Fractal

Μέσα κι έξω από το Πολυτεχνείο

Γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου //

 

Γιάννης Βλάσσης: “Νοέμβρης 1973” Εκδόσεις Red n’ Noir, 2019, σελ. 62

 

Στο ολιγοσέλιδο βιβλιαράκι Νοέμβρης 1973 του Γιάννη Βλάσση, ο οποίος γεννήθηκε στη Νέα Ιωνία το 1938 και πέθανε στην Βαγία της Αίγινας το 2019, διαβάζουμε την Εισαγωγή του Λεωνίδα Βαλασόπουλου, το κείμενο του Βλάσση για όσα βίωσε εκείνο τον μακρινό Νοέμβρη κι ένα ποιητικό παράρτημα με στίχους του συγγραφέα. Οι γονείς του Βλάσση κατάγονταν από την Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη. Εργάστηκε σε υφαντουργείο, μυήθηκε στον μαρξισμό από ένα κομμουνιστή θείο του, έγινε μέλος της νεολαίας Λαμπράκη, διάβασε πολλή ποίηση και πεζογραφία, εργάστηκε στον ΟΤΕ, εντάχθηκε στο ΚΚΕ Εσωτερικού, κι ήταν δραστήριος συνδικαλιστής. Σε όλη του τη ζωή, είχε ταχθεί κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας και ήταν αλληλέγγυος με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.

Στο Χρονολόγιο-Ανεπίδοτη επιστολή του συγγραφέα υπάρχουν οι κινήσεις του εν είδει ημερολογίου  κατά τις κρίσιμες ημέρες του Νοέμβρη του 1973 που συνοδεύονται από τις σκέψεις του σχετικά με τα γεγονότα.

Την Τρίτη 13 Νοεμβρίου έγινε, γράφει, στο κέντρο της πόλης μια  διαμαρτυρία των φοιτητών του Πολυτεχνείου με αιτήματα σχετικά με την κατάργηση των διορισμένων σωματείων και τη διενέργεια εκλογών τις πρώτες μέρες του Δεκεμβρίου.

Τη Τετάρτη 14 Νοεμβρίου το κτίριο του Πολυτεχνείου είχε καταληφθεί και ο συγγραφέας βρέθηκε εκεί από το πρωί στις έξι η ώρα. Οι φοιτητές είχαν γράψει στους τοίχους τα συνθήματα «Κάτω η χούντα», «Ψωμί Παιδεία Ελευθερία», «ΕΣΑ Ες Ες  βασανιστές», «Εκλογές ελεύθερες», «Έξω οι Αμερικάνοι», «Έξω το ΝΑΤΟ». «Δεν περνά ο φασισμός». Έξω από το Πολυτεχνείο, στο πεζοδρόμιο άρχισε να μαζεύεται κόσμος, ενώ ένστολοι αστυνομικοί αλλά και με πολιτικά παρατηρούσαν τα συμβάντα χωρίς να επεμβαίνουν, ενώ οι φοιτητές μοίρασαν προκηρύξεις, γραμμένες σε γραφομηχανή ή σε πολύγραφο. Όταν αργότερα ο συγγραφέας αποχώρησε από το χώρο παίρνοντας μαζί του μερικές προκηρύξεις, τον σταμάτησε ένας με πολιτικά και του είπε βρίζοντας να πετάξεις τις προκηρύξεις και να φύγει, κάτι που έπραξε με βαριά καρδιά. Κατά το απόγευμα, στο χώρο του Πολυτεχνείου μαζεύτηκαν περισσότεροι φοιτητές αλλά πλήθη κόσμου που είχαν πάει για συμπαράσταση. Εκείνες τις ώρες μέχρι τα μεσάνυχτα ήταν παρών κι ο συγγραφέας μας. Οι πολίτες πήγαιναν κατά μόνας ή κατά ομάδες φωνάζοντας συνθήματα.

