Fractal

ΚΡΙΤΙΚΑ ΦΥΛΛΑ (αριθμ. 30): ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, Τα «κρυμμένα» ημερολόγια, Οκτώβριος 1912 – Αύγουστος 1913

Γράφει ο Γεράσιμος Δενδρινός //

 

 

ΚΡΙΤΙΚΑ ΦΥΛΛΑ (αριθμ. 30): ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, Τα «κρυμμένα» ημερολόγια, Οκτώβριος 1912 – Αύγουστος 1913, (Εισαγωγή-Επιμέλεια-Σχόλια: Νώντας Τσίγκας, Πατάκης 2021).

 

Γ’ ΜΕΡΟΣ

(Διαβάστε το Α’ ΜΕΡΟΣ / Διαβάστε το Β’ ΜΕΡΟΣ)

 

 

Ένας άνθρωπος γεμάτος φως

 

«Θά ἤμουν σάν τό κῦμα, θά ἤμουν σάν τό χορτάρι καί σάν τόν ἄνεμο καί σάν τό βράχο. Δέν εἶμαι ἄνθρωπος, ἀφοῦ οἱ ἄνθρωποι δέ μ’ ἀρέσουν.»

 

Ίων Δραγούμης, «Πρωϊνό συναπάντημα», ( Ὅσοι ζωντανοί, 1911)

 

ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ – ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ

 

[1878]: Γεννιέται ο Ίων (Ιωάννης) Δραγούμης (Αθήνα, 2/15 Σεπτεμβρίου 1878  ̶ Αθήνα, 31 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1920), το πέμπτο κατά σειρά από τα έντεκα παιδιά της οικογένειας του νομικού και πολιτικού Στεφάνου Δραγούμη[1](1842 – 1923) με καταγωγή από το Βογατσικό Καστοριάς και της Ελισάβετ Κοντογιαννάκη (1851-1931), κόρης του  Ιωάννη Κοντογιαννάκη (1817-1888), τραπεζίτη, επίτιμου γενικού προξένου της Ελλάδας στην Αγία Πετρούπολη και της Ρωσίδας Natalia Kompthinsky (1827-1891). [1894]: Σε ηλικία δέκα έξη ετών  εγγράφεται στη Νομική σχολή Αθηνών. [1897]: Συμμετέχει σε ηλικία δεκαεννέα μόλις ετών στον ατυχή Ελληνοτουρκικό Πόλεμο ως εθελοντής στο μηχανικό παρά τις προσπάθειες της οικογένειάς του να εμποδίσει την κατάταξη. Συμπληρώνει τη θητεία του στο  πεζικό. [1899]: Ολοκληρώνει τις σπουδές του και αποκτά διδακτορικό τίτλο στη Νομική Σχολή της Αθήνας. Ύστερα από επιτυχή δοκιμασία εξετάσεων επιτυγχάνει στις εξετάσεις του Υπουργείου εξωτερικών και εντάσσεται στο διπλωματικό σώμα. Θα υπηρετήσει ως γραμματέας του Προξενείου στο Μοναστήρι [1902], στο Προξενείο Σερρών [1904], στο Προξενείο του Πύργου (σημερινό Μπουργκάς) της Ανατολικής Ρωμυλίας  και ως αναπληρωτής του προξένου Φιλιππούπολης [1904], στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου [1905], στο Δεδέαγατς (σημερινή Αλεξανδρούπολη) το [1905], στο Προξενείο της Πόλης [1907-1909], της Ρώμης [1909], του Λονδίνου [1909-1910], διαδοχικά ως εντεταλμένος στην Αγία Πετρούπολη, Βιέννη και ως πρέσβης στο Βερολίνο [το 1914] και την ίδια χρονιά ως πληρεξούσιος υπουργός στην Αγία Πετρούπολη. Τον Μάιο του [1915] θα παραιτηθεί από το διπλωματικό σώμα για να πολιτευτεί. Εκλέγεται τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς ως ανεξάρτητος βουλευτής Φλώρινας.  Ήδη από τις αρχές του 1903 σε συνεργασία και με τον γαμπρό του Παύλο Μελά [γεν. Μασσαλία, 1870 – θάν. Στάτιστα (σημ. Μελάς Καστοριάς), 1904] σύζυγο της αδελφής του Ναταλίας ενώ το διάστημα (1872-1973) οργανώνει με την «Μακεδονική άμυνα» τις ελληνορθόδοξες κοινότητες της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας εναντίον των βουλγαρικών/εξαρχικών[2] κομιτάτων, κινητοποίησε τις ελληνικές δυνάμεις και αναδείχθηκε ένθερμος υποστηρικτής του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908). Η υπηρεσία του (υπουργείο των Εξωτερικών)  τον μετακινεί διαρκώς όλο και πιο μακριά από το Μοναστήρι. Τον Μάιο του  1904 ο Ίων Δραγούμης καλείται να συμμετάσχει ως έφεδρος δεκανέας στα μεγάλα γυμνάσια του ελληνικού στρατού στη Θήβα.  [1905 – 1909]: Το 1905 όσο βρίσκεται στην Αλεξάνδρεια σχετίζεται και συνδέεται με την  Πηνελόπη Δέλτα. Το 1908 η (ανολοκλήρωτη ερωτικά) σχέση τους διακόπτεται «τύποις». Ο Ίων Δραγούμης συνδέεται με την ηθοποιό  Μαρίκα Κοτοπούλη, με την οποία παρέμεινε μέχρι τη δολοφονία του, το 1920). Υπηρετεί στην Ελληνική Πρεσβεία της  Κωνσταντινούπολης, όπου το (1908) ιδρύει με τον  Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη[3] την Οργάνωση της Κωνσταντινουπόλεως [4] (αργότερα την Οργάνωση της Θεσσαλονίκης), με σκοπό τη συνεννόηση όλων των εθνοτήτων της  Οθωμανικής Αυτοκρατορίας  για ισοπολιτεία. [1909]: Οργανώνει στο Υπουργείο Εξωτερικών  το Β΄ Πολιτικό Τμήμα Ανατολικών Υποθέσεων. [1910]: συμπράττει στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου, ενώ υπήρξε και συνεργάτης του περιοδικού  Ο Νουμάς  του  Δημητρίου Ταγκόπουλου  (με το ψευδώνυμο Ίδας). [1911]: Όταν τα Δωδεκάνησα κατελήφθησαν από τους  Ιταλούς, συγκροτεί  το 1912 στην Πάτμο  Πανδωδεκανησιακό συνέδριο, στο οποίο διακήρυξε το αίτημα της Ένωσης με την Ελλάδα. Το ίδιο έτος υπηρέτησε ως δεκανέας στο επιτελείο του αρχιστράτηγου  βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄. Μαζί με τους  Βίκτορα Δούσμανη  και Ιωάννη Μεταξά στάλθηκε να διαπραγματευτεί με τον Ταχσίν πασά  την παράδοση της  Θεσσαλονίκης. [1914]: Πρεσβευτής στην Αγία Πετρούπολη διαχειρίσθηκε το ζήτημα του Αγίου Όρους, φροντίζοντας παράλληλα να οργανώσει τις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας. [1915]: Εκλέγεται βουλευτής της Φλώρινας. [1916]: εκδίδει το περιοδικό Πολιτική ΕπιθεώρησιςΕθνικός  Διχασμός[5] (1916-1917/1922). [1916]: Κατά την περίοδο των Νοεμβριανών[6] όταν οι Επίστρατοι  δολοφόνησαν Μικρασιάτες πρόσφυγες ως βενιζελικούς και συνέλαβαν τον Εμμ. Μπενάκη, τότε Δήμαρχο Αθηναίων και πατέρα της Πηνελόπης Δέλτα, ο Δραγούμης δεν έλαβε δημοσίως θέση γι’ αυτό και κατηγορήθηκε ότι επικροτούσε τη βία των Επιστράτων. Καταλογίζουν επίσης στον Δραγούμη  ότι καταφέρεται υποτιμητικά προς τους Μικρασιάτες και τους κατοίκους της Μυτιλήνης, της Χίου, της Σάμου, της Ρόδου και Κύπρου. Ιδιαιτέρως βρίσκονται στο στόχαστρό του οι Κρητικοί που τους αποκαλεί μισθοφόρους. [1917]: Με την κατάρρευση της μοναρχίας και την επιστροφή της  κυβέρνησης του Βενιζέλου  στην Αθήνα, ο Δραγούμης εξορίζεται από τους Γάλλους στο Αιάκειο της  Κορσικής, μαζί με άλλους πολιτικούς και στελέχη της Αντιβενιζελικής παράταξης  όπως τον Ιωάννη Μεταξά, τον Δημήτριο Γούναρη, τον  Γεώργιο Πεσμαζόγλου, τον Βίκτωρα Δούσμανη κ.α.   [1919]: Μετά την επιστροφή του από την Κορσική του απαγορεύεται να κατεβεί στον Πειραιά και εκτοπίζεται στη Γλώσσα της Σκοπέλου. Αφήνεται ελεύθερος τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου.

