Fractal

Με αδιόρατη κλωστή

Γράφει η Ανθούλα Δανιήλ //

 

Γρηγόρης Τεχλεμετζής: «Μυθολογήματα και έντεκα πλην ένα μικρά πεζά», εκδ. Κέδρος 2022

 

Ο Γρηγόρης Τεχλεμετζής έχει βγει στην αγορά του βιβλίου από το 2007. Αφιερωμένο στην Έλενα ήταν το πρώτο μυθιστόρημά του, το δεύτερο ήταν Η όψη το 2010, τρίτος έρχεται Ο Αρχίλοχός του το 2016. Ήδη από το 2004 είχε ήδη λάβει μέρος σε ένα Διαγωνισμό Διηγήματος «Αντώνης Σαμαράκης» με το διήγημα «Ο βάλτος». Από το 2011 διευθύνει το περιοδικό Σίσυφος. Τώρα επανεμφανίζεται με τα Μυθολογήματα. Το βιβλίο περιέχει έξι κείμενα με μυθολογικό θέμα και μια δεύτερη ενότητα με «δέκα μικρά πεζά». Πρόλογος στο βιβλίο ένα αθώο παιχνίδι στην παιδική χαρά, όπου ο συγγραφέας πιάνει κουβέντα με μια μικρούλα, ευτυχώς δεν θα το πάει εκεί που η σύγχρονη κοινωνία πηγαίνει από μόνη της, μάλιστα η ιδέα μάς θυμίζει με ανατριχίλα το παιδικό βιβλίο του Μάκη Τσίτα «Και βάζω το καπέλο μου»,  όπου ο ανθρωπόμορφος λύκος «παίζει» με τα ανύποπτα παιδιά στην παιδική χαρά.

Ο ήρωας του προλογικού είναι συνομήλικος της μικρής, η οποία,  παρά το ότι εξάπτει το ενδιαφέρον του, εκείνος της λέει: «Ας παίξουμε μόνο ένα παιχνίδι. Είμαι μόνο ένα μικρό, ντροπαλό αγοράκι και όχι κανένας δράκος». Θα παίξουνε λοιπόν «λέξεις». Συγκεκριμένα: «θα σου δίνω λέξεις. Θα τις ζυμώνεις, Θα τις μαλώνεις. θα τις κανακεύεις. Θα τις ερωτεύεσαι… Θα, Θα,  Θα» και ο στόχος: «να νιώθεις ότι ζεις. Όσο πιο πολύ σε συνεπαίρνει, τόσο πιο πολύ σε ζωντανεύει».

Έτσι με αυτό το παιχνίδι ο Τεχλεματζής μας είπε ότι από μικρό παιδί θέλει να παίζει με τις λέξεις. Θέλει να νιώθει ζωντανός και ότι η γραφή είναι η ίδια η ζωή του.

Όπως δείχνουν και τα προηγούμενα έργα του ασχολείται με την τρέχουσα κοινωνία. Η εμπειρία είναι η κινητήρια δύναμη του πνεύματος και της ψυχής, η οποία όμως τρέχει πολύ πίσω, για να αντλήσει από την κλασική μας φιλολογία πρότυπα, τα οποία θα ενσωματώσει στο εδώ και τώρα της αφήγησης, δείχνοντας συγχρόνως ότι η φύση του ανθρώπου δεν αλλάζει, όπως διατύπωσε και ο Θουκυδίδης.

Στα «Μυθολογήματα» πρώτος έρχεται ο «Σίσυφος» παραλλαγμένος από εκείνον που μας κληροδότησε κάποτε ο Αμπέρ Καμύ, αλλά και παρεμφερής.  Ο Σίσυφος  του Τεχλεμετζή συνομιλεί με τον Άρχοντα του σκότους, με θέμα το βάρος που δεν αντέχει να το σηκώνει, χωρίς αλλαγή έστω και αν όλα στη ζωή αλλάζουν καθώς δογμάτισε ο Ηράκλειτος. Ο Τεχλεμετζής, μέσα από τον αρχαίο μύθο πλάθει τον μύθο του καθημερινού αιώνιου ανθρώπου και της διαρκούς πάλης του με την ευθύνη. Κάπου εκεί θα εμφανιστεί και μία ωραία κοπέλα που θα περνά καλά κουβεντιάζοντας μαζί της, αλλά περνώντας ο καιρός θα πρέπει να φύγει, να πάει κάπου, μακριά –κοντά, ποιος ξέρει, ανάλογα πώς το νιώθει κανείς. Κι εκεί  θα παρεμβάλει τον μύθο της Δήμητρας και της Κόρης κατά πώς βολεύει την παρούσα αφήγηση, ανατρέποντας κάπως τον προορισμό του ταξιδιού.

Το διήγημα θα μας περιγράψει λεπτομερώς την αρπαγή της Περσεφόνης, έτσι όπως την ξέρουμε και όπως εικαστικά μας έχει παραδοθεί, σε παραδείσιο τόπο με θαυμαστό τρόπο. Στο τέλος του διηγήματος θα μας αποκαλύψει με ποιαν προς ώρας είχε συνομιλία. Και η ζωή, όπως και η αφήγηση, θα  κάνει κύκλους για να μας πει πως όλα έρχονται και όλα φεύγουν.

Και το δεύτερο διήγημα,   πάλι,  με το αρχαίο μύθο έχει να κάνει και με τον Λήθιο από την Έφεσο, ο οποίος κατέκτησε την ευτυχία. Πριν όμως καταλήξουμε η θέση άρδην ανατρέπεται με την εμφάνιση του Μνήμιου σε illustration εκδοχή –λαμέ κοστούμι, καλοχτενισμένα μαλλιά- σαν ανανεωμένη έκδοση του προγόνου του, προέκταση και συνέχεια.

