Fractal

Η ποιητική του ελάχιστου

Γράφει η Ελένη Γερούση // *

 

Σεβαστή Κωνσταντινίδου «Ήλιος στο παράθυρο», εκδ. Ιωλκός

 

Όταν συζητούσαμε με τη συγγραφέα Σεβαστή Κωνσταντινίδου για λογοτεχνία και τι μας αρέσει να διαβάζουμε, έλεγε ότι δεν της αρέσουν τα διηγήματα που γυρεύουν με τις ανατροπές τους να ταρακουνήσουν το αναγνωστικό κοινό, να το εκπλήξουν και να το συγκινήσουν (ενδεχομένως). Η ίδια πιστεύει πως η αφήγηση ιστοριών θα πρέπει να αφουγκράζεται την πραγματικότητα, μια πραγματικότητα όπου σε πρώτο επίπεδο φαίνεται να μη συμβαίνει τίποτε ιδιαίτερο. Εκεί όπου τα πράγματα κυλάνε συνήθως χωρίς εκπλήξεις, εκεί, εντέλει, όπου ο συγγραφέας παρεμβαίνει όσο γίνεται λιγότερο. Η αντίληψη αυτή της συγγραφέα για τη λογοτεχνία διαπερνά τη συλλογή διηγημάτων «Ο ήλιος στο παράθυρο», που εκδόθηκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Ιωλκός.

Ο Γάλλος φωτογράφος Henri Cartier-Bresson αναφέρει πως στη φωτογραφία και το «μικρότερο πράγμα μπορεί να αποτελέσει σπουδαίο θέμα, και η παραμικρή ανθρώπινη λεπτομέρεια να γίνει leitmotiv. Μέσα από ένα είδος μαρτυρίας, βλέπουμε και καταδεικνύουμε τον κόσμο που μας περιβάλλει» («Αποφασιστική στιγμή», Εκδόσεις Άγρα, σ. 10). Αυτή η παρατήρηση, μπορεί να αφορά την τέχνη της φωτογραφίας, ισχύει, ωστόσο, κατ’ εξοχήν για το βιβλίο «Ο ήλιος στο παράθυρο». Η συγγραφέας γίνεται μάρτυρας ανεπαίσθητων προσωπικών στιγμών, ανομολόγητων επιθυμιών, ανείπωτων αδιεξόδων, άτολμων συγκρούσεων, τολμηρών αποφάσεων. Και όλα αυτά με μια ειλικρινή συμπάθεια απέναντι στα πρόσωπα της ιστορίας.

Συνεχίζει ο Cartier-Bresson: «τα συμβάντα από μόνα τους δεν έχουν ενδιαφέρον. Σημασία έχει να επιλέξει κανείς ανάμεσά τους˙ να συλλάβει το αληθινό συμβάν σε συνάρτηση με τη βαθύτερη πραγματικότητα» (ό. π., σ. 10). Κι αυτό κάνει η συγγραφέας. Επιλέγει μικρά στιγμιότυπα της απλής, καθημερινής ζωής, που εάν δεν τα αφηγηθεί, θα χαθούν, θα εξαφανιστούν και, μετά την εξαφάνισή τους, είναι αδύνατο να τα επαναφέρουμε στη ζωή. Τα διηγήματά της είναι στιγμές που βιώνουν απλοί άνθρωποι, άνθρωποι της διπλανής πόρτας. Μπορεί να δοθεί ένα όνομα σε αυτού του είδους τη λογοτεχνία: είναι η ποιητική του ελάχιστου, η ανάδειξη του εκ πρώτης όψεως ασήμαντου, η ανύψωση του καθημερινού. Αλλά όλα αυτά σε πρώτο επίπεδο, γιατί, εάν κοιτάξει κάποιος πιο βαθιά, θα διαπιστώσει ότι τα μικρά δράματα που συμβαίνουν στα σπιτικά των ηρώων αφορούν μεγάλα ζητήματα της ζωής. Πρόκειται, τότε, για αποφασιστικές στιγμές, όπως σε εκείνο το διήγημα όπου η νεαρή κοπέλα φεύγει με τον μεσαίο γιο ενώ της προξένεψαν τον μεγάλο ή στο άλλο όπου μια γυναίκα εγκαταλείπει τον άνεργο άνδρα της που την κακοποιεί βρίσκοντας καταφύγιο στο μοναστήρι.

