Fractal

Στα σκοτεινά χρόνια της ελληνικής αρχαιότητας

Γράφει η Καλομοίρα Πιέτρη- Αυγούστη //

 

Πάνος Παπαμιχάλης «Ήθελε ακόμα φως πολύ να ξημερώσει», εκδ. Γαβριηλίδης, σελ. 328

 

Απόψε έχουμε την χαρά να παρουσιάζουμε το βιβλίο του Πάνου Παπαμιχάλη «Ήθελε ακόμη φως πολύ να ξημερώσει». Αισθάνομαι μεγαλύτερη χαρά και συγκίνηση, διότι παρουσιάζεται στη γενέθλια πόλη του και τα συναισθήματα είναι ποικίλα.

Χαίρομαι που ένας νέος άνθρωπος ασχολήθηκε με τα σκοτεινά χρόνια της ελληνικής αρχαιότητας, αν και δεν είναι γνωστά πολλά για την περίοδο αυτή.

«Αντανακλάσεις παρελθόντος σηματοδοτούν το παρόν και το μέλλον» γράφει ο Ντάρελ στο «Αλεξανδρινό Κουαρτέτο».

«Τα σπέρματα των μελλοντικών γεγονότων τα κουβαλάμε μέσα μας».

Η μνήμη είναι η αλήθεια μας, χάρη στη μνήμη μας παρελθόν και παρόν μπορούν να συνυπάρχουν.

Πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος που ζούμε, ο τυραννισμένος από τον φόβο και την ανησυχία έχει ανάγκη ένα καλό βιβλίο να ταξιδέψει, να ξεφύγει από τον στενό κλοιό της καθημερινότητας, να μπει σ’ ένα κόσμο νοσταλγίας και επαναφοράς της μνήμης σε χρόνους του παρελθόντος.

Ένα ταξίδι στο χώρο και στον χρόνο, προετοιμάζοντας την εποχή του Μεγάλου Αποικισμού στο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου και ο Πάνος το κατόρθωσε με επίμονη μελέτη και έρευνα, βάδισε στα πρότυπα του Άμπντ αλ Λατίφ (1162/ 3- 1236) που έλεγε: «Ο μελετητής πρέπει να διαβάζει ιστορίες, να εντρυφεί σε βιογραφίες και εμπειρίες εθνών. Με αυτόν τον τρόπο θα είναι σα να μην έχει συμβιώσει στο σύντομο βίο του με ανθρώπους του παρελθόντος, σαν να τους γνώριζε προσωπικά και αναγνώριζε το καλό και το κακό ανάμεσά τους».

Ένα βιβλίο άκρως ποιητικό, περιγραφικό, περνά μπροστά μας σαν κινηματογραφική ταινία.

Ομολογώ πως ο τίτλος του βιβλίου «Ήθελε ακόμη φως πολύ να ξημερώσει», με εντυπωσίασε, με μάγεψε. Ένας στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη, ένας ύμνος στη ζωή, ένας καημός να ανατείλει το φως, η Ανάσταση, όμως μέσα από το σκοτάδι πάντα υπάρχει κάποια ρωγμή για να εισέλθει το φως, και ο Πάνος βρήκε το πέρασμα, την δίοδο να εισχωρήσει στου χρόνου τα χαλάσματα, να δώσει φως στο σκοτάδι για να αναγεννηθούν οι ψυχές των προγόνων μας.

Οι όμορφες εικόνες του ταξιδιού, περνούν στη μνήμη μου σαν τα κύματα της θάλασσας, τυλιγμένες η μία μετά την άλλη, με παρασύρουν να ταξιδέψω κι εγώ στα βάθη της Ιστορίας, στις πιο μακρινές θάλασσες, ανεπανάληπτες στιγμές μέσα στο χρόνο, ο χρόνος παγιδεύει στιγμές, λέξεις, σιωπές. Μέσα από τον χρόνο γεννιόμαστε, δημιουργούμε, μεταμορφωνόμαστε, έως ότου φτάσουμε στο αποκορύφωμα της ζωής.

Η γραφή είναι ίσως η μοναδική άμυνα απέναντι στη σκληρότητα της ζωής. Γι’ αυτό γράφουμε, για να αντισταθούμε στα σημάδια του χρόνου. «Δε γράφω για μια εκλεκτή μειοψηφία, που δεν σημαίνει τίποτα για μένα, αλλ’ ούτε για κείνη τη χιλιοβασανισμένη πλατωνική κατηγορία που είναι γνωστή ως «οι μάζες». Δυσπιστώ και στις δυο αυτές αφαιρέσεις, τις τόσο προσφιλείς στους δημαγωγούς. Γράφω για μένα και τους φίλους μου και για να απαλύνω τη ροή του χρόνου». Μπόρχες, εισαγωγή στις «Ασκήσεις ενός τυφλού» και από το «Βιβλίο της άμμου».

