Fractal

✔ Νίκος Χρυσός: «Το μυθιστόρημα είναι ένας αυτάρκης και αυτόνομος πλανήτης μέσα στον οποίο ο αναγνώστης ξανανακαλύπτει τον κόσμο του»

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα //

 

 

 

Για κάποιους ανθρώπους τα βιβλία είναι η μοίρα τους. Εγκαταλείπουν γι’ αυτά σπουδές, ευκολίες, συναναστροφές, κλείνονται μέσα σε βιβλιοθήκες, βιβλιοπωλεία ή παλαιοβιβλιοπωλεία κι εκεί συναντούν το πεπρωμένο τους. Τουλάχιστον έτσι συνέβη με τον Νίκο Χρυσό. Δημιουργός παλαιοβιβλιοπωλείου, δεινός αναγνώστης και απολαυστικός αφηγητής, χωρίς να βιάζεται διόλου σε μια εποχή που βαδίζει με χίλια, έχει γράψει δυο βιβλία. Το δεύτερο, η «Καινούργια μέρα» του βραβεύτηκε διπλά.

 

«Δεν ξέρω αν τα κατάφερα, αυτή όμως είναι η πεποίθησή μου για το μυθιστόρημα, πως είναι δηλαδή ένας αυτάρκης και αυτόνομος πλανήτης μέσα στον οποίο ο αναγνώστης ξανανακαλύπτει τον κόσμο του.», υποστηρίζει ο συγγραφέας «”εξάλλου κάθε ιστορία είναι και μια καινούργια μέρα, έτσι δεν λένε;” αναρωτιέται ένας ήρωας του βιβλίου, δίνοντας έτσι μια πιθανή ερμηνεία του τίτλου.» Υπολογίσατε, λοιπόν, πόσες Καινούργιες μέρες ήταν για κείνον οι 688 σελίδες του βιβλίου που βραβεύτηκε με το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2019 και έχει ξεκινήσει ήδη την διεθνή εκδοτική του διαδρομή.

«Νομίζω πως κάθε τέτοιο βραβείο είναι μια δυνατότητα να ξεκινήσει μια συζήτηση για την λογοτεχνία μας εντός κι εκτός των συνόρων», θα μας πει με απλότητα ο συγγραφέας και μας γνωρίζει τον αποκαλυπτικό και κρυπτικό «άστεγο» κόσμο του σε ένα βιβλίο που θα μπορούσε να θεωρηθεί και η βίβλος της εποχής.

«Πιστεύω στην αλληλεγγύη και την αυτοθυσία που επιβίωσε και επιβιώνει κόντρα στην επέλαση του “Κακού”. Πιστεύω στην «τρέλα» του Δον Κιχώτη, στην ακατάβλητη πεποίθηση του Φερδινάνδου Μπαρνταμού στο καλό, στην λαβωμένη αισιοδοξία του Φαμπιό Μοντάλ. Δεν πιστεύω σε θαυματοποιούς και σωτήρες, σε δογματικές αλήθειες και σε μεταφυσικές παραμυθίες. Υπάρχουν χιλιάδες πράγματα που δεν κατανοώ και δεν αντιλαμβάνομαι, μα καθώς τα χρόνια περνούν συνηθίζω στην ιδέα πως τα περισσότερα θα παραμείνουν άγνωρα κι αφανέρωτα.» Θα επιμείνει ο Νίκος Χρυσός για την «Καινούργια μέρα του» (εκδ. Καστανιώτη), το βιβλίο που αρκετοί ισχυρίζονται ότι άγγιξε το Θεό.

 

-Τι γυρεύει ένας βιολόγος στα βιβλία, κύριε Χρυσέ;

Πράγματι, πέρασα τμήμα της φοιτητικής ζωής μου σπουδάζοντας βιολογία κι ενώ είναι μια συναρπαστική επιστήμη  με συνεπήρε ο Κινηματογράφος και παρακολούθησα μαθήματα σκηνοθεσίας, αφήνοντας τις σπουδές μου στη Βιολογία ανολοκλήρωτες. Ωστόσο πάντα και πριν απ’ όλα ήμουν ένας παθιασμένος αναγνώστης, ένας λάτρης της λογοτεχνίας και των βιβλίων.

