Fractal

«Σαν τοιχογραφία σε υπόσκαφο τής Θήρας»

Γράφει ο Κωνσταντίνος Μπούρας // *

 

Κώστας Βούλγαρης: “Η Νικηταρού που τη λένε και Μπετίνα”, Βιβλιόραμα Εκδόσεις, Αθήνα Ιανουάριος 2023, σελίδες: 256

 

Αφήγηση συναρπαστική, παιγνιώδης και δεσπόζουσα, αρμόζουσα σε έναν φανατικό οικοδόμο τού Λόγου στο πλαίσιο μιας τέχνης προμητορικής.

Δραματικό πρόσωπο εδώ η Νικηταρού. Και μόνον από την συμβολική τής ονοματοθεσίας περιχαρακώνεται το καλλιεργημένο περιβόλι τής χειρωνακτικής ποίησης.

Η άρτια γνώση τής σύγχρονης πεζογραφικής συνθήκης, η μακρόχρονη και συστηματική θητεία στην κριτική, ο αξιόμαχος τόνος κι η αξιέραστος σαγήνη τής τυπωμένης σελίδας που υπερβαίνει το πλαίσιο και εξακτινώνεται στο Άγνωστο, στο Αχανές, που διόλου μεταφυσικό δεν είναι, αν και καθ’ ολοκληρίαν υποτείνον

Μα ποια είναι η περίφημη Νικηταρού που την λέγανε Μπετίνα; Υπήρξε πρόσωπο υπαρκτό ή μήπως πρόσωπο τού μύθου, κατοικεί στο συλλογικό φαντασιακό και επανατελετουργοποιείται μέσα από την ατομική αναχάραξιν ορίων δυσθεώρητων, διαπιδυόντων σε μια λογοτεχνική υδατογραφία ανυπολογίστων χρωμάτων, μετά των ημιτονίων αυτών…

Πού σταματάει η ιστορική έρευνα και πού αρχίζει ο μυθοποιητικός οργασμός συνειρμικών ομοήχων;

Φυσικά και δεν περιμένετε απάντηση στα πιο πάνω ερωτήματα. Είναι καθαρά ρητορικά, όπως και κάθε άλλη απόπειρα να ανοίξεις ένα απολιθωμένο στρείδι με σκουριασμένο αρχαίο σουγιά αδυνατισμένον από τα χρόνια.

Η κριτική σήμερα – όταν δεν είναι εμπνευσμένη – είναι καθαρά διεκπεραιωτική, αναλυτικοφανής, επιστημονικοειδής, φιλολογίζουσα, ερωτοτροπούσα με το Αδύνατον… Μια γραφειοκρατική τελετουργία, εν πολλοίς.

Όταν όμως είναι αναδημιουργική καθίσταται ποιητική, δευτερογενώς πρωτότυπη και διακειμενικώς παρθένα.

Έτσι, σε αυτό το κρυπτικό βιβλίο με τις αλλεπάλληλες στρώσεις, σαν τοιχογραφία σε υπόσκαφο τής Θήρας σουβατισμένη πολλαπλώς στους αιώνες που προηγήθηκαν τής ανασκαφής της και φέρει όλο το βάρος και τη φθορά τής μάχης (τού Γρανικού) που βιώνει κάθε Άνοιξη και Φθινόπωρο η Φύση, μπορούμε άνετα να περιηγηθούμε στον λαβύρινθο των υποδόριων νοημάτων έχοντας σαν αποκλειστικό μίτο την σοφά υπολογισμένη δομή που δεν υπακούει σε νοησιαρχικούς κανόνες.

Η πρωτομαγεία τού Κώστα Βούλγαρη στη λογοτεχνική του έκφραση έγκειται στην αναρχική ευωχία των πέντε στοιχείων που αρνούνται να υποταχθούν στον κυρίαρχο αλγόριθμο.

Όπως με την περίφημη «χρυσή τομή» και τους παράγωγους αριθμούς της σειράς Fibonacci, που ορίζουν την γαλαξιακή συμμετρία στην δική μας συμπαντική γειτονιά, έτσι και σε αυτό το επάλληλο χωματουργικώς γεωμετρημένο γεωλογικό απότυπωμα μιας σκέψης ανατρεπτικής, ακόμα και η άρνηση η αμφισβητησιακή αυτοαναιρείται πανηγυρικά χάρη στην ειδοποιό διαφορά τού φαίνεσθαι ερωτοτροπών (ως αναγνώστης) και του είναι, υπάρχειν ερωτικώς (ως συνδημιουργός).

Με άλλα λόγια, απαιτεί ισχυρές ομογενοποιητικές αλλοτροπικές δεξιότητες και γνώσεις η επαρκής ανάγνωσις αυτού τού διαστρωμένου πονήματος προκειμένου να σχηματίσει ένα συμπαγές κοσμοείδωλο στο μετείκασμα τής εσωτερικής μας οθόνης.