Περιπλανήσεις στο παρελθόν ενδυναμώνουν τον ψυχικό μας κόσμο για διαλογισμό και ενατένιση στο εγγύς μέλλον.

«Σιγά- σιγά γεννιόταν μέσα του η επιθυμία να ανασυστήσει τη σκοτεινή εποχή, που τον γέννησε η φαντασία του και να μην αφήσει το έπος του Αίαντα να βυθιστεί ξανά στη σιγή και ακολουθεί το ρητό του Πινδάρου που λέει: «Θνάσκει σε σιγαθέν καλόν έργον» (Αφανίζεται το όμορφο έργο, όταν το σκεπάσει η σιωπή), λειτουργώντας λίγο, όπως οι αρχαιολόγοι που βρίσκουν θραύσματα ενός αγγείου και τα κολλάνε το ένα με το άλλο και γεμίζουν με πηλό τα κενά, για να το ανασυστήσουν.

Ο Πάνος θέλει τον αναγνώστη δίπλα του, συνοδοιπόρο, να ξεκινήσουν μαζί το ταξίδι στον κόσμο της Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας, βήμα- βήμα να τον ξεναγήσει στα μακρινά ταξίδια.

Οι μεγάλες περιγραφές κατά την διάρκεια των ταξιδιών, γίνονται σύμβολα ελευθερίας και αυτοκαθορισμού για τα πρόσωπα του μύθου, αλλά και για τον κόσμο που σπαράσσεται από επιδρομές και πειρατείες. Κάθε σελίδα του βιβλίου είναι και ένας θησαυρός πολύτιμος, είναι τα πρόσωπα, ο Αίας Καπανέας, Διαγόρας, Πολυκράτης, είναι οι στιγμές που κατακτούν τον συγγραφέα και που επιβιώνουν στο διηνεκές.

 

Πάνος Παπαμιχάλης

 

Τα κύρια κίνητρα που ώθησαν τους Έλληνες στην αναζήτηση αποικιών ήταν η προσδοκία απόκτησης νέων εύφορων εδαφών και η αναζήτηση πρώτων υλών, κυρίως μετάλλων. Είχαν ξεκινήσει εμπόριο σε όλη την Μεσόγειο θάλασσα, ακόμη και έξω από της Ηράκλειες Στήλες. Από την Γκαντίρ στον μεγάλο ωκεανό, έφερναν ασήμι, σίδηρο, κασσίτερο και μόλυβδο. Πόσο λίγο υπολόγιζαν τον κίνδυνο και πόσο πολύ αγαπούσαν το κέρδος.

Όταν φώλιασε η ιδέα στο μυαλό τους, ότι στην Κολχίδα υπήρχε χρυσός, κι ότι με ένα γερό σκαρί, ακολουθώντας τα χνάρια του Ιάσονα, μπορούσαν να φθάσουν, ο μόνος στόχος ήταν αυτός, ένας στόχος που θα καθόριζε τη μετέπειτα ζωή τους.

Η βαθιά επιθυμία τους ήταν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, προς το καλλίτερο, να διορθώσουν τα στραβά και να δώσουν ελπίδα σε όσους δεν είχαν στον ήλιο μοίρα. Είχαν ένα κοινό σκοπό, όπως έκαναν πολλά χρόνια πριν οι Αργοναύτες ή και οι Αργίτες όταν πάτησαν στη Τροία.

Ο Αίας σ’ αυτό το διάστημα έγινε σπουδαίος κωπηλάτης, συνήθισε τη δύσκολη ζωή του ναυτικού και γεύτηκε την άγρια χαρά της νίκης και της ήττας.

Πόση γνώση είχαν συσσωρεύσει στα χιλιάδες ταξίδια τους. Τι σκέφτονταν άραγε οι άντρες εκείνοι που εγκατέλειπαν την πατρίδα τους για έναν προορισμό που ως τότε είχαν ακούσει μονάχα στον μύθο; Συνηθισμένοι στα χτυπήματα της μοίρας, ήξεραν ότι δεν είχαν τίποτα να χάσουν και λίγο ήλπιζαν ότι μπορούσε κάτι καλό να βγει από το ταξίδι αυτό. Όμως είχαν ξεκάθαρο στο μυαλό τους ότι αυτή ήταν η μόνη διέξοδος για να ξεφύγουν από το τίποτα, που άφηναν πίσω τους. Στην πορεία του ταξιδιού δέχτηκαν επιθέσεις από πειρατές. Η πρώτη εμπειρία του Αίαντα στην πειρατεία ήταν ιδιαίτερα βίαιη. Τραυματίστηκε και κόντεψε να σκοτωθεί. Όμως διδάχτηκε απ’ αυτή να μην υπερεκτιμά τις δυνάμεις του.

