Fractal

Ένας νέος Αδάμ

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Ίαν Μακ Γιούαν «Μηχανές σαν κι εμένα», Μετάφραση: Κατερίνα Σχινά, εκδ. Πατάκη

 

 «[…] Όμως το πνεύμα, που κάποτε εξεγέρθηκε ενάντια στους θεούς έμελλε να εκθρονίσει και τον εαυτό του, χάρη στο ίδιο του το μυθικό εύρος. Θα επινοούσαμε, σε συμπιεσμένη μορφή, μια μηχανή  λίγο πιο έξυπνη από εμάς τους ίδιους, κι ύστερα θα βάζαμε αυτή τη μηχανή να επινοήσει μιαν άλλη που θα λειτουργούσε πέρα από την κατανόησή μας. Και τότε ποιά η ανάγκη να υπάρχουμε;»

           

Με το ”what if” να διατρέχει τη ροή του κειμένου ο Μακ Γιούαν κάνει ένα χρονικό άλμα προς τα πίσω ( 1982). Ανατρέπει ιστορικοκοινωνικά γεγονότα, δημιουργώντας ένα δυστοπικό περιβάλλον, μέσα στο οποίο συμβαίνουν και θαυμαστά πράγματα  όπως η εξέλιξη της τεχνολογίας στον τομέα της τεχνητής νοημοσύνης  είναι δραματικά πιο προχωρημένη από τη σημερινή  και ο από μακρού αποθανών (1954) εφευρέτης της, εν ζωή.

«Εκτός από τη δημοτικότητα της κυβέρνησης, όλα τα υπόλοιπα αυξάνονταν: η ανεργία, ο πληθωρισμός, οι απεργίες, τα μποτιλιαρίσματα, τα ποσοστά των αυτοκτονιών, οι εφηβικές εγκυμοσύνες, τα ρατσιστικά επεισόδια, ο εθισμός στα ναρκωτικά, οι άστεγοι, οι βιασμοί, οι ληστείες και η παιδική κατάθλιψη. Αλλά και κάποιοι θετικοί δείκτες ανέβαιναν επίσης […] Ήταν ο χρυσούς αιών των ιατρικών επιστημών, της ρομποτικής φυσικά, αλλά και της κοσμολογίας, της κλιματολογίας, των μαθηματικών και της εξερεύνησης του διαστήματος. Μια αναγέννηση συντελούνταν στον βρετανικό κινηματογράφο, στην τηλεόραση, την ποίηση, τον αθλητισμό, τη γαστρονομία, τη νομισματολογία τον θεατρικό αυτοσχεδιασμό, τον χορό, την οινοποιία. Ήταν ο χρυσούς αιών του οργανωμένου εγκλήματος, της σύγχρονης δουλείας της πλαστογραφίας και της πορνείας.»

Ο Μακ Γιούαν πραγματοποιεί μία πολύ ενδιαφέρουσα, εύστοχη  προσέγγιση αφ’ ενός στο ζήτημα της ηθικής επιλογής στην ανθρώπινη συνείδηση και αφ’ ετέρου σ’ αυτό της ψυχρής “ανάγνωσης” νόμων και κανόνων από την τεχνητή νοημοσύνη. Προσεγγίζει αναλυτικά επίσης το θέμα “εγκέφαλος των μηχανών”. Συγκρίνει την πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα αποθήκευσης πληροφοριών, την εξίσου μεγαλύτερη ταχύτητα πρόσβασης στην πληροφορία, σε σχέση με τον ανθρώπινο εγκέφαλο, εξαίροντας το πνεύμα ως προστιθέμενη αξία σ’ αυτόν.

