Fractal

«Όσα υπαινίχτηκε ο ποιητής για το θάνατο είναι ψευδή»

Γράφει η Πέρσα Κουμούτση //

 

paixnidiΤο παιγνίδι, του Ιωσήφ Βεντούρα, εκδόσεις Τυπωθήτω, σειρά Λάλον ύδωρ, 2015

 

«Αιών παις έστι παίζων πεσσεύων. Παιδός ή βασιληίη»
(Ο Χρόνος είναι παιδί που παίζει πεσσούς, του παιδιού είναι η βασιλεία)

Ηράκλειτος

 

Με το απόσπασμα Β 52 του Ηράκλειτου ξεκινά το νέο του ποιητικό βιβλίο

ο ποιητής του ΤΑΝΑΙΣ και του ΚΥΚΛΩΝΙΟΥ Ιωσήφ Βεντούρας θέλοντας να περιγράψει τη ζωή σαν μία σειρά συμβάντων που έχουν σαν αίτιο το παιχνίδι που παίζει ο Χρόνος ρίχνοντας τα ζάρια του. Συμβάντα που εμφανίζονται σε μία πραγματικότητα για την οποία δεν έχουμε καμιά βεβαιότητα.

Άλλωστε από την εποχή που προβλήθηκε στον κινηματογράφο η ταινία MATRIX, όπως επισημαίνει ο ίδιος, αρχίσαμε να προβληματιζόμαστε με την εικονική πραγματικότητα και το παιχνίδι ή τα παιχνίδια που εξελίσσονται σε αυτή. Κι αφού ο κόσμος μέσα στον οποίο υπάρχουμε, ‘συρρικνώνεται’ σε ένα τέτοιο πλαίσιο, από το οποίο κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει, και όντας εγκλωβισμένος σε αυτό από τη γέννησή του, απαραίτητη προϋπόθεση είναι να τεθούν προκαταβολικά οι κανόνες με τους οποίους ο ‘παίχτης’ θα αναμετρηθεί, ή θα ακολουθήσει, προκειμένου να παραμείνει στο παιγνίδι ή αλλιώς στη δοκιμασία του παιγνιδιού:

 

ΕΙΣΟΔΟΣ

Πήγαινε στο κόκκινο/Ν’ ακολουθείς τα βέλη/ Όταν εισέλθεις/Ν’ αλλάζεις όψη/ Πρόσεχε την αραχνοΰφαντη*/Να επιδιώκεις το απρόβλεπτο.

* Ιδέα που…….

Διότι το παιγνίδι στη σημερινή εποχή, την εποχή του διαδικτύου, των ταχύτατων ρυθμών του κυβερνοχώρου, της εικονικής πραγματικότητας έχει μεταμορφώσει εκ βάθρων το τοπίο του κόσμου μας και κατά συνέπεια των απαιτήσεων της ύπαρξής μας σε αυτόν. Ως εκ τούτου ο ‘παίκτης’ είναι υποχρεωμένος να συμμορφωθεί με τα νέα δεδομένα προκειμένου να παραμείνει ή να συμμετέχει στο παιγνίδι του κόσμου, αντικαθιστώντας τους πεπαλαιωμένους κανόνες των προηγούμενων δεκαετιών με νέες νόρμες και μέτρα. Μπροστά λοιπόν στον απέραντο, αχανή, φαντασμαγορικό και ‘ουτοπικό’ κόσμο του διαδικτύου, καλείται να εκπαιδευτεί σε νέους χειρισμούς, και να εξοικειωθεί με τις νέες δυνατότητες που του προσφέρονται αφειδώς, κυρίως την ‘μαγική’ εντολή της ακύρωσης, κοινώς ‘delete’, αν τυχόν ο παίχτης δυσαρεστηθεί, ή κορεστούν γρήγορα οι επιθυμίες του.

 

Δοκιμή

Να κατεβεί./Να φορτιστεί./Κι’ έπειτα σκόρπιζε στον ποταμό των πίξελς/
Πλημμύριζαν τ’ αρώματα/κι’ οι γεύσεις στο κορμί της/Κι όπως άναβε/
έσερνε στα δίχτυα της πουλιά του αγέρα/μ’ ακτινωτά πτερύγια/
αντλούσε απ’ τις πηγές τους./Πως χόρευε η μέση της/Πως βογκούσε και
ξερίζωνε βουνά/Πως παρέλυαν οι μύες της κοιλιάς της/Μια ρομφαία την κομμάτιαζε/Όνειρο που την λίγωνε/Ν’ ακυρωθεί.

