Fractal

Τζάσπερ Γκουίν: Αντιγραφέας πορτρέτων

Γράφει η Φωτεινή Χρηστίδου //

 

«Μίστερ Γκουίν», Αλεσσάντρο Μπαρίκκο,  Μετάφραση: Άννα Παπασταύρου, Εκδόσεις Πατάκη, σελ. 222

 

Ο Τζάσπερ Γκουίν, συγγραφέας της μόδας στην Αγγλία και αρκετά γνωστός στο εξωτερικό, μία ωραία πρωία αποφασίζει να εγκαταλείψει το γράψιμο με την πεποίθηση πως δεν του ταιριάζει πλέον, σκέψη που τον είχε απασχολήσει και στο παρελθόν, ποτέ άλλοτε όμως με τόσο διαυγή τρόπο. Γράφει λοιπόν έναν κατάλογο από πενήντα δύο πράγματα που δεσμεύεται να μην ξανακάνει ποτέ πια και τον παραδίδει στη σύνταξη της εφημερίδας Guardian, με την οποία συνεργάζεται περιστασιακά. Το πρώτο πράγμα που δεσμεύεται να μην ξανακάνει είναι: να γράψει άρθρα για την εφημερίδα, ενώ τα τελευταία δύο: να εκδίδει και να γράφει βιβλία. Στην ηλικία λοιπόν των σαράντα τριών ετών η λογοτεχνική καριέρα του μίστερ Γκουίν φαίνεται να έχει πάρει τέλος. Ωστόσο ο ατζέντης και κολλητός του φίλος Τομ προσπαθεί με κάθε τρόπο να του αλλάξει γνώμη, καθώς δεν πείθεται πως η απόφασή του είναι τελεσίδικη, γνωρίζοντας πως κανένας συγγραφέας δεν καταφέρνει να σταματήσει στ΄αλήθεια. Το πρώτο διάστημα ο Γκουίν περιφερόταν σεργιανίζοντας στο Λονδίνο με τη βεβαιότητα ότι είχε γίνει αόρατος. Υπήρχαν ένα σωρό πράγματα για τα οποία δεν χρειαζόταν πλέον να νοιάζεται, τώρα που είχε πάψει να είναι δημόσιο πρόσωπο, γεγονός που του προκαλούσε απέραντη αγαλλίαση. Με τον καιρό όμως μια μορφή δυσφορίας άρχισε να τον κατακλύζει κι αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως του έλειπε η κίνηση του γραψίματος και η έγνοια να βάζει τις σκέψεις του σε τάξη. Έτσι άρχισε ν’ αναρωτιέται μήπως κάποια περιθωριακά επαγγέλματα θα του επέτρεπαν να υπηρετεί τη συγγραφή, χωρίς όμως να επιστρέψει στα πενήντα δύο πράγματα που είχε δεσμευτεί να μην ξανακάνει. Μετά από πολλή σκέψη η λέξη που του ήρθε στο νου ήταν : αντιγραφέας, θα του άρεσε να κάνει τον αντιγραφέα. Η συνάντησή του με μία ευφυή γηραιά δασκάλα και η επίσκεψή του σε μια γκαλερί που φιλοξενούσε έκθεση πορτρέτων, ενισχύει την αρχική του σκέψη, οπότε αποφασίζει να γράφει πορτρέτα, να αντιγράφει δηλαδή αυτό που ήταν τα μοντέλα του, μεταγράφοντας το μυστικό τους και φέρνοντάς τα πίσω, εκεί που ανήκαν. Μπαίνει λοιπόν στη διαδικασία εξεύρεσης και οργάνωσης του χώρου που θα στεγάσει τη νέα επαγγελματική του δραστηριότητα. Οι επιφυλάξεις του ως προς την ευόδωση του εγχειρήματος ήταν πολλές, όμως η υπόθεση ‘’πορτρέτα ‘’ τον γοήτευε, γιατί ‘’τον ζόριζε να στριμώχνει το ταλέντο του σε άβολη θέση.’’ Με ιδιαίτερη φροντίδα και σημασία στη λεπτομέρεια επενδύει ηχητικά το χώρο, τον επιπλώνει λιτά κι εξασφαλίζει έναν παιδιάστικο φωτισμό. Το πρώτο του (γυμνό, όπως και όσα ακολούθησαν) μοντέλο είναι η Ρεβέκκα, υπάλληλος του Τομ, η οποία εξελίσσεται σε πολύτιμη συνεργάτιδά του. Το πείραμα στέφεται από επιτυχία, οι ενδιαφερόμενοι ν’ αποκτήσουν έναντι αμοιβής ένα γραπτό πορτρέτο, δικό τους ή αγαπημένων τους προσώπων, είναι αρκετοί, ώσπου κάποια πελάτισσα διαρρέει πληροφορίες στον τύπο, αθετώντας τον όρο της εχεμύθειας και τότε όλα αλλάζουν…

