Fractal

Πίσω από τα χαρακώματα του πρώτου μεγάλου πολέμου

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 “Ο μεγάλος πόλεμος”, Μάριο Ισνένγκι, Η τεράστια πληγή της Ευρώπης. Μετάφραση: Καλλιόπη Μπαλάσκα. Εκδόσεις Πεδίο, 2020

 

«Μάχη για την ηγεμονία στην Ευρώπη και την κυριαρχία στις θάλασσες, διαμάχη για τον έλεγχο των αγορών και ευκαιρία για υλικές και ιδεαλιστικές διεκδικήσεις…», αρχίζει στο πρόλογο του παραπάνω βιβλίου ο συγγραφέας του, Ιταλός ιστορικός Μάριο Ισνένγκι (Mario Isnenghi, Βενετία, 1938- ), σε μια προσπάθεια να δώσει μια καινούργια άποψη για τον πρώτο μεγάλο πόλεμο. Οι αιτίες και αφορμές του αναλύθηκαν κατά κόρον από πολλούς ιστορικούς και διαφόρων χωρών. Όλα στόχευαν στην «… εδραίωση των κοινωνικών και κρατικών ιεραρχιών και στη σταθερότητα της λίρας, του δολαρίου, του φράνκου ή του μάρκου…»! Απλώς η ενέργεια του Σερβοβόσνιου Γκαβρίλο Πρίντσιπ, του δολοφόνου του αρχιδούκα Φραγκίσκου Φερδινάνδου και της συζύγου του Σοφίας, υπήρξε η σπίθα που πυροδότησε εκείνο το εύφλεκτο υλικό που όμως είχε τοποθετηθεί και προετοιμασθεί προσεκτικά σε πολλές τοποθεσίες της γηραιάς ηπείρου και όχι μόνο. Γιατί ενώ αρχικά υπήρχε  σκεπτικισμός στην πέρα του Ατλαντικού αχανή χώρα,  ανάμεσα στα υπέρ και τα κατά της παρέμβασης στα ευρωπαϊκά δρώμενα, αργότερα κι’ εκείνοι άλλαξαν γνώμη. Ίσως σε αυτό να συνετέλεσε και η βύθιση του αγγλικού υπερωκεανίου  «Λουζιτάνια» από  γερμανικό υποβρύχιο U20 στις 7 Μαΐου 1915, που μετέφερε μεταξύ των άλλων και μεγάλο αριθμό Αμερικανών πολιτών. Πρώτα απ’ όλα μας εξηγεί ο συγγραφέας, «.. τέθηκε υπό αμφισβήτηση η υπεροχή της Αγγλίας, η οποία χάρη στην οικονομική της δύναμη, τον  19ο  αιώνα  είχε επωμισθεί τον ρόλο της υπερδύναμης που εγγυάται την πολιτική-διπλωματική ισορροπία σε παγκόσμιο επίπεδο. Αναδυόμενες χώρες, όπως η Γερμανία και οι ΗΠΑ, επιβλήθηκαν στην παγκόσμια σκηνή με ένα ανταγωνιστικό οικονομικό και στρατιωτικό δυναμικό…». Ο πολύπαθος χώρος των Βαλκανίων, μετά την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και το κενό εξουσίας, ήταν κυριολεκτική  πυριτιδαποθήκη.  Η Ρωσία παραδοσιακή σύμμαχος της Σερβίας είχε τις δικές της βλέψεις, ενώ η Μεγάλη Βρεττανία παρακολουθούσε εναγωνίως την αυξανόμενη εμπορική διείσδυση της Γερμανίας στις αγορές του κόσμου και επιθυμούσε σφόδρα να την αναχαιτίσει. Θα μπορούσε άραγε να αποφευχθεί ο πόλεμος αναρωτιέται ο Μάριο Ισνένγκι, απαντώντας στη συνέχεια ο ίδιος, ότι «… μόνο μια αποφασιστική πολιτική ενέργεια, ικανή να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στις διεθνείς σχέσεις, εξαλείφοντας το κλίμα καχυποψίας που επικρατούσε, θα μπορούσε να τον εμποδίσει…»! Αλλά φυσικά τίποτα δεν οδηγούσε προς τα εκεί!