Η μεταφορά της έννοιας του παιχνιδιού στις ανθρώπινες σχέσεις και κυρίως στον έρωτα, σε ένα κόσμο συναισθηματικά αποστεωμένο και άνυδρο, όπως είναι ο σύγχρονος δικός μας, αποτυπώνονται εύστοχα στα ποιήματα Second life, και Υoville: δυο ονομασίες που παραπέμπουν σε εικονικούς /διαδικτυακούς τόπους συνάντησης ανάμεσα σε μοναχικούς ανθρώπους που αναζητούν την ψευδαίσθηση του έρωτα και επινοημένες περσόνες με άψογες προδιαγραφές και αναλογίες που κόβουν την ανάσα. Ο Ιωσήφ Βεντούρας θέλοντας να υπογραμμίσει την προβλεψιμότητα, το πρόσκαιρο της ουσίας του, αλλά και τη ρηχότητα με την οποία ο σύγχρονος άνθρωπος αντιμετωπίζει ή μεταχειρίζεται τον έρωτα μέσα σε ένα τέτοιο επίπλαστο κόσμο, αλλά και να δώσει έμφαση στη μοναξιά που του επιβάλλει ο σύγχρονος τρόπος ζωής, τον συγκρίνει με ένα διαδικτυακό παιγνίδι, απ όπου, όταν εξαντλείται η ηδονή, ή όταν χάνει πια το ενδιαφέρον του, ο’ παίχτης’ έχει τη δυνατότητα να τον διαγράψει, να τον εξαφανίζει μαζί με το αντικείμενο του πόθου του, το οποίο παραλληλίζει με ένα άβαταρ..

 

Ιωσήφ Βεντούρας

Ιωσήφ Βεντούρας

Second life. Στο άβαταρ που το ονομάζανε Λόλα

Μασά μια τσίκλα…/Η Λόλα/(μετρά τον χρόνο;)/Γυρνά και γελά/Κι’ αυτό το γέλιο/(με τη βραχνάδα)/λύπη που βγάζει… /Έλα λοιπόν Λόλα
Έχεις τη μορφή gif/Κι’ εγώ, σπλατς στο κενό/θ’ απλώνω το χέρι/
σ’ ό, τι προβάλλει που/φεγγάρι φαντάζει/γυαλί φωτεινό/Και μετά
τι φοβάσαι;/Δεν θα είναι φριχτό/Το δάκρυ σου Λόλα/με το πλήκτρο delete/αιφνίδια θα σβήσει/Θα χαθώ κι’ εγώ

Και στο ποίημα του τα «Φιλιά» υπάρχει μια ανάλογη προσέγγιση, μόνο που εδώ το αντικείμενο του πόθου δεν ξεπροβάλλει τελικά, μέσα από το ‘θάμπος μιας ‘απαστράπτουσας’ εικόνας. Έτσι ο χειριστής νιώθει απόγνωση και θλίψη για την ‘μεγάλη απουσία’, προσπαθώντας την ίδια στιγμή να ανακαλέσει στη μνήμη του τα φιλιά που στη ουσία δεν δόθηκαν ποτέ. : Εικόνες στην οθόνη που φιλιούνται/καμιά θεά ωστόσο δεν προβάλλει!/Λάμψεις κορμιών που γρήγορα ξεχνιούνται/κι’ είναι γερμένος στον γκρεμνό του πάλι./Χωρίς απόγνωση που τέτοιο θάμπος/σβήνει, του φαίνεται σαν θέμα λήξαν./Τα φιλιά πώς να τα θυμάται;/ Σάμπως σ’ ενύπνιο υπήρξαν; / Δεν υπήρξαν…

