Fractal

Στα ίχνη του Κάφκα

Γράφει η Αντωνία Κώστα-Φώτη //

 

«Η μεταμόρφωσή της», Αμάντα Μιχαλοπούλου, εκδ. Καστανιώτη

 

Στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου, Η μεταμόρφωσή της, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη, διαβάζουμε καταρχάς μια ιστορία ενηλικίωσης και παράλληλα μια περιήγηση στο φάσμα των έμφυλων ρόλων. Η Σάσα, ένα κορίτσι που ανατράφηκε με τα σεξιστικά στερεότυπα του καπιταλισμού και της παραδοσιακότητας, μέσα σε έναν μετα-αποκαλυπτικό κόσμο όπου τα κομφορμιστικά δίκτυα έχουν πλέον καταρρεύσει -έναν κόσμο που μοιάζει να απηχεί ένα απώτερο μέλλον του δικού μας κόσμου, αναμεμειγμένο με παρελθόν- ξυπνά ένα πρωί σε ανδρικό σώμα.

Η συγγραφέας μας πληροφορεί στον επίλογο πως λίγες είναι, εντέλει, οι ομοιότητες με την Μεταμόρφωση του Κάφκα, μερικές παιγνιώδεις διακειμενικές αναφορές όπως η παρηχητική μετατροπή του Σάμσα σε Σάσα και το ίδιο αφηγηματικό ξάφνιασμα που φέρνει τον αναγνώστη αντιμέτωπο με μια συνθήκη μαγικά ρεαλιστική, όπως είναι η μεταμόρφωση σε ένα σκαθάρι ή η απρόσμενη βλάστηση ενός πέους.

Οι ομοιότητες, ωστόσο, δεν σταματούν εκεί, ακόμα κι αν εκεί σταματά η πρόθεση της συγγραφέως. Το κείμενο εξακολουθεί να βρίσκεται σε ανοιχτό διάλογο με τη Μεταμόρφωση, τόσο στην κριτική του καπιταλισμού, παρουσιάζοντας τις καταστροφικές επιδράσεις του στην έννοια της ταυτότητας, αλλά και στην ίδια την έμφυλη συνθήκη: η Μεταμόρφωση του Κάφκα, μπορεί κάλλιστα να ερμηνευθεί ως μια αλληγορία μετάβασης, στην οποία ο κεντρικός ήρωας αποτάσσει την αρρενωπότητά του, την κοινωνική του πρόσληψη ως παραγωγικού και συνηθισμένου άνδρα, και μεταμορφώνεται σε κάτι “διαφορετικό”, κάτι καπιταλιστικά “άχρηστο”, γεμίζοντας οδύνη και ντροπή την οικογένειά του.

Και οι δύο νουβέλες, άλλωστε, χρησιμοποιούν τους ήρωές τους περισσότερο ως υβρίδια που κινούνται σε αυτή την νέα ξαφνική κατάσταση και δεν εμβαθύνουν -δεν χρειάζεται- στον χαρακτήρα τους πέραν των στοιχείων που έχουν διαβρωθεί από τον καπιταλισμό ή τη θεατρική επιτελεστικότητα των έμφυλων ταυτοτήτων.

Η μεγάλη διαφορά με την καφκική Μεταμόρφωση, εκτός του μηνύματος της ελπίδας με το οποίο επενδύει η συγγραφέας τη νουβέλα της, είναι πως το κείμενο της Μιχαλοπούλου τοποθετείται σε ένα δυστοπικο περιβάλλον, χαρακτηριστικό που μάλλον καταλήγει να αφοπλίζει το σενάριο της έμφυλης μεταμόρφωσης, αφού ο αναγνώστης δεν επικεντρώνεται μονάχα στην αλλαγή της Σάσας, αλλά και στις συνθήκες της δυστοπίας που είναι μάλιστα εντελώς καινοφανείς σε σχέση με τον δικό μας κόσμο (ο Κατακλυσμός έχει εγκαθιδρύσει μια διαφορετική κοινωνική δομή, έναν κόσμο δικτυακά πρωτόγονο). Η μεταφυσική ατμόσφαιρα του βιβλίου καταλήγει να υποδηλώνει εμμέσως πως και η ίδια η αποσάθρωση της έννοιας του κοινωνικού φύλου είναι αρκετά απίθανη στον δικό μας κόσμο, αφού δεν συμβαίνει καθολικά ούτε με την εκθεμελίωση του κόσμου όπως τον γνωρίζουμε, άρα πρόκειται για κάτι που θα συμβεί, ίσως μελλοντικά.

