Fractal

Τα δυο πρόσωπα του Ιανού

 Γράφει η Ελένη Γκίκα //

«Ο γιος» του Jo Nesbo. Μετάφραση: «Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη. Εκδ. «Μεταίχμιο», σελ. 556

 

thumbnail«Στα κουτάβια πρέπει να μάθεις απ’ την αρχή ποιος έχει το πάνω χέρι και να σιγουρευτείς ότι είναι πάντα έτσι. Να θυμάσαι ότι η καλοσύνη εκλαμβάνεται ως επιείκεια και η συγχώρεση ως αδυναμία. Η κακή συμπεριφορά πρέπει να τιμωρείται. Κι αυτό είναι δική σου δουλειά. Το ‘πιασες;»

Και ο ηρωινομανής Σόνι έχει μάθει με σκληρό τρόπο «ποιος έχει το πάνω χέρι». Σε μια εποχή όπου έχουν έρθει, κυριολεκτικά, τα επάνω- κάτω, το αστυνομικό μυθιστόρημα απ’ όπου και αν… προέρχεται, δεν γίνεται παρά να είναι το σύγχρονο κοινωνικό μυθιστόρημα. Το μυθιστόρημα που απεικονίζει, έστω και καθ’ υπερβολή, την εποχή μας. Και φυσικά αρχίζει ανάποδα. Απ’ το σκοτάδι στο ημίφως. Ας μη ξεχνάμε ότι ζούμε σε μια μεταιχμιακή εποχή.

Και έτσι αρχίζει να ξετυλίγεται η ιστορία, μέσα στον απόλυτο ζόφο και μέσα από τις φυλακές. Για να θέσει μετά υπό αμφισβήτηση όλους και όλα: δικαίους και αδίκους, θύτες και θύματα, παρανόμους και εκπροσώπους του νόμου, ζωντανούς και νεκρούς. Με κεντρικό ήρωά του έναν παραβατικό ήρωα, γιο αυτόχειρα αστυνομικού, ο Νέσμπο αναζητά, ματαίως βεβαίως, έναν κόσμο δικαίου. Στη φυλακή ο αλλόκοτος μικρός Βούδας που αποδέχεται καταδίκες για την δόση του αποτελώντας έναν ιδιότυπο εξομολόγο θα μάθει ότι ο πατέρας του, τελικά, δεν ήταν «το καρφί». Με τυφλή πίστη στο ότι «γινόμαστε όπως και εκείνος» θα γίνει ένας ο εκδικητής τιμωρός ξαναπιάνοντας το νήμα απ’ εκεί που νομίζει ότι άφησε αυτός. Θα ξεπεράσει τον εθισμό τους και τον ίδιο του τον εαυτό και θα εκδικηθεί όποιον κατόρθωσε, τελικά, να γλυτώσει απ’ τον νόμο.

Στην ξέφρενη πορεία του, διεφθαρμένοι ιερείς και διευθυντές φυλακών, βαποράκια, εφοπλιστές και έμποροι ναρκωτικών. Φιλόδοξοι ερευνητές, ξεπουλημένοι δημόσιοι υπάλληλοι, ελεήμονες άστεγοι και βαρυποινίτες μεταμελημένοι.

Σ’ έναν κόσμο που δεν είναι τίποτε εκείνο που φαίνεται και ο Μεσσίας αργεί να φανεί, ο γιος του πατέρα θα γίνει το χέρι ενός θεού- τιμωρού. Ηττημένος εν τη γεννήσει του γι’ αυτό και ο απόλυτος άρχοντας. Ο χαμένος που δεν έχει να χάσει πια τίποτε.

«Ο στενός, ασβεστωμένος και απλά διακοσμημένος χώρος περιείχε σειρές από στασίδια που οδηγούσαν στην Αγία Τράπεζα και τον Εσταυρωμένο. Η ήττα ως νικηφόρο σύμβολο».

Απέναντί του, ο στενός φίλος του πατέρα του. Ο καλόκαρδος μπάτσος με την ημίτυφλη γυναίκα του και το σκοτεινό παρελθόν. Και ο απόηχος ενός σκοτεινού παρελθόντος δικού του, ο αντίλαλος του απόντος αλλά πανταχού παρόντος πατρός:

«Έλεγε ότι η εποχή του οίκτου μας άφησε χρόνους κι ότι έχει έρθει η μέρα της κρίσεως. Αλλά μιας κι ο Μεσσίας καθυστερεί, καλούμαστε εμείς να κάνουμε τη δουλειά του. Μόνο εκείνος μπορεί να τους τιμωρήσει, Μάρτα. Η αστυνομία του Όσλο είναι διεφθαρμένη, προστατεύει τους εγκληματίες. Νομίζω ότι ο Σόνι κάνει ό,τι κάνει γιατί νιώθει ότι το χρωστάει στον πατέρα του. Γι’ αυτό πέθανε κι ο πατέρας του: για τη δικαιοσύνη. Το είδος της δικαιοσύνης που είναι υπεράνω νόμων».