Ο αφηγηματικός ναρκισσισμός ελλείπει παντελώς σε ετούτη την αθλοπαιδιά, γιατί περί αυτού πρόκειται: ο έμπειρος λογοτέχνης δεν παρασύρεται συναισθηματικώς, δεν πέφτει σε ωραιοποιητικές παγίδες, αφήνει τα αυτιά του ανοικτά στις Σειρήνες, όμως οι παραμυθικοί Λαιστρυγόνες και οι Κύκλωπες δεν θα ημπορούσαν να τον καταπιούν, ακριβώς όπως ο Αρίων επαφίεται εις την φιλάνθρωπον κλίσιν ενός αγνώστου δελφινιού.

Ο Κώστας Βούλγαρης φαίνεται εδώ (σε πρώτο επίπεδο) να διερευνά έναν μύθο τής ιστορικής κι αενάως επαναστατημένης γενέτειράς του, όμως στα κάτω επίπεδα τού μπακλαβαδωτού «υπό-κειμένου» λάμπει κατά υφάδην ένας λόγος ανατρεπτικός κι αναμυθοποιητικός.

Ανοικτό παραμένει το ιστόρημα, ευεπίφορο σε επιχρισματικές επεμβάσεις, όμως κανείς δεν έχει το εχέγγυο τής θεσφάτου ολοκληρώσεως μιας αλυσίδας τυχαιοτήτων που  μόνον η ζωή μπορεί να υλοποιήσει.

Λέω συχνά στους φοιτητές μου πως οι ιστορίες που γράφει η πραγματική ζωή είναι χαοτικές και παράλογες, ενώ τα νοητικά έργα τών σκεπτομένων ανθρώπων κρύβουν πάντα μία «λογική», έστω και αντεστραμμένη.

Εδώ ο δεινός κριτικός, μπολιάζει την πεζογραφία του με την ηρακλείτεια χειμαρρώδη τυχαιότητα τού πραγματικού χωρίς να έχει την οιαδήποτε πρόθεση να ενεργήσει ως εμβαλωματής… εξ ου και η γοητεία τού κειμένου, που οδηγεί αναπόδραστα στην αισθητική ηδονή κάθε επαρκούς αναγνώστη που θα επιδείξει την δέουσα προσοχή, την προαπαιτουμένη υπομονή και την προσήκουσα επιμονή προκειμένου να διεξέλθει δίχως να πνιγεί από την πλημμυρίδα των πραγματολογικών στοιχείων, τα οποία συλλέγει ο μελετητής με την χαρακτηριστική συστηματικότητα των ερευνητών χρυσού σε μυθικές γαίες, δέλτα κι εκροές τού Συλλογικού Ασυνειδήτου.

Μην σας ξεγελάει αυτή η προφανώς επιστημονική μέθοδος στην παράταξη των αρχαιολογικών ευρημάτων. Κάτω από τις γραμμές υπάρχει το παίγνιον ενός δαιμόνιου μετά-θεού που παίζει ζάρια.

Η αληθής λογοτεχνία κρύπτεσθαι φιλεί, όπως και η Φύσις, η Ίσις, η επτάπεπλος Σαλώμη πριν αποκαλυφθεί.

Για να ανασκαφεί το παλαιολιθικό υπόστρωμα αυτού του κειμένου χρειάζονται αρχετυπικά εργαλεία που ανάγονται στο προελληνικό, πελασγικό θα έλεγα περιβάλλον τής μυθικής Αρκαδίας.

Χαιρετίζω, επιτέλους έναν Λόγο μετά αποχρώντος λόγου με σεβασμό στο Άλογο.

Η πολύχρονη και εις βάθος ενασχόληση με τα κείμενα δημιουργεί αυτοματισμούς που γεφυρώνουν νευρώνες και χαράσσουν οδούς ανίδωτους από την επίσημη επιστήμη τής Φιλολογίας. Κάθε γλωσσολογική ανάλυσις παραπέμπει στην ανατομία. Όμως μόνον όταν το λογοτεχνικό σώμα είναι ζεστό και ζέον, τότε και μόνον τότε είναι ερωτικόν. Αλλά ας αφήσουμε τους λοιπούς νεκροφίλους να κάνουν την δουλειά τους. Είναι επικίνδυνον πολύ να τους χαλάς την πιάτσα.

Ευτυχώς που υπάρχουν ελεύθερα, ανένταχτα, αδέσμευτα και ανοικτά μυαλά για να μας σώσουν από την πλήξη των μωρολογούντων ματαιοκαμάτων.

