Fractal

Γράφοντας, σκηνοθετώντας και ερμηνεύοντας τα πάθη του ήρωα

Γράφει ο Μάνος Κοντολέων //

 

Θωμάς Κοροβίνης: «Μπέμπης», Μυθιστόρημα, Εκδόσεις Άγρα

 

Η παρουσία του Θωμά Κοροβίνη στην σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία είναι απόλυτα προσωποποιημένη -εννοώ πως τόσο η θεματική του όσο και οι τεχνικές αφήγησης που χρησιμοποιεί είναι με απόλυτα διακριτές πρακτικές εφαρμοσμένες.

Από τη μια κινείται και αναζητά τους ήρωές του ανάμεσα σε μέρη του κοινωνικού περιθωρίου και από την άλλη περιπλανιέται σε περιόδους όπου έχουν λειτουργήσει και παράξει έργο διάφορα κομβικά πρόσωπα της λογοτεχνίας κυρίως, αλλά και της ιστορίας μα και γενικότερα της κοινωνίας.

Από τον Ανδρούτσο στον Παγκρατίδη, από τον Καβάφη στον Παπαδιαμάντη και με άλλες παρόμοιες συναντήσεις με πρόσωπα από τη σχετικά πρόσφατη εθνική μνήμη -κάποια δε από αυτά που προέρχονται από συγγραφική συνύπαρξη αλήθειας και επινόησης- ο Κοροβίνης στην ουσία έχει επεκτείνει τις αρχικές λαογραφικές έρευνές του στο λαϊκό τραγούδι και στα γύρω από την Πόλη τεκταινόμενα, αποκτώντας έτσι την εντελώς προσωπική ιδιότητα ενός λογοτέχνη λαογράφου.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με το τελευταίο του βιβλίο “Μπέμπης”

Πρόκειται για τη μυθιστορηματική βιογραφία του Δημήτρη Στεργίου (1927 – 1972), λαϊκού μουσικού που έγινε γνωστός τόσο για τη δεξιοτεχνία του στο μπουζούκι και στην κιθάρα, όσο και για την ομορφιά, αλλά και τον αυτοκαταστροφικό τρόπο ζωής του.

Η ζωή αυτού του καλλιτέχνη δίνει την ευκαιρία στον Κοροβίνη να απλώσει  στα όρια ενός μυθιστορήματος την εξιστόρηση μιας εποχής που σφράγισε την ιδιότυπα αστική ελληνική κοινωνία, ενώ παράλληλα να φωτίσει μια προσωπικότητα γεμάτη αντιθέσεις και πάθη.

Όλα αυτά τα επιτυγχάνει και με τη βαθιά γνώση που έχει για ότι αφορά το λαϊκό τραγούδι, αλλά και με την έλξη που τον διακρίνει προς άτομα τα οποία ξεχωρίζουν από το σύνολο με συμπεριφορές παρόμοιες με εκείνες που περιγράφονται από το πέταγμα μιας πεταλουδίτσας που έλκεται και τελικά καταστρέφεται από τη θέρμη μιας φλόγας.

Μα πέρα από αυτά τα εφόδια, ο Κοροβίνης διαθέτει και ένα ακόμα -το μέγιστο και κεντρικό για όποιον επιχειρεί να συνθέσει σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση την εξιστόρηση της ζωή ενός ανθρώπου που διαφέρει από τους πολλούς. Αναφέρομαι στην ευλυγισία με την οποία χρησιμοποιεί φράσεις και εκφράσεις, ιδιωματισμούς και λέξεις ξεχασμένες έτσι ώστε ο προσφορικός λόγος να ταυτίζεται με το αφηγούμενο πρόσωπο.

 

Θωμάς Κοροβίνης

 

“Σ’ όλα μου τα χρόνια  είχα μια θέση στην ψυχή μου για κείνα τα άτυχα τα αρσενικά που κακοπέφτουν σε χέρια γυναίκας  άτιμης, σατράπισσας, αυτές που τις λέμε μαυρομούνες και φαρμακομούνες στη γλώσσα της πιάτσας, ακόμα πιο πολύ για κείνους που παγιδεύονται σε μεγάλη κάψα, μαρτυρούν κι άδικα χτυπιούνται και ξαγρυπνούν πάνω στην ίδια ακατάδεχτη πόρτα μέχρι να λειώσουν…”

Στην ουσία ο Θωμάς Κοροβίνης και γράφει και σκηνοθετεί και ερμηνεύει τα πάθη του ήρωά του.

Μια ακόμα έκδοση που έρχεται να διευρύνει τις λογοτεχνικές καταθέσεις του θεσσαλονικιού συγγραφέα με τα λαογραφικά και ψυχογραφικά ενδιαφέροντα.

(Προσωπική σημείωση: Η χρήση πολυτονικού από τη μια παραπέμπει στην εποχή των αφηγούμενων, αλλά από την άλλη δίνει στον λαϊκό προφορικό λόγο μια χροιά επισημότητας. Δεν μπορώ να αποφασίσω -αν υποτίθεται θα με ρωτούσε κάποιος- ποιο από τα δυο θεωρώ περισσότερο σημαντικό. Γενικότερα πάντως, η άποψή μου είναι πως η χρήση πολυτονικού είναι μια κάπως εξεζητημένη και δίχως προοπτική στάση)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top