Fractal

«Πραγματική εξαίρεση είναι η επανάσταση η οποία θα υπερβεί την κυριαρχία τής κανονικότητας, που τη γέννησε, ή δεν θα υπάρξει»

Γράφει ο Κωνσταντίνος Λίχνος // *

 

Χρήστος Μιάμης «Κατάσταση Εξαίρεσης – αστάθμητο, παρέκκλιση, επανάσταση», εκδ. Γράφημα

 

Ο Αλαίν Μπαντιού, στο τελευταίο του δοκίμιο, «Παρατη­ρή­σεις για τον αποπροσανατολισμό του κόσμου» (εκδόσεις ΑΓΡΑ, 2022), αναφέρει στην εισαγωγή: «Αυτό το δοκίμιο απευ­θύνεται κυρίως σε όλους εκείνους που μένουν αμήχανοι –του­­λάχιστον μετά το ξέσπασμα της πανδημίας– μπροστά στην προφανή ατα­ξία τού σύγχρονου κόσμου», και, ξεκινώντας τη δοκι­μή του, στην πρώτη σελίδα, γράφει: «Από τότε που ξέ­σπα­σε η παν­δη­μία, και κατά κάποιο τρόπο κάτω από τη ση­μαία τού Covid 19, δεν έχει πάψει να γίνεται λόγος για Κρί­σιμη Κατά­σταση».

Οι παραπάνω παρατηρήσεις, που επισημαίνουν την αντιφα­τικό­τητα και την αταξία τού σημερινού κόσμου –ειδικά μέσα στις νέες συνθήκες που επέβαλε η επιδημική κρίση–, αλλά, και τη διαρκή επίκληση μιας κρίσιμης κατάστασης, από την πλευρά των κυβερνώντων, συχνά, με αποτέλεσμα την κήρυξη και την επιβολή ενός προσωρινά, μόνιμου, καθεστώτος εκτά­κτου ανάγκης· διατυπώθηκαν από αρκετούς στοχαστές το τε­λευταίο διάστημα (προερχόμενους, μάλιστα, από διαφορετι­κές –ακόμη, και διαμετρικά αντίθετες– ιδεολογικές αφετη­ρίες) και, σε πολλές περιπτώσεις, θεμελιώθηκαν στην τάση να ανα­πτυχ­θεί μια πολιτική θεωρία εκκινούμενη από την πεποίθηση πως η διαχείριση της πανδημίας, από την πολιτική ηγεσία, διαμόρφωσε ένα κανονιστικό υπόδειγμα διακυβέρνησης, όπου η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης μετατρέπεται πια σε φυσιολο­γικό μοντέλο διακυβέρνησης.

Πολλάκις παρατηρήθηκε, σε αυτού του τύπου τις πολιτικές ανα­λύ­σεις, να θίγονται ζητήματα: για τη χρήση των περιορι­στι­κών μέτρων τής πανδημίας, τα οποία ήταν δυσανάλογα με την απειλή που είχε εμφανιστεί· για την τρομοκρατία που ασκή­θη­κε στις μάζες, οδηγώντας σε καταστάσεις γενικευμέ­νου πα­νικού, οι οποίες επέτρεψαν την εφαρμογή προσθέτων μέτρων ελέγ­χου και τη διεύρυνση των μεθόδων χειραγώγησης του πλη­θυ­σμού· ακόμη, όμως, και για την ενδεχόμενη εφεύρεση της πανδημίας, ώστε να αποτελέσει το ιδανικό πρόσχημα για τη λήψη και την επιβολή μέτρων εξαίρεσης. Παρατηρήθηκε, δη­λα­δή, κάποιες από τις θεωρήσεις αυτές, ενίοτε, να «φλερτάρουν» με τη συνωμοσιολογία τής πανδημίας και, τελικά, να αποτελούν ψήγματα μιας πολιτικής ανάλυσης της επιδημικής κρίσης, και όχι απόπειρες διαμόρφωσης μιας σύγχρονης συνεκτικής πολιτικής θεώρησης για το καπιταλιστικό κράτος, τον ρόλο τής πολιτικής ελίτ, τον τρόπο μεταβολής τής κανονικότητας, την εμφάνιση της εξαίρεσης, ή, πολύ περισσότερο, προ­σπάθειες συγκρότησης μιας πολιτικής θεωρίας για την επανα­στα­τική υπέρβαση της κυριαρχίας, είτε με τη μορφή τής κανονικότητας, είτε με τη μορφή τής κίβδηλης εξαίρεσης, η οποία θα λαμβάνει υπόψη της νέα δεδομένα, από τη μελέτη κινημάτων που εκδηλώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες.

