Fractal

Νοσταλγώ την Αμμόχωστο, την Κερύνεια…

Του Νίκου Τσούλια //

 

 

Δεν έχω γεννηθεί ούτε και έχω ζήσει στην Αμμόχωστο ή στην Κερύνεια. Δεν έχω πάει ποτέ ούτε στη μια πόλη ούτε στην άλλη. Αλλά τις νοσταλγώ και τις δύο σαν να είναι οι δικές μου ιδιαίτερες πατρίδες. Τις έχω πλάσει στην ονειροφαντασία μου σαν δύο κοσμήματα της Μεσογείου και του ελληνισμού.

 

Ίσως γιατί είναι στην καρδιά της έστω χαλαρής εθνικής μας συνείδησης και της ασθενικής συλλογικής μας φαντασίωσης. Ίσως γιατί έχουν στερηθεί χρόνους πολλούς την ελευθερία τους και δεν θέλω σε καμιά περίπτωση να γίνουν κι’ αυτές χαμένες πατρίδες, γιατί κάθε χαμένη πατρίδα σημαίνει χαμένο μέλλον. Ίσως γιατί οι εικόνες τους βαστάνε ανοιχτή την πληγή της κατοχής και η πληγή αυτή πάντα αναζητεί το βάλσαμό της στης μνήμης το παρηγορητικό στερέωμα και ως εκ τούτου στο σχεδιασμό του εθνικού μας ειδώλου.

Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε να ξεχνάμε την κατοχή του βόρειου τμήματος της Κύπρου. Δεν έχουμε κανένα τέτοιο δικαίωμα ούτε και καμιά δικαιολογία. Οι λαοί που κλείνουν τις ανοιχτές πληγές του με τη βαριά σκόνη της λήθης δεν έχουν μέλλον˙ έχουν αποφασίσει να είναι ηττημένοι! Το «δεν ξεχνώ» – που τόσο πολύ το φωνάξαμε στη διάρκεια της πρώιμης μεταπολίτευσης – δεν μπορεί να ήταν μιας χρήσης, ένα φτηνό σύνθημα. Γιατί, αν ξεχνάμε τόσο εύκολα, τότε ο δρόμος που βαδίζουμε δεν αφήνει κανένα ίχνος και δεν οδηγεί σε καμιά εικόνα προόδου.

Αν η συνείδησή μας είναι τόσο χαλαρή στα βαθιά νοήματα της Ιστορίας, τότε δεν έχουμε απλά και μόνο αποχρωματίσει τα εθνικά μας οράματα αλλά έχουμε αποδεχτεί ότι τον προσδιορισμό της πορείας μας ως λαού και ως χώρας θα τον διαμορφώνουν αλλότριοι παράγοντες και εμείς απλοί παρατηρητές των δρώμενων θα κοιτάμε το πώς θα καταλαγιάζουμε τις μεγάλες ανησυχίες μας μέσα από το τσουβάλιασμα των γεγονότων, όπου η ροή του κάθε φορά νεότερου χρόνου θα σβήνει τα παλιότερα και τα …ενοχλητικά συμβάντα.

Είναι η ζωντανή μνήμη αρκετή για να κρατούν την αξία τους οι συλλογικές μας αφηγήσεις; Είναι˙ γιατί καταδεικνύεται ότι πρόκειται για έναν λαό με πίστη στον εαυτό του, με κουλτούρα αυτοκριτικής και με διάθεση αγωνιστική. Όταν οι νέοι της εποχής μας δεν γνωρίζουν περί των ιστορικών γεγονότων του καιρού μας σχεδόν τίποτα – γιατί οι γονείς τους δεν τους έχουν αναφέρει τίποτα… -, δεν μπορούμε να θεωρούμε ότι φτιάχνουμε μια κοινωνία με ευοίωνο μέλλον. Και δεν μπορεί να πιστεύουμε ότι μπροστά στα τόσο μεγάλα οικονομικά προβλήματά μας το να θέτουμε στην πρώτη γραμμή των εθνικών μας αναφορών το ζήτημα της Κατοχής ενός μέρους της Κύπρου είναι κάποιου είδους πολυτέλεια – άλλωστε και όταν «οι τσέπες μας ήταν γεμάτες» και πάλι είχαμε αδρανοποιημένες τις συνειδήσεις μας ως προς αυτό το μείζον πρόβλημα.

Αντίθετα, αν ένας λαός θέλει να ξεχνάει κάποιο μεγάλο πρόβλημά του εγκαταλείποντας τον αγώνα του, τότε έχει την οριστική ήττα του. Αν εμείς θεωρούμε – σε αντίθεση με τις πρώτες εποχές της τουρκικής εισβολής – ότι η κατοχή της Αμμοχώστου και της Κερύνειας δεν είναι ένα μείζον διεθνές πρόβλημα αλλά και πρόβλημα του ελληνισμού στο σύνολό του και ότι οφείλουμε να επιμείνουμε με την ίδια πάντα αποφασιστικότητα για την απελευθέρωσή τους, τότε έχει χαθεί οριστικά η εθνική (ούτως ή άλλως) υπόθεσή μας. Και μια τέτοια υποχωρητική στάση και αντιμετώπιση γίνεται προγεφύρωμα και γι’ άλλες ήττες.

Γιατί ποιος περίμενε μετά την Μικρασιατική καταστροφή και το ξερίζωμα των Ποντίων ότι θα δημιουργηθούν κι άλλες χαμένες πατρίδες μας; Γιατί το να κρατάμε «ανοιχτή την πληγή» σημαίνει ότι δεν έχουμε ηττηθεί. Αν ένας λαός διαμορφώνει τη συλλογική του αυτοσυνειδησία βάζοντας το χρόνο να επιλύει τα προβλήματα με τη δική του λογική, εκείνη της λήθης, είναι λαός που δεν μπορεί να διαμορφώσει με τα δικά του υλικά την γραφή της ιστορίας. Γιατί αν ισχύει ότι «αν κάτι μας διδάσκει η ιστορία, αυτό είναι ότι δεν διδασκόμαστε τίποτα από την ιστορία», τότε έχουμε ενταφιάσει την ιδέα της ελευθερίας.

Πιστεύω και κάτι άλλο. Αν όλα αυτά τα χρόνια της ύστερης μεταπολίτευσης κρατούσαμε ζεστό και πάντα ανοιχτό το πρόβλημα της κατοχής μέρους της Κύπρου, δεν θα είχαμε εισέλθει στα μαύρα σκοτάδια της κρίσης και των μνημονίων! Και ο λόγος που ισχυρίζομαι αυτό είναι πολύ απλός. Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση θα είχαμε άλλο αξιακό στερέωμα και όχι εκείνου του κραταιού καταναλωτισμού και της χωρίς νόημα μονομερούς υλικής ευημερίας, θα είχαμε άλλες εθνικές προτεραιότητες και δεν θα οδηγούμαστε με τον πιο αφελή τρόπο στη σημερινή βαθιά κρίση.

Αν σε τίποτα δεν μας διδάσκει η ιστορία, θα τη βρίσκουμε πάντα μπροστά μας και θα είναι γραμμένη με μαύρες σελίδες… Η μεγάλη ιδέα της ελευθερίας δεν αφορά μόνο τις παλιές ιστορικές περιόδους – αφορά πρωτίστως τη σημερινή εθνική, συλλογική και προσωπική συνείδησή μας!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top