Αλλά και η αγάπη, ανοιχτή πάντα στο ενδεχόμενο. Με την μορφή της απόλυτης παραδοχής. Η ελεύθερη επιλογή για μετάνοια έστω και εκείνη την ύστατη στιγμή. Η δεύτερη ευκαιρία που μας δίνει ή διεκδικούμε εμείς από τη ζωή:

«Συγχώρεση, Ελπίδα. Μια καινούργια αρχή. Μια δεύτερη ευκαιρία. Οι περισσότεροι δεν τα καταφέρνουν, συνέχιζαν να επαναλαμβάνουν τα ίδια λάθη όλη τους τη ζωή, έβρισκαν χίλιες δυο προφάσεις για να τα γαμήσουν όλα. Οι ίδιοι δεν το ήξεραν ή μάλλον προσποιούνταν ότι δεν το ήξεραν, αλλά είχαν χάσει το παιχνίδι πριν καν παίξουν. Γιατί στην πραγματικότητα δεν ήθελαν να πετύχουν. Αλλά ο Ρόβερ ήθελε. Δεν επρόκειτο ν’ αφήσει τίποτα να τον σταματήσει πια. Ήταν δυνατότερος. Σοφότερος. Μα ένα πράγμα ήταν σίγουρο: Όποιος περπατάει με το κεφάλι ψηλά παίζει να φάει και τα μούτρα του».

Η πτώση και η μεταμέλεια. Το σκοτεινό πρόσωπο μιας αντιφατικής εποχής. Η ατομική βία απέναντι στην κρατική διαφθορά και βία:

«Έχει γίνει αστέρι στις εφημερίδες, το ξέρετε;»

«Τον αποκαλούν σύγχρονο τρομοκράτη. Λένε ότι έχει κηρύξει τον πόλεμο στο οργανωμένο έγκλημα και τον καπιταλισμό. Ότι ξεπλένει την κοινωνία από καθετί σάπιο».

«Μα είναι εγκληματίας».

«Αυτό κάνει την όλη ιστορία ακόμα πιο σκανδαλιστική».

Εγκιβωτισμένες σε έναν άθλιο κόσμο οι μικρές ηττημένες αλλά πάμφωτες ζωές των ανθρώπων. Μικρές συναντήσεις και μεγάλες διαπιστώσεις για τον χρόνο και την απόλαυση, για τον θάνατο που παραμένει, εν τη γεννέσει μας, η μοναδική σταθερά στη ζωή:

«Κοίταξε τη μοτοσυκλέτα πίσω από τον γίγαντα. Η Γιάνε είχε δίκιο. Έπρεπε να την είχε βάλει μπρος, να κλείσει τα μάτια και ν’ απολαύσει τη μουσική της. Ν’ απολαύσει την ηδονή εκείνης της στιγμής. Είναι μια αλήθεια, τόσο προφανής και τόσο κοινότοπη, αλλά και παράλογη συνάμα, αφού δεν καταλαβαίνουμε πόσο κοινότοπη είναι μέχρι που φτάνουμε στο κατώφλι του θανάτου: ότι το μόνο σίγουρο στη ζωή είναι ότι θα πεθάνουμε».

Οι φτωχοδιάβολοι άγιοι της ζωής και ένας αλλόκοτος Μεσσίας «Ο Βούδας με το σπαθί». Το διπλό πρόσωπο της διαφθοράς, εξ ου και ο θρύλος του Δίδυμου που καθορίζει τους ήρωες, την ιστορία, την ίδια μας τη ζωή:

«έλεγε ότι ο Δίδυμος θέλει να προαχθώ- άρα δεν έχει ιδέα ότι είμαστε δυο- στο Σώμα».

«Έδειξα το γράμμα στον Ζ. Δεν ξέρω γιατί, αλλά δεν γέλασε».

«Ξέρω ότι ο Ζ δεν μ’ εμπιστεύεται πια. Και γι’ αυτό δεν τον εμπιστεύομαι ούτε εγώ. Δείξαμε ο ένας στον άλλο το πραγματικό μας πρόσωπο».

«Ο Δίδυμος χρειάζεται μόνον τον έναν απ’ τους δυο μας».

«Το ξέρω πόσο περίεργο ακούγεται, αλλά προσεύχομαι καμιά φορά να το βρει κάποιος αυτό το ημερολόγιο. Έτσι είναι ο άνθρωπος, τελικά».

Τα δυο πρόσωπα του Ιανού και η μοναδική σωτηρία ενδεχομένως, η αποδοχή:

«Ο Αϊνστάιν είχε πει κάποτε ότι ο ορισμός της τρέλας είναι να επαναλαμβάνεις το ίδιο πράγμα νομίζοντας ότι θα έχεις διαφορετικό αποτέλεσμα. Τι θα γινόταν όμως αν υπήρχε κάτι, θεϊκή έμπνευση ας πούμε, που να μας κάνει να διαλέξουμε διαφορετικά την επόμενη φορά;»

Ο μοναδικός κι ανεπανάληπτος δρόμος του καθένα, «Η ευθύνη ενός γιου δεν είναι να γίνει σαν τον πατέρα του, είναι να γίνει καλύτερος από τον πατέρα του». Η μεγάλη ώρα της ύστατης επιλογής: «Αλλά πάντα υπάρχει ένα σημείο δίχως γυρισμό, όπου τα πράγματα δεν γίνεται ν’ αναβληθούν άλλο, όπου δεν έχεις περιθώριο άλλη μέρα να πεις “είμαι αδύναμος τώρα, αλλά αύριο θ’ αρχίσω το υπόλοιπο της ζωής μου”».

Ενδεχομένως το πιο καλοστημένο μυθιστόρημα του Νέσμπο. Με τα μεγάλα ζητήματα, υπαρξιακά, πολιτικά, κοινωνικά ακόμα και θεολογικά αναπάντητα αλλά ωστόσο παρόντα: εκεί.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top