Η κυρίαρχη ανάλυση, λοιπόν, σε μεγάλο βαθμό, εστιάζει στην αποκανονικοποίηση που προέκυψε λόγω τής πανδημίας και αδυνατεί να αντιμετωπίσει το ζήτημα σφαιρικά και ολό­πλευ­ρα. Παράλληλα, οι απόπειρες διερεύνησης των χαρακτη­ρι­στικών των σύγχρονων κοινωνικών κινημάτων, αποκαλύ­πτουν αδυναμία συγκρότησης μιας επαρκούς θεωρίας για την επαναστατική υπέρβαση του καπιταλισμού, η οποία θα αποτε­λούσε το κατάλληλο εργαλείο εξήγησης των σύγχρονων κινη­μα­τι­κών διαδικασιών. Ακόμη και όταν τίθενται υπό μελέτη διά­φορα εξεγερσιακά κινήματα –που εκδηλώθηκαν, για παρά­δειγμα, κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης– η ανάλυση πε­ριορίζεται στη δοσμένη ιστορική συγκυρία και τις ιδιότυπες παραμέτρους της, αμελώντας, ταυτόχρονα, να διερευνήσει τις ιδιομορφίες των πολιτικών πρακτικών, που έχουν αναδυθεί από τα κινήματα της νέας χιλιετίας, να αναζητήσει την ύπαρ­ξη ή όχι επαναστατικών προϋποθέσεων, που κατέστησαν δυ­να­τή την ανάδυσή τους πίσω από αυτά, να μελετήσει εις βάθος τις ευμετάβλητες πολιτικές συμμαχιών –προϊόν σύγκλησης ετε­ρ­­ό­κλητων πολιτικών φορέων και οργανώσεων, που καθορί­ζουν, σε σημαντικό βαθμό, την έκβαση των εξεγέρσεων– και, εν τέλει, αδυνατεί να αποκαλύψει, το κατά πόσο τα διάφορα σύγχρονα ανομοιογενή κινήματα (που εκδηλώθηκαν, φέρ’ ειπείν, μετά το 2010, παράλληλα με την παγκόσμια οικονο­μική ύφεση και την εδραίωση των πολιτικών λιτότητας που εφαρ­μόστηκαν, αλλά και λόγω τής πανδημίας και τής διαχεί­ρισής της, στην Κίνα, τη Μέση Ανατολή, τη Νοτιοανατολική Ασία, τη Νότια Ευρώπη, αλλά και τις Η.Π.Α.), είναι, όντως, εξεγερσιακά φαινόμενα, το τί ακριβώς τα πυροδότησε και ποιοί παράγοντες καθόρισαν την πορεία τους. Δυο χρόνια νω­ρί­τερα από το δοκίμιο του Αλαίν Μπαντιού, «Παρατηρή­σεις για τον αποπροσανατολισμό του κόσμου», τον Φεβρουά­ριο του 2020, ο Ιταλός φιλόσοφος Τζόρτζιο Αγκάμπεν, στο δο­κίμιο «Πού βρισκόμαστε; Η επιδημία ως πολιτική», αναφε­ρό­­μενος στα μέτρα που τέθηκαν σε εφαρμογή με αφορμή την προϊούσα επιδημία, γράφει: «Καταργείται το σύνταγμα, στο όνομα της έκτακτης ανάγκης, αλλά δεν καταργείται η έκτα­κτη ανάγκη». Στο έργο αυτό, διατυπώνει τη θέση, πως η κατά­­σταση εξαίρεσης έχει γίνει, πλέον, ο κανόνας. Η απορ­ρύθ­μιση της κανονικότητας, με περιορισμό της ελευθερίας με­τ­α­κίνησης, την απαγόρευση των συναθροίσεων, τη διακοπή συλλογικών εκδηλώσεων (όπως θρησκευτικών ιεροτελεστιών, τελετουργικών πένθους κλπ), είναι στοιχεία που τον οδηγούν να συμπεράνει, πως, με αφορμή την πανδημία, η κρατική εξου­­σία καταργεί συγκεκριμένες πτυχές τού κοινωνικού βίου και αναστέλλει τον Νόμο, δημιουργώντας ένα νέο νομικό καθε­­­στώς, μια νέα έννομη τάξη, η οποία θεσμοθετεί μια εναλ­λακτική κανονικότητα, τεκμηριώνοντας, κατά τον ίδιο, το γενικευμένο συμπέρασμα, ότι η κατάσταση εξαίρεσης, τείνει να γίνει πια, ο κανόνας.