 

-Παρ’ ότι είστε κυριολεκτικά μέσα στα βιβλία [έχετε βιβλιοπωλείο, συμμετείχατε ή επιμεληθήκατε ανθολογίες, σκύψατε επάνω από το έργο άλλων], εντούτοις σε μια εποχή που βιάζεται εσείς δεν βιάζεστε, το πρώτο σας μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 2009 και η «Καινούργια μέρα» που βραβεύτηκε, το 2018, γιατί;

Ξεκίνησα να γράφω την «Καινούργια μέρα» μετά το τέλος του πρώτου μου μυθιστορήματος. Οι διαστάσεις και η αρχιτεκτονική της ιστορίας καθόρισαν τον χρόνο γραφής της. Η αλήθεια είναι ότι η διαδικασία της συγγραφής είναι μια συγκλονιστική περιπέτεια κι επομένως δεν υπήρχε κανένας λόγος να την επισπεύσω, αφού στην πραγματικότητα απολάμβανα κάθε λεπτό που ζούσα μέσα στις σελίδες του βιβλίου συντροφιά με τους ήρωες μου.

 

-Και τα δυο μυθιστορήματά σας «Καινούργια μέρα» και «Το μυστικό της τελευταίας σελίδας» είναι πολυσέλιδα, απαιτούσαν μεγάλη έρευνα και είναι απαιτητικά, τι είναι το μυθιστόρημα για σας;

Τα βιβλία αυτά, αν και πολυσέλιδα και τα δυο, είναι πολύ διαφορετικά. Στο πρώτο η ιστορία διαδραματίζεται σε υπαρκτούς χώρους και σε έναν συγκεκριμένο χρόνο. Αντίθετα, στην «Καινούργια μέρα» τόσο ο τόπος όσο και ο χρόνος είναι ασαφή και ακαθόριστα. Σε κάθε περίπτωση ωστόσο επιδίωξα να συνθέσω ένα μυθοπλαστικό σύμπαν συμπαγές και αρραγές μέσα στο οποίο να μπορεί να περιηγηθεί και να ταξιδέψει ο αναγνώστης σαν να βρίσκεται κάθε φορά σε μια ήπειρο συναρπαστική και ανεξερεύνητη. Δεν ξέρω αν τα κατάφερα, αυτή όμως είναι η πεποίθησή μου για το μυθιστόρημα, πως είναι δηλαδή ένας αυτάρκης και αυτόνομος πλανήτης μέσα στον οποίο ο αναγνώστης ξανανακαλύπτει τον κόσμο του.

 

-Ποια είναι η «Καινούργια μέρα»; Και στο βιβλίο σας και στη ζωή μας. Κατά τη γνώμη σας τι ήταν εκείνο που της χάρισε διπλό βραβείο; Και της Κλεψύδρας αλλά πάνω απ’ όλα το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2019;

Η καινούργια μέρα είναι αυτή που μας βρίσκει με τα μάτια ανοιχτά. Αυτός είναι ένας στενάχωρος ορισμός, αφού περιορίζει ασφυκτικά τον αριθμό των ημερών που θα ξημερώσουν για τον καθένα μας σε λίγες μόνο χιλιάδες ή έστω δεκάδες χιλιάδες μέρες. Μέσα όμως από τις αφηγήσεις, τις ιστορίες και τους μύθους η ζωή πολλαπλασιάζεται και επομένως μπορούμε να ζήσουμε αναρίθμητες εμπειρίες, αμέτρητες ανατολές και δύσεις μέσα στα στενά πλαίσια της θνητής ζωής μας· «εξάλλου κάθε ιστορία είναι και μια καινούργια μέρα, έτσι δεν λένε;» αναρωτιέται ένας ήρωας του βιβλίου, δίνοντας έτσι μια πιθανή ερμηνεία του τίτλου. Τα βραβεία ήταν δυο αναπάντεχα δώρα για μένα και κυρίως για το ίδιο το βιβλίο αφού του έδωσαν τη δυνατότητα να συναντηθεί και να συνομιλήσει με ένα μεγαλύτερο κοινό.

