Fractal

Ο χρόνος, η μνήμη, ο έρωτας, ο θάνατος

Γράφει η Λίλια Τσούβα //

 

Αντώνης Σκιαθάς «Κατασκοπεία του χρόνου», εκδόσεις ΑΩ, 2021

 

Ένας από τους πιο σημαντικούς άξονες στην ποιητική συλλογή του Αντώνη Σκιαθά Κατασκοπεία του χρόνου (εκδόσεις ΑΩ, 2021) είναι ο χρόνος με την ευρύτερη και στενότερη έννοια του όρου. Ο πατέρας, η μητέρα, ο συλλογικός αγώνας, η κριτική στάση, ο σαρκασμός, είναι ποιητικά μοτίβα που επανέρχονται στην ποιητική του, όπως και ο άξονας της ιστορικότητας, οι ιστορικές στιγμές ορόσημα και η δράση των ανθρώπων σε αυτές.

Η συλλογή Κατασκοπεία του χρόνου ολοκληρώνεται σε τρία επίπεδα: Χρόνος. Κατασκοπεία. Οι εμμονές, Ιστορίες για την γενέθλια πόλη. Αφετηριακή σελίδα η παιδική ηλικία και η προσπάθεια του αφηγητή να συμφιλιωθεί με τα σκοτεινά νερά της μνήμης.

Στο πρώτο επίπεδο Χρόνος η μνήμη επαναφέρει μια εκτρωματική πραγματικότητα πνιγμένων επιθυμιών. Αποκαθηλωμένες σκηνές. Ψεύδη, ενοχές, ύβρεις, φόβος, θάνατος, φθορά. Κινηματογραφική και πλαστική εικονοποιία, εξπρεσιονιστικές εικόνες που κραυγάζουν μοναξιά, διάψευση, απώλειες, ή απεικονίζουν το τερατώδες είδωλο των κοινωνικών προβλημάτων: ασθενοφόρα να ουρλιάζουν, ημίνεκρους σε αναπνευστήρες, μισότρελα παιδιά, φέρετρα, παγωνιά, κατάθλιψη. Έρημος οδύνης, στρόβιλος αποκαρδίωσης, σαρκασμού και διαμαρτυρίας. Μια δύσμορφη πραγματικότητα, με δραματική επίταση της γλώσσας και του ύφους, μια ένταση του δράματος.

Μαχαιρωμένη τρέκλιζε σ’ όλο το σπίτι η μοναξιά. Στα κλάματα των ενοίκων συναντούσε τον ρολογά που έψαχνε τις σαρκοφάγους του χρόνου. […] (Ανοσία της Αγέλης, σελ.15)

Ώρες με πυρετό βελόνα τρυπώνει τα ρούχα του χρόνου, την σαρκοβόρο διαδρομή χαρακώνει ο Ποιητής κι η Μούσα του. Φαρμάκι οι μνήμες των αυτόχειρων ταξιδιών του […] (Φορτηγά στον κήπο, σελ.18)

[…] κλειδωμένα όνειρα […] Χωρίς δικαιολογίες έψαχνε το διαμονητήριο του σκεβρωμένου χρόνου […] (Ο Ποιητής, σελ.20)

Τι σύννεφο κι αυτό; Λαιμοδέτης. Η πόρτα ανοιχτή, ο χιονιάς έφτανε μέχρι το κρεβάτι. […] Απάντησέ μας, πριν φίλοι και γείτονες έρθουν να τους διδάξεις τις λεηλασίες της ζωής που αγάπησες […] (Μονόλογος Με Ήλιο, σελ.21)

[…] Ευλόγησαν κύριε, εδώ τα σπίτια έχουν βροχές, όπως τα ποιήματα καμένες λέξεις […] (Σημεία Στίξεως, σελ.22)

Στις αμαρτίες των πυρπολημένων ερειπίων ξημερώνει σκοτάδι […] Αλλάζοντας η χιλιετία άλλαξαν και οι θεοί μέσα τους, από τότε πήραν τους δρόμους […] (Συνάντηση σε Άδεια πλατεία, σελ.23).

