Fractal

Ήταν ωραία η ζωή

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Αρχοντούλα Διαβάτη «Κινητή γιορτή», διηγήματα, εκδόσεις Νησίδες, σελ. 83

 

«Η ρόδα του χρόνου γυρνάει πάνω κάτω φέρνοντας αγάπη ανάμεσα σε λύπες, ματαιώσεις και απώλειες».

Με πνευματικό βάθος, υπαινικτική γραφή και διάθεση ανίχνευσης πέραν του ορατού, η Αρχοντούλα Διαβάτη προσεγγίζει την πραγματικότητα, με ματιά ανθρωποκεντρική, κρατώντας πάντα την ουσία, απορρίπτοντας το περιττό ή το ευκόλως εννοούμενο. Τα μικρά κείμενά της παραπέμπουν άλλοτε σε διήγημα και άλλοτε σε χρονογράφημα με μικρές δοκιμιακού τύπου παρεμβολές.

Με διαύγεια, διακριτικότητα, αφηγηματική οικονομία, καταγράφει βιώματα, σκιαγραφεί με νοσταλγία, λεπτό σαρκασμό και υπόρρητη θλίψη ενσταντανέ για  τον χρόνο που χάνεται, γράφει για ιστορικά γεγονότα, μέσα από δικές της ή έμμεσα αφηγημένες αναμνήσεις, στο πλαίσιο κυρίως της πόλης που γεννήθηκε και ζει, την Θεσσαλονίκη, μεταβάλλοντας τη μνήμη σε έργο τέχνης. Συρράφει εμπειρίες που συνιστούν κατά βάση προσωπική ιστορία με φανερά ή αφανέρωτα σημάδια μιας ζωής με ένα βιβλίο πάντα στο μυαλό ή στο χέρι και παρόντες φιλοσόφους, συγγραφείς και λογοτεχνικούς ήρωες Πίσω από τις λέξεις της εμφωλεύει μεγάλη γκάμα συναισθηματικών αποχρώσεων. Πολλά από τα κείμενά της θυμίζουν ημερολογιακές σημειώσεις, παντρεύουν το παρόν με το παρελθόν, ενώ άλλα μικρότερα έχουν σαφή ταυτότητα διηγήματος.

«ΚΑΝΕΝΑΣ», η έλλειψη ανθρώπινης ουσιαστικής επαφής, η μοναξιά και η φωνή  των άλλων μόνο μέσα από τα καλώδια…

«ΣΕΛΦΙ», Οι φίλοι, οι συμβατικότητες που παρακάμπτονται, μετά το πέρασμα των κοινών διακοπών, που τόσο επιθυμήθηκαν… δύσκολη η συμβίωση.

   

«Ένας λιγόλογος γίγαντας με μισό χαμόγελο τρυφερότητας κι αμηχανίας», σε ένα αφιέρωμα στον Μάρκο Μέσκο, η απώλεια του οποίου, μεταξύ άλλων, σηματοδοτεί το «Τέλος της μικρής μας πόλης».

Νοσταλγία για τα νιάτα που έφυγαν, τους δρόμους που άλλαξαν όνομα, τις φιλίες της εποχής, τα διαβάσματα συγγραφείς και λογοτεχνικοί ήρωες που μένουν στη μνήμη. «Ήταν ωραία. Δεν υπήρχε η ανία, ούτε ως λέξη». Η χαρά, το γέλιο έχουν αλλάξει. Αγαπάει τα Χριστούγεννα, αυτό δεν έχει αλλάξει.» 

   

Η μητρική αγάπη ενάντια σε κάθε προδοσία, εγκατάλειψη. Προτεραιότητα και πηγή ζωής- ο πιο κοντινός δικός μας άνθρωπος, το παιδί μας!

Στο «Συνθέτοντας τον φυλλοβόλο εαυτό μας», σαν σημειώσεις ημερολογίου, αναγνώσματα και πάλι, συγκινήσεις, συνομιλία πεζογραφήματος με ποίηση και σκέψεις θανάτου.

Ενσταντανέ αποτυπωμένο σε τρίτο πρόσωπο, έρωτας που δεν τον ανάβει η Αποκριά ούτε η θέρμη των στίχων της μουσικής ή του ποτού, στο «Πριν ακόμη σβήσουν τ’ άστρα».

Σαρκαστικό σχόλιο για τη Δημόσια περίθαλψη, για τον πόνο που γίνεται στίγμα στο σώμα «σίκατα – σίκατα», όπως έλεγε στον αστυνόμο -χάριν ευπρέπειας- και η Λιονήδενα στο ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ της Μέλπως Αξιώτη.