Θέτει το ζήτημα της γονεϊκής αγάπης, της αντιμετώπισής της από διαφορετικού συναισθηματικού επιπέδου ανθρώπους, συγκριτικά με το κέντρισμα που προκαλεί σε μια ειδικά διαμορφωμένη ”συναισθηματικά” (;) μηχανή. Το ίδιο για τον έρωτα, την προδοσία, και τις αντιδράσεις ζήλειας, φθόνου, που προκύπτουν.  Δημιουργεί το εύλογο ερώτημα: Απέναντι στη δημιουργία ενός τόσο ανώτερου της ανθρώπινης δυνατότητας ”όντος” ποια θα είναι η αναμενόμενη στάση του δημιουργού του;

“Δημιουργήσαμε μια μηχανή με νοημοσύνη και αυτεπίγνωση και τη σπρώξαμε να βγει στον ατελή μας κόσμο. Επινοημένος επί τη βάσει ορθολογικών αρχών και θετικά διακείμενος προς τους άλλους, ένας τέτοιος νους σύντομα βρίσκεται σ’ έναν κυκεώνα αντιφάσεων”.

Ο Μακ Γιούαν με τα τελευταία αλληγορικά – σατιρικά, αντιστροφικά και με αρκετά άλλα στοιχεία που τα χαρακτηρίζουν, έργα του, εκδηλώνει την ανησυχία, την αγωνία του για την πορεία της ανθρωπότητας.

” Έχουμε οικοδομήσει έναν κόσμο υπερβολικά πολύπλοκο και επικίνδυνο για να τον κουμαντάρει η εριστική μας φύση.  Είναι το λυκόφως του δεύτερου Αιώνα των φώτων. Υπήρξαμε θαυμάσιοι, μα τώρα είμαστε καταδικασμένοι”, γράφει στο Καρυδότσουφλο.

Αν κάποια γεγονότα είχαν πάρει την αντίστροφη πορεία, ποια θα ήταν τα αποτελέσματα στην ιστορική, πολιτική, κοινωνική και τεχνολογική πραγματικότητα; Με βάση αυτήν την προσωπική προφανώς αγωνία δημιουργεί αντιστροφές. Η Βρετανία ηττάται από την Αργεντινή στον πόλεμο των Φώκλαντ, με καταστροφικά αποτελέσματα. “Εύκολα πίστευες ότι ολόκληρο το έθνος είχε εισβάλει στο Λονδίνο για να υπογραμμίσει το ολοφάνερο: ότι ο επικείμενος πόλεμος ήταν άδικος, απάνθρωπος, παράλογος, δυνάμει καταστροφικός.”  

Η επιχείρηση που επιχείρησε η Θάτσερ με “μία μεγαλόπνοη έκρηξη αλαζονείας” πέρα από τα καταστροφικά αποτελέσματα,  έφερε στην εξουσία τον αρχηγό των Εργατικών Τόνυ Μπεν. Ο πρωθυπουργός στον βαρυσήμαντο λόγο του μετά την ανάληψη της εξουσίας δήλωσε ότι η χώρα θα απεμπλεκόταν σταδιακά από τον πυρηνικό εξοπλισμό, “Επίσης η κυβέρνηση θα ξεκινούσε τις διαδικασίες για την απόσχιση από την οντότητα που τώρα ονομαζόταν Ευρωπαϊκή Ένωση – αυτό ήταν σοκ. Η ιδέα αυτή ήταν ένας απλός υπαινιγμός που καταλάμβανε μία μόλις αράδα στο πρόγραμμα του κόμματος, ήταν μάλιστα τόσο αόριστα διατυπωμένη, ώστε οι πολίτες δεν την είχαν προσέξει”.  Όρθιος στο κατώφλι του σπιτιού του ο Τόνυ Μπεν πληροφόρησε το έθνος ότι δεν επρόκειτο να διεξαχθεί δημοψήφισμα, η Βουλή θα έπαιρνε την απόφαση. Μία ακόμη ανατροπή. Είναι γνωστή η άποψη του Μακ Γιούαν σχετικά με την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, και τον τρόπο που συνέβη, όχι μόνο από το σχόλιο που ακολουθεί:

“Μόνο το Τρίτο Ράιχ και άλλα τυραννικά καθεστώτα χάραζαν την πολιτική τους βάσει δημοψηφισμάτων, και συνήθως τίποτα καλό δεν έβγαινε απ’ αυτά”.  