 

31 Ιουλίου/13 Αυγούστου 1920: Η δολοφονία.  Η συμμετοχή του στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο έγινε αφορμή, όταν μαθεύτηκε η δολοφονική απόπειρα στο  Παρίσι  εναντίον του Βενιζέλου, να συλληφθεί σε ενέδρα ανδρών της ασφαλείας του τότε αρχηγού της Χωροφυλακής  Εμμανουήλ Ζυμβρακάκη  και να δολοφονηθεί. Ως ηθικοί αυτουργοί κατηγορήθηκαν οι  Παύλος Γύπαρης  (διοικητής του παρακρατικού σώματος που συνέλαβε τον Δραγούμη, απών όμως κατά τη σύλληψη και την εκτέλεση), ο Εμμανουήλ Ρέπουλης (αντιπρόεδρος και επί κεφαλής στο εσωτερικό της κυβερνησής του απουσιάζοντος στο εξωτερικό Ελευθερίου Βενιζέλου), Εμμανουήλ Μπενάκης (παλαιός υπουργός του Βενιζέλου), που κατηγορήθηκε μετά θάνατον όμως από τον ίδιον τον Γύπαρη στο δικαστήριο του 1935 ότι αυτός διέταξε την εκτέλεση)[9]. Δεν προέκυψαν όμως επαρκείς αποδείξεις εις βάρος τους, ενώ οι ίδιοι πάντοτε επέμεναν για την αθωότητά τους και αθωώθηκαν στη δίκη που έγινε τον Νοέμβριο του 1922 υπό την επαναστατική κυβέρνηση  ΠλαστήραΓονατά. Ο ίδιος ο Βενιζέλος, στο Παρίσι, όταν του ανήγγειλαν τη δολοφονία του Δραγούμη αναφώνησε συγκλονισμένος:  «Φρικτό! Φρικτό! Φρικτό!». Το κυβερνητικό ανακοινωθέν της 1ης Αυγούστου 1920, σχετικά με τα έκτροπα που ακολούθησαν τη γνωστοποίηση της απόπειρας δολοφονίας κατά του Ελευθέριου Βενιζέλου, καταλήγει: «Οι πλείστοι των Αρχηγών της Αντιπολιτεύσεως συνελήφθησαν, καθ’ όσον υπάρχουσι σοβαραί ενδείξεις, ότι ενέχονται εις την δολοφονικήν απόπειραν. Ο εκ των Αρχηγών της συνεργαζόμενης αντιπολιτεύσεως Ιωάν. Δραγούμης, συλληφθείς επίσης, απεπειράθη να διαφύγη. Εφ’ ω, πυροβοληθείς, εφονεύθη». Το σημείο της εκτελέσεως (σήμερα λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από το ξενοδοχείο «Χίλτον») ανεγέρθηκε το 1921 μνημείο, λευκή στήλη,[10]όπως είχε ζητήσει με τους στίχους του ο Κωστής Παλαμάς, στην Νεκρική Ωδή που είχε συνθέσει (8 Αυγ. 1920) εις μνήμην του Δραγούμη, οι στίχοι της οποίας χαράχτηκαν πάνω στο μνημείο: «Λευκή, ας βαλθή όπου έπεσες, κολώνα, || (Πώς έπεσες, γραφή να μην το λέει) || λευκή, με της Πατρίδας την εικόνα. ||Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει, || βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει.»  Κατά τη δεκαετία του ’80 στήθηκε ανδριάντας του στην Πλατεία Μακεδονομάχων Θεσσαλονίκης, έργο του γλύπτη Ιωάννη Παππά.

 

Οι εκτελεστές του Ίωνος Δραγούμη

 

Η πολιτική του Δραγούμη: Ο Δραγούμης αντιτάχθηκε στην πολιτική του Βενιζέλου για την ενσωμάτωση της Ιωνίας στην Ελλάδα, θεωρώντας πως το εγχείρημα ήταν στρατιωτικά ανέφικτο και ότι ο στόχος θα έπρεπε να είναι η δημιουργία ενός κοινού ελληνοτουρκικού μικρασιατικού κράτους και όχι ενός καθαρά ελληνικού.  Υποστήριζε πως «Απώτερος σκοπός μας πάντοτε θα είναι η σύμπτυξης Ανατολικής Ομοσπονδίας». Ακόμα και τον Φεβρουάριο του 1919, όταν η Ελλάδα βρισκόταν στο στρατόπεδο των νικητών και θα ακολουθούσαν οι μεταπολεμικές διευθετήσεις, ο Δραγούμης κατήγγειλε τις  «κοινές ελπίδες»  και  «την ελπίδα του κοινού κέρδους»  που είχαν οι «Αγγλογάλλοι ιμπεριαλιστές και ο Βενιζέλος». Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου άρχισε η «εκκαθάριση θυλάκων μη τουρκικών πληθυσμών που είχαν συγκεντρωθεί σε στρατηγικά σημεία». Το σχέδιο είχε την απόλυτη υποστήριξη των Γερμανών συμμάχων των Νεότουρκων και κάποια σημεία του υλοποιήθηκαν από κοινού. O Τούρκος ιστορικός Taner Aksam (μελετητής της Γενοκτονίας των Αρμενίων) στο βιβλίο του Μια επαίσχυντη πράξη,  εκδ. Παπαζήση, Αθήνα, 2007, αναφέρει: «Συντάχθηκαν λεπτομερή σχέδια για τον εκτουρκισμό της Ανατολίας μέσω της εκκαθάρισης των χριστιανικών πληθυσμών. Τα ίδια μέτρα εφαρμόστηκαν στην περιοχή του Αιγαίου από την άνοιξη του 1914. Η Επιτροπή Ένωση και Πρόοδος πήρε μια ξεκάθαρη απόφαση. Η πηγή των προβλημάτων στη δυτική Ανατολία θα απομακρυνόταν, οι Έλληνες θα εκδιώκονταν με πολιτικά και οικονομικά μέτρα. Πριν από οτιδήποτε άλλο ήταν ανάγκη να αποδυναμωθούν οι οικονομικά ισχυροί Έλληνες… Αποφασίστηκε να επικεντρωθούν οι δραστηριότητες γύρω από τη Σμύρνη που θεωρείτο κέντρο της υπονομευτικής δραστηριότητας»[7]. Ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης αναφέρει τα εξής γι’ αυτή τη στάση του Δραγούμη: «Ενώ η γενοκτονία στην Ανατολή από τον τουρκικό εθνικισμό έχει ξεκινήσει από το 1914, πλήθη προσφύγων από την Ανατολική Θράκη, την Ιωνία και τον Πόντο έχουν κατακλύσει το ελληνικό κράτος και υπάρχει το ζήτημα του τρόπου με τον οποίο θα αντικατασταθεί η πολυεθνική μουσουλμανική Αυτοκρατορία – που πλέον εξαφανίζεται από το ιστορικό προσκήνιο – για τον Δραγούμη και τη μοναρχική παράταξή, δεν υπάρχουν εθνικά ζητήματα, ούτε υπάρχει ανάγκη εθνικής απελευθέρωσης των Ελλήνων ή των Αρμενίων της Ανατολής»[8] . Η αποστροφή του για τους δυτικούς ευρωπαίους ιμπεριαλιστές τον οδηγεί σε μια προσέγγιση των Μπολσεβίκων και της επανάστασης τους. Κατά την διάρκεια της εξορίας του στην Κορσική αναφέρει: «Η Ρωσία, αφού έκαμε τη ριζοσπαστικότερη κοινωνική επανάσταση, παλεύει μεταξύ της και με την ξενική επέμβαση. Έλληνες και Γάλλοι στρατιώτες πολεμούν στην  Οδέσσα. Μακάρι να τσακιστούν από τους μπολσεβίκους».

 

Συγγραφικό Έργο: Από το συγγραφικό έργο του Ίωνα Δραγούμη ξεχωρίζουν το Μαρτύρων και ηρώων αίμα (1907), που είναι εμπνευσμένο από τη μακεδονική σύγκρουση, όπου εκφράζεται η πολιτική ιδεολογία του και είναι ουσιαστικά αφιερωμένο στο γαμπρό του Παύλο Μελά, καθώς και τα Σαμοθράκη (1909) και Όσοι ζωντανοί (1912). Δημοσίευσε πολλά άρθρα στο περιοδικό Ο Νουμάς και στο περιοδικό που εξέδιδε ο ίδιος Πολιτική Επιθεώρησις κατά τα έτη 1916 και 1917. Άλλα έργα: Το Μονοπάτι  (1902), Ελληνικός Πολιτισμός  (1914), Σταμάτημα (1918) και Ο Ελληνισμός μου και οι Έλληνες που εκδόθηκε το 1927 υπό την επιμέλεια του αδελφού του, Φίλιππου Δραγούμη.