 

Ο Νίκος Χρυσός κατά τη λαμπρή απονομή του Βραβείου Λογοτεχνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης (European Union Prize for Literature), που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες.

 

-Τι ακριβώς συνεπάγεται αυτό το βραβείο; Απ’ ότι γνωρίζουμε και την έξοδό του στον κόσμο…

Νομίζω πως κάθε τέτοιο βραβείο είναι μια δυνατότητα να ξεκινήσει μια συζήτηση για την λογοτεχνία μας εντός κι εκτός των συνόρων. Θα ήμουν ευτυχής αν κάθε τέτοια ευκαιρία είχε ευρύτερο αντίκτυπο και εξασφάλιζε μεταφραστές και αναγνώστες για πολύ περισσότερα ελληνικά βιβλία.

Το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σαφώς ενισχύει τις πιθανότητες μετάφρασης του βιβλίου μου σε άλλες γλώσσες διευρύνοντας το αναγνωστικό κοινό κι απ’ όσο γνωρίζω υπάρχει ήδη ενδιαφέρον για μετάφρασή του σε 4 ή 5 χώρες.

 

-Πώς αντιμετωπίζεται, αλήθεια, η ελληνική λογοτεχνία στο εξωτερικό; Η «Καινούργια μέρα» σε πόσες και ποιες γλώσσες μεταφράζεται ή θα μεταφραστεί;

Η προώθηση της λογοτεχνίας μας στο εξωτερικό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον ρόλο και τη στάση της Πολιτείας απέναντι στο βιβλίο. Ζούμε σε μια μικρή χώρα και γράφουμε σε μια γλώσσα που απευθύνεται σε λίγα εκατομμύρια ανθρώπων, κι όμως είχαμε και έχουμε εξαιρετικούς πεζογράφους και ποιητές, ωστόσο αν δεν υπάρξει μια πιο εξωστρεφής πολιτική πολιτισμού, είναι δύσκολο να προωθήσουμε τη λογοτεχνία μας εκτός των συνόρων. Το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης σαφώς ενισχύει τις πιθανότητες μετάφρασης του βιβλίου μου σε άλλες γλώσσες διευρύνοντας το αναγνωστικό κοινό κι απ’ όσο γνωρίζω υπάρχει ήδη ενδιαφέρον για μετάφρασή του σε 4 ή 5 χώρες. Ελπίζω ότι θα μάθουμε περισσότερα στο άμεσο μέλλον. Σημαντικό ωστόσο θα ήταν τέτοιες διακρίσεις να εξασφάλιζαν καλύτερη προοπτική συνολικά για την Ελληνική λογοτεχνία και να ενίσχυαν την παρουσία των Ελληνικών Γραμμάτων στην Ευρώπη και στον Κόσμο.

 

-Τι πρέπει να έχει ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ο ήρωάς σας ή η ηρωίδα σας;

Να με γοητεύσει, να με συναρπάσει, να με ξαφνιάσει, να «καρφωθεί» στο μυαλό μου.

 

-Και μια ιστορία για να σκύψετε επάνω της και να γίνει η ιστορία σας;

Κάθε ιστορία είναι ένας ζωντανός οργανισμός που διαρκώς εξελίσσεται. Στην πραγματικότητα δεν με ενδιαφέρει μια συγκεκριμένη ιστορία, αλλά ο τρόπος που μπορεί να αναπτυχθεί, να περιελιχθεί, να συστραφεί, να φωτίσει από πολλές πλευρές ένα ή περισσότερα περιστατικά, να ξανασυνθέσει με έναν αναζωογονητικό τρόπο τον κόσμο. Οι ιστορίες είναι αφορμές για καταβύθιση και κάθε αφορμή είναι ευπρόσδεκτη.