Την Πέμπτη, 15 Νοεμβρίου, από νωρίς μαζεύτηκε κόσμος γύρω από το Πολυτεχνείο, φοιτητές και εργάτες που δεν πήγαν στη δουλειά τους, πάνω από πέντε χιλιάδες άτομα. Καθώς περνούσαν οι ώρες, όλο και περισσότεροι συγκεντρώθηκαν εκεί, δυσκολεύοντας τη διέλευση των αυτοκινήτων, των λεωφορείων και των τρόλεϊ.

Την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου, ενώ είχε κατακλυστεί ο χώρος γύρω από το Πολυτεχνείο, κατά τις εφτά το απόγευμα έφθασε εκεί ο συγγραφέας που άκουσε τον ραδιοφωνικό σταθμό των φοιτητών, «Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!» να κάνει έκκληση για ιατρικά εργαλεία και φάρμακα. Στις εννιάμιση άρχισε η επίθεση των δυνάμεων της τάξης.  Στην οδό Πατησίων έπεσαν οι πρώτες δακρυγόνες βόμβες από αυτοκίνητα του Ερυθρού Σταυρού που είχαν εισχωρήσει στην καρδιά της συγκέντρωσης.  Μέσα από τα νοσοκομειακά βγήκαν αστυνομικοί μες κλομπ που χτυπούσαν τους συγκεντρωμένους. Ο κόσμος τα έχασε και άρχισε να τρέχει πανικοβλημένος. Ο συγγραφέας τράβηξε προς την πλατεία Βικτωρίας, ενώ οι συγκρούσεις μαίνονταν έξω από τον ΟΤΕ και την ΑΣΟΕΕ, αλλά και στην αρχή της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Η περιοχή μέχρι τα Χαυτεία ήταν άδεια, οι φωτιές και τα δακρυγόνα έδιναν την εικόνα πολεμικής επιχείρησης. Μετά τα μεσάνυχτα έγινε η τελική έφοδος των αστυνομικών, πολλοί από τους οποίους είχαν ανεβεί στις ταράτσες των κτιρίων, από όπου έριχναν πυροβολισμούς και δακρυγόνα. Ο συγγραφέας είχε κρυφτεί κάτω από ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο και αργότερα μπήκε στο κτίριο του ΟΤΕ από όπου έφυγε στις έξι το πρωί.

Το Σάββατο 17 Νοεμβρίου, από το πρωί ο συγγραφέας βρισκόταν στην πλατεία Αμερικής και μάταια έψαχνε να βρει μέσο για να πάει στη δουλειά του. Τελικά, έφθασε με τα πόδια στο γραφείο του στην οδό Μπενάκη και Κωλέττη, ενώ στο κέντρο της πόλης συνεχίζονταν οι αψιμαχίες μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών. Μετά πήγε με το υπηρεσιακό του αυτοκίνητο στην περιοχή του Γουδή, στο Λαϊκό νοσοκομείο, να δει το τηλεφωνικό κέντρο. Ήταν η μέρα που η κυβέρνηση κήρυξε στρατιωτικό νόμο. Εκεί είδε τα ασθενοφόρα που κουβαλούσαν τραυματίες.

Την Κυριακή 18 Νοεμβρίου, αργά το απόγευμα, είδε στο νοσοκομείο κίνηση αντρών με πολιτικά που πιθανότατα ήταν της Ασφάλειας. Έφυγε από εκεί την επόμενη μέρα, τη Δευτέρα το απόγευμα, στις δύο. Τέλος του Χρονικού-επιστολής.

Στο Ποιητικό Παράρτημα του τέλους διαβάζουμε ποιήματα του Γιάννη Βλάσση. Ένα δείγμα:

       Άνοιξη 1967.

      Τούτη η Άνοιξη  έφερε την καταιγίδα.

      Μαντατοφόρος άνεμος  σκληρός

      δέρνει δρόμους και σπίτια…»

Το βιβλιαράκι Νοέμβρης 1973  είναι από λίγα, τα ελάχιστα, ντοκουμέντα που έχουν κυκλοφορήσει για εκείνη την δραματική ιστορική στιγμή.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top