 

Μετά τη δολοφονία του, ο Δραγούμης δεν έπαυσε να επηρεάζει την ελληνική σκέψη, όντας για άλλους από τους θαυμαστές του «μάρτυρας και ήρωας του Ελληνισμού» ή και «ένας από τους πιο παρεξηγημένους, περισσότερο αμαυρωμένους και λιγότερο δικαιωμένους διανοητές της νεοελληνικής σκέψης και συνείδησης», για άλλους σωβινιστής, για άλλους ρομαντική και αμφιλεγόμενη, πάντοτε όμως συναρπαστική προσωπικότητα. Κατά τον Δημήτρη Τζιόβα, ο Ίων Δραγούμης ανήκει σ’ εκείνους τους συγγραφείς και διανοούμενους που συγχέουν τον εθνικισμό με τον σοσιαλισμό, τον ατομικισμό και τον θετικισμό ή ταλαντεύονται ανάμεσα σε προφανώς διαφορετικές θεωρήσεις.  Αντιπαθούσε τον  Ελευθέριο Βενιζέλο  διότι τον θεωρούσε υπεύθυνο για την καταστροφή του σχεδίου του για την αναγέννηση των ελληνικών κοινοτήτων εντός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αν και η πραγματική αιτία για την αποτυχία του είναι από τη μία α) η ανάδυση του νεοτουρκικού εθνικισμού και β) η ανεδαφική του άποψη για τη σταδιακή μετάβαση της εξουσίας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στους Έλληνες. Εξαιτίας αυτής της έχθρας και των νιτσεϊκών του επιδράσεων και των θεωριών περί του «πνεύματος του λαού», η εικόνα που είχε για το ελληνικό κράτος υπήρξε περιφρονητική. Επί της ουσίας διακρίθηκε για τις αντιφατικές θέσεις του, στηλιτεύοντας ταυτόχρονα την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό που είχαν την πολιτική ευθύνη των στρατιωτικών ενεργειών και από την άλλη αναγνώριζε τη θετική δράση του στρατού και του βασιλιά Κωνσταντίνου. Είχε αναφέρει μάλιστα πως «ο μεγαλύτερος εχθρός της Ελλάδας ήταν ο Βενιζέλος και οι συμπαραστάτες του,  Κρητικοί  και  Μικρασιάτες». Κατά τον Κωνσταντίνο Θ. Δημαρά, ο Δραγούμης έπαιξε βασικό ρόλο στην διαμόρφωση της Ελληνικής Ιδεολογίας της περιόδου 1881-1913, η οποία ιδεολογία μάλιστα φθάνει στην κορύφωσή της με τον ίδιον, τον  Μανουήλ Χαιρέτη και τον Περικλή Γιαννόπουλο. Το ελληνοκεντρικό πνευματικό αυτό ρεύμα (Κωνσταντίνος ΣάθαςΓιάννης ΨυχάρηςΑργύρης ΕφταλιώτηςΓρηγόριος Ξενόπουλος, Χαιρέτης, Γιαννόπουλος κ.ά.), όπως σημειώνει ο Κ. Θ. Δημαράς, αξιοποιεί την κληρονομιά της πρώτης πεντηκονταετίας του ελληνικού κράτους (όπου σύμφωνα με τους  Σπυρίδων ΖαμπέλιοΚωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο κ.ά. επικρατεί η ιδέα της συνέχειας του Ελληνικού Έθνους) και προσθέτει επιπλέον δύο σημαντικές ανελίξεις: Η πρώτη είναι η αξιοποίηση όλων των στοιχείων της ελληνικής κληρονομιάς (αρχαιότητα και βυζάντιο, λαϊκή παράδοση, δημοτική γλώσσα) σε ένα ενιαίο και οργανωμένο σύνολο, και η δεύτερη είναι η μετάβαση από την ιδέα και την θεωρία στην πράξη, μετάβαση η οποία κορυφώνεται με τον Μακεδονικό Αγώνα και τους Βαλκανικούς Πολέμους. Πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους, όπως σημειώνει ο Κ. Θ. Δημαράς, είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τις ιδέες του Δραγούμη από αυτές του Χαιρέτη και του Γιαννόπουλου. Άλλες σημαντικές πνευματικές επιρροές στον Ίωνα Δραγούμη, ιδιαίτερα στην περίοδο της νεότητός του, είναι ο  Φρειδερίκος Νίτσε  και ο  Μωρίς Μπαρρές[11]. Ωστόσο ο Δραγούμης δεν θα περιοριστεί εκεί, αλλά στα χρόνια της ωριμότητάς του θα διαμορφώσει ολοκληρωμένη την πολιτική του ιδεολογία. Η εθνική και πολιτική ιδεολογία του παρουσιάζεται από τον ίδιον συγκροτημένη και ολοκληρωμένη στο έργο του Ελληνικός Πολιτισμός (1913-14, α΄ έκδ. περ. «Γράμματα», Αλεξάνδρεια 1914. Ο ελληνοκεντρισμός του, μαζί με τον ρομαντικό και ηρωικό του χαρακτήρα, αλλά και τον αριστοκρατικό και φιλελεύθερο μαζί τρόπο ζωής του  δημιούργησαν έναν μύθο, μια «προσωπική μυθολογία» για τον Δραγούμη, όπως σημείωσε ο Οδυσσέας Ελύτης.  Για τον Ελύτη, υπήρξε «αριστοκράτης», από αυτούς που «κατακτούν με το σπαθί τους τις ιδιότητες που συνεπάγεται» η λέξη, «γλυκοαίματος και θανάσιμα μισητός, άνθρωπος των σαλονιών και των κομιτάτων, δημοτικιστής και γόνος καθαρολόγων, σεμνός και ερωτιάρης, εχθρός της μικρής και εντίμου Ελλάδος, αλλ’ αδελφικός φίλος του βασιλέως, μακράν μέχρι θανάτου από τον Ελευθέριο Βενιζέλο και οραματιστής κοινός μιας άλλου είδους μεγάλης Ελλάδας. Ο  Νίκος Καζαντζάκης  έγραψε ότι  «Ο Ίων Δραγούμης κι ο Πέτρος Βλαστός είναι, θαρρώ, οι δυο άνθρωποι που περισσότερο τίμησα και αγάπησα στη ζωή μου.» Κατά τον Άγγελο Σικελιανό  υπήρξε ο «απόστολος μιας θρησκείας που θα στηριζόταν στην παγκόσμια συνθετική Εποπτεία και Σκέψη των μεγάλων Προσωκρατικών» και ερμηνεύοντας την προσπάθεια του Δραγούμη «να βρει τον ενιαίο Ρυθμό του Εθνικισμού, του Σοσιαλισμού και του Ανατολισμού»  αναφέρει τον πολιτικό στοχασμό του Ηρακλείτου για «μιαν Υπερελληνικήν Οργάνωση». Θεωρήθηκε επίσης  «προφήτης του ελληνικού εθνικισμού»  και  «Έλληνας για όλες τις εποχές». Ο πατριωτισμός και η ακεραιότητα του Δραγούμη αναγνωρίστηκαν κυρίως από τους ομοϊδεάτες του που αντιπροσώπευαν και το ελληνοκεντρικό πνεύμα της εποχής, αλλά οι πολιτικές του ιδέες έγιναν αντικείμενο αντιπαραθέσεων και διαφορετικών αναγνώσεων από όλους τους ιδεολογικούς χώρους στο μέλλον. Στα μεταπολεμικά χρόνια, και συγκεκριμένα με εκκίνηση την εκτροπή του 1965 («Ιουλιανά», Αποστασία), ο  Ανδρέας Παπανδρέου επανέφερε τη σκέψη του Δραγούμη στο προσκήνιο, όταν τον επικαλέστηκε για να επαναδιατυπώσει μια εναλλακτική εκδοχή της Μεγάλης Ιδέας, πέρα από τον χώρο της Δεξιάς «εθνικοφροσύνης»: τον «προοδευτικό εθνικισμό».  Για μεγάλο τμήμα της ελληνικής αριστεράς, εκτιμήθηκε ο πατριωτικός και ανθρωπιστικός και κοινοτικός-σοσιαλιστικός (ιδίως στα χρόνια της ωριμότητός του) χαρακτήρας. Ο Γιώργος  Καραμπελιάς, στην πνευματική αντιπαράθεση  Γεωργίου Σκληρού  και Ίωνα Δραγούμη θα αναγνωρίσει ως κοινό στοιχείο στους δύο τον πατριωτισμό και το όραμα της υπερβάσεως των εσωτερικών αντιθέσεων της ελληνικής κοινωνίας, κατατάσσοντάς τους τελικά στο ίδιο πολιτικό και ιδεολογικό ρεύμα. Άλλοι είδαν στον συνδυασμό εθνικισμού και κοινοτισμού-σοσιαλισμού της ωριμότητας του Δραγούμη συγγένεια είτε με την σοσιαλδημοκρατία είτε και με τον πρώιμο εθνικοσοσιαλισμό. Την περίοδο της οξύνσεως του  Μακεδονικού Ζητήματος  την δεκαετία του 1990 τα έργα του Δραγούμη γνώρισαν νέες εκδόσεις, η δε φράση του «Αν τρέξουμε να σώσουμε την Μακεδονία, εμείς θα σωθούμε» επαναλήφθηκε σε λόγους και σε κείμενα. Τον Δεκέμβριο του 2007 ιδρύθηκε το Ινστιτούτο Εθνικών και Κοινωνικών Μελετών «Ίων Δραγούμης», με πρόεδρο τον Χρίστο Γούδη. Στις 24 Σεπτεμβρίου 2009 οργανώθηκε από το Ινστιτούτο «Ίων Δραγούμης» στην αίθουσα της Παλαιάς Βουλής  ημερίδα προς τιμήν του με τίτλο «Ίων Δραγούμης και Ελληνισμός».