 

 «Καλά, καλά, φθάνει που δεν πέσαμε σε μελαγχολία ή το χειρότερο σε ανία». Ο άδειος χρόνος των γιορτών γεμίζει με επαναλαμβανόμενη ρουτίνα κι ωστόσο αν προστεθεί κάτι νέο… Ήταν ωραία, σε μία εκ των υστέρων αναθεώρηση.

 

Μεγάλη εβδομάδα και διαβάσματα εν μέση δικτατορία, βιβλία που αγόραζα με τα δικά μου πρώτα λεφτά….. Νυγμοί και νύξεις, βελονισμοί στον νεκρό χρόνο και στη νεκρωμένη κοινότητα εκείνου του καιρού…

Ο φύλακας στη σίκαλη, ανάγνωση στα δεκαεννιά χρόνια και μετά η άλλη μετάφραση από την ίδια μεταφράστρια με το νέο ιδιόλεκτο των νέων, κι ωστόσο πιο δόκιμη η λέξη κάλπης με την οποία ταξινομούσε ο Κώλφηλντ τους συστημικούς τους κυνικούς και τους διεφθαρμένους. Νοσταλγία και πάλι.

 

Με προμετωπίδα στίχο από την προς Κορινθίους, η Κασσάνδρα και ο Λύκος.

Τα φαντάσματα της παιδικής ηλικίας, η Μαργαρίτα Καραπάνου και ο Χένρυ Τζέημς, στο Στρίψιμο της βίδας, κείμενα συγγενικά. Την καλή λογοτεχνία δεν έχεις να την διηγηθείς. Είναι από μόνη της, «σημαίνει», ένα κατόρθωμα της γλώσσας.

 

Με χιούμορ, λεπτή ειρωνεία αλλά και τρυφερότητα αναφέρεται στην Βασιλική την ξερόλα – αμόρφωτη δικηγόρο, χωρική, που η ανυπόστατη αυτοπεποίθησή της την έχρησε ”αρχηγό” στη μικρή κοινωνία.

 

Ένας πίνακας ανοιχτός στη θάλασσα αρκεί να ξεχαστεί κάποιος ότι βρίσκεται σε ιατρείο. Ήταν ωραία η ζωή.

     

 

Διακοπές στην Κάλυμνο και μετά πάλι η λογοτεχνία, ο Τζακ Λόντον. Η αξέχαστη μυθοπλασία του, οι κοινωνικές και πολιτικές του θέσεις ενάντια στον καπιταλισμό. Χαιρετισμός στους λογοτεχνικούς ήρωες του. Αχ, ΄Ερνεστ και ΄Αβις, είναι μόνο λογοτεχνία όλα αυτά. Με θαυμασμό και αγάπη  Α.Δ.

    

Στις μικρές ιστορίες  η αισιοδοξία παίζει με την απόγνωση. Δεν χωρούν ένδικα μέσα. Όλα έχουν τελειώσει.

Νέα ήθη. Στο λεωφορείο, ένα τώρα αλλιώτικο από το χθες.

Αγάπης αγώνας άγονος Διαβάσματα και πάλι, η ομορφιά του νησιού, οι παλιοί μετανάστες τώρα τουρίστες και αυτοί που γύρισαν «Αφήσαμε τον παράδεισο και ήρθαμε στην κόλαση».

     

Αγάπη για ποιον. Φιλικές συντροφιές, φιλοσοφικές συζητήσεις, ο Μπρεχτ – Ιστορίες του κ. Κόϊνερ το παραξένισμα, το ξάφνιασμα, με το οποίο πετυχαίνει να αποκαλύψει τελικά το παράλογο και το αφύσικο των καθημερινών καταστάσεων…

η πελαγοδρόμηση στο να δώσουν τον ορισμό της αγάπης.

 

Κατάσταση πολιορκίας, γύρω στο ‘ 65 και μετά η χούντα, το ξάφνιασμα. Ο πανεπιστημιακός καθηγητής και ο κλητήρας – παραπομπή στον Καλό στρατιώτη Σβέικ.

Χριστουγεννιάτικος εφιάλτης το χρυσό φλουρί και ο φόβος να μην πάει στους ξένους.

ΚΙΝΗΤΗ ΓΙΟΡΤΗ. Κύκλοι οι φιλίες, είναι αυτοί τα Χριστούγεννα, και εύχεσαι  η ευλογημένη ρουτίνα, που πάει να εδραιωθεί χρόνο τον χρόνο, να επαναληφθεί και φέτος. Απερισκεψία η νεανική μας απέχθεια για την επανάληψη και τους κύκλους της ζωής, που είναι η γιορτή.

 

Δελτίο ταυτότητος. Ο χρόνος και πάλι, που φεύγει και μαζί αυτό που κάποτε υπήρξε «Εσύ να ξέρεις ποια ήσουνα, και η συνωμοσία του χρόνου να σε δείχνει με το δάχτυλο χαμογελώντας ”τώρα κοίτα”». 