Στο διήγημα «Ξανθίππη», βλέπουμε την ιστορία της συζύγου του Σωκράτη από την πλευρά εκείνης. Εκείνη  ήταν ένα αγοροκόριτσο της εποχής που παντρεύτηκε τον σοφό Σωκράτη, ο οποίος ήθελε να έχει πολλούς μαθητές για να έχει θαυμαστές και έκανε την Αθήνα άνω-κάτω, όπως και ο συγγραφέας την παραδεδεγμένη προσωπικότητα. Ο Σωκράτης θα κάνει κήρυγμα στους δικαστές και με μια ευέλικτη  κίνηση η σκηνή θα μεταφερθεί στην εποχή μας και σε ένα σχολικό μάθημα.

Στο επόμενο διήγημα με τον τίτλο «Οι ημέρες του»  θα μας μιλήσει για τη σκληρή δουλειά που έχει ο Ησίοδος να κάνει, λαμβάνοντας υπόψη τα Έργα και Ημέρες του αρχαίου ποιητή.

Στο διήγημα, «Ο ανικανοποίητος πόθος του Λαέρτη», ο συγγραφέας θα μεταπλάσει τον ομηρικό μύθο ή αλλιώς θα του προσθέσει ουρά την «κατακλυσμιαία επιθυμία» του – αντικείμενο του πόθου, αλλιώς- για την υπηρέτριά του που, μόλις την είδε,  την πέρασε για Νύμφη στο δάσος με τα κόκκινα μαλλιά της, το λεπτό της σώμα, το χαμόγελό της.   Ευρύκλεια και Αντίκλεια θα μαλλιοτραβηχτούν στο τέλος για τον γέροντα Λαέρτη. Σύζυγος και δούλα επί ίσοις όροις.

 

Γρηγόρης Τεχλεμετζής

 

«Ο Θεσπιεύς» είναι το τελευταίο διήγημα της πρώτης ενότητας. Ο ήρωας Θεσπιεύς  κάνει άλμα πιο γρήγορα από τη φθορά, όπως λέει και ο ποιητής, και φτάνει στην εποχή μας φορώντας χακί και με όπλο επ’ ώμου∙ στρατός ολόκληρος τον ακολουθεί.  Το φλας μπακ είναι  ηρωικό μιας  άλλης εποχής. Ένα ακέφαλο όμως άγαλμα θα μας θυμίζει πάντα τι πραγματικά έγινε και με ποιους. Με μαρκαδόρο θα γράψει στο μνημείο «Πλην Λακεδαιμονίων». Αυτούς που το σύστημα αφήνει απέξω το χέρι ενός απλού ανθρώπου το συμπληρώνει. Θυμηθείτε την αντίστοιχη σκηνή στην ταινία Μάθε παιδί μου γράμματα, όταν η μικρή ηρωίδα συμπληρώνει στην αναμνηστική στήλη στο Ηρώο του χωριού της με κιμωλία το όνομα του παππού της που η «εξουσία» είχε παραλείψει γιατί ήταν κομμουνιστής.

Στη δεύτερη ενότητα και στο πρώτο από τα δέκα μικρά πεζά, κάνει λόγο για το παλιό αυτοκίνητο που αποδείχτηκε παλικάρι.  Στο τέλος το πούλησε σε κάποιον που είχε ανάγκη από ένα πολύ φτηνό αυτοκίνητο και το φόρτωσε σε μια σχεδία και χάθηκε στη θάλασσα σαν χάροντας που το έπαιρνε στον κάτω κόσμο. Πίσω από την απλή αυτή ιστοριούλα υποφώσκει η σχέση μας με τα πράγματα, αλλιώς,  ο πόνος του ανθρώπου και των πραγμάτων,  όπως θα έλεγε και ο Κώστας Καρυωτάκης.

Στη δεύτερη ιστορία με την εισβολή της τηλεόρασης στην κρεβατοκάμαρα έχασε την ησυχία του. Έβαλε ωτοασπίδες και τώρα κινδυνεύει από μια απειλή που δεν υπάρχει. Πιο πέρα ένας χαμένος έρωτας, έπειτα ο Godot που δεν έρχεται αλλά και είναι διαφορετικός για τον καθένα που τον περιμένει. Στη φαντασία μέσα ένας χώρος αποκλειστικά ιδιωτικός και ουτοπικός, το θρίλερ με τον πλυντήριο Λεβιάθαν, η δύστυχη ‘Όλγα, ο Κλέφτης συγγενής και ένα, τέλος, ερωτηματικό: «Και τώρα;», αφημένο ανοιχτό, προκλητικό και αναπάντητο.

Τα μικρά πεζά είναι δημοσιευμένα σε περιοδικά. Δείχνουν απλά και καθημερινά, συνηθισμένα, αλλά κρύβουν πυρήνα δυνατό που θα μπορούσαν, εν ευθέτω χρόνω, να αναπτυχθούν σε διηγήματα ή σε συνδυασμό μεταξύ τους σε μυθιστόρημα. Διότι εκείνο που πρέπει να επισημάνουμε είναι ότι τα διηγήματα όσο και αν φαίνονται αυτοτελή, εσωτερικά, ενώνονται με μία αδιόρατη κλωστή, διοχετεύοντας το ένα τα υγρά του στο άλλο.  Έτσι δεν διαταράσσεται η συνοχή και η συνέχεια.  Εξ όνυχος τον λέοντα και ο Γρηγόρης Τεχλεμετζής δείχνει ότι κατέχει καλά τα αφηγηματικά του όπλα.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top