Η συγγραφέας συλλαμβάνει και μεταφέρει στο χαρτί μια λεπτομέρεια του καθημερινού βίου και τη μετατρέπει σε ουσιώδες ερώτημα περί του βίου γενικώς. Μετουσιώνει σε λογοτεχνία θραύσματα ζωής, αφήνοντας τα πρόσωπα των ιστοριών ελεύθερα να μιλήσουν για τη ζωή τους.  Ακόμη, σε μια προσπάθεια να κατανοήσει τις ανθρώπινες σχέσεις, δείχνει τον αντιφατικό μας κόσμο. Από τη μια σε ένα διήγημα: μία ηρωίδα σκέφτεται να αντιδράσει, να σηκώσει τον πλάστη και να χτυπήσει τον άνεργο άνδρα της, πράγμα που δεν κάνει τελικά και κάνει κρεμμυδόπιτα, παραμένοντας στον παραδοσιακό της ρόλο («Μαρία με τα κίτρινα»). Από την άλλη: μια εργαζόμενη γυναίκα ίσως ευθύνεται για τον ξυλοδαρμό του πρώην αφεντικού της («Τρία»).

 

Σεβαστή Κωνσταντινίδου

 

Και γιατί επέλεξα να αναφέρω έναν φωτογράφο και όχι έναν λογοτέχνη για να μιλήσω για το βιβλίο; Γιατί ο τρόπος αφήγησης της Κωνσταντινίδου μοιάζει φωτογραφικός. Όταν στήνει το σκηνικό την ενδιαφέρει και η παραμικρή λεπτομέρεια. Ένα παράδειγμα από το διήγημα «Το κοχύλι»: «Από το ανοικτό παράθυρο φάνηκε στο βάθος η θάλασσα. Το ελαφρύ αεράκι φούσκωνε ξανά και ξανά τη λευκή κουρτίνα. Πλησίασε το περβάζι, άπλωσε τα χέρια της και την τράβηξε παράμερα».

Τα διηγήματα της συλλογής απαιτούν προσεκτική και πολλαπλή ανάγνωση και ο αναγνώστης πρέπει να είναι σε εγρήγορση. Συχνά χρειάστηκε να ξαναδιαβάσω τα διηγήματα από την αρχή για να θαυμάσω την οικονομία της γραφής. Δεν υπάρχει φλυαρία, αντίθετα η γλώσσα είναι καθαρή, χωρίς περιττά στολίδια, οι λέξεις είναι προσεκτικά διαλεγμένες και τα διάκενα ζητούν τη συμμετοχή του αναγνώστη.

Η πεζογραφία της Κωνσταντινίδου είναι βραδυφλεγής. Μόνο όταν ολοκληρώσει ο αναγνώστης την ανάγνωση των διηγημάτων διαπιστώνει ότι η συγγραφέας έχει δώσει ένα πανόραμα χαρακτήρων και συμπεριφορών, ανθρώπων που ζουν με όλους τους περιορισμούς και τις επιθυμίες τους. Και το πιο σημαντικό: δεν καταφεύγει σε φτηνούς συναισθηματισμούς, τα δράματα, όταν συμβαίνουν, δεν εκβιάζουν το συναίσθημα του αναγνώστη. Απλά συμβαίνουν.

Ο Cartier-Bresson σημειώνει: «μέσω της φωτογραφικής μηχανής δεχόμαστε τη ζωή ως έχει». Η Κωνσταντινίδου μέσω των λέξεων και της τέχνης του λόγου δέχεται τη ζωή ως έχει, αφού πρώτα μας φανερώσει κρυφές πτυχές της.

 

 

* Η Ελένη Γερούση γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε κλασική φιλολογία και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων και έκανε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στο ΑΠΘ (MSc και PhD στη φιλοσοφία). Εργάζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση ως φιλόλογος και συχνά παρεμβαίνει στον δημόσιο λόγο με ομιλίες και δημοσιεύσεις σχετικές με φιλοσοφικά, λογοτεχνικά και ιστορικά θέματα.

 

 

Ετικέτες:
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top