Σχετικά με την παραπάνω κρίση, ο Νίκος Τζανάκης-Πα­παδάκης, στο δοκίμιο «Πανδημία και εξαίρεση», γράφει: «Οι εξαιρέσεις δεν δύνανται να γίνουν κανόνας, επειδή η λογική τους λειτουργία συνίσταται στην επιβεβαίωση του κανόνα. Μια κατάσταση απόλυτης ανομίας, όπως αντιλαμβάνεται ο Αγκά­μπεν την κατάσταση εξαίρεσης, είναι μακροπρόθεσμα μια αδύνατη κατάσταση… Για τον λόγο αυτό, η κατάσταση εξαί­ρε­σης παραμένει εξαίρεση, που επιβεβαιώνει έναν κανόνα. Ο κα­νόνας, όμως, που επιβεβαιώνεται, από μια κατάσταση εξαί­ρεσης –ακριβώς εδώ, έγκειται η ιδιαιτερότητά της ως εξαί­ρεση–, δεν είναι εκείνος σε σχέση προς τον οποίο η κατάσταση εξαίρεσης παρουσιάζεται ως τέτοια. Επειδή η κατάσταση εξαί­­ρεσης… παράγει δεδομένα, που θα γίνουν νομικά δεδομένα εντός τής (νέας) κανονικότητας, η οποία θα είναι μια μετα­βε­βλη­μένη κανονικότητα και ως εκ τούτου μια νέα κανονικό­τητα».

Οι προβληματισμοί που τέθηκαν παραπάνω είναι φανεροί στη συλλογιστική τού Χ. Μιάμη, στο παρόν δοκίμιο, στο οποίο, δίχως να περιχαρακώνεται σε μονομερή εστίαση, αυτο­νό­μηση και υπερδιόγκωση, επιμέρους στιγμών τής διαρκώς μεταβαλλόμενης κοινωνικής πραγματικότητας, προχωρά πέρα από την εξέταση της πανδημικής εξαιρέσεως: «Η κατάσταση εξαίρεσης έχει μετατραπεί, ειδικά εν μέσω πανδημίας, σε κοι­νό­τοπη διαπίστωση, όπου, οτιδήποτε δεν μοιάζει, με οτιδήπο­τε συνέβη πριν από αυτό, ονομάζεται εξαίρεση…», για να οδη­γηθεί εκτός των ορίων τής κλασσικής θεώρησης της εξαι­ρέσεως (όπως διατυπώθηκε από τον Καρλ Σμιτ, όπου η εξαί­ρεση φυλακίζεται «εντός των τόπων μιας κανονικότητας που ανα­πόδραστα και, περίπου, τελεολογικά, καταλήγει σε μια κά­ποια εκδοχή εξαίρεσης, ως εκπλήρωση των σκοπών τής κυ­ριαρχίας», και επιχειρεί να δώσει έναν επαρκή ορισμό τής κα­τάστασης εξαίρεσης· θέτοντας, συνάμα, τις βάσεις για τη δια­τύπωση μιας συνεκτικής πολιτικής θεωρίας για την κα­τά­σταση εξαίρεσης (η οποία, «μπορεί να υπάρξει μονάχα, εφό­σον θα απέχει από το να παρέχει θεωρητική εννοιολόγηση και ερμηνεία στους σκοπούς τής κυριαρχίας, αλλά θα αποτελέσει ένα φιλοσοφικό και πολιτικό εγχείρημα, (…), που θα θέσει στο φως τής επιστήμης και τής φιλοσοφίας, τα χνάρια τής ζωής των αποσυνάγωγων της κυριαρχίας».