 

-Τι απαιτείται για ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα και τι συμβολίζει ένας δολοφονημένος άστεγος, ο Σεβαστιανός;

Νομίζω πως κάθε ανθρώπινο έργο απαιτεί κόπο, πειθαρχία, επιμονή και υπομονή. Τα ίδια, ίσως σε μεγαλύτερα αποθέματα, χρειάζεται ένα πολυσέλιδο και πολυφωνικό μυθιστόρημα. Ο Σεβαστιανός είναι ένας ανέστιος παραμυθάς. Αναρωτιέμαι ακόμα αν έγινε παραμυθάς επειδή έμεινε ανέστιος ή αν σαν παραμυθάς παρέμεινε πάντα αεικίνητος και ασταθής. Δεν έχω άλλη απάντηση να δώσω. Αν είχα απαντήσεις ίσως δεν έγραφα ποτέ αυτό το βιβλίο.

 

-Η αφήγηση, οι ιστορίες, η λογοτεχνία εξανθρωπίζει, αθωώνει, σώζει, δικαιώνει, κύριε Χρυσέ;

Λατρεύω την ανάγνωση και τη γραφή γιατί ήταν πάντα για μένα στιγμές στοχαστικής αμεριμνησίας και ίσως γι’ αυτό αρνούμαι να τις φορτώσω με ευθύνες ή μεσσιανικές αρετές. Λατρεύω τα βιβλία που κοροϊδεύουν τις βεβαιότητές μας και περιφρονούν τη βολική μας ασφάλεια.

 

-Παρ’ ότι ξεκινάτε το μυθιστόρημα σαν αστυνομικό, με μια δολοφονία, εντούτοις γίνεται ύμνος της αφήγησης, όπως και στο πρώτο σας μυθιστόρημα, η αφήγηση, τα βιβλία, είναι το πρωταρχικό, τι είναι για σας τα βιβλία;

Απάντηση σε αυτή την ερώτηση προσπάθησα να δώσω τόσο με το πρώτο όσο και με το δεύτερο μυθιστόρημά μου. Νομίζω πως θα ήταν αδύνατον να απαντήσω αλλιώς. Οποιαδήποτε ευσύνοπτη και ρητή απόκριση σε αυτή την ερώτηση θα ακουγόταν υπερβολικά έλλογη, αβάσταχτα οριστική και ίσως αδικαιολόγητα αφελής.

 

-Παύλος, Σεβαστιανός, τα ονόματα σε ένα μυθιστόρημα είναι σημαντικά;

Τα ονόματα σε ένα βιβλίο είναι τα σώματα των ηρώων και επομένως προκαλούν συνειρμούς στους αναγνώστες κι επιδέχονται ερμηνείες, συχνά παραγνωρίζοντας τις προθέσεις του συγγραφέα. Στην «Καινούργια μέρα» τα ονόματα είναι αναπόσπαστο κομμάτι της αρχιτεκτονικής του βιβλίου. Πρόθεσή μου ήταν να αναπτύσσουν έναν μύθο παράλληλα με την αφηγούμενη ιστορία είτε και πέρα απ’ αυτήν.

 

-Οι συμβολισμοί του βιβλίου υπήρξαν στο νου σας εξ αρχής;

Ξεκίνησα να γράφω το βιβλίο έχοντας σχεδιάσει τη δομή του, έχοντας χαράξει σε αδρές γραμμές ένα σκαρίφημα το οποίο περιλάμβανε τους συμβολισμούς και τους συσχετισμούς, τις μυστικές συνδέσεις και τις κρυπτικές αναφορές χαρακτήρων και γεγονότων, ενώ ακόμα αγνοούσα την ακριβή πορεία των ηρώων ή τις στάσεις αυτής της διαδρομής, σαν να ήταν το σκαρίφημα αυτό ένας χάρτης του μυθιστορηματικού κόσμου μέσα στον οποίο αναπτύχθηκε η ιστορία.