Ακόμα και μια Νικηταρού που τη λέγανε Μπετίνα, ακόμα και η χαλαρή αιτιοκρατική σύνδεση φαινομενικώς τυχαίων (για τον επιπόλαιο παρατηρητή) γεγονότων είναι ικανά κι αναγκαία υλικά για την ανακεφαλαίωση τής αναπόδραστης (κι ανεπίτρεπτης για τους φορώντας παρωπίδας) ανα-καλύψεως τού κόσμου από το αγέραστο παιδί που ασφυκτιά μέσα μας και χάρη σε παρόμοια γραπτά αποζημιώνεται για την τόση λογιοσύνη τών αδαμάστων μαραζωμένων παθών…

Άλλα δεν λέγω (περισσότερα δεν χρειάζεται να γράψω) προκειμένου να σας εξάψω την αναγνωστική σας περιέργεια.

Βλέπω όμως στην εσωτερική μου όραση τον ακάματο μελετητή κι ερευνητική να χαμογελάει με το χαρακτηριστικό αρχαϊκό του υπομειδίαμα…

Κώστα Βούλγαρη υποκλίνομαι στον καθαρό αέρα που κυκλοφορεί ανενόχλητος στους λογισμούς σου. Δοξάζεις τα αδάμαστα βουνά τού ορεσίβιου πείσματος τής γενέτειράς σου. Η μυθική Αρκαδία είναι εδώ, όπως και στα γραπτά τού μεταστάντος Γιάννη Πάνου, με τον οποίο είχα τη χαρά και την ευτυχία να δια-δράσω.

Εκείνο που μένει από την πνευματική μας περιπέτεια είναι οι συναντήσεις στην Κρήνη τής Μνημοσύνης.

Ίσως κάποτε κάποιος δεινός αφηγητής να περιπλέξει τις μοναχικές, παράλληλες τροχιές μας προκειμένου να συνθέσει έναν καθόλα πραγματικό διακειμενικό διάλογο, όπως αυτόν που επιχειρεί ο επιδραστικός δημοσιολογών Κώστας Βούλγαρης.

Προσωπικά βρίσκω άχαρη την λογοτεχνική ενασχόληση, χωρίς την πνευματοποσία τών περιοδικών εορταστικών συναπαντημάτων με τους ειλικρινείς ομοτέχνους μας.

 

Κώστας Βούλγαρης

 

Όταν ο βασιλιάς Γεώργιος έρχεται στην Τρίπολη το 1871, για να επιθεωρήσει την πρόοδο των οικοδομικών εργασιών στο θερινό του ανάκτορο, μια γυναίκα πέφτει στο δρόμο, εμπρός από τη βασιλική άμαξα, “φράσσοντας την διέλευσιν του άνακτος διά του ισχνού σαρκίου της”, με συνέπεια να καταπατηθεί από τα άλογα και να εκπνεύσει ακαριαίως.
Η ταυτότητά της δεν διακριβώθηκε, λόγω και της παραμόρφωσης που υπέστη το πρόσωπό της από τις οπλές των αλόγων, όμως το σημείο αυτό του δρόμου αποτελεί τοπόσημο της πόλης, “στη Νικηταρού”.

Έτσι ξεκίνησα την έρευνά μου σε τοπικές εφημερίδες, απομνημονεύματα και αρχεία, με το ερώτημα εάν επρόκειτο για την Ελισάβετ, μια θρυλική γυναίκα της Επανάστασης, που πολέμησε δίπλα στον Νικηταρά στη μάχη των Δολιανών και τα ίχνη της κυκλοφορούν αδέσποτα μέσα στο χρόνο.

Δισέγγονή της ήταν μια δασκάλα, Ελισάβετ κι αυτή, που όμως τη φώναζαν Μπετίνα και βρέθηκε νεκρή στην Αλεξάντερπλατς του Βερολίνου, το 1933. Ο τάφος της δεν εντοπίστηκε ποτέ, γιατί η πόλη ισοπεδώθηκε από τους βομβαρδισμούς κατά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Διασώθηκε μόνο ένα ποίημά της, κάποιες μαρτυρίες, αλλά και η εικόνα της, όπως τη ζωγράφισαν οι μαθητές της.
Απόγονή της είναι μια γοητευτική γυναίκα, που ζει ανάμεσά μας και φέρει το ίδιο όνομα, Μπετίνα…

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 

 

Ο Κώστας Βούλγαρης γεννήθηκε στα Δολιανά Αρκαδίας το 1958. Είναι πεζογράφος και κριτικός λογοτεχνίας. Υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής του περιοδικού Ο Πολίτης, και από το 2002 επιμελείται το ένθετο βιβλίου και ιδεών, “Αναγνώσεις”, της κυριακάτικης Αυγής

 

 

 

* Δρ Κωνσταντίνος Μπούρας (https://konstantinosbouras.gr)

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top