 

Χρήστος Μιάμης

 

Αναφορικά με την παρούσα συγκυρία, βέβαια, της οποίας η θεωρητική διερεύνηση έχει ουσιαστική αξία, είναι προφανές, πως οι νομικοί περιορισμοί και η επακόλουθη διασάλευση της κοινωνικής κανονικότητας, που προκλήθηκε λόγω τής πανδη­μίας (όπως, αντίστοιχα, και η αποκανονικοποήση που προέκυ­ψε παλαιότερα, σε πολλά σημεία τού πλανήτη, «λόγω» τής οικο­νομικής κρίσεως, ή διάφορων δημοκρατικών παρεκκλί­σεων, στρατιωτικοποίηση καθεστώτων, δικτατορίες κλπ), δεν αποτελεί πραγματική εξαίρεση από τον καπιταλιστικό κανόνα –δεδομένου, πως δεν αμφισβητεί πυρηνικά χαρακτηριστικά τής καπιταλιστικής κυριαρχίας–, ούτε, απλώς και μόνο, κά­ποια ιδιότυπη έκφανση κανονικότητας· αλλά, εξαίρεση που διευ­ρύνει τα όρια της κανονικότητας, επεκτείνοντας τα πλαί­σια της κυριαρχίας· καθώς, η τελευταία, αναπροσαρμό­ζεται και αναπροσαρμόζει τα σύνορά της, εντός των συνθηκών μιας αδιακόπου πολεμικής κατάστασης, η οποία, αναδιαμορφώνει αδιά­λειπτα την κανονικότητα. Συγκεκριμένα επί τούτου, ο Χ. Μιάμης αναφέρει: «Η εξαίρεση δεν μπορεί να ιδωθεί σε διάρ­ρηξη προς την καπιταλιστική κυριαρχία, παρά μόνο στον βαθ­μό που παράγει νέο υπόδειγμα ζωής και πολιτικής, το οποίο θα συνιστά ολιστική άρνηση του υφιστάμενου. Οτιδήποτε άλλο, πανδημία, οικονομική κρίση, δικτατορία, δεν αποτελεί εξαί­ρεση εκ του καπιταλιστικού κανόνα».

Ακριβώς αυτή η προσπάθεια επαρκούς ορισμού τής κατά­στασης που θα δικαιούται να κατονομαστεί πραγματική κατά­σταση εξαίρεσης, είναι και η κύρια συνεισφορά του Χ. Μιάμη στο συγκεκριμένο, επίμαχο, και σημαντικότατο, ζήτημα. Απο­­φεύγοντας να καταπιαστεί, αποκλειστικά και μόνο, με την εξαίρεση της πανδημίας ή την επίδρασή της στην κανονιστική πραγματολογία, προσεγγίζει το θέμα συνολικά, πέρα και έξω από τα πλαίσια της πανδημικής ανάλυσης, πέρα και έξω από τα στεγανά τής κλασικής θεώρησης των καταστάσεων εξαί­ρεσης, διερευνώντας τη διαλεκτική εναλλαγή τής κανονικό­τητας με την εξαίρεσή της, και το επακόλουθο πέρασμα σε μια νέα κανονικότητα. Προσπαθώντας να δώσει έναν επαρκή ορι­σμό τής κατάστασης εξαίρεσης («Δυναμική κίνηση, που διαρ­ρηγνύει τους δεσμούς τού υποκειμένου με την υπάρχουσα κυριαρχία, προβάλλοντας ένα μέλλον πέραν τού δοσμένου, γέν­νημα της εμμενούς άρνησης του υφιστάμενου», αναζητώ­ντας τη μορφολογία τής εξαίρεσης, διερευνώντας την εγκυρό­τητα των αποκαλούμενων εξαιρέσεων («…τιτλοφορούνται εξαιρέ­σεις, διάχυτες και διάσπαρτες απόπειρες επαναδιαπραγμά­τευ­σης των όρων του συμβολαίου τής ήττας των αποσυνάγω­γων… οι οποίες αυτοεκπληρώνονται ως συσσωμάτωση στη μη­­­χα­νική τού καπιταλισμού, επιτρέποντάς της να παραμένει αλώ­­βητη», τόσο όταν προέρχονται εκ της δράσεως των, κατα­πιεσμένων από την κυριαρχία, υποκειμένων (όπου η εξαίρεση σκοπεί να προκύψει «ως απροσδόκητη βεβήλωση των σκοπών τής κυριαρχίας», όσο και όταν αναγγέλλεται και επιβάλλεται από την ίδια την κυριαρχία, για να αποτρέψει την εδραίωση μιας πραγματικής εξαίρεσης («Κατάσταση εξαίρεσης είναι η βίαιη προσαρμογή και αναδόμηση της κανονικότητας, όπου η κυ­ριαρχία δεν την επιβάλει, αλλά αναγγέλλοντάς την επιβάλ­λει τη δικαϊκή νομιμοποίηση μιας νέας κανονικότητας, ώστε να αποτραπεί η έλευσης μιας πραγματικής εξαίρεσης, που θα επι­φέρει ολιστική υπέρβαση του κανονιστικού ορίζοντα της κυ­ριαρχίας»), παραβλέποντας τις θεωρητικές παραδοχές, που ανα­δύθηκαν εντός τού θεωρητικού πλαισίου τής κλασικής θεώ­ρησης για την εξαίρεση (όπου, ο φορέας τής κυριαρχίας επι­βάλ­λει μια κατάσταση εξαίρεσης για να διαμορφώσει, απλώς, νέους τρόπους διασφάλισης της ηγεμονίας του), ο Χ. Μιάμης, προσεγγίζει, τελικά, την κυριαρχία καθαυτή ως το διαρκές διακύβευμα, μέσα στο καθεστώς τού «αέναου πολέμου και των συρράξεων που λαμβάνουν χώρα στους υπό διαρκή διεκδίκηση τόπους τής κυριαρχίας», για να συμπεράνει πως: «Η επιβολή τής εξαίρεσης από την πλευρά τής κυριαρχίας, δεν αποτελεί απόδειξη δύναμης, για τον φορέα τής κυριαρχίας, αλλά αδυνα­μία συντήρησης της κανονικότητας».