 

Πειραιάς, Οκτώβριος 2021

 

1] Το εξώφυλλο του βιβλίου από τον Πατάκη

 

ΣΧΟΛΙΑ

 

[1] Στις 6.10.1909 ο Βενιζέλος τον διαδέχεται στην πρωθυπουργία και τον Οκτώβριο του 1912 τον διορίζει Διοικητή της Κρήτης και λίγο μετά Διοικητή της Μακεδονίας.

 

2Η Βουλγαρική Εξαρχία συστήθηκε ως αυτόνομη Ορθόδοξη Εκκλησία με σουλτανικό φιρμάνι κατά παράβαση των χριστιανικών διατάξεων και χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στις 28 Φεβρουαρίου (ιουλιανό ημερολόγιο)/ 12 Μαρτίου (γρηγοριανό ημερολόγιο) 1870 με έδρα την Κωνσταντινούπολη. Το φιρμάνι αυτό αναγνώριζε ουσιαστικά την κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στην περιοχή της μετέπειτα Βουλγαρίας μετά τη βαθμιαία αφύπνιση του βουλγαρικού εθνικισμού που είχε αρχίσει να εμφανίζεται περί το 1840 και την εκδίωξη αργότερα των Ελλήνων κληρικών από την περιοχή μετά την επάνδρωσή της με Βούλγαρους ιεράρχες. Η σύσταση της εξαρχίας αυτής αποτέλεσε αφενός μεν το «Δούρειο Ίππο» του ρωσικού πανσλαβισμού στη Βαλκανική, αφετέρου δε τη μείωση της ισχύος του Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη και βέβαια το κύριο εργαλείο και μέσον τόσο της βουλγαρικής ανεξαρτησίας όσο και της εκδήλωσης του άκρατου φυλετικού μίσους κατά των Σέρβων, Ρουμάνων και ιδιαίτερα των Ελλήνων, που διατηρήθηκε μέχρι και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

 

3 Γεννήθηκε το 1878 στην Ερμούπολη της Σύρου και πέθανε το 1945 στην Αθήνα από επιπλοκές της φυματίωσης. Έλληνας αξιωματικός, εκδότης, αρθρογράφος, ποιητής και συγγραφέας, υψηλόφρων πατριώτης που ίδρυσε την μυστική Οργάνωση Θεσσαλονίκης κατά την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα θέτοντας εαυτόν στις υπηρεσίες του κράτους (ένας από τους πρώτους Έλληνες μυστικούς πράκτορες με τεράστια δράση και συνεισφορά) ύστερα από επαφές που είχε με τον τότε Γενικό Πρόξενο Θεσσαλονίκης, Λάμπρο Κορομηλά. Από το 1906 συνεργάτης, ιδεολογικός συνοδοιπόρος και επιστήθιος φίλος του  Ίωνα Δραγούμη. Αποστρατεύθηκε με το βαθμό του υποστρατήγου. Υπηρέτησε σε διοικητικές θέσεις (Νομάρχης), διετέλεσε βουλευτής και πληρεξούσιος υπουργός. Τον Σουλιώτη, όπως και τον Δραγούμη, τον απασχολούσε κυρίως η αντιμετώπιση της σλαβικής απειλής για τον Ελληνισμό και πίστευε ότι Έλληνες και Τούρκοι θα μπορούσαν να συνεργαστούν σε μία πολυεθνική αυτοκρατορία για να ανακόψουν τη σλαβική επέκταση.

 

4 Αυτή είχε ως στόχο την ισότιμη συνεργασία των λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, υπηρετώντας τη Μεγάλη Ανατολική Ιδέα, κι επιδιώκοντας τον μετασχηματισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε μια πολυεθνική ομοσπονδία. Παράλληλα συνεργάστηκε με το Φιλελεύθερο κόμμα του πρίγκηπα  Σεμπαχεδίν για τη διαδοχή του Σουλτάνου και τη δημοκρατική διακυβέρνηση της Τουρκίας. Τον Σεπτέμβριο του 1908 η  Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως συνέστησε την οργάνωση  Ελληνικός Πολιτικός Σύνδεσμος, και συνεργάστηκε με το ανώτατο κέντρο της Πανελληνίου Οργανώσεως, δηλ. με τον συνταγματάρχη  Παναγιώτη Δαγκλή, που έφερε το ψευδώνυμο Παρμενίων  και τον  Στυλιανό Γονατά, που έφερε το ψευδώνυμο Στέργιος Γρηγορίου. Το έργο του Συνδέσμου ήταν να υποστηρίξει συγκεκριμένους υποψηφίους και να αφυπνίσει τους ελληνικής καταγωγής και συνειδήσεως ψηφοφόρους, σχετικά με τα δικαιώματα τους. Από τούς 253 βουλευτές του κοινοβουλίου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, όπως συνήλθε σε σώμα τον Δεκέμβριο του 1908, 23 είχαν ελληνική εθνική καταγωγή και συνείδηση, και από αυτούς 15 έγιναν μέλη στην Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως. Όλοι τους συναντούσαν τον Σουλιώτη στο γραφείο του ή στα διπλανά γραφεία του Συνδέσμου και εκεί αντάλλασσαν απόψεις με τον Ίωνα Δραγούμη μέχρι την αναχώρηση εκείνου από την Πόλη για τις πρεσβείες Ρώμης και Λονδίνου, τον Φεβρουάριο του 1909. Την ίδια εποχή υπήρξε ελληνική συμπαράσταση προς τους Αρμενίους, η οποία κορυφώθηκε κατά τις Σφαγές των Αδάνων τον Απρίλιο του 1909, με παραστάσεις Ελλήνων προκρίτων και εκκλησιαστικών ηγετών στις οθωμανικές αρχές και στους ξένους πρόξενους υπέρ των θυμάτων, με απόκρυψη διωκόμενων Αρμενίων σε ελληνικά σπίτια και με δημόσιες καταγγελίες των ηθικών υπαιτίων. Στις 22 Νοεμβρίου 1909 με την καθοδήγηση του Σουλιώτη διοργανώθηκε ογκώδης διαδήλωση από το Πέραν μέχρι την Υψηλή Πύλη, με στόχο να εκφραστεί η απογοήτευση των Ελλήνων της Κωνσταντινουπόλεως για τις κοινοβουλευτικές παρανομίες των μηνών που προηγήθηκαν. Τον Αύγουστο του 1910 επιτροπή επέδωσε υπόμνημα στο μεγάλο βεζίρη, το οποίο είχε συντάξει ο Σουλιώτης, κι έφερε τις υπογραφές του συνόλου των Ελλήνων βουλευτών του Οθωμανικού κοινοβουλίου. Στο υπόμνημα εκφράζονταν ο σκεπτικισμός για τις αντιδημοκρατικές εκλογικές διαδικασίες, καθώς και για το ανελεύθερο καθεστώς υπό το οποίο είχαν διεξαχθεί οι εκλογές, ενώ έθετε θέμα νέου εκλογικού νόμου. Το φθινόπωρο του 1910 ως το τέλος του 1911 υλοποιήθηκε ο Ελληνοαρμενικός συνασπισμός με κοινές ενέργειες των δύο Πατριαρχείων προς την Πύλη για την άρση των στρατολογικών, εκπαιδευτικών και των άλλων μέτρων εκτουρκισμού που χρησιμοποιούσαν οι Νεότουρκοι, με την έκδοση ειδικής εφημερίδας για τα δίκαια των εθνοτήτων της αυτοκρατορίας, την Tribune des Nationalites με τη συσπείρωση των πολιτικών εκπροσώπων των δύο λαών γύρω από τον Ελληνικό Πολιτικό Σύνδεσμο και με συντονισμό των παρεμβάσεων των Ελλήνων και Αρμενίων βουλευτών στην Οθωμανική Βουλή.  Ο Σουλιώτης διεύθυνε την Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως μέχρι το Οκτώβριο του 1912, οπότε η Οργάνωση διαλύθηκε έχοντας καταφέρει να εγγράψει περισσότερα από 500 μέλη.