 

 

-«Ένα από τα σημαντικότερα της χρονιάς» έχει γραφτεί και γράφεται κατ’ επανάληψη, εσείς κατανοούσατε όταν ή αφού το γράψατε ότι γράφετε κάτι τόσο σημαντικό;

Ήθελα απλώς να διηγηθώ την ιστορία του Σεβαστιανού και των συντρόφων του με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αξιοποιώντας κάθε εργαλείο, κάθε δυνατότητα, κάθε μέσο που είχα στη διάθεσή μου τη δεδομένη στιγμή.

 

-Οι λέξεις ή οι ιστορίες, τελικά, μας σώζουν ή μας λυτρώνουν, κύριε Χρυσέ;

Δεν έχω αποφασίσει αν οι λέξεις ή οι ιστορίες μας σώζουν ή μας λυτρώνουν και η αλήθεια είναι πως εδώ και χρόνια το ερώτημα αυτό έχει πάψει να με απασχολεί. Θα έλεγα, παραφράζοντας τον αγαπητό μου Έντγκαρ Άλαν Πόε, ότι για μένα οι λέξεις και οι ιστορίες δεν ήταν ποτέ ένας σκοπός αλλά ένα πάθος. Και τα πάθη θα ’πρεπε να ’ναι σεβαστά.

 

-Οι συμβολισμοί σας, όπως είπαν κι οι πάντες, είναι εκκλησιαστικοί, εσείς πιστεύετε στον Θεό;

Πιστεύω στη μαγική φαντασία των ανθρώπων που σκαρφίζονται διαρκώς ιστορίες και μετατρέπουν το παραμικρό περιστατικό σε μια αξιοδιήγητη περιπέτεια. Πιστεύω στην αλληλεγγύη και την αυτοθυσία που επιβίωσε και επιβιώνει κόντρα στην επέλαση του «Κακού». Πιστεύω στην «τρέλα» του Δον Κιχώτη, στην ακατάβλητη πεποίθηση του Φερδινάνδου Μπαρνταμού στο καλό, στην λαβωμένη αισιοδοξία του Φαμπιό Μοντάλ. Δεν πιστεύω σε θαυματοποιούς και σωτήρες, σε δογματικές αλήθειες και σε μεταφυσικές παραμυθίες. Υπάρχουν χιλιάδες πράγματα που δεν κατανοώ και δεν αντιλαμβάνομαι, μα καθώς τα χρόνια περνούν συνηθίζω στην ιδέα πως τα περισσότερα θα παραμείνουν άγνωρα κι αφανέρωτα.

 

-Έτσι χωμένος και υπέροχα χαμένος μέσα στα βιβλία, ποιους συγγραφείς αγαπάτε και καταφεύγετε συχνά σ’ αυτούς;

Ξαναδιαβάζω συχνά βιβλία που έχω αγαπήσει, θαυμάζω τόσους συγγραφείς που θα χρειαζόμουν πολλές σελίδες για να τους παραθέσω. Επιστρέφω συχνά στο «Άλεφ» του Μπόρχες, στη «Βάρδια» του Καββαδία, στα διηγήματα του Γιώργου Δενδρινού, στον «Αυτόχειρα» του Μητσάκη, στα ποιήματα του Καρυωτάκη, του Πόρτσια, του Σαχτούρη, της Ρουκ, του Λάγιου, του Σαράκη. Ξαναδιαβάζω τακτικά Βιζυηνό, Καβάφη, Καζαντζάκη, με συναρπάζουν ο Γονατάς και ο Ζέμπαλντ, ζηλεύω την τόλμη του Μπολάνιο και τις δεξιοτεχνικές συνθέσεις του Τσίρκα. Με συγκινούν πάντα το μυθοπλαστικό σύμπαν της Ευγενίας Φακίνου και οι σαγηνευτικοί κόσμοι της Ιωάννας Μπουραζοπούλου. Κρατώ χρόνια τώρα πλάι στο κρεβάτι μου το «Κουτσό» του Κορτάσαρ, τα ποιήματα του Λαπαθιώτη και την «Κατακόρυφη ποίηση» του Χουαρόθ… Η εκδρομή αυτή δεν έχει τέλος…

Σας ευχαριστώ.

 

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top