Η αντίληψη του ποιητή για τη ζωή ως εφήμερο παιγνίδι δεν περιορίζεται στα σύγχρονα άβαταρ και τις διαδικτυακές περσόνες του κυβερνοχώρου, αλλά τον υπερβαίνει καταλήγοντας σε μια πιο ‘συμβατική’ και αναγνωρίσιμη από τους περισσότερους μεταφορά ή αλληγορία : τον παραλληλισμό της ζωής με ένα τερματικό σταθμό τρένων. Μέσα σε αυτό το σκηνικό, ο άνθρωπος δεν είναι πια ένας απλός παίχτης που καλείται να χειριστεί εύστοχα και επιδέξια τους κανόνες του παιγνιδιού , αλλά ένας θεατής που παρακολουθεί την ίδια τη ζωή να προσπερνά, και που είναι ανήμπορος να αντιδράσει ή να παρέμβει στο πεπρωμένο του, καθώς η φυσική του φθορά είναι προδιαγραμμένη, κατά συνέπεια και ο προορισμός, η κατάληξη του, που δεν είναι άλλη από τον θάνατο.. Έτσι στη Σπουδή σ’ ένα θέμα (Β) ο ποιητής έχοντας αφήσει για λίγο πίσω του τη ποιητική φόρμα, τη συμβατική δομή γράφει ένα κείμενο περιγραφικό, αφηγηματικό, κατά τη γνώμη μου συγκλονιστικό, που είναι ενδεικτικό της προσωπικής του θεώρησης για τη ζωή και το θάνατο .Ένα εξαιρετικά συμβολικό κείμενο όπου χαρτογραφείται εύστοχα ο εσωτερικός κόσμος ενός ηλικιωμένου ανθρώπου που κάθεται σιωπηλός, όπως ακριβώς ένας επιβάτης σε ένα τερματικό σταθμό, περιμένοντας να επιβιβαστεί στην τελευταία αμαξοστοιχία. Παρατηρώντας αμέτοχα, σχεδόν στωικά την κίνηση γύρω του και προσμένοντας καρτερικά το αναπότρεπτο, ο συγκεκριμένος ήρωας του ποιήματος δεν αγωνιά, ούτε δίνει ιδιαίτερη σημασία στον επικείμενο προορισμό της αναχώρησης του, αφού είναι βέβαιο ότι τον γνωρίζει εκ προοιμίου. Παραθέτω απόσπασμα:

…. Υπάρχει πάντα ένα στάδιο αναμονής, η γραμμή είναι ακόμη εκεί, αγγέλλονται συνέχεια αφίξεις και αναχωρήσεις, ήσουν υποχρεωμένος να περιμένεις, δεν έφτασε η στιγμή, περιβάλλεσαι από ανθρώπους που κινούνται βιαστικά στο μήκος των διαδρόμων σέρνοντας αναμνήσεις και προσμονές. Κάθεσαι στον πάγκο, νιώθεις την παγωνιά του μάρμαρου να σου στραγγίζει τις σκέψεις, δίπλα ο γέροντας αναζητά με αγωνία το εισιτήριο, δεν έχει περιθώρια αναμονής, έχει αναγγελθεί η αναχώρηση, θα φύγει έτσι αλλιώς, το εισιτήριο δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στο ταξίδι του, θέλεις να τον βοηθήσεις όμως μια εγκατάλειψη σε κρατά στο μάρμαρο, έχεις γίνει ένα με αυτό, η αίθουσα έχει αποκτήσει ήδη τη θαμπάδα της ανάμνησης.
Σιγή και πάλι/Πάταγος/Πόρτες που ανοίγουν/Εκείνη/Χερούβ με χέρια φτερούγες,/Κατευθύνεται εμπρός,/Αγαλλίαση/Ένωση και γαλήνη/Η συνάντηση. Ταλάντωση στην ατμόσφαιρα. Συζητήσεις για τη συντήρηση των δημόσιων χώρων. Μια σειρήνα ουρλιάζει/. O Άγιος Σάββας εφημερεύει.
Μια δευτερη εκδοχή του ιδίου ποιήματος με πανομοιότυπο τίτλο συναντάμε λίγο πιο κάτω, όπου χώρος και παιγνίδι συναντιούνται και συνταυτίζονται. Εδώ η τεράστια πινακίδα με την επιγραφή GAME STARTS,και GΑΜΕ ΟVER που αναβοσβήνει στη κορυφή ενός τέτοιου υποβλητικού χώρου, σηματοδοτούν την αρχή και το τέλος του παιγνιδιού, και κατά επέκταση της διαδρομής μας σε αυτή τη ζωή, τον πεπερασμένο αυτό κόσμο. Και είναι ένα κείμενο που διαπνέεται από έντονη μελαγχολία, όπως ακριβώς και το προηγούμενο, ενώ η αμείλικτη θεά του χρόνου αποδίδεται εξαιρετικά στις περιγραφές, κυρίως εκείνης( της εικόνας) ενός παλιού ρολογιού που δεσπόζει στη κορυφή του σταθμού.