Διάψευση, απογοήτευση, ερείπια, απώλειες. Μοτίβα που επανέρχονται οι γονείς, όπως και ο χρόνος ως αιωνιότητα. Το ποιητικό εγώ, καθώς συμπιέζεται, σπάζει τα λογικά δεσμά της συμβατικότητας. Αφήνει να κυριαρχήσει το παράλογο, το υπερρεαλιστικό.

[…] Τον έγκλειστο ποιητή, τον ανέστιο, στο διαμέρισμα με τη βιβλιοθήκη της χλωμής ζωής, την άδεια πισίνα των λέξεων, των τηλεφωνικών καταλόγων με ονόματα νεκρών και τον απότιστο λαχανόκηπο και τ’ απλωμένα ρούχα της βεράντας στο σκοτάδι. (Ανοσία της Αγέλης, σελ.15)

Ένας κόσμος τραγικά εσωστρεφής, ελλειπτικός, που βυθίζεται στην ύλη του συλλογικού ασυνειδήτου, που ρέπει προς τα τραγικά βάθη της ψυχής και του πολιτισμού. Συνυπάρξεις λέξεων που αναιρούν τη λογική και παράγουν τερατογόνα φαινόμενα ανεπάρκειας και ματαίωσης.

Δραματικές είναι και οι ποιητικές ιστορίες του δεύτερου μέρους, Κατασκοπεία. Περιγράφουν μοναχικούς ανθρώπους πληγωμένους με ανεξίτηλα τραύματα, εικόνες σήψης και στασιμότητας, αλλά και έρωτα. Διάστικτα από αίμα και θάνατο τα ποιήματα.

«[…] Ήταν ξεβιδωμένες και άσιτες από αγάπη οι νύχτες μου. Μ’ ένα καρβέλι θάνατο μοίραζα μαζί της τον αέρα τ’ αρχοντικού. Ήταν και εκείνο το τίποτα της ψυχής, στα μικρά χωριά του καναπέ παρέα μ’ ένα σκύλο μαύρο στην άβυσσο του χρόνου σχισμένο. Πρώτα, θέρισα όλες τις πορσελάνες των ήλιων που κράταγαν οι μοίρες μας στις σκιές των δωματίων. Μετά πήρα το μαχαίρι». […] (Η Απολογία Α, σελ. 36)

Αναφορές στο Ολοκαύτωμα και τη Μικρασιατική καταστροφή, ελληνικές σκηνές γεμάτες φως και παράδοση, συμβολιστικοί και υπερρεαλιστικοί στίχοι.

Στο τρίτο μέρος, Οι εμμονές, Ιστορίες για την γενέθλια πόλη, η κατασκοπεία του προσωπικού χρόνου αφιερώνεται στους γονείς Δημήτρη και Ράμπελα. Βιωματικές αφηγήσεις που περιλαμβάνουν το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας, την πολιτική ιδεολογία του πατέρα, τις διώξεις, τα βασανιστήρια, το όραμα μιας άλλης κοινωνίας. Αναβιώνουν μια εποχή με όνειρα και πάθη, με τις ιδιοκατασκευές από τσιμεντόλιθους των Μικρασιατών προσφύγων και τα αυθαίρετα, το μπακάλικο, το καρβουνιάρικο, τους βιομηχανικούς εργάτες, την ανέχεια, τα βερεσέδια. Το σπίτι στο Περιστέρι με τον κήπο και τις τριανταφυλλιές ευωδίαζε μητρική και φιλική αγάπη. Οι αναμνήσεις από τις γιορτές και τα γλυκύσματα της μητέρας, τα παιχνίδια με τους φίλους, έχουν το στοιχείο της αναπόλησης και της νοσταλγίας.

Στη συλλογή Κατασκοπεία του χρόνου ο Αντώνης Σκιαθάς, ξεφυλλίζοντας το βιβλίο του χρόνου, ψηλαφεί τα τιμαλφή της μνήμης και της ζωής. Ανασκαλεύει τις περίτεχνες κορνίζες στους τοίχους και τις σερβάντες. Κατεβαίνει στα υπόγεια της μνήμης και της ψυχής. Προσπαθεί να συμφιλιωθεί με το παρελθόν και να κοιτάξει αισιόδοξα το μέλλον.