Εφόσον, κανονικότητα και εξαίρεση, προσεγγίζονται ως δυνα­μικές εκδηλώσεις τής κατάστασης πολέμου, στο επίκε­ντρο του οποίου τίθεται ο φορέας τής κυριαρχίας, με την εξαί­ρεση να αποτελεί, ταυτόχρονα, πράξη διασφάλισης της κυ­ριαρ­χίας, αλλά, και συνθήκη στην οποία υπονομεύονται τα πλαί­σια της κανονικότητας, που συνιστούν την κυριαρχία, το δοκίμιο του Χ. Μιάμη, καταλήγει να μην καταγίνεται, απλώς, με την κα­τά­σταση εξαίρεσης, ως μια απροσδόκητη αυθύπαρκτη στιγμή τής ιστορικής ροής, αλλά την εξετάζει ως δεσπόζουσα στιγμή τής κανονικότητας, για να διερευνήσει τη λειτουργία τής κυ­ριαρ­χίας, καθώς η κατάσταση εξαίρεσης γίνεται κανόνας· όταν η κανονικότητα παραχωρεί τη θέση της σε μια μόνιμη κα­τά­σταση εξαίρεσης, η οποία, φέροντας τον τίτλο τής μόνι­μης κατάστασης ανάγκης, μετατρέπεται σε κανονικότητα. Με τον τρόπο αυτό, το παρόν δοκίμιο, επικεντρώνεται στην ατέρ­μο­νη κατάσταση πολέμου, στην οποία διακυβεύεται η κυριαρ­χία, και συνεχίζεται αδιάκοπα, τόσο στην κανονικότητα, όσο και την εξαίρεσή της, ώστε να θέσει τελικά, το κρίσιμα επί­καιρο ερώτημα: «Ποιά η διαφορά μιας κυρίαρχης δικτατορίας ως κατάσταση εξαίρεσης (Χιτλερική Γερμανία), με ένα μοντέ­λο διαρκούς εξαίρεσης, που δρομολογείται εντός τού δυτικού πλαισίου τής καπιταλιστικής δημοκρατίας», και να απαντή­σει, πως: «σε συνθήκες καπιταλιστικής δημοκρατίας, η κυ­ριαρ­χία ανακατασκευάζει την κανονικότητα ως εξαίρεση. Μέ­σο και σκοπός, εξαίρεση και κυριαρχία, αποτελούν τη δικλείδα ασφαλείας, ώστε να μην διαταραχθεί η κανονικότητα, η οποία, σε συνθήκες που μοιάζουν κανονικές –αλλά, δεν είναι– είναι μια συνεχή κατάσταση εξαίρεσης, που, ωστόσο, είναι μια διαρ­κώς ανανεούμενη κανονικότητα, όπου διαστέλλονται τα σύνορα της καπιταλιστικής δημοκρατίας».

Στη διαλεκτική θεώρηση του Χ. Μιάμη, η κυρίαρχη κανο­νικότητα αποτελεί μια εμπόλεμη κατάσταση, η οποία δυνη­τι­κά κυοφορεί την εξαίρεση, ενώ συνιστά το περιβάλλον συγκρό­τησης του κράτους, ως φορέα τής κυριαρχίας, που κατα­σκευ­άζει τον διαρκή πόλεμο της κανονικότητας, στον οποίο, συ­νεχώς προστίθενται συρράξεις ως ενδεχόμενες εξαιρέσεις, «…εξαι­ρέσεις που επιτείνουν την πολεμική κατάσταση, δημι­ουρ­γώντας ένα αφόρητα αποπνικτικό πλαίσιο για την εύρυθμη λειτουργία τής κανονικότητας, εξωθώντας την κυριαρχία να αναβαπτιστεί ως κράτος έκτακτης ανάγκης, αποφασίζοντας την εξαίρεση, ανακατασκευάζοντας τις δομές της κανονικότητας». Η εξαίρεση, λοιπόν, προκύπτει ως αντίθεση ανάμεσα στην εφαρμογή τής κανονικότητας και στην αναστολή αυτής τής εφαρμογής, με σκοπό τη διαιώνιση της κυριαρχίας, προ­καλώντας διαστολή των ορίων τής κανονικότητας, οδηγώντας σε αναπροσαρμογή τού πλαισίου τής κυριαρχίας, όπου «η κυ­ριαρχία, ως κανονικότητα και ως εξαίρεση, τοποθετημένη εντός τής πολεμικής κατάστασης, αποτελεί η ίδια, ένα διαρκές δια­κύβευμα, για τον φορέα της και για τους αντιπάλους της».

Ερχόμενος, τελικά, σε ρήξη, με την πεποίθηση, πως μέσα από τις καταστάσεις εξαίρεσης, που οικοδομεί η κυριαρχία, μπο­ρεί να αποκαλυφθεί διαυγέστερα η ουσία τής κανονικό­τη­τας, ο Χ. Μιάμης υποστηρίζει πως η εξαίρεση δεν καταδει­κνύει τίποτα που να μην είχε προηγούμενος φανερωθεί στην κανο­νι­κότητα, πέραν του να τεκμηριώσει τη διαρκή προσπά­θεια της κυριαρχίας, να αποφύγει μια πραγματική κατάσταση εξαίρεσης. Και, διερευνώντας τους όρους και τις προϋπο­θέ­σεις, για την πραγμάτωση μιας πραγματικής εξαίρεσης, ως απο­τέλεσμα «βίαιης ανατροπής τού κανονιστικού πλαισίου κυριαρχίας, ριζικής αναπροσαρμογής των όρων εκφοράς τής κυριαρχίας, καθοριστική μετάλλαξη του φορέα, του περιεχομένου και της μορφής τής κυριαρχίας», καταλήγει πως «πραγ­ματική εξαίρεση είναι η επανάσταση», η οποία «θα υπερβεί την κυριαρχία τής κανονικότητας, που τη γέννησε, ή δεν θα υπάρξει», κι αν υπάρξει, ως γέννημα της ανθρώπινης δραστη­ριό­τητας που θα αμφισβητήσει ολοκληρωτικά την κυριαρχία, δεν θα μπορούσε ποτέ, να έχει «προκύψει με τρόπο κανονικό, ως σχηματοποιημένη και δεδομένη, απόρροια μιας τελεολο­γικής διαδικασίας».

 

 

* Ο Κωνσταντίνος Λίχνος είναι συγγραφέας, αντιπρόεδρος του Φιλολογικού Ομίλου Ελλάδος

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top