 

Ο σταθμός

Το κτήριο εστία κίνησης, με σφυρίγματα στους γεμάτους αέρια χώρους με την εντολή στην οροφή: GAME STARTS GAME STARTS…………… Το ρολόι του σταθμού μετρά τα λεπτά. Το φως διαθλάται μέσα σε σταγόνες υγρασίας. Επεισόδια μεταλλάξεων. Προσπαθείς να παγώσεις μια εικόνα που διαφεύγει. Υποψιάζεσαι το μέγεθος των τροχών που πλησιάζουν κι αφήνεσαι στην προσμονή. Οι παρουσίες γύρω σου σε χρώμα ώχρας και είναι.. .
Άλλο ένα ποίημα στο οποίο καθρεφτίζεται η υπαρξιακή μοναξιά και η τραγικότητα που ενεδρεύει στον σύγχρονου κόσμο μας, σε συνάρτηση πάντα με την ασημαντότητα της ανθρώπινης ζωής και το θάνατο ως λυτρωτική έκβαση, λύση ή και διέξοδο αυτή τη φορά, τιτλοφορείται «Στο μετρό» και είναι αφιερωμένο στον ποιητή Γιάννη Βαρβέρη

Σταθμός «Ομόνοια» και έξοδο/Σύνδεση με τις γραμμές 1 και 2/Ποια έξοδος όμως οδηγεί στη λύτρωση;/Στην αποβάθρα ο Άμλετ/πηδά στις σιδηροτροχιές
Απλώνει τ’ αυτιά / σεντόνια/ σπινθηρίζει/Ομόνοια / Ώρα αποσύνδεσης …

Ευφάνταστη, πρωτότυπη, πολυεπίπεδη, πολυδιάστατη και πολυσήμαντη είναι η ποίηση του Ι. Β. Ποίηση βαθύτατα υπαρξιακή, συμβολική, αλληγορική, όπου ο συγκερασμός αφηγηματικού και ποιητικού λόγου της προσδίδει ιδιαίτερη σημασία. Όπως επίσης αποτελεί ένα εξαιρετικά πετυχημένο δείγμα αρμονικής συνύπαρξης μοντέρνου, μεταμοντέρνου και κλασσικού στίχου.( Άλλωστε ο Ιωσήφ Βεντούρα πάντα πειραματιζόταν με τη φόρμα και το στίχο).Μια συλλογή όπου το απτό, το υπαινικτικό το συμβολικό και το αλληγορικό συμπλέκονται αριστοτεχνικά με το ψευδαισθησιακό. Φανταστικές περσόνες του κυβερνοχώρου συνυπάρχουν πλάι σε πρόσωπα από την εβραϊκή παράδοση και οι δυο αυτοί κόσμοι συμβιώνουν αρμονικά, χαρίζοντας στη συλλογή μια διάταση οικουμενική, διαχρονική, υπερβατική. Εν ολίγοις,‘ φαντασμαγορική’ θα χαρακτήριζα την ποίηση του, ποίηση όπου ο δημιουργός της καταθέτει γλαφυρά, παραστατικά τη δική του εκδοχή, τη δική του θεώρηση περί ζωής, έρωτος, χρόνου, και θανάτου. Όπως επίσης αποτελεί πραγματεία για τον άνθρωπο, που κατά κύριο λόγο τον παρουσιάζει ως πιόνι σε ένα παιγνίδι πρόσκαιρο, παροδικό και συνάμα συναρπαστικό, που οι κανόνες του συνεχώς εξελίσσονται, όπως ακριβώς και η ίδια η ποίηση του Ι Β που είναι διαρκώς εξελισσόμενη. Δεν λείπουν στοιχεία όπως ο σαρκασμός, η μελαγχολία, η παιγνιώδης διάθεση και το πικρό χιούμορ. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι αρκετά ποιήματα της συλλογής είναι εμπνευσμένα από στίχους μεσαιωνικών ποιημάτων ή τη παλιά εβραϊκή στιχουργική με τη οποία ο ποιητής ασχολήθηκε επί σειρά ετών. Και τελειώνω σε ένα στίχο που νομίζω ότι αποτελεί το καταστάλαγμα, την κορωνίδα της σκέψης του. Θέλοντας λοιπόν να αφήσει όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά στον αναγνώστη του, καταλήγει, «Όσα υπαινίχτηκε ο ποιητής για το θάνατο είναι ψευδή».

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top