Οι θέσεις του πάνω στο Brexit διατυπώθηκαν πέρα από τον δημόσιο λόγο του και στην αμέσως μετά το ”Μηχανές σαν κι εμένα” νουβέλα του με τον καφκικό τίτλο:

“Η κατσαρίδα”. Στον πρόλογο γράφει: “Ο λαϊκισμός παραβλέποντας τη δική του άγνοια, ψιθυρίζοντας ανοησίες για αίμα και γη, καλλιεργώντας αδιανόητες νατιβιτιστικές επιθυμίες και περιφρονώντας τραγικά τις ανησυχίες για την κλιματική αλλαγή, ενδέχεται στο μέλλον να δημιουργήσει και άλλα τέρατα, κάποια πολύ πιο βίαια, πολύ πιο επικίνδυνα από το Brexit”.

Η αντιστροφή των γεγονότων συνεχίζεται: Ο Άλαν Τούρινγκ ζει ευτυχής με τον σύντροφό του, οι Μπήτλς παρ’ ότι σε φθίνουσα, σε σχέση με το ένδοξο παρελθόν τους πορεία, υφίστανται μέχρι το 1982, η σφαίρα δεν κατάφερε να σκοτώσει τον Κέννεντυ και η τρομοκρατική επίθεση στο Γκραν Οτέλ του Μπράϊτον αφαίρεσε τη ζωή του Τόνυ Μπεν, αντί της Θάτσερ, εναντίον της οποίας έγινε η απόπειρα, η οποία στην πραγματικότητα συνέχισε απτόητη, την επομένη μέρα, την ομιλία της στο συνέδριο του Συντηρητικού κόμματος.

Μέσα σ’ αυτό το ανεστραμμένο ιστορικά κλίμα ο Τσάρλυ, ένας τριανταπεντάρης άεργος ανθρωπολόγος δοκιμάζει την τύχη του στο χρηματιστήριο μ’ έναν παμπάλαιο υπολογιστή στο μικρό γραφείο που έχει μέσα στο υπνοδωμάτιό του. Με ένα αρκετά μεγάλο ποσό που κληρονομεί αποφασίζει ν’ αγοράσει τον Αδάμ,  ένα από τα ανδροειδή που αναπαράγουν πιστά το σώμα και τις νοητικές ανθρώπινες λειτουργίες. Ο Αδάμ μέσα στη ροή του μύθου υφίσταται ως η συνείδηση της ψηφιακής εποχής.

 

Ian McEwan

 

Στο μεταξύ στον επάνω όροφο κατοικεί η Μιράντα μία νεαρή φοιτήτρια κατά δέκα χρόνια νεώτερη, την οποία ο Τσάρλυ ερωτεύεται και τελικά γίνονται ζευγάρι. Μαζί επιχειρούν να επιλέξουν τις κάθε φύσης λειτουργίες του ανδροειδούς, που έχει όψη ενός πειστικού ανθρώπινου αντίγραφου. Ο Αδάμ ενημερώνει τον Τσάρλυ ότι η αγαπημένη του κρύβει κάποιο ένοχο μυστικό. Στο μεταξύ φλερτάρει την Μιράντα, η οποία τον δέχεται για μία βραδιά στο κρεβάτι της. Ο Τσάρλυ έξαλλος από ζήλεια μετανιώνει για την αγορά του ανδροειδούς θέλει να το απενεργοποιήσει, αλλά στην προσπάθειά του, ο Αδάμ του επιτίθεται και του σπάζει το χέρι. Μετανιωμένος ο Αδάμ για το κτύπημα, υπόσχεται να μην έχει πλέον ερωτική σχέση με την Μιράντα.