    

Και όμως: Είμαστε ακόμα στη σκηνή – ζωντανοί σαν ροκ συγκρότημα. Παρά τον μεγάλο σεισμό στην πόλη.

 

Και μετά ο Κρασναχορκάι και η μελαγχολία της αντίστασης. «Παλιά κυλούσε η ζωή σαν έρωτας  όταν στεγασμένη στην ανάγνωση ενός βιβλίου έκανε απιστίες στην καθημερινότητα». Και …

 

Καληνύχτα ντε. Το αισιόδοξο αεράκι της νιότης μέσα από την συναναστροφή με ανθρώπους του πνεύματος. Και στη συνέχεια: Το τρένο της μεγάλης φυγής, η ταινία του Κοντσαλόφσκι, το τελευταίο πράγμα που έκανε με τον πατέρα του ένας φίλος, την ίδια εβδομάδα τον είχε χάσει.

  

Διαβάζοντας τον  Ξένο. Σε δεύτερη ανάγνωση το βιβλίο του Καμύ – μου αρέσει πολύ…. Το παράλογο της ύπαρξης, ο επαναστατημένος άνθρωπος κι εδώ, όπως σε όλα τα βιβλία του Καμύ, απέναντι στην τρυφερή αδιαφορία του κόσμου και στην τρέλα των ανθρώπων, έτοιμων να θυσιάσουν όποιον δεν τους μοιάζει – τον ξένο.

Scrabble με μια φίλη που εξηγεί στρατηγικές ενώ εκείνη δεν ήθελε την ευθύνη της σκέψης πριν από την πράξη. Στην τύχη στέφθηκαν όλα με θετικό πρόσημο.

 

ΘΕΡΜΗ ΣΙΩΠΗ. Καλοκαίρι πάλι, η Χαλκιδική γεμάτη από βαλκάνιους τουρίστες. Η Σιμόν Βέιλ «μέσα στον άνθρωπο η προσδοκία του καλού, κι αυτό είναι το ΙΕΡΟ». Η αγάπη για την αλήθεια συνοδεύεται από ταπεινότητα.

Σ’ αυτή την σκέψη έρχεται στο νου ο Βάλουσκα του Κρασναχορκάι, στη Μελαγχολία της αντίστασης. Δεν υπάρχει τίποτα δικό μου που να μη μπορώ να το χάσω.

Και ενώ εκείνος αναρριχάται στο Μαγικό Βουνό του Τόμας Μαν, και επιλέγει να της διαβάζει κάποιους από τους διαλόγους του Σεττεμπρίνι και του Νάφτα, μέσα από την διαμάχη των οποίων ο Κάστορπ  κατάφερε από ένα μέτριο άτομο να γίνει μία αυτόνομη ανεξάρτητη προσωπικότητα, έρχεται η κακή είδηση του καμένου δάσους και των καμένων ανθρώπων

 

Η Αρχοντούλα Διαβάτη χρησιμοποιεί κυρίως πρώτο πρόσωπο που καθιστά πιο αυθεντική την αφήγησή της και άλλοτε τρίτο, αποτυπώνοντας στο χαρτί ενσταντανέ της απλής καθημερινότητας, με εμφανή την αναζήτηση του βάθους, δοσμένα με σοφή αφαιρετικότητα και υποδόρια ποιητική διάθεση, με μία γραφή εντελώς προσωπική.

 

Αρχοντούλα Διαβάτη

 

 

ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΔΙΑΒΑΤΗ

Γεννήθηκε και ζει στη Θεσσαλονίκη, όπου ζει και εργάζεται. Σπούδασε Νομική και Νεοελληνική φιλολογία στο ΑΠΘ.

Εργάστηκε ως καθηγήτρια νομικός στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Είναι μέλος της Εταιρίας Λογοτεχνών Θεσσαλονίκης (Ε.Λ.Θ.)

Βιβλία της: ΣΤΗ ΜΑΝΑ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ μυθιστορηματικά χρονικά εκδόσεις Το

Ροδακιό 2004 – ΤΟ  ΑΛΟΓΑΚΙ Της ΠΑΝΑΓΙΑΣ μυθιστορίες – Νησίδες 2012 –

ΦΕΥΓΩ ΑΛΛΑ ΘΑ ΞΑΝΑΡΘΩ – χρονογραφήματα Νησίδες 2014 – ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙ ΣΤΗ ΜΥΤΗ διηγήματα  Νησίδες 2015 – ΟΠΩΣ Η ΜΠΕΡΛΙΝΑ ποιήματα, Νησίδες  2017.

 

   

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top