5 Ο Εθνικός Διχασμός (1915-1917) ήταν σειρά από εμφύλιες διαμάχες με ζητούμενο τη συμμετοχή της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο (1914-1918), οι οποίες διαίρεσαν (και γεωγραφικά) τη χώρα σε δύο αντίπαλες παρατάξεις που αντικατόπτριζαν τους αντιμαχόμενους συνασπισμούς του πολέμου, και την οδήγησαν στο πλευρό της Τριπλής Συνεννόησης (Αντάντ), το 1917, σε κατάσταση μειωμένης εθνικής κυριαρχίας (αρμοστεία). α) Από τη μία ο πρωθυπουργός  Ελευθέριος Βενιζέλος με το κόμμα των Φιλελευθέρων πίστευε πως η Ελλάδα θα έπρεπε να συμμαχήσει με τους  Συμμάχους της Αντάντ, ώστε να διαφυλάξει την πρόσφατη επέκταση της χώρας στα πρώην οθωμανικά εδάφη, αλλά και για να της επιτρέψουν να διευρυνθεί μέσω θαλάσσης επειδή μόνο αυτές οι χώρες διέθεταν σημαντικές ναυτικές δυνάμεις, και από την άλλη β) ο  βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄  και το φιλομοναρχικό Κόμμα Εθνικοφρόνων του  Δημητρίου  Γούναρη πρόκριναν την ευμενή ουδετερότητα προς την Αντάντ (αφού οι ακτές της Ελλάδας ήταν ευπρόσβλητες στο συμμαχικό ναυτικό), μια στάση βολική για τις Κεντρικές Δυνάμεις, αφού δυσχέραινε το ναυτικό των αντιπάλων τους στο Αιγαίο και δεν επέτρεπε να ανοίξει το Μακεδονικό Μέτωπο για βοήθεια της συμμάχου της Ελλάδας, της Σερβίας. Σε πιο βαθύ επίπεδο, ο διχασμός ήταν μια εμφύλια αναμέτρηση ανάμεσα στην «Παλιά Ελλάδα» και στην πλειοψηφία των μέχρι χθες αλύτρωτων Ελλήνων των Νέων Χωρών, όπως θα αποτυπωθεί, και γεωγραφικά, ανάμεσα στο «κράτος των Αθηνών» και στο «κράτος της Θεσσαλονίκης». Η διένεξη προκάλεσε εξαιρετικά βαθύ χάσμα στην ελληνική κοινωνία, το οποίο άγγιξε για πρώτη φορά το στράτευμα (Επίστρατοι), στρώνοντας τον δρόμο για τις δικτατορίες του μεσοπολέμου (πραξικόπημα του Πάγκαλουδικτατορία του Μεταξά) τον δωσιλογισμό στην Κατοχή και τη  Χούντα των Συνταγματαρχών (1967-1974). Ορισμένα απότοκα της πρωτοφανούς στα ελληνικά χρονικά βαρβαρότητας των  Νοεμβριανών  στην πολιτική σκηνή  στιγμάτισαν έμμεσα την ελληνική κοινωνία για πολλές δεκαετίες αργότερα (π.χ. τo Ιδιώνυμο: νόμος του 1929 ενάντια στο ΚΚΕ που ίσχυσε μέχρι το 1974, εξαιτίας του οποίου έγιναν οι εξορίες σε ξερονήσια ή και βασανιστήρια και όλες οι ακρότητες επί Κατοχής και Εμφυλίου), ενώ οδήγησαν και στην έκπτωση της μοναρχίας στην Ελλάδα με το δημοψήφισμα του 1974. Γεγονότα: Φεβρουάριος 1915Πρώτη παραίτηση του Βενιζέλου ύστερα από την άρνηση του βασιλιά να αποσταλούν στρατεύματα στη συμμαχική  εκστρατεία της Καλλίπολης, με αντάλλαγμα τη Σμύρνη. Ξανακερδίζει τις εκλογές εν είδει δημοψηφίσματος του Μάη, με διακύβευμα τη συμπαράταξη της χώρας με την Αντάντ. Σεπτέμβριος 1915Δεύτερη παραίτηση του Βενιζέλου μετά την διαφωνία με τον βασιλιά για την ενεργοποίηση της Ελληνοσερβικής Συνθήκης και την άρνησή του να υπογράψει την, ψηφισμένη στη Βουλή, επιστράτευση προς βοήθειά της (είχε μόλις γίνει γνωστή η στράτευση της Βουλγαρίας με τη Γερμανία, όταν ανακοίνωσε προετοιμασίες για επίθεση στη Σερβία). Στις εκλογές του Δεκεμβρίου ο Βενιζέλος απείχε, καταγγέλλοντας ως αντισυνταγματική τη διάλυση της βουλής σε τόσο μικρό διάστημα για το ίδιο ζήτημα. Τις εκλογές κέρδισε το νεοσχηματισμένο  Κόμμα Εθνικοφρόνων, αλλά ουσιαστικά κυβερνούσε το παλάτι, και η βουλή έπεσε σε αδράνεια για τα επόμενα δυόμιση χρόνια, μέχρι την τυπική λήξη του Διχασμού. Οκτώβριος 1915: Στρατιωτική εισβολή της συμμαχικής Στρατιάς της Ανατολής στη Θεσσαλονίκη  για τη δημιουργία του Μακεδονικού Μετώπου υπέρ των εγκλωβισμένων Σέρβων, γεγονός που το παλάτι το χρέωσε στον Βενιζέλο ως προδοσία. Μάιος και Αύγουστος 1916: Μεθόδευση από το παλάτι της παράδοσης του οχυρού Ρούπελ, και του Δ’ Σώματος Στρατού, ως αντάλλαγμα προς τις Κεντρικές Αυτοκρατορίες. Ιούνιος 1916: Εξαναγκασμός σε αφοπλισμό του στρατού και ναυτικού της βασιλικής (νότιας & δυτικής) Ελλάδας, ως ανταπάντηση από την Αντάντ. Σχηματισμός των Συνδέσμων των Επίστρατων από τον Ιωάννη Μεταξά, στελεχωμένων από αντιβενιζελικούς αξιωματικούς. Αύγουστος 1916: Δημιουργία κυβέρνησης από το βενιζελικό  Κίνημα Εθνικής Αμύνης στη Θεσσαλονίκη, η οποία έλεγχε τη βόρεια Ελλάδα, τα νησιά του Αιγαίου και την Κρήτη. Νοέμβριος – Δεκέμβριος 1916: Εκτυλίσσονται τα Νοεμβριανά, με νεκρούς εκατέρωθεν 1] από την επίθεση του ναυτικού της Αντάντ στην Αθήνα και 2] το επακόλουθο κύμα τρομοκρατίας προς τους εναπομείναντες βενιζελικούς. Δημόσιος αφορισμός του Βενιζέλου. Δεκέμβριος 1916 – Μάιος 1917: Πολύμηνος και σκληρός ναυτικός αποκλεισμός της βασιλικής Ελλάδας από το γαλλοβρετανικό ναυτικό της Αντάντ, ο οποίος καταλήγει στην εκδίωξη του Κωνσταντίνου, μετά από νέα ναυτική επέμβαση στην Αθήνα. Ιούνιος 1917: Τοποθέτηση, από την Αντάντ, ξένου Αρμοστή στην Ελλάδα, καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου και επαναφορά του Βενιζέλου ως Πρωθυπουργού ολόκληρης, πλέον, της χώρας. Ο Βενιζέλος κηρύσσει γενική επιστράτευση στο πλευρό της Αντάντ — καταφέρνοντας στο τέλος του πολέμου, το 1918, η Μακεδονία να ελέγχεται ξανά από την κυβέρνησή του, εξαιτίας και του ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της Στρατιάς της Ανατολής ήταν πλέον ελληνικό. Αν και τυπικά ο Διχασμός τελείωσε τον Ιούνιο του 1917, η έλλειψη εθνικής ομόνοιας προκάλεσε και άλλα επεισόδια, όπως οι εξεγέρσεις νεοσύλλεκτων κατά την επιστράτευση και οι λιποταξίες από το μακεδονικό μέτωπο, η πρώτη απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου με το τέλος του πολέμου και η δολοφονία του Δραγούμη, παίζοντας μοιραίο ρόλο στην τραγική κατάληξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας, αλλά και στη δίκη και εκτέλεση των Έξι ως υπαιτίων της Καταστροφής.

