή που δεν είχα ξαναδεί. Πώς να το περιγράψω αυτό με λόγια, ήταν όλοι οι τόποι μαζί, αλλά και καθένας χωριστά, άπειρη πυκνότητα, ιλιγγιώδης ρυθμός, όλος ο κόσμος ξετυλίγονταν μπροστά μου λεπτό προς λεπτό, χρόνο με το χρόνο. Και τί δεν είδαν τα μάτια μου!

Είδα τον κάμπο στο βάθος μέχρι τη θάλασσα, είδα το αλέτρι στο χώμα, άκουσα τις οπλές των αλόγων, τους τροχούς των κάρων, μέρα-νύχτα, πρωί-βράδυ, είδα τους στάβλους, είδα τα μηχανοκίνητα οχήματα, είδα τρακτέρ και φορτηγά, ασφαλτοστρωμένους δρόμους, είδα τους οδικούς άξονες και το αεροδρόμιο να «οργώνουν» τη γη, είδα τις παραλίες με τις σκηνές δίπλα στο κύμα, βραδινές βόλτες στα σινεμά, σκαμνάκια στις εξώπορτες, μετά επι της οθόνης, είδα τα πεύκα εκεί γερμένα απο αναλύσεις του μέλλοντος, τους επιζώντες όλων των μαχών, τη γιγάντωση του μαθητικού κόσμου, προετοιμασία αλλαγής, βιβλία στο πάνω ράφι, σημαδεμένα αποφθέγματα, στ’ αγάλματα ο Δημοσθένης αγορεύει όλο αγορεύει, είδα το αγροτικό, το ημιαστικό, το προαστιακό, το αστικό, το μελλοντικό, είδα ένα δίκτυο τόπων, καταστάσεων, πολύμορφων αλληλεπιδράσεων ανθρώπων και πραγμάτων, είδα τη ζωή να γεννιέται, όχι μόνο μέσα από νοητικές αναπαραστάσεις αλλά από μια αμφίδρομη σχέση μεταξύ υλικής-τεχνολογικής πραγματικότητας, χωρικών αναμορφώσεων και παραγωγής γνώσεων, σχεδίων των εκάστοτε δημοτικών αρχών, νέων επαγγελματικών δεξιοτήτων ανθρώπινου δυναμικού,..και απο την κίνησή όλων μαζί …είδα το ρυθμό που ενοποιεί και αλλάζει.. «Αρχή και τέλος η τελευταία στιγμή», όπως θα έλεγε ο Σεφέρης.

Η οθόνη εξαφανίστηκε, βρέθηκα πάλι στην πλαγιά του βουνού από όπου είχα ξεκινήσει. Δεν είχα αίσθηση του χρόνου, πού βρισκόμουν, με τα πήγαινε-έλα στις εποχές. Κοίταξα το ρολόι, όλα όπως τα άφησα, αλλά αυτή η αίσθηση ότι έρχομαι ή είμαι αλλού…Άραγε θα με κατατρέχει για πάντα η εντύπωση αυτή ή ακολουθεί η λήθη μετά από κάποιο χρόνο, όπως συμβαίνει σε τόσες άλλες περιπτώσεις;

Στην καθιερωμένη συνάντηση συμμαθητών, έθεσα εμμέσως το θέμα, αν αποκαλύφθηκε ο «άγνωστος» της φωτογραφίας. Συγκεχυμένες πληροφορίες, κατά μια εκδοχή έπεσε θύμα αυτοκινητιστικού δυστυχήματος, κατά μία άλλη βρέθηκε απαγχονισμένος. Το σπίτι; Υπάρχει και δεν υπάρχει. Αμηχανία, βλέμματα περιέργειας αν όχι καχυποψίας-ας πάμε παρακάτω.

Παραμένουν πάντως ανεξήγητα πράγματα, αυτό το περίεργο ταξίδι στο χώρο των τόπων, τί συνέβη με το χρόνο, ο ερευνητής από Αμερική… αλλά πλέον τί σημασία έχουν όλα αυτά; Τί σημασία, αφού μπόρεσα να γράψω κάτι, έστω ατελές, έστω αμφισβητούμενο.

Ευχαριστώ Νόστιμον Ήμαρ για την ευκαιρία να επανεξετάσουμε, να προσδιορίσουμε ξανά τη συλλογική μας εμπειρία για τον καθημερινό χρόνο, τις σχέσεις με τους τόπους. Ας καλωσορίσουμε τη νέα εποχή, νέες εποχές συνεχώς εξαγγέλλονται, αλλά και αυτές παλιώνουν γρήγορα, όλα είναι συνέχεια μέσα στη διαφορά, διαφορετικά μέσα στη συνέχεια. Αντίο φωτογραφίες, αντίο αγαπημένα πρόσωπα, τόποι και χρόνοι, από τα σεντούκια της μελαγχολικής νοσταλγίας, στη μνήμη της ζωής. Αντίο, αντίο..

 

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top