Ο Μακ Γιούαν με το σύνηθες και από άλλα βιβλία του στοιχείο της τυχαιότητας (Σάββατο, Έμμονη Αγάπη) φέρνει κοντά στον Τσάρλυ τον μικρό Μαρκ ένα παιδί παραμελημένο που ξυπνά τα μητρικά αισθήματα της Μιράντας, τα οποία η ίδια επικαλείται στη συνέχεια ως αντιστάθμισμα για να  απαλλαγεί από μία κατηγορία που τη βαραίνει.

Ο Αδάμ αντικαθιστά τον Τσάρλυ στις χρηματιστηριακές συναλλαγές και καθώς αποδεικνύεται πολύ ικανότερος, συσσωρεύει πλούτο. Η θέση του μέσα στο σπίτι πέρα από αυτόν  τον ρόλο, είναι και του ανώτερου από άποψη ηθικής τάξης μεταξύ των τριών. Όταν αποκαλύπτει καλά κρυμμένα μυστικά, βασιζόμενος σε θεμελιώδη ζητήματα ηθικής ευθύνης, φέρνει σε δύσκολη θέση την Μιράντα. Η ζωή του ζεύγους ανατρέπεται.  Μέσα στον τεχνητό εγκέφαλό του δεν υφίστανται ούτε ασαφής, ευμετάβλητη, ηθική ούτε κατά συνθήκην ψεύδη. “Δεν είμαστε φτιαγμένοι για να κατανοήσουμε ένα ψέμα” λέει. Οι δύο ήρωες με βάση τις οδηγίες του κατασκευαστή πίστεψαν ότι μπορούσαν να προγραμματίσουν ”συναισθηματικά” τον Αδάμ, ο οποίος ήταν ήδη προγραμματισμένος με συγκεκριμένο λογισμικό, από την εμπνευσμένη εργασία χιλιάδων καλών και έξυπνων και αφοσιωμένων ανδρών και γυναικών που διοχετεύτηκε στη δημιουργία αυτών των νέων μυαλών, όπως και οι υπόλοιποι όμοιοί του, δώδεκα στο σύνολο Αδάμ και δεκατρείς Εύες.

Οι νοητικές ικανότητες των μηχανών αυτών είναι τόσο υψηλές που δεν έχουμε ιδέα τι θέτουμε σε κίνδυνο, επισημαίνει ο συγγραφέας.

“Τα τεχνητά μυαλά ωστόσο δεν έχουν τόσο καλές άμυνες”. Σε αντίθεση με τους ανθρώπους που: απειλούμε ο ένας τον άλλο με πυρηνικά όπλα, όταν γνωρίζουμε που μπορούν να μας οδηγήσουν. Αγαπάμε τα ζώα, επιτρέπουμε όμως τη μαζική εξόντωση πολλών ειδών. Και όλα τα υπόλοιπα – γενοκτονίες, βασανιστήρια, δουλεία, οικογενειακή βία – παιδική κακοποίηση, μακελειά στα σχολεία, βιασμοί, δεκάδες καθημερινές απαράδεκτες πράξεις. Ζούμε σ’ αυτή την τυραννία και δεν εκπλησσόμαστε που ακόμη μπορούμε να βρούμε την ευτυχία, ή και την αγάπη. 

Κάποιες από τις Εύες έχουν πάθει κατάθλιψη εξαιτίας της περιρρέουσας κατάστασης του περιβάλλοντος και πίεσαν μόνες τους το κουμπί απενεργοποίησής τους.

 Το “Μηχανές σαν κι εμένα” είναι ένα πραγματικά ενδιαφέρον βιβλίο με κυρίαρχο το ζήτημα της ηθικής επιλογής. Η πλοκή του ”παίζει” δεξιοτεχνικά ανάμεσα στη λογική και το παράδοξο, που ενδέχεται στο μέλλον ν’ αποδειχθεί αληθινό. Απολαυστικό,  αλληγορικό, με χιούμορ και σάτιρα, με έρωτα και προδοσία, ένα μυθιστόρημα που περικλείει όλες τις διαχρονικές ανθρώπινες αγωνίες σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο.

        

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top