6 Ο Μιχάλης Κατσίγερας, εφημ. Καθημερινή, 18-11-2006, γράφει: «Στο στόχαστρο των ένοπλων παρακρατικών θα βρεθούν επίσης οι Κρητικοί της Αθήνας και οι πρόσφυγες από την οθωμανική Ανατολή. Υπήρξε αληθινό πογκρόμ με προγραφή σπιτιών και καταταστημάτων που είχαν σημαδευτεί με κόκκινη μπογιά. Οι τίμιοι βασιλικοί ανέλαβαν να μολύνουν με το αίμα των προδοτών βενιζελικών τα όπλα τους. Το σύνθημα των παρακρατικών ήταν: “Ο βασιλιάς μας θα ζώσει το σπαθί, θα σφάξει Αγγλογάλλους και βενιζελικούς μαζί”. Επίσης: «Τότε, οι βενιζελικοί πολίτες – κατά τεκμήριον φίλοι της Συνεννόησης – εγκαταλείφθηκαν στην τρομοκρατία των Επιστράτων, οι οποίοι έκαψαν, λεηλάτησαν και σκότωσαν 35.» Ο Χρ. Χουρμούζιος Τα κατά την 18ην και 19ην Νοεμβρίου 1916 και επέκεινα, τυπ. Εσπερίας, Λονδίνο 1919, σ. 99, παραθέτει: «Μεθ΄ εκάστην έκρηξιν πυροβολισμών των επιστράτων περίπολοι σπεύδουσαι αποκλείουν την καθ΄ ης η απόπειρα οικίαν ή κατάστημα και συλλαμβάνουν μεθ΄ ύβρεων και δεινών προπηλακισμών και κακοποιήσεων τους εντρόμους Βενιζελικούς ενοίκους, οίτινες δέσμιοι ή συρόμενοι εν μέσω λογχών οδηγούνται εις το Φρουραρχείον υπό το στίγμα ομοιομόρφου άπαντες κατηγορίας, συνωμοσίας κατά του καθεστώτος και εσχάτης προδοσίας … Και είνε χαρακτηριστικόν το επεισόδιον το οποίον αφηγείται η Εσπερινή περί ενός εκ των συλληφθέντων τούτων, όστις απαγόμενος υπό της περιπόλου και εκσυριττόμενος υπό του πλήθους διεμαρτύρετο προς το πλήθος, του οποίου εζήτει να κινήσει την συμπάθειαν, ότι “αυτός δεν ήτο Βενιζελικός, αλλά μόνο κλέπτης”». Ο Γεώργιος Βεντήρης γράφει: «Aπό της 19 μέχρι 23 Νοεμβρίου, ωδηγούντο πλησίον του φθισιατρείου Σωτηρία Μικρασιάται κυρίως πρόσφυγες και εθανατώνοντο ως κατάσκοποι των Αγγλογάλλων». Ο Φοίβος Γρηγοριάδης υπολογίζει ότι ο αριθμός των δολοφονημένων ήταν περί τους 20. «Aπλοί άνθρωποι του λαού  θα  δολοφονηθούν στους δρόμους και  στα  μικρά  Φρουραρχεία» (συνοικιακά κέντρα των Επιστράτων).

7 Αποκορύφωμα θα αποτελέσει η επίσημη απόφασή τους σε συνέδριο στην Οθωμανική Θεσσαλονίκη (Οκτώβριος 1911) για επίλυση του «εθνικού προβλήματος» της Αυτοκρατορίας με την εξόντωση ή τη βίαιη αφομοίωση των χριστιανικών πληθυσμών. Mετά τους Βαλκανικούς Πολέμους η γραμμή του συνεδρίου του 1911 εκφράστηκε με τη δημιουργία συγκεκριμένων θεσμών, όπως το Γραφείο Εγκατάστασης Φυλών και Μεταναστών. Ο Τούρκος ιστορικός Taner Aksam γράφει: «Υπάρχουν αποδείξεις ότι ο Ζιγιά Γκιοκάλπ συνέταξε ειδικές μελέτες για τις μειονότητες της αυτοκρατορίας, συμπεριλαμβανομένων και των Αρμενίων. (O Βλάσης Αγτζίδης το Blog του αναφέρει: «Στόχος του Γκιοκάλπ ήταν η διαμόρφωση εθνικής οικονομίας, η οποία θα μπορούσε να δημιουργηθεί μόνο με την εθνική ομοιογένεια. Χρησιμοποίησε τη λογοτεχνία για να μετακενώσει τις ιδέες του στον μουσουλμανικό οθωμανικό πληθυσμό και ενσωμάτωσε με ένα ακραία εργαλειακό τρόπο τα σχήματα του Νίτσε. Όπως γράφει σε ποίημά του: “Ο ύψιστος Θεός έπλασε τον Τούρκο ανώτερο”). Παράλληλα, τονίζει την υπερηφάνεια της θρησκευτικής ομολογίας, ενσωματώνοντας το Ισλάμ στην εξυπηρέτηση του εθνικιστικού φαντασιακού: «Κι αν δεν έχουμε επιστήμη, έχουμε το Κοράνι». Αυτές ήταν μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου να συγκεντρωθεί λεπτομερής γνώση για την εθνικοθρησκευτική δομή της Ανατολίας. Ένα ειδικό τμήμα, το Γραφείο Εγκατάστασης Φυλών και Μεταναστών, το οποίο συστάθηκε το 1913, ασχολούνταν ειδικά με ζητήματα διασκορπισμού και επανεγκατάστασης πληθυσμών».

 

8 Ο ιστορικός Β. Αγτζίδης γράφει στο άρθρο του Blog του Ο Ίων Δραγούμης και οι νεοελληνικές αντινομίες: «Την ίδια εποχή (1909) υπήρξε ελληνική συμπαράσταση προς τους Αρμενίους, η οποία κορυφώθηκε κατά τις σφαγές των Αδάνων τον Απρίλιο του ιδίου έτους, με διαμαρτυρίες των Ελλήνων προκρίτων και των εκκλησιαστικών ηγετών στις οθωμανικές αρχές και στους ξένους προξένους υπέρ των θυμάτων, με απόκρυψη διωκόμενων Αρμενίων σε ελληνικά σπίτια και με δημόσιες καταγγελίες των ηθικών υπαιτίων.Το φθινόπωρο του 1910 ως το τέλος του 1911 υλοποιήθηκε ο Ελληνοαρμενικός  συνασπισμός  με κοινές ενέργειες των δύο Πατριαρχείων προς την Πύλη για την άρση των στρατολογικών, εκπαιδευτικών και των άλλων μέτρων εκτουρκισμού που χρησιμοποιούσαν οι Νεότουρκοι, με την έκδοση ειδικής εφημερίδας για τα δίκαια των εθνοτήτων της αυτοκρατορίας, την Tribune des Nationalites, με τη συσπείρωση των πολιτικών εκπροσώπων των δύο λαών γύρω από τον Ελληνικό Πολιτικό Σύνδεσμο και με συντονισμό των παρεμβάσεων των Ελλήνων και Αρμενίων βουλευτών στην Οθωμανική Βουλή». Πριν, στη σημ. 4, η διαμαρτυρία των Σουλιώτη και Δραγούμη στην Υψηλή Πύλη για τις ωμότητες των Νεότουρκων στους χριστιανικούς πληθυσμούς της Ανατολίας αποτελεί απάντηση σ’ αυτή την άποψη του Αγτζίδη. Εξάλλου, υπό το κράτος αυτών των ωμοτήτων και του σχεδίου των Νεότουρκων η ιδεολογία της συνύπαρξης των δύο λαών δεν αναιρείται, εφόσον υπήρχαν υποστηρικτές της σύμπτυξης της Ανατολικής Ομοσπονδίας μέσα στο Οθωμανικό Κοινοβούλιο.

