Fractal

Η Μαρία Βέρρου στο Εργαστήρι του συγγραφέα

 

 

Μαρία Βέρρου: «Σκάμματα του χρόνου» Εκδόσεις Θράκα

 

Τούτο το πρώτο μου βιβλίο μιλάει για τις απώλειες· προσώπων, πραγμάτων, τόπων, αισθημάτων που μας στιγματίζουν, πλάθουν και προδιαγράφουν αυτό που είμαστε κτίζουν τον χαρακτήρα μας και τη συμπεριφορά μας απέναντι στους άλλους, στον στενότερο και στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. Μικρές ιστορίες, απωλειών για τον κύριο Τάκη και την κυρία Τούλα, για τους φόβους, τις επιθυμίες τους, τα όνειρά τους, τα αντικείμενα που τους όριζαν, τον τόπο τους ως σημείο αναφοράς, που έζησαν και έδρασαν μέσα σε μια εποχή οριστικά καταποντισμένη που όμως μέσα της λειτούργησε μια κοινωνία με μια θεώρηση ζωής δύσκολη, μερικές φορές αποπνικτική, γεμάτη φόβους, άγχη, ταμπού που καλλιέργησε την υπομονή και την εγκαρτέρηση, που έζησε με το μέτρημα των πραγμάτων, τη στέρηση για να βγει ο μήνας, μιας κοινωνίας που βίωσε φτώχεια την οποία κλήθηκε να αντιμετωπίσει με αξιοπρέπεια και ένα αναγκαστικό φίλιωμα, παρηγορητικό και ανακουφιστικό κάποιες φορές γιατί προλάβαινες να νοιώσεις και να χαρείς πράγματα που σήμερα χάνονται γιατί όλα τρέχουν. Κι όλα αυτά γραμμένα χωρίς νοσταλγία, γιατί τι να νοσταλγήσεις πέρα από την κάποια ξενοιασιά των παιδικών χρόνων, αλλά με σεβασμό απέναντι στον κόσμο αυτών των ανθρώπων που με αγάπησαν και τους αγάπησα κι εγώ πολύ. Ιστορίες σύντομες σαν εικόνες, όπως η ζωή ανάμεσα σε ανάσες που θέλουν πάντως να αφήνουν χώρο στον αναγνώστη να αναπνεύσει να συμμετάσχει, να σκεφτεί αχειραγώγητος, ελπίζοντας ότι θα βρει κάτι από τον εαυτό του μέσα τους, με το σεργιάνισμα στα μονοπάτια της δικής μου μνήμης να ξυπνήσει κάποιες κρυφές πτυχές και της δικής του. Μικρές ιστορίες που κάποιες φορές μπορεί να γίνονται λίγο μεγαλύτερες, η μία να διαδέχεται την άλλη, να μπαίνει μέσα στην άλλη, να κόβεται, να αφαιρεί και να προσθέτει, να ξαναπαρουσιάζεται λίγο πιο μετά, χαλαρά, με τη συνεκτικότητα των μορίων του νερού, να χώνονται παντού, να δημιουργούν ένα σύνολο, τόσο χαλαρό, τόσο συμπαγές όπου μέσα του κολυμπάει το αφηγηματικό υποκείμενο, μια γυναίκα μέσης ηλικίας. Χτίζει σπίτια, μετά τα γκρεμίζει, ψάχνει σε μπαούλα, σε συρτάρια, σε κελάρια, χώνεται σε χώρους πραγματικούς, χάνει, βρίσκει, αναζητά χαμένους έρωτες, προσπαθεί να απαντήσει σε ερωτηματικά, σκάβει στάχτες, σκέψεις, ιδέες, αντικείμενα, κτερίσματα που τα παρασέρνει ο αέρας και το φως όταν πέσει πάνω τους, ένας ολόκληρος κόσμος, ο κόσμος της κι ό,τι αυτός συμπαρασύρει· ονειρικός, μπερδεμένος, ένα κουβάρι από μνήμες που αγωνιούν να ξαναγεννηθούν για να ξορκίσουν το θάνατο, αναπόφευκτο, κολλημένο στη ζωή. Ιστορίες στην αρχή πιο απλές, αθώες, παραμυθητικές, αποτυπώσεις μικροσυμβάντων καθημερινότητας, που όσο προχωρούν γίνονται πιο σκοτεινές, σε μια εναγώνια προσπάθεια απαγκίστρωσης από την σκληρή πραγματικότητα με μέσο το όνειρο όπου το αφηγηματικό υποκείμενο μετεωρίζεται ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, την αλήθεια και το ψέμα σ’ ένα παιχνίδι αναστραμμένων κατόπτρων που μια και μόνη κίνηση μπορεί να τα φέρει στα ίσια, ατενίζοντας μια απαραμόρφωτη, σκληρή εικόνα. Μια παραμυθία, ένα ξελόγιασμα της λογικής όπου τα περασμένα αναζητούν εξηγήσεις από τα παρόντα, πριν κι αυτά γίνουν παρελθόντα, χωνευτούν. Μια απάντηση ίσως στο αγωνιώδες ερώτημα της κυρίας Τούλας «και τώρα τι θα τις κάνεις τόσες στάχτες;». Χρονικές παλινωδίες, και μυθοπλαστικές μεταμορφώσεις χτίζουν με λέξεις και εικόνες έναν αόρατο μαγικό κόσμο. Κι όλα αυτά με αγχωτικό μακροπερίοδο λόγο, σε τριτοπρόσωπη ιδιοσυγκρασιακή φωνή που με σαρκαστική μελαγχολία και διακριτική ειρωνεία συλλέγει και ταξινομεί, επινοεί και καταγράφει  στοιχεία αυτοβιογραφίας.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top