Fractal

Τρία ποιήματα: “Λικέρ λεμοντσέλο” | “Τα ράμματα ενός κλειστού στόματος” | “Για μια λιακάδα που την έχεις δεδομένη”

Της Μαίρης Πέστροβα //

 

 

 

 

Λικέρ λεμοντσέλο

• ~~~~~~~~~~~~~~ •

Με ρωτάς

Τι φουρτουνιάζει την ψυχή μου

Και ‘γω σου ξεδιπλώνομαι

Αφήνοντας να φανεί η γύμνια μου

Πως τάχα πέρασα απέναντι στο πεζοδρόμιο

Χοροπηδώντας μια στο ένα

Μια στο άλλο πόδι

Σαν ξυπόλητο παιδί που τρέχει να συναντήσει

Τους φίλους του στην αλάνα

Καταργώντας με μια ανάσα

Άγκυρες σκουριασμένες

Ακατάλληλες προς χρήσιν πια

Σε σκαριά σαπισμένα

Από τόνους αλάτι.

Μαντεύεις την οδύνη του μυαλού μου

Να πηδάω από το τελευταίο σκαλί

Στο πρώτο

Αρτιμελής και χωρίς κόπο

Μ’ ένα σκουφάκι διάφανο

-να φαίνεται το κεφάλι μου-

Μ’ ένα κρανίο διάφανο

-να φαίνεται η πίκρα μου-

Μ’ ένα κορμί διάφανο

-να φαίνεται το αίμα μου-

Αυτό

που ασελγώντας κοινωνούν πάνω του

Γνωστοί και άγνωστοι θύτες

Όλους σας ξέρω

Απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη

Στο στρίφωμα μόνο μου ξεφεύγετε

Σαν πρέπει να γαζώσω τόσα μέτρα υφάσματος

Μέσα στο σκοτάδι μου.

Μια στάλα λικέρ λεμοντσέλο από χέρι λατρεμένο

η οδύνη μου,

σε χείλη που ξέχασα να φιλήσω.

 

*

 

Τα ράμματα ενός κλειστού στόματος

• ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ •

Είχα ορκιστεί

να μην ξανά καπνίσω.

Μόνο κάτι λίγα δαχτυλίδια καπνού

ξέφυγαν από το κλειστό μου στόμα

λαθραία, βιαστικά,

δεν πρόλαβα να τα κρύψω,

παρ’ όλη την απόσταση

τα είδες,

ούτε να τους δώσω σχήμα έστω,

παραδείγματος χάριν,

ενός στρουμπουλού μωρού χαμόγελο

ή να σκοτώσω πάνω τους ένα χρώμα,

κόκκινο ας πούμε,

σε δυο αμήχανα μάγουλα.

Δεν άστραψε

να ανεμίσω τα χέρια μου

σκορπίζοντάς τα

σαν άστρα στο στερέωμα.

Δεν φώναξα

να φύγουν σαν τρομαγμένα πιτσιρίκια

εν ώρα κοινής ησυχίας

καθώς η ηλικιωμένη κυρία τα παρατηρούσε

από το ανοιχτό παράθυρο.

Η ησυχία μου υφίσταται εντός της φασαρίας μου

-συνήθως-

και είναι δύσκολο να γίνει αντιληπτή.

Μήτε έκλαψα να νιώσουν λυπημένα,

ανέμελα βγήκαν σπάζοντας τα ράμματα

από το κλειστό μου στόμα.

 

*

 

Για μια λιακάδα που την έχεις δεδομένη

• ~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~ •

Είχα κάτι δράμια υπομονής

ξέμειναν στο παλιό μπακάλικο

επάνω στον μαρμάρινο πάγκο

με την ζυγαριά στην μέση

ταπ ταπ παίζω το τόπι

ο ήχος του γίνεται ένα με το μωσαϊκό

κι εγώ γίνομαι μια παγωμένη ψηφίδα επιπλέον

τόσο δα μικρούλα

ούτε που φαίνομαι

υπάρχω όμως, με πατάς,

κατά λάθος το κάνεις αλήθεια

ή εξεπίτηδες φοράς το βλέμμα της αδιαφορίας

τόσα σπασμένα πλακάκια

μικροσκοπικά οι ευθύνες μου

όλα μπηγμένα στην πλάτη μου

με ματώνουν ενίοτε,

δε βαριέσαι, τα συνήθισα

λάθος όμως να θεωρούν δεδομένη την λιακάδα

όταν δεν υπάρχουν σύννεφα.

 

 

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top