Εδώ, λοιπόν, το κείμενο διαχωρίζεται εμφανώς από τις αρχαίες κοσμογονικές διηγήσεις μιας πρώιμης ερμαφρόδιτης ανθρώπινης κατάστασης και χτίζει την αποδόμηση του φύλου ως απότοκο ενός επαναστατικού νεωτερισμού, με έναν κάπως περιττό μοντερνισμό, που βέβαια δεν είναι εντελώς παράλογος εντός του ιστορικού γίγνεσθαι αφού, πρακτικά, χρειάστηκε όντως η “καταστροφή του κόσμου” με τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο για να επαναπροσδιορίσει, με πολιτικό αντίκρυσμα, η γυναίκα τα δικαιώματά και τον κοινωνικό της ρόλο.

Το βιβλίο δεν στέκεται, λοιπόν, ως μια queer ή μια trans αλληγορία (δεν φαίνεται άλλωστε να ήταν αυτή η πρόθεση της συγγραφέως) αφού στη διεμφυλική κατάσταση το κοινωνικό φύλο (gender) ταυτίζεται εγκεφαλικά, σε πολλές περιπτώσεις από την νηπιακή ηλικία, με το βιολογικό φύλο (sex) του “αντίθετου” από το sex assigned at birth.  Η Σάσα είναι μια cis ετεροκανονική και, μέχρι τότε, ετεροφυλόφιλη γυναίκα, που ακόμα και με ανδρικό σώμα, νιώθει γυναικα, παρά τις κάποιες εκλάμψεις ανδρικής επιθετικότητας και στερεοτυπικής αρρενωπότητας στις οποίες την παροτρύνει το σώμα της. Το κείμενο μάλιστα λόγω της περιγραφής αυτών των συμπεριφορών που μοιάζουν να απορρέουν από τα σώματα, κατέληξε να έχει αρκετές σεξιστικές συνδηλώσεις. Σε ορισμένα σημεία μπορεί αυτό να δικαιολογηθεί ως κριτική αναφορά στα επικρατούντα στερεότυπα, αλλά αυτή η επεξήγηση δεν στέκεται αιτιολογικά επαρκώς για όλα τα χωρία. Για παράδειγμα, η Σάσα γίνεται ξαφνικά καλή στο σημάδι, χτυπάει το χέρι της στο τραπέζι, περιφρονεί τον συναισθηματισμό, έχει ξεχάσει πώς να κλαίει.

 

Αμάντα Μιχαλοπούλου

 

Η ιδέα πως οι άνδρες και οι γυναίκες είναι ριζικά διαφορετικοί εξαιτίας βιολογικών παραγόντων έχει επικρατήσει λόγω ενός επιστημονικοφανούς εσενσιαλισμού που καθιερώθηκε ακριβώς μέσω αυτής της εξουσίας και της πάλης της ταξικής κοινωνίας που η Butler, από το δοκίμιο της οποίας εμπνεέται στον πυρήνα της νουβέλας της η Μιχαλοπούλου, φουκωικά προσπαθεί να αποδομήσει. Εφόσον η Σάσα δεν έχει ανατραφει ως αγορι μοιάζει να μας υποδεικνύει το κείμενο πως οι άνδρες δεν μπορούν να μην είναι επιθετικοί αφού δήθεν αυτό προστάζει η φύση τους. Με λίγα λόγια, παρά την επιτυχία της μετάβασης μέσα στα φάσμα του φύλου, η Μιχαλοπούλου αρκείται στο δίπολο αρσενικό-θηλυκό και δεν καταφέρνει να αποτάξει το στερεοτυπικό gender binary, το αντίθετο, το θρέφει και αναπτύσσει την ιστορία της μέσα σε αυτό.

Όσον αφορά το τεχνικό μέρος το βιβλίο είναι άριστο. Η αφήγησή είναι μετρημένη, κυλάει χωρίς υπερβολές και μεταφέρει αμιγώς μια ατμόσφαιρα δυστοπική, κουρνιασμένη σε μια διαρκή υγρασία, μουχλιασμένη και ανήλιαγη. Την γραφή της Μιχαλοπούλου χαίρεσαι να τη διαβάζεις και σου δίνει την εντύπωση πως δεν περιέχει ούτε μία περιττή λέξη, είναι σχεδόν χειρουργικά ακριβής χωρίς