Fractal

Στα βήματα των ιπποτικών μυθιστορημάτων

Γράφει ο Μάνος Κοντολέων //

 

Γιώργος Χατζόπουλος: «Μάζεψε το θάρρος σου Ανδώ», Εκδόσεις Πατάκη

 

Πριν από δύο χρόνια ο Γιώργος Χατζόπουλος μας είχε δώσει το μυθιστόρημα «Νι Πι, ο τελευταίος πειρατής του Αιγαίου και το Νερό της Ζωής».

Ήταν το πρώτο του μυθιστόρημα γραμμένα για μεγάλα παιδιά (είχαν προηγηθεί δυο θεατρικά και μια νουβέλα).

Ήταν ένα μυθιστόρημα που βασιζότανε στις συνθήκες της ελληνικής επικράτειας εκεί γύρω στα 1828 και εγώ σε ένα αντίστοιχο σημείωμα είχα μεταξύ των άλλων σημειώσει πως : Ο Χατζόπουλος δε θέλει να ‘διδάξει’ ιστορία, αλλά να γράψει ένα βιβλίο με πειρατές, ναυμαχίες, άγριες μάχες, μεγάλους έρωτες, σκληροτράχηλους ναυτικούς και επίορκους δημόσιους λειτουργούς.

Με άλλα λόγια είχαμε ένα έργο που ‘μυθιστοριοποιούσε’ την Ιστορία.

Ασφαλώς και μια τέτοια συγγραφική διάθεση δεν είναι δύσκολο κανείς να τη συναντήσει σε μυθιστορήματα για ενήλικο κοινό. Αλλά σπανίζει στους χώρους της λογοτεχνίας για παιδιά μιας και (όπως επίσης σε εκείνο το σημείωμα είχα σημειώσει) τα ιστορικά μυθιστορήματα συνήθως γράφονται  με στόχο να μεταφέρουν πρώτιστα τη γνώση της Ιστορίας και δευτερευόντως  την δημιουργία μιας σειράς περιπετειών που θα κρατούσαν αμείωτο το ενδιαφέρον των παιδιών.

Και βέβαια αναφερόμουνα όχι σε πρόσφατα ιστορικά γεγονότα                 -συνομήλικα σχεδόν με μέλη της οικογένειας των μικρών αναγνωστών- αλλά σε γεγονότα παλαιότερα έως και πολύ παλαιότερα.

Αυτή τη διάθεση ‘μυθιστοριοποίησης΄ της Ιστορίας  ο Γιώργος Χατζόπουλος και με το δεύτερο βιβλίο του για μεγάλα παιδιά που πρόσφατα κυκλοφόρησε, δείχνει πως θέλει όχι μόνο να την συνεχίσει αλλά και να προχωρήσει σε μεγαλύτερο βαθμό την μυθιστοριοποίηση των ιστορικών περιόδων.

Στο «Μάζεψε το θάρρος σου Ανδώ» ( ο Χατζόπουλος αρέσκεται στους μεγάλους τίτλους) μας ταξιδεύει σε πολύ παλιά χρόνια. Στα χρόνια του Διγενή Ακρίτα.

Και κάνει μια ακόμα πρωτοτυπία. Χρησιμοποιεί -στοιχεία έστω- του ακριτικού έπους ‘Βασίλειος Διγενής Ακρίτας’ για να σκελετώσει την πλοκή του έργου και να προσφέρει μια ταυτότητα στους ήρωές του.

Πρωτοτυπεί έγραψα, εννοώντας πως στο βαθμό που γνωρίζω δεν ξέρω άλλον έλληνα συγγραφέα για παιδιά που να έχει στραφεί προς αυτό το ακριτικό έπος.

Η Βυζαντινή Περίοδος έχει πολλά γεγονότα που πάνω τους θα μπορούσε ένας σύγχρονος συγγραφέας να στηριχθεί και να γράψει ένα χορταστικό μυθιστόρημα περιπέτειας.

Ελάχιστοι το έχουν κάνει, και αυτοί πάλι κρατώντας μια στάση ‘σεβασμού’. Δεν μυθιστοριοποιούσαν με την όποια μαγική αυθαιρεσία ενός μυθιστοριογράφου, αλλά κατέγραφαν με σεβασμό -συχνά ψυχρό και σίγουρα αντιμυθιστορηματικό- συμβάντα και ήρωες και πάντα προσέχαν να μην εισέλθουν σε ‘επικίνδυνες’ περιοχές γεγονότων εκείνων των χρόνων.

Ο Χατζόπουλος δείχνει όλα αυτά να τα αγνοεί και χωρίς να απεμπολήσει μια κάπως συγκρατημένη θέση ως προς το τρόπο που ένας έλληνας συγγραφέας γράφει για τα βυζαντινά χρόνια, πλησιάζει τα γεγονότα με μια αιρετική ματιά και από τη μια καταφέρνει να συνταιριάξει ρεαλιστικές περιγραφές τόπων και συνθηκών με μαγικές και υπερρεαλιστικές καταστάσεις και από την άλλη οδηγεί τα γεγονότα του δικού του έργου σε μια άλλη ανάγνωση του επιθέτου ‘διγενής’.

 

Γιώργος Χατζόπουλος

 

Κεντρικό πρόσωπο του μυθιστορήματος η Ανδώ, η μοναχοκόρη του Διγενή, η οποία έχει κληρονομήσει την τόλμη του και γι αυτό , μαζί με ένα φίλο της, τολμά να φτάσει μέχρι τα βάθη της επικράτειας των Αγαρηνών αναζητώντας το σπαθί που ο πατέρας της κρατούσε  όταν έδωσε την τελική του μάχη.

Η δομή του έργου ακολουθεί τα κλασικό πρότυπο μιας κλασικής αφήγησης ιπποτικού μυθιστορήματος. Και όπως στα μεγάλα κλασικά μυθιστορήματα, έτσι και εδώ ο ήρωάς μας (στη συγκεκριμένη περίπτωση η ηρωίδα μας) θα ζήσει πολλές περιπέτειες και θα γνωρίσει πολλούς τόπους, ώσπου να σαρκώσει το δικό της πλέον ιδανικό, την δική της εκμετάλλευση της πατρικής κληρονομιάς.

Κατά τον Χατζόπουλο, διγενής δεν είναι αυτός που προέρχεται από δυο γένη, αλλά και αυτός που επιλέγει να ενωθεί και να συνυπάρξει με εκπρόσωπο ενός άλλου γένους. Διγενής δεν γεννιέσαι μόνο, αλλά και γίνεσαι.

Πλούσια δράση, ολοζώντανες περιγραφές, γλαφυρή γλώσσα, χαρακτήρες που καταφέρνουν να σε συναρπάσουν… Όλα αυτά μαζί, με έκαναν να χαρώ την ανάγνωση και υπήρξαν στιγμές που αναρωτήθηκα το γιατί δεν γράφονται περισσότερα τέτοια βιβλία που αντί να έχουν εμφανή την διάθεσή τους να κάνουν τα παιδιά να μάθουν για μια ιστορική περίοδο, αντίθετα απλώς και μόνο  τα στέλνουν να ζήσουν μέσα σε εκείνα τα χρόνια και στη συνέχεια πια (κι όποτε τα ίδια το θελήσουν) να ερευνήσουν τις ιστορικές πηγές.

Η λογοτεχνία δεν θα πρέπει να υπηρετεί τη μάθηση ενός γεγονότος . Αντίθετα θα πρέπει να προκαλεί την ταύτιση με αυτό.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top