 

9 Ξενοφών Μπρουντζάκης, Ποντίκι, τεύχος 1954 στις 02-02-2017: «Η σφαίρα τον βρήκε στο στήθος. Το τράνταγμα τον έκανε να στριφογυρίσει επιτόπου. Την ίδια στιγμή έπεσαν και οι οκτώ σφαίρες του αποσπάσματος. Δυο-τρεις τον βρήκαν στο στήθος και οι άλλες πίσω, την ώρα που είχε γυρίσει πια κι έπεφτε κάτω, στο καυτό χώμα του πεζοδρομίου, με την πλάτη γυρισμένη προς το απόσπασμα. “Ευρέθησαν πέντε έως εξ τραύματα εκ του όπισθεν” θα έγραφε στην έκθεσή του ένας νεαρός ανθυπίατρος, που θα εξέταζε πρώτος το πτώμα του όταν το μετέφεραν στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Όταν ο λοχίας πλησίασε το πεσμένο κορμί, ο Δραγούμης ζούσε ακόμα. Το αριστερό του πόδι μονάχα έκανε μερικές σπασμωδικές κινήσεις. Ο λοχίας πυροβόλησε ξανά, αυτή τη φορά στο κεφάλι. Το αριστερό πόδι έμεινε ακίνητο». Από μια σειρά άλλων ιστορικών βιογραφιών που κυκλοφόρησαν πρόσφατα, ξεχωρίζει αυτή του Γιάννη Α. Μάζη, «Ίων Δραγούμης, Ο ασυμβίβαστος», εκδόσεις Μεταίχμιο. Στη συγκεκριμένη βιογραφία, ο Μάζης προσπαθεί να αποδώσει δίχως προκαταλήψεις και ιδεολογικές παραμορφώσεις την πολυσχιδή και πολύπλοκη αυτή προσωπικότητα. Στο παράρτημα που παρατίθεται, στο οποίο ο συγγραφέας αναλαμβάνει την ευθύνη να απαντήσει στο αμφιλεγόμενο ερώτημα ποιος έδωσε την εντολή δολοφονίας του Δραγούμη. Η αντίστροφη μέτρηση για τη ζωή του άρχισε με την είδηση της δολοφονικής απόπειρας εναντίον του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Παρίσι. Αρχικά, επικράτησε μια σύγχυση και ο Βενιζέλος θεωρήθηκε νεκρός, πράγμα που πυροδότησε επικίνδυνα το κλίμα που επικρατούσε στην πρωτεύουσα. Ωστόσο, ακόμα κι όταν επιβεβαιώθηκε η είδηση πως ο Βενιζέλος σώθηκε από την απόπειρα, τα πράγματα δεν εκτονώθηκαν. Ήταν Παρασκευή, 31 Ιουλίου σύμφωνα με το παλιό ημερολόγιο, και ο Ίων Δραγούμης είχε πάει να παρακολουθήσει τις πρόβες ενός έργου που θα ανέβαζε στο θέατρό της η Μαρίκα Κοτοπούλη, με την οποία συνδεόταν ερωτικά. Όταν η σχετική είδηση έφτασε ώς τα παρασκήνια, η Κοτοπούλη που ήταν σφόδρα αντιβενιζελική, ανησύχησε ιδιαίτερα φοβούμενη αντίποινα των Βενιζελικών. Οι φόβοι της δεν άργησαν να επιβεβαιωθούν όταν το ίδιο απόγευμα λεηλατήθηκε το θέατρό της. Αμέσως, ο Δραγούμης εξέφρασε την αντίθεσή του για την απόπειρα και μαζί με την Κοτοπούλη εγκατέλειψαν το θέατρο για να βρουν καταφύγιο στο σπίτι του Δραγούμη στην οδό Ξενίας. Ωστόσο, καθώς οι κινητοποιήσεις γίνονταν πλέον ανεξέλεγκτες, θεώρησαν καλό να καταφύγουν στην Κηφισιά. Εκεί φιλοξενήθηκαν στο σπίτι της αδελφής του, Ναταλίας, γιατί η Κοτοπούλη ήταν ανεπιθύμητη στο πατρικό του. Εκεί, ο Δραγούμης έλαβε τη μοιραία για τη ζωή του απόφαση να επιστρέψει στην Αθήνα και να συντάξει ένα κείμενο για το περιοδικό Πολιτική Επιθεώρησις, στο οποίο ήταν συνεκδότης, που θα καταδίκαζε απερίφραστα τη δολοφονική απόπειρα κατά του Βενιζέλου. Στο μεταξύ, στην Αθήνα επικρατούσε χάος, δίχως κανείς να μπορεί να καταλάβει γιατί ο Ρέπουλης που εκτελούσε χρέη πρωθυπουργού δεν κήρυττε την πόλη σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το κύμα βίας, αντεκδικήσεων και λεηλασιών. Υπήρξε μια σοβαρή αδράνεια αντιμετώπισης της εκτροπής. Η διαθέσιμη 5η Μεραρχία δεν εκλήθη διότι αποτελείτο κατά βάση από Κρητικούς, οι οποίοι περισσότερο θα ενθάρρυναν τις πράξεις αντεκδικήσεων παρά θα τις κατέστελναν. Όταν αντικαταστάθηκε ο στρατιωτικός διοικητής και ανέλαβε τις απογευματινές ώρες ο στρατηγός Ευθύμιος Τσιμικάλης που αποκατέστησε την τάξη, όλα είχαν τελειώσει για τον Ίωνα Δραγούμη. Ώς τότε, το μόνο διαθέσιμο σώμα ασφαλείας για να επιβάλει την τάξη ήταν η αστυνομία και οι λεγόμενοι «Γυπαραίοι», ένα σώμα παραστρατιωτικό που είχε επικεφαλής τον Παύλο Γύπαρη και ήταν πιστός στον Βενιζέλο. Στην επιστροφή του για την Αθήνα, οδηγώντας την καμπριολέ μαύρη Φορντ που ήταν πασίγνωστη, ο Δραγούμης έγινε αντιληπτός από το μπλόκο που είχαν στήσει οι άνδρες του Γύπαρη στην Έπαυλη Θων, στη συμβολή Λ. Κηφισίας και Λ. Αλεξάνδρας. Με το που τον αναγνώρισαν, τον συνέλαβαν και μέχρι να τον μεταφέρουν στο παρακείμενο στρατηγείο, κάποιοι άνδρες του Γύπαρη αλλά και άλλοι από το πλήθος που τον είχε αναγνωρίσει, τον κλοτσούσαν και τον έφτυναν. Όταν τον παρέδωσαν στον Γύπαρη, ο Δραγούμης ήταν πλέον ασφαλής. Αμέσως μετά τη σύλληψή του στην Έπαυλη Θων έφτασαν δυο σημαντικοί επισκέπτες: ο ένας ήταν ο πλωτάρχης Πέτρος Βούλγαρης, γενικός γραμματέας του υπουργείου Ναυτικών, ένθερμος βενιζελικός και έντιμος στρατιωτικός, ο οποίος και ζήτησε από τον Γύπαρη να προστατέψει τον Δραγούμη και να τον παραδώσει στον στρατιωτικό διοικητή της πρωτεύουσας. Ο δεύτερος επισκέπτης αμέσως μετά τη σύλληψη ήταν ο Εμμανουήλ Μπενάκης, του οποίου η παρουσία δεν είχε καμιά εξήγηση και όσες προσπάθειες έγιναν κατόπιν για να δικαιολογηθεί, έμειναν μετέωρες. Να σημειωθεί ότι ο Μπενάκης ήταν φανατικός βενιζελικός και είχε προηγούμενα με τον Δραγούμη, η κόρη του Πηνελόπη Δέλτα υπήρξε ερωμένη του Δραγούμη και ο ίδιος είχε προπηλακιστεί από αντιβενιζελικούς στο παρελθόν. Όταν ο Δραγούμης έφυγε με συνοδεία πεζός για να μεταφερθεί λίγο πιο κάτω στο φρουραρχείο, ο Μπενάκης έμεινε λίγο στην Έπαυλη και είχε μια συζήτηση με τον Γύπαρη. Κατόπιν έφυγε και πήγε να συναντήσει τον Ρέπουλη. Κάποια στιγμή αργότερα, ο Γύπαρης μίλησε με κάποιον τηλεφωνικά, δίχως να γνωρίζουμε αν αυτό έγινε πριν ή μετά την αναχώρηση του Μπενάκη. Στο ύψος που σήμερα είναι το ξενοδοχείο «Χίλτον» λέγεται ότι κατέφτασε ένας λοχίας από την Έπαυλη Θων μεταφέροντας μια διαταγή στον επίσης λοχία Κίτσου που συνόδευε τον κρατούμενο. Αμέσως μετά, έστησαν τον Δραγούμη λίγα μέτρα μπροστά από ένα εκτελεστικό απόσπασμα και ο επικεφαλής λοχίας Σαρτζέτης έριξε την πρώτη τουφεκιά. (Αξίζει να σημειωθεί πως η σορός του Δραγούμη στο νεκροτομείο ήταν κάτι παραπάνω από δραματική: Λεηλατημένη χωρίς ρούχα με κλεμμένα τα δαχτυλίδια και το ρολόι του, ενώ το κεφάλι του είχε σχεδόν κοπεί. Τέτοιο μίσος είχαν οι Βενιζελικοί…) Η αυτοψία που ακολούθησε, έδειξε ότι ο Δραγούμης δέχτηκε δεκατρείς συνολικά σφαίρες και πέντε χτυπήματα από ξιφολόγχη που δεν διευκρινίστηκε αν έγιναν πριν ή μετά την εκτέλεση… Αν και η θέληση του Βενιζέλου ήταν να χυθεί άπλετο φως στην ανατριχιαστική αυτή υπόθεση, το κατεστημένο ένθεν κακείθεν (Βενιζελικών και Αντιβενιζελικών) δεν θέλησε να διαλευκανθεί η υπόθεση. Ενδεικτικό είναι ότι το 1921, με αντιβενιζελική, κυβέρνηση απαγγέλθηκε κατηγορία κατά του Μπενάκη για ηθική αυτουργία και δύο από τις αδελφές του Δραγούμη κατέθεσαν ως μάρτυρες υπεράσπισης. Και όταν αρκετά χρόνια μετά το 1935, ο Γύπαρης οδηγήθηκε ενώπιον του στρατοδικείου μετά το αποτυχημένο βενιζελικό κίνημα, υποστήριξε ότι τη μοιραία εντολή τού την έδωσε ο Μπενάκης.