Ο Ιταλός ιστορικός δεν κρύβει τα λόγια του: «Είδαμε», γράφει, «… να έρχεται στην επιφάνεια το εγκληματικό πρόσωπο μιας μιλιταριστικής και επεκτατικής Γερμανίας που ‘θέλησε’ και  σκόπιμα εφάρμοσε την επίδειξη ισχύος, μαζί με τον αυστροουγγρικό σύμμαχό της, σε χώρες φιλειρηνικές και (λίγο πολύ) δημοκρατικές οι οποίες επιθυμούσαν να βαδίσουν στο δρόμο της εξέλιξης και της προόδου».

Η κήρυξη του πολέμου από την Αυστρία στη  Σερβία στις 28 Ιουλίου 1914, έδωσε το έναυσμα της δημιουργίας στρατιωτικών συμμαχιών, αφού σε λίγες μόνο μέρες, «…η σύρραξη εκτείνεται από τη μια πλευρά στη Γερμανία, σύμμαχο της Αυστρίας, και  από την άλλη πλευρά στη Ρωσία και τη Γαλλία, που συστρατεύονται με τη Σερβία…». Από κοντά, μας λέει ο Μάριο Ισνένγκι, βρέθηκαν οι συγγραφείς και καλλιτέχνες, με τα μυθιστορήματα, τα ποιήματα, φωτογραφίες, ταινίες, τραγούδια, επιστολές και απομνημονεύματα, όλα να περιγράφουν ένα κλίμα ενθουσιασμού και έξαψης όπου «όλα είναι ρευστά».  Δεν ξεχνά να σχολιάσει τη γενικότερη πολιτική και ιδεολογική στάση των αδελφών Χάινριχ και Τόμας Μαν απέναντι στη Γερμανία, δίνοντας κάποιες δηλώσεις τους όσον αφορά τον  επερχόμενο κίνδυνο για ολόκληρη τη γηραιά ήπειρο. Την ίδια στιγμή σχολιάζει, ότι κατά κοινή ομολογία ανθρώπων της εποχής, «ο ίδιος ο πόλεμος  μπορεί να γίνει κινητήρια δύναμη της οικονομίας, προσφέροντας κίνητρα και μία σίγουρη αγορά για πολλά είδη ‘εμπορευμάτων’, σε μια ολοένα και πιο στενή διαπλοκή μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού συμφέροντος καπιταλιστικής πρωτοβουλίας και κεντρικού σχεδιασμού, επιχειρηματικού πνεύματος και κρατικού ελέγχου». Και μας υπενθυμίζει πως ενώ ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος χαρακτηρίστηκε σε διαρκή κίνηση σε γη, ουρανό και θάλασσα, ο πρώτος υπήρξε  ο πόλεμος των χαρακωμάτων, τα οποία δυστυχώς οι βροχές αρκετές φορές καθιστούσαν όλα αυτά τα αμυντικά συστήματα, στην ουσία άχρηστα. Η περιγραφή τους από τον Μάριο Ισνένγκι, εντυπωσιακή και άκρως παραστατική: «… πρόκειται  για ελικοειδή έντερα σκαμμένα σε λασπώδες έδαφος ή σε βράχο που ανεβαίνουν και κατεβαίνουν, που προχωρούν ή υποχωρούν,  ανάλογα με τα φυσικά εμπόδια που συναντούν και τις ενδεχόμενες εναλλαγές των επιθέσεων και αντεπιθέσεων».