Σκέφτηκα πως θα μου άρεσε να φτιάχνω πορτρέτα. Δε θα επρόκειτο για πίνακες, φυσικά. Θα ήθελα να γράφω πορτρέτα. Αλλά όλα τα υπόλοιπα θα ήταν όπως με τους πίνακες…το εργαστήρι, το μοντέλο, όλα θα ήταν ίδια. Μετά φαντάζομαι πως θα χρειαστεί πάρα πολύς χρόνος. Στο τέλος όμως θα στρωθώ στο γράψιμο, κι αυτό που θα προκύψει θα είναι ένα πορτρέτο. Πρέπει να βρεθώ σε συνθήκες δημιουργίας ενός πορτρέτου και τότε ίσως ανακάλυπτα τι μπορεί να σημαίνει, ακριβώς, γράφω αντί ζωγραφίζω. Σελ. 51

Ο Τζάσπερ Γκουίν είχε φανταστεί πως οι άνθρωποι θα έπαιρναν στο σπίτι τους εκείνες τις γραμμένες σελίδες και θα τις κρατούσαν κλεισμένες σ’ ένα συρτάρι ή ακουμπισμένες σ’ ένα χαμηλό τραπέζι. Όπως θα μπορούσαν να κρατήσουν μια φωτογραφία ή να κρεμάσουν ένα πίνακα στον τοίχο. Θα έγραφε γι’ αυτούς αυτό που ήταν, αυτό μονάχα. Θα ήταν για κείνους ένας αντιγραφέας. Σελ. 53

Στον Μίστερ Γκουίν, ένα μυθιστόρημα πρωτότυπο και παράξενα γοητευτικό, ο Αλεσσάντρο Μπαρίκκο μας συστήνει έναν ήρωα ιδιόρρυθμο, πλαισιωμένο από επίσης ιδιόρρυθμους φίλους του ή και αγνώστους μέχρι πρότινος. Ο πρωταγωνιστής, Τζάσπερ Γκουίν, πρώην χορδιστής πιάνων, πατρικό επάγγελμα που άσκησε και ο ίδιος για εννέα χρόνια, στη συνέχεια για δώδεκα χρόνια συγγραφέας λογοτεχνικών έργων (τα εξέδιδε άλλοτε με την υπογραφή του και άλλοτε με ψευδώνυμο) και μεταφραστής, είναι άνθρωπος με απαιτητικό, ανήσυχο, αντισυμβατικό πνεύμα, ωστόσο συνεσταλμένος, σοβαρός, μοναχικός, λιγομίλητος, λάτρης των λόμπι των ξενοδοχείων και θαμώνας πλυντηρίων, καθώς συγκέντρωνε υλικό για να συντάξει κατάλογο με τα εκατό καλύτερα σημεία για πλύσιμο ασπρόρουχων στο Λονδίνο. Μοναδικός κολλητός του φίλος είναι ο Τομ, ο λογοτεχνικός ατζέντης που ανακάλυψε το ταλέντο του κ. Γκουίν, ο οποίος επικοινωνεί μαζί του τις πιο απίθανες ώρες, με ευφάνταστους τρόπους, στέλνοντας υπαλλήλους του γραφείου του με ένα κινητό να τον εντοπίσουν στα διάφορα πλυντήρια που συχνάζει. Σε αντίθεση με τον κ. Γκουίν ο Τομ διέπεται από ένα πιο πραγματιστικό πνεύμα και προσπαθεί με κάθε τρόπο να πείσει τον φίλο του να ξανασχοληθεί με τη συγγραφή, στέλνοντάς του διαρκώς συμβόλαια για μεταφράσεις, διασκευές για το θέατρο κλπ. Παρά τις διαφωνίες τους, έχουν μια σχέση εκτίμησης και αγάπης. Εννοείται πως ο Τομ απορρίπτει τελείως την ιδέα των γραπτών πορτρέτων, αρχικά τουλάχιστον.