 

10 Έργο του αρχιτέκτονα Αριστείδη Ζάχου  (Καστοριά 1871 − Αθήνα 1939). Υπήρξε διακεκριμένος   αρχιτέκτονας  και πολεοδόμος, ο οποίος σχεδίασε πολλούς ναούς, δημόσια και ιδιωτικά κτίσματα με βάση βυζαντινά και παραδοσιακά πρότυπα, επαναφέροντας έτσι την «ελληνικότητα» στη νεότερη ελληνική αρχιτεκτονική. Σπούδασε στη Γερμανία. Ο Ζάχος αναζήτησε την  ελληνικότητα στη βυζαντινή  και την παραδοσιακή αρχιτεκτονική των νεότερων χρόνων. Γι’ αυτόν τον λόγο, σήμερα θεωρείται «ο σημαντικότερος πρόδρομος της αρχιτεκτονικής του «ελληνοκεντρικού μοντερνισμού», όπως τον διακήρυξε η γενιά του ’30. Ωστόσο, ο ίδιος δεν ήταν εχθρικός απέναντι στα μοντέρνα κινήματα της αρχιτεκτονικής. Στα σημαντικά έργα του Ζάχου συγκαταλέγονται: Η  Οικία Αγγελικής Χατζημιχάλη  στην αθηναϊκή γειτονιά της Πλάκας (1924), που σήμερα ήμερα φιλοξενεί το ομώνυμο Κέντρο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης του Δήμου Αθηναίων, η Οικία Πάλλη στα  Ιωάννινα, η οποία κατεδαφίστηκε, η διαμόρφωση του Μεγάρου Ιλισίων της Αθήνας σε Βυζαντινό Μουσείο  (1930), η επίσης διαμόρφωση σε μουσείο της οικίας Διονυσίου Π. Λοβέρδου επί της Ακαδημίας 58 / Μαυρομιχάλη 8 στην Αθήνα (1925😉 και πολλά δημόσια κτίρια στα Ιωάννινα (περί το 1930), όπως το Ιεροδιδασκαλείο Βελλάς στον χώρο της ομώνυμης μονής στο Καλπάκι, η Ακαδημία, το Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο, το Μητροπολιτικό Μέγαρο, το υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης. Τρεις μεγάλοι ναοί στον Βόλο (19271928), ο καθεδρικός ναός του Αγίου Νικολάου, ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου, ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. και ο νεότερος ναός του Αγίου Δημητρίου στη Σιάτιστα, αφού ο προηγούμενος ναός το 1910 πυρκαγιά ναός του Αγίου Στυλιανού (Άσυλο του Παιδιού) στη Θεσσαλονίκη. Ο Αριστοτέλης Zάχος κλήθηκε το 1919 από το κοινοτικό συμβούλιο της Στεμνίτσας να αναλάβει «εξωραϊστικά έργα εντός της Κωμοπόλεως». Επίσης στο  Τελλόγλειο  Ίδρυμα της Θεσσσαλονίκης εκτίθενται τέσσερις υδατογραφίες του. Η οικία Φ. Πετυχάκη στο Ψυχικό, που ο Αριστοτέλης Ζάχος σχεδίασε το 1934, λίγα χρόνια πριν από τον θάνατό του, αποδεικνύει ότι ο αρχιτέκτονας ήταν ανοιχτός στα νέα ρεύματα της εποχής του.

 

11 Μωρίς ή Μορίς Ογκίστ Μπαρές (1862-1923):  Γάλλος εθνικιστής, φιλέλληνας, στοχαστής, μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος δοκιμιογράφος και πολιτικός, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, κριτικός, Ιστορικός της Τέχνης, Αισθητικός και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Οι εθνικιστικές ιδέες και το έργο του επηρέασαν σημαντικό τμήμα της Ευρωπαϊκής διανόησης, όμως επέδρασε καταλυτικά στους Γάλλους συγγραφείς Αντρέ Ζιντ και Αντρέ Μαλρώ. Η γνωριμία του με τον Γιάννη Ψυχάρη, επηρέασε σε μεγάλο βαθμό την συντηρητική στροφή του Ψυχάρη. Ο Ψυχάρης στο Ταξίδι του με λέξεις γεμάτες από τα ευγενέστερα συναισθήματα, γράφει: «Οι πατέρες μας, που τώρα κοίτουνται στον τάφο, δεν είναι πεθαμένοι, μας δώσανε τη ζωή τους, εμείς την έχουμε σήμερα και τη βαστούμε. Η σειρά δεν τελειώνει, η αλυσίδα δε σπάνει. Θα ’ρθουνε άλλοι κατόπι που θα πάρουνε, που θα βαστάξουνε και κείνοι μια ώρα την αιώνια ζωή που τους δώσαμε ‘μεις». Ο  Ίων Δραγούμης που με το ψευδώνυμο  Ίδας έγραψε το 1907, το βιβλίο Μαρτύρων και ηρώων αίμα, όπου εξυμνεί το Μακεδονικό αγώνα, όπως αναφέρει η κριτική της εποχής του, δέχθηκε καταλυτική την επίδραση που του άσκησαν ο Φρειδερίκος Νίτσε και ο Μπαρρές, για τον οποίο αναφέρεται συχνά στα ημερολόγια του, παραθέτοντας μάλιστα και αποσπάσματα από βιβλία του. Η ιδέα του Μπαρρές σύμφωνα με τη σχέση των νεκρών και των ζωντανών ανθρώπων που τους συνδέει το κοινό αίμα και η κοινή πατρίδα, φαίνεται στο βιβλίο Σαμοθράκη  του Δραγούμη στο κεφάλαιο «Νεκρικός διάλογος». Στο κεφάλαιο αυτό ο Δραγούμης συζητά με έναν κοσμοπολίτη ο οποίος είναι νεκρός και στο τέλος καταλήγει να του πει «την ψυχή σου την έχω εγώ μέσα μου που είμαι ζωντανός και πατριώτης σου». Ο Μπαρρές προτού εμφανιστούν τα γνωστά κινήματα του Μεσοπολέμου θα ορίσει πως  «ο εθνικισμός γεννά τον σοσιαλισμό» και θα επισημάνει την αναγκαιότητα της ένωσης αυτών των δύο ιδεών. Ο Δραγούμης θα είναι ο πρώτος στην Ελλάδα που θα φέρει την Ιδέα αυτή και θα αρχίσει να γράφει για έναν εθνικό σοσιαλισμό στην εφημερίδα Αθηναϊκή στις 20 Απριλίου του 1920: «…εις τους Έλληνας σοσιαλιστάς θα υπεδείκνυα αν ήθελον να με ακολουθήσουν… Εθνικόν σοσιαλισμόν, όχι υπό την γνωστήν έννοιαν, αλλ’ υπό την έννοιαν, ότι η εφαρμογή του θα είναι ανάλογος προς το έθνος και προς την κατάστασιν της εξελίξεώς του».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top