 

Mario Isneghi

 

Ο συγγραφέας δεν αναλώνεται σε ατέρμονες μάχες, λεπτομέρειες  και χρονολογίες. Αντ’ αυτών προτιμά την εστίασή του στον άνθρωπο, στον στρατιώτη, πως αντιδρά το νευρικό του σύστημα στο χαλασμό, το μετατραυματικό σύνδρομο που κάποιοι θα εμφανίσουν υποχρεωτικά αργότερα,  στη μεταμόρφωση των πόλεων και των συνοικιών τους στην περίοδο του πολέμου, στην αλληλογραφία τον καιρό του πολέμου μεταξύ των στρατιωτών και των δικών τους,  την λογοκρισία, την παραπληροφόρηση και την προπαγάνδα, τους στρατιώτες σε καιρό άδειας και τους δικούς τους πίσω, την απασχόληση των γυναικών στην εργασία, τη θέση τους στο εργατικό και παραγωγικό δυναμικό και την αναπόφευκτη χειραφέτησή τους, τις ευκαιρίες «…να συνδικαλιστούν, να πολιτικοποιηθούν και να εκσυγχρονισθούν».

Το τελείωμα του βιβλίου δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικό! «…Μόλις τελειώσουν οι μάχες του πολέμου, αρχίζουν  οι μεταπολεμικές μάχες. Μάχες των χωρών που νίκησαν, για να επιβάλουν στους ηττημένους περιοριστικούς όρους. Μάχες στο εσωτερικό των νικητριών χωρών και στα διαλυμένα πατριωτικά μέτωπα, για να ερμηνεύσουν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τους σκοπούς του πολέμου. Μάχες τάξεων και κομμάτων, οξυμμένες από την αδυναμία της αναγκαστικής πίεσης στα χρόνια της στρατιωτικοποίησης της κοινωνίας και της υποταγής της κοινωνίας των πολιτών. Κινήματα επαναστατικά και αντεπαναστατικά. Αναδιοργάνωση των κοινωνικών ρόλων και των μορφών διοίκησης…». Όμως δεν παύει να μας υπενθυμίζει συνεχώς πως το κακό και η συνέχεια παραφυλά. Οι σκληροί και ταπεινωτικοί όροι που επιβλήθηκαν στην ηττημένη Γερμανία, έδωσαν τη θέση τους στην Δημοκρατία της Βαϊμάρης, στο ναζισμό και τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, δύο δεκαετίες αργότερα, γιατί, «…οι συνθήκες ειρήνης που υπογράφτηκαν εκείνα τα χρόνια σύντομα θα ριφθούν  στον κάλαθο των αχρήστων: μια νέα σύγκρουση αχνοφαίνεται στον ορίζοντα»! Κάποιες εκκρεμότητες που άφησε ο πρώτος μεγάλος πόλεμος έπρεπε να επανασυζητηθούν στον δεύτερο! Ενδιάμεσα συμπλήρωσε τις στρατιές των νεκρών με κάποιες δεκάδες εκατομμύρια και η  ισπανική γρίππη που κι’ αυτή με τη σειρά της αλύπητα  ξεκίνησε το 1918.

Μικρό βιβλίο που διαβάζεται γρήγορα και προσφέρει πολύτιμες γνώσεις για εκείνον τον θανατηφόρο πόλεμο που άφησε πίσω του κάποια εκατομμύρια ανδρών, πέρα και μακρυά από επί μέρους λεπτομέρειες στα πεδία των μαχών τις οποίες φυσικά ο απαιτητικός αναγνώστης μπορεί να αναζητήσει αλλού και να βρει σχετικά εύκολα. Η βιβλιογραφία δυστυχώς μόνο ιταλική  και κάπως δυσεύρετη για τον Έλληνα αναγνώστη. Ο συγγραφέας είναι γνωστός, τουλάχιστον,  στη χώρα του και αφοσιωμένος και αφιερωμένος στο χώρο της ιστορίας για δεκαετίες.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top