Ο χώρος της Μεσογείου και του Εύξεινου Πόντου πλημμύρισε από εγκαταστάσεις των Ελλήνων. Η θέση επιλεγόταν από πριν και η τελετή της αναχώρησης γινόταν με την συμμετοχή όλων των κατοίκων σε κλίμα μεγάλης συγκίνησης.

Ο αποικισμός έφερε πολλές αλλαγές στη ζωή όλων των ανθρώπων. Η επαφή με άλλους λαούς διεύρυνε τον πνευματικό ορίζοντα. Οι Έλληνες άποικοι μετέφεραν, όπως ήταν αναμενόμενο, όλα ή σχεδόν όλα τα στοιχεία του πολιτισμού τους στις αποικίες.

Οι αρχαίοι έλληνες πάντοτε συμβουλεύονταν κάποιο μαντείο πριν επιχειρήσουν την ίδρυση μιας αποικίας.

Στην αγορά ενός λιμανιού της ανατολικής Μεσογείου τα πλοία που έρχονταν από την Αίγυπτο, ξεφόρτωναν ελεφαντόδοντο, σιτηρά και μαύρους σκλάβους από τη Νουβία και φόρτωναν ξυλεία κέδρου, πορφύρα και ελαιόλαδο. Κύπριοι αντάλλασαν τον χαλκό τους με πορφύρα και χρυσό. Σίλφιο φερμένο από τη Λιβύη ανταλλασσόταν με άργυρο. Οι μελαψοί έμποροι πουλούσαν και αγόραζαν τα πάντα: ελαμίτες σκλάβους για αλάτι ή για κρασί, αρώματα για πολύτιμους λίθους, πιθάρια για σπαθιά και δόρατα, άλογα για σίδηρο, λιβάνι για δέρματα ή ζωντανές λεοπαρδάλεις. Πανέμορφες γυναίκες που είχαν πιαστεί δούλες από παράκτια χωριά για καμήλες.

Οι συμφωνίες κλείνονταν με μια χειραψία και επισφραγιζόταν με απόδειξη παράξενα σύμβολα, σχηματισμένα σε πλάκες πηλού. Η ανάπτυξη του εμπορίου έφερε την αύξηση της ζήτησης βιοτεχνικών προϊόντων κι αυτή με τη σειρά της προκάλεσε την ανάπτυξη της βιοτεχνίας. Καθώς το εμπόριο αναπτυσσόταν, έγινε αναγκαία και η βελτίωση των μέσων διεξαγωγής του. Η εξέλιξη της ναυπηγικής τέχνης έδωσε μεγαλύτερα, ταχύτερα και ασφαλέστερα πλοία για την μεταφορά ανθρώπων και εμπορευμάτων.

Μέσα από τόσες περιπλανήσεις και απώλειες, ο άνθρωπος είναι νικητής και ηττημένος ταυτόχρονα.

Κατά την διάρκεια του ταξιδιού υπήρχαν αναλαμπές, πτώσεις που διαδέχονταν ημέρες σκληρής επιβίωσης, «με το ‘να χέρι έδινε και με τ’ άλλο έπαιρνε η μοίρα, ζωή και θάνατο σκορπούσε απλόχερα».

Ο Καβάφης μέσα από το ποίημα «Ιθάκη» θίγει το θέμα του στόχου και της προσπάθειας καθώς ο Έλληνας έχει την μοίρα του Οδυσσέα, η πορεία προς την πραγματοποίηση αυτού του σκοπού αξίζει να έχει μεγάλη διάρκεια, γιατί προσφέρει πλούσιες εμπειρίες.

Καθ’ όλη όμως αυτή την πορεία, δεν πρέπει να ξεχνά τον τελικό του προορισμό.

Η εξερεύνηση του παρελθόντος είναι ενδεικτική για τον Έλληνα επί του παρόντος και του μέλλοντος διότι τα πάθη και τα λάθη των ανθρώπων, παραμένουν τα ίδια μέσα στο χρόνο.

Άλλωστε αυτό δεν συμβαίνει και στη ζωή μας;

Ο κάθε ένας χάνεται στο δικό του ταξίδι.

Άλλες φορές αβοήθητοι πνιγόμαστε στα κύματά της, άλλες πάλι, ανοίγουμε διάπλατα τα πανιά μας και ξεκινάμε για πιο μεγάλα ταξίδια.

Να ευχαριστήσω τον Πάνο γι’ αυτό το ταξίδι, στον Χρόνο και στα Σκοτεινά Χρόνια της ελληνικής αρχαιότητας, να του ευχηθώ «καλοτάξιδο», διότι κάθε καλό βιβλίο περιέχει κοντά στο σκοτάδι και το φως του.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top