 […] Στο χέρι μας, είπες, είναι η συμφιλίωση, ας λυσσομανάει έξω το άδειο του χρόνου σαρκίο, μη ζητάς εκδίκηση για τα σκοτεινά νερά της μνήμης που χάλα­σαν το σπίτι. […] (Συμφιλίωση,σελ.9)
            Η δυναμική του χρόνου και της μνήμης, (ατομικής και συλλογικής), καθορίζουν την ποιητική του Σκιαθά. Αυτοαναφορές και διακειμενικότητα. Ποίηση βιωματική, με υποβόσκοντα πεσιμισμό, μια αγωνία, ένας λεπτός θρήνος γι’ αυτό που χάθηκε, μια απέχθεια για τη σήψη που έχει αρχίσει να διαβρώνει, μια διάθεση αντιπαράθεσης απέναντι στον χαλασμό, μια θλίψη από την καταλυτική επιπεδότητα της καθημερινότητας, δοσμένη με τρόπο εξομολογητικό, με τρόπο αιχμηρό, κριτικό, αυτοκριτικό, σαρκαστικό, με συγκίνηση και εικονοποιία, μια ιδιόρρυθμη γοητεία του ποιητή.

 

Αντώνης Δ. Σκιαθάς

 

Ένας πολύχρωμος πίνακας, όπου το μαύρο δένεται με το κόκκινο του αίματος και το γαλάζιο του ελληνικού ουρανού. Η μνήμη δεν ρίχνει ευφρόσυνη ματιά στις καταστάσεις. Όμως η θεματική του χρόνου, όπως δηλώνεται στον τίτλο και γύρω από την οποία κινείται η ποιητική του Σκιαθά στη συλλογή Κατασκοπεία του χρόνου, εμπεριέχει ούτως ή άλλως την οδυνηρή σύγκρουση με τη στιγμή, προσωπική και ιστορική. Ο διάλογος με τα γεγονότα συνήθως καταλήγει δραματικός μονόλογος με ελεγειακό βηματισμό. Η τραγωδία του καταβυθισμένου στο «είναι» εαυτού προέρχεται συνήθως από την αδυναμία να αποδεχθεί το προσωπείο, από την τόλμη να αντικρίσει κατάματα τις στιγμές, στοιχείο που τον καθιστά έναν βαθιά πληγωμένο άνθρωπο, ο οποίος έχοντας επίγνωση του αδιεξόδου του, βρίσκει καταφύγιο στην κρύπτη της ποίησης.

Στην Κατασκοπεία του χρόνου, το λυρικό εγώ του Αντώνη Σκιαθά ορθώνεται σε αντίθεση με τον κόσμο των φαινομένων. Αντιπαραβάλλοντας ένα άλλο ήθος, προσδίδει έναν διδακτικό -με την έννοια του αφυπνιστικού- τόνο στα λεγόμενά του. Ο αφηγηματικός χαρακτήρας, ο εξομολογητικός τόνος, η δραματική διάθεση, οι ρητορικές ερωτήσεις, το ύφος προφορικού λόγου, η οπτική παρουσίαση των ποιημάτων, ανοίγουν έναν διάλογο επικοινωνίας με ποιητικά μοτίβα τον χρόνο και τον θάνατο, την αιωνιότητα, τον σαρκασμό, τη διαμαρτυρία.

Ο ποδηλάτης

Πάντα, μα πάντα υπάρχει μια Σταύρωση και σίγουρα μια Ανάσταση. Στο τέλος υπάρχει μια αρχή, γιατί αλλιώς τι τέλος θα ήταν. Στο σήμερα υπάρχει η βιωτή του χθες που ορίζει το αύριο στεφανωμένο, είτε με κισσό είτε με αγριελιά κι ας έχει η νύχτα μέρα και το πρωί σταυρό σε ξύλο.

Κι αυτή η άνοιξη θέλει να αγαπηθεί με γκιώνη σε κλαρί πασχαλιάς που ψάχνει για φεγγάρι. Κι αυτή η άνοιξη θέλει να αγαπηθεί με σύννεφα στις άκρες των κυπαρισσιών που κρύβουν αθρήνητα του χρόνου τη θέα.

Το ποδήλατο όμως αφημένο κάτω από τη λεμονιά στο μαρτύριο του ήλιου, ολόλευκο και η μέρα ξανά από την αρχή περιμένει τον ποδηλάτη. (σελ. 31)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top