Fractal

Ο θάνατος και οι αναμνήσεις

Γράφει ο Φίλιππος Φιλίππου //

 

Ζώης Μπενάρδος: “Νέκυια –Της μνήμης και της σιωπής” Εκδόσεις Δρόμων, 2019, σελ. 40

 

Ο Ζώης Μπενάρδος (γεννήθηκε στην Ολυμπία), είναι ποιητής, το πρώτο του ποιητικό βιβλίο, το Σπίθες οργής και φωτιάς, εκδόθηκε το 1985. Έχει γράψει και παιδικά βιβλία. Σπούδασε Διοίκηση Επιχειρήσεων και Οικονομία, ενώ αποφοίτησε από τη Σχολή Δημοσιογραφίας κι εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά. Είχε εκπομπές στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση, διετέλεσε σύμβουλος εκδόσεων και αργότερα ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο Δρόμων.

Η συλλογή Νέκυια –Της μνήμης και της σιωπής περιέχει ποιήματα που γράφτηκαν για τη μητέρα του, η οποία απεβίωσε το 2019. Όπως σημειώνει στον πρόλογό του, το τραγικό γεγονός ήταν ξαφνικό και τον συγκλόνισε: «Για πρώτη φορά ο θάνατος χτυπούσε την πόρτα μου και μου έπαιρνε ό,τι πιο πολύτιμο είχα…»

Επίσης γράφει: «Αυτά τα ποιήματα δεν είναι τίποτε άλλο παρά κατάθεση μιας συντριμμένης ψυχής. Σε αυτό θα με καταλάβουν καλύτερα όσοι έχουν βιώσει κάποιον παράλληλο πόνο».

Το πρώτο ποίημα της συλλογής τιτλοφορείται «Όταν…» και αναφέρεται στην απώλεια που τον σημάδεψε αμετάκλητα:

 

Ήταν 9 και 25΄ ακριβώς όταν σταμάτησε η καρδιά σου

 να χτυπάει.

Ήταν 9 και 25΄ ακριβώς όταν η γη σταμάτησε να γυρίζει

για εσένα.

Ήταν 9 και 25΄ ακριβώς κι ήταν πρωί, μα νύχτωσε

μες στην καρδιά μου.

Ήταν 9 και 25΄ ακριβώς όταν όλα άλλαξαν εντός μου

ξαφνικά.

Ήταν 9 και 25΄ ακριβώς όταν η ζωή έγινε ανάμνηση

του χθες.

 

Το «Στερνό φιλί» μιλάει για το τελευταίο φιλί που αντάλλαξαν ο γιος με τη μητέρα, η οποία δεν είχε ακόμα αρχίσει το τελευταίο της ταξίδι στους ουρανούς:

 

Εκείνο το στερνό φιλί

της καληνύχτας

σαν πυρωμένο σίδερο

για πάντα καίει το μέτωπό μου.

 

Κι ύστερα, στο «Θα είναι πάντα άνοιξη», επιχειρεί να ξεφύγει από το πένθος που τον έχει κυριεύσει, δίνοντας μια ειδυλλιακή εικόνα της μετά θάνατον κατάστασης:

 

Μάνα εκεί τώρα που πας

εν θα έχει πια χειμώνες,

θα είναι πάντα άνοιξη

με ολάνθιστους λειμώνες!!!

 

Παρακάτω, στο «Ήσουν η πηγή…», επανέρχεται στη θλίψη του θανάτου και την απόγνωση που προκαλεί η απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου:

 

Ήμουν το ποτάμι και ήσουν η πηγή

και στέρεψες και στέρεψα κι εγώ μαζί σου.

Τώρα η κοίτη μου ρημάζει και ξεράθη

κι έφυγαν τα’ αηδόνια κι άδειασε εντός μου

κάθε μορφή ζωής, κάθε ύπαρξη που είχα.

 

Κι έπειτα, στο «Μάνα μου, δεν μένεις πια εδώ…» μας προσφέρεται μια ποιητική εικόνα, όπου κυριαρχεί η φύση και οι ομορφιές της:

 

Δυο σπουργίτια ήρθαν στο παρτέρι της αυλής μας.

Ήταν εκείνα που καλωσόριζες, μάνα,

Μόλις τα’ αντίκριζες να καταφτάνουν.

Μα τώρα που ξανάρθαν στην αυλή μας,

μάνα μου δεν μένεις πια εδώ…

 

Οι ποιητικές εικόνες συνεχίζονται, στο «Μια πεταλούδα», όπου δεσπόζει η διαρκής παρουσία της μάνας στην καθημερινότητα του γιου:

 

Μια πεταλούδα ήρθε στο παραθύρι μας

κι επίμονα ζητούσε για να μπει στο σπίτι.

Άνοιξα το τζάμι μέσα να περάσει

κι ευθύς ήρθε και κάθισε πάνω στον ώμο μου

 

Το ποίημα «Χρόνος» αναφέρεται στη φιλοσοφική θεώρηση της ζωής,  σε αυτό ο θλιμμένος γιος προσπαθεί να παρηγορηθεί και να μας παρηγορήσει για τον αναπόφευκτο θάνατο:

 

Γυρίζει ο τροχός του χρόνου

και μας παίρνει έναν έναν

για άλλον χώρο του απείρου.

Δεν έχει καρδιά ο χρόνος,

δεν έχει αισθήματα εντός του,

παρά στυγνός , αυστηρός περνάει

και παρασέρνει ό,τι εκείνος θέλει.

 

Θα τελειώσουμε τούτη στη σύντομη παρουσίαση της ποιητικής συλλογής του Ζώη Μπενάρδου με το «Νεκρόδειπνο», όπου ο γιος αφήνεται να περιπλανηθεί στις αναμνήσεις του:

 

Απόψε αναμμένα τα κεριά

και συναγμένοι γύρω από το τραπέζι

όλοι εκείνοι που αγάπησα κι και φύγαν

και πέρασαν σε άλλη διάσταση του απείρου

μη ορατή για τα δικά μας γήινα μάτια.

Στην κεφαλή του τραπεζιού η μάνα

Μοιράζει φέτα-φέτα το ψωμί

Από το πρόσφορο που είχα φέρει.

 

Νέκυια, βέβαια, είναι μια τελετή που σχετίζεται με την ελληνική μυθολογία, αλλά και τον Όμηρο, και αναφέρεται στους νεκρούς, οι οποίοι γνωρίζουν το νόημα της ζωής.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top