 

Alessandro Baricco

 

Η Ρεβέκκα, η όμορφη, παχουλή υπάλληλος του Τομ, από πλάσμα ανασφαλές και άβουλο, εξελίσσεται σε δυναμική και ικανή συμπρωταγωνίστρια του κ. Γκουίν, μετά τη συνεργασία της μαζί του, ως το πρώτο του μοντέλο αρχικά και ως έμπιστη γραμματέας του στη συνέχεια. Είναι εμφανής η έλξη μεταξύ τους, ήδη από την πρώτη τους συνάντηση, ενώ σταδιακά αναπτύσσουν αμοιβαία αισθήματα θαυμασμού, τρυφερότητας, εμπιστοσύνης και αγάπης.

Ο Τζάσπερ Γκουίν μου έμαθε πως δεν είμαστε πρόσωπα, είμαστε ιστορίες, είπε η Ρεβέκκα. Στεκόμαστε στη σκέψη πως είμαστε ένα πρόσωπο μπλεγμένο σε ποιος ξέρει ποια περιπέτεια, έστω και την πιο απλή, όμως αυτό που θα έπρεπε να καταλάβουμε είναι πως εμείς είμαστε όλη η ιστορία, όχι μόνο το πρόσωπο. Σελ. 217

Η δασκάλα με το αδιάβροχο καπελάκι είναι το πρόσωπο που συνάντησε τυχαία (;) ο κ. Γκουίν στην αίθουσα αναμονής των εξωτερικών ιατρείων που επισκέφθηκε για εξετάσεις. Η γνωριμία τους υπήρξε καθοριστική. Εκείνη τον αναγνώρισε, ήταν άλλωστε αναγνώστριά του, και, όταν αυτός της εξομολογήθηκε τις σκέψεις και τα σχέδιά του, τον ενθάρρυνε να προχωρήσει στο περίεργο εγχείρημα, βρίσκοντας στο πρόσωπό της έναν υποστηρικτή. Ο κ. Γκουίν δεν παύει να επικοινωνεί μαζί της, ακόμη και όταν πληροφορείται πως η ηλικιωμένη δασκάλα δεν είναι πια στη ζωή. Επιζητεί την καθοδήγηση, την κριτική, τα σχόλιά, την επιδοκιμασία της για την πορεία και τα αποτελέσματα της νέας του επαγγελματικής δραστηριότητας. Προφανώς η κυρία αυτή λειτουργεί, από ένα σημείο και μετά, ως η φωνή της συνείδησης του κ. Γκουίν.

Δύο άλλοι χαρακτηριστικοί τύποι είναι ο Ντέηβιντ Μπάρμπερ, ο συνθέτης στον οποίο ο κ. Γκουίν ανέθεσε την παραγγελία του ηχητικού φόντου που επιθυμούσε να ντύσει το εργαστήρι του, ένα φόντο ικανό να μεταβάλλεται με τρόπο συνεχή και ανεπαίσθητο, και ο γεράκος του Κάμντεν που ανέλαβε να κατασκευάσει και να εγκαταστήσει στο ‘’ατελιέ ’’ δεκαοκτώ χειροποίητες λαμπίτσες, που θα καίγονταν μετά από τριάντα δύο μέρες λειτουργίας, όσο θα διαρκούσε το ποζάρισμα του μοντέλου.

Στον Τζάσπερ Γκουίν άρεσε να σκέφτεται πως σκόρπιζε όλες του τις οικονομίες στον αέρα ποντάροντας στην τύχη σ΄ένα επάγγελμα που δεν ήξερε αν υπήρχε καν. Ήθελε με κάποιον τρόπο να βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο, γιατί ήξερε πως μόνο μ΄εκείνον τον τρόπο θα είχε μια ευκαιρία να βρει, μέσα του, αυτό που αναζητούσε. Εκείνη τη νύχτα ο Τ.Γ. ξάπλωσε στο πάτωμα, στο νέο του εργαστήριο αντιγραφής , κι έβαλε μπροστά τη λούπα. Άρχιζε με κάτι που θύμιζε θρόισμα φύλλων και προχωρούσε, κινούμενη ανεπαίσθητα και ανακαλύπτοντας, τυχαία θαρρείς, κάθε λογής ήχους. Από τα μάτια του Τζάσπερ Γκουίν ανάβλυσαν δάκρυα. Σελ. 65

Ο γεράκος εξήγησε ότι οι λαμπίτσες δεν ήταν εύκολα πλάσματα, επηρεάζονταν από ένα σωρό μεταβλητές και συχνά είχαν μια δική τους μορφή απρόβλεπτης τρέλας… Στο τέλος ο Τζάσπερ Γκουίν ανακάλυψε ένα σύμπαν του οποίου την ύπαρξη δεν είχε ποτέ φανταστεί. Χάρηκε ιδιαίτερα όταν έμαθε πως οι λαμπίτσες έχουν άπειρα σχήματα και καθεμιά τους έχει μια ονομασία. Από σύμβαση καλαισθησίας, όλες έχουν ονόματα βασιλισσών ή πριγκιπισσών. Διάλεξε εκείνες που είχαν το όνομα της Αικατερίνης των Μεδίκων, γιατί θύμιζαν δάκρυα που είχαν κυλήσει από καντηλέρι.

Το ‘’Μίστερ Γκουίν ‘’ είναι ένα μυθιστόρημα έξυπνο, γριφώδες, γοητευτικό, εν πολλοίς αυτοαναφορικό, με ανατροπές στην πλοκή, συντήρηση λογοτεχνικών μύθων και απροσδόκητο τέλος. Διευρύνει τη φαντασία, καταλύει τις βεβαιότητες, διαχωρίζει το είναι από το φαίνεσθαι, αποθεώνει την αλλαγή, ωθεί σε επινοήσεις και πειραματισμούς, επιδοκιμάζει την τόλμη, δοξάζει τη διάκριση, τη στοχευμένη πράξη, τη σημασία στην ακρίβεια και τη λεπτομέρεια, την αφοσίωση και τη συνέπεια σε κάθε δημιουργικό έργο, διερευνά θέματα ταυτότητας και αυτογνωσίας. Με μια φράση: Αναδεικνύει σημαντικές πλευρές της περιπέτειας της ζωής. Αξίζει να διαβαστεί.

Φανταζόταν, πιθανότατα, πως όταν ξανάρχιζε να εργάζεται στα νέα του καθήκοντα ως αντιγραφέας, όλα τα κομμάτια της ζωής του θα αφυπνίζονταν και θα ανασυνθέτονταν σε έναν πίνακα ευπρόσωπο και πάλι. Έτσι, όταν ο Τζάσπερ Γκουίν βγήκε από το σπίτι εκείνη τη Δευτέρα, βγήκε με τη βεβαιότητα ότι δεν εγκαινίαζε απλώς την πρώτη μέρα της νέας του εργασίας, αλλά μια νέα εποχή της ύπαρξής του. Σελ. 92

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top