Fractal

Φύση, δουλεία και θέληση σε μια ποίηση αλληγορική

Γράφει η Λεύκη Σαραντινού //

 

 

«Μαύρες ρίζες», Αφροαμερικανοί ποιητές και ποιήτριες του Μεσοπολέμου, εκδ. Στοχαστής

 

Μια ευχάριστη εκδοτική έκπληξη αποτελεί το βιβλίο “Μαύρες ρίζες” των εκδόσεων Σταχαστής, μια επιλογή από ποιήματα μαύρων ποιητών του Μεσοπολέμου, ακόμη και για όσους δεν είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένοι με την ανάγνωση του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους.

Οι δεκαοκτώ Αφροαμερικανοί ποιητές και ποιήτριες του Μεσοπολέμου καταθέτουν την ψυχή τους στα ποιήματα που συμπεριλαμβάνονται στην ανθολογία, εκφράζοντας την πικρία και τη θλίψη τους για τις φυλετικές διακρίσεις στη χώρα τους, αλλά και την αγάπη τους για τη Φύση, τον Θεό και τον έρωτα και ασχολούμενοι πολλάκις με την ίδια τη φύση του ανθρώπινου είδους.

Η ποίηση αυτή, στο σύνολό της, είναι αλληγορική και πολυσήμαντη ως έναν βαθμό, αλλά όχι τόσο ώστε ο αναγνώστης να μην κατανοεί τα όσα διαβάζει. Πρόκειται για ποίηση η οποία κινείται, κατά κύριο λόγο, μέσα στα όρια του ρεαλισμού,- ο οποίος βέβαια γίνεται ενίοτε μαγικός καμιά φορά- ξεχειλίζοντας όμως από συναίσθημα.

Θεματικά, τα ζητήματα τα οποία κυριαρχούν στο βιβλίο είναι: πρώτον η ίδια η φύση, και ιδίως αυτή του αμερικανικού Νότου, και οι πανέμορφες περιγραφές της, οι οποίες αναδεικνύονται μέσα από τις εικόνες που αναπλάθουν νοερά οι ποιητές και οι ποιήτριες στον νου του αναγνώστη. Δεύτερον, η δουλεία στις φυτείες του Νότου, οι φυλετικές διακρίσεις και τα λιντσαρίσματα από τους ρατσιστές λευκούς. Τρίτον, η θέληση που εκφράζουν οι περισσότεροι από τους ποιητές για μια καλύτερη ζωή ίσων ευκαιριών. Και τέταρτον θέματα όπως η αγάπη για τον Θεό, τη φύση και τον συνάνθρωπο, αλλά και η εξύμνηση του ίδιου του έρωτα.

Ο Νίκος Λάιος, που ανθολογεί και επιλέγει τα ποιήματα, δίνει το στίγμα για την ανάγνωση του πονήματος στο κατατοπιστικότατο εισαγωγικό σημείωμά του, εξηγώντας στους αναγνώστες για ποιον λόγο επιλέχθηκαν οι συγκεκριμένοι ποιητές και ποιήτριες, και γιατί δεν συμπεριλήφθηκαν κάποιοι άλλοι που θα θεωρούνταν ίσως περισσότερο γνωστοί.

Ακολουθεί μία εξαιρετική εισαγωγική μελέτη του Στέλιου Ελληνιάδη που σχετίζει την ποίηση των Αφροαμερικανών με τη μουσική των ΗΠΑ, δηλαδή τα blues και τη τζαζ. Πέρα από τον συσχετισμό αυτό, ο Ελληνιάδης κατατοπίζει τον αναγνώστη με ιστορικά στοιχεία σχετικά με τους μαύρους των ΗΠΑ κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου, τοποθετώντας έτσι την ανάγνωση των ποιημάτων στο σωστό της πλαίσιο.

Η ποίηση των μαύρων της εποχής πάντως, είναι αδύνατον να κριθεί ορθά χωρίς τον συσχετισμό της με την μουσική παραγωγή της εποχής, μία πρωτότυπη μουσική η οποία επηρέασε όλη τη μετέπειτα παγκόσμια μουσική παραγωγή. Εξάλλου πολλά από τα ποιήματα αυτά έμελε να μελοποιηθούν τόσο από μαύρους, όσο και από λευκούς καλλιτέχνες.

Ο Μεσοπόλεμος ήταν μία περίοδος όπου οι φυλετικές διακρίσεις στις ΗΠΑ, αλλά και τη Μεγάλη Βρετανία, ήταν ακόμη εντονότατες. Ο απόηχος του μεγαλύτερου πολέμου που είχε γνωρίσει ως τότε ο κόσμος, του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, του κραχ του ’29 και της Οκτωβριανής Επανάστασης είναι εμφανέστατος στα ποιήματα του βιβλίου.

Δεκαοκτώ λογοτέχνες περιλαμβάνονται στην εν λόγω ανθολογία, εννέα άντρες και εννέα γυναίκες. Από τις φυσιολάτρεις Νιούσαμ και Ε. Τζόνσον και τον μελωδιστή και αντάρτη Ντέηβις, μέχρι τον μοντερνιστή Χιουζ και τον Μακ Κέϋ με το πιο πομπώδες ύφος και το κάλεσμα για αντίσταση, η θεματική τους θα είναι παρόμοια, μα οι συγκινήσεις που θα προσφέρουν στους αναγνώστες τους μεγάλη. Ένα από τα πιο “δυνατά” ποιήματα του βιβλίου με θέμα το λιντσάρισμα ενός μαύρου από τους λευκούς, ανήκει στον Ρίτσαρντ Ράϊτ και τιτλοφορείται “Ανάμεσα στον κόσμο και σε μένα”. Το ίδιο ισχύει και για την Ανν Σπένσερ, η οποία με το ποίημά της “Άσπρα πράγματα” υψώνει μια κραυγή αγωνίας για τις διακρίσεις που υφίσταται η φυλή της, ενώ η Τζόρτζια Ντάγκλας Τζόνσον με το ποίημά της “Των ονείρων το κάλεσμα” διατυπώνει το αίτημά της για μια καλύτερη ζωή:

“Το λεύτερο να πραγματώνω τα όνειρά μου

Ζητάω, μπα όχι, τ’ απαιτώ απ’ τη ζωή,

Τα βήματά μου φονικά μην τα αντισκόφτει

Μοίρα λαθρέμπορας, μηδέ να τα ακυρώνει”.

Τα Dixies και οι βαμβακοφυτείες του Νότου κυριαρχούν στην ποίηση του Λάνγστον Χιουζ με τίτλο “Τραγούδι για ένα μαύρο κορίτσι”:

” Κάτω Νότια, στο Ντίξι

(Την καρδιά μου μου σπάστε τη)

Κρέμασάν μου μαύρη αγάπη,

Νια, σε τρίστρατου δεντρί”.

Οι επιθυμίες και τα καταπιεσμένα θέλω μιας ολόκληρης φυλής που γνώρισε την καταφρόνια για αιώνες ολόκληρους, η θέληση για την απόλαυση της ζωής και η αγάπη για την ίδια τη ζωή και τον συνάνθρωπο χαρακτηρίζουν την ποίηση των Αφροαμερικανών του Μεσοπολέμου, μία ποίηση που έθεσε τα θεμέλια για όλη της μετέπειτα μεταπολεμική ποιητική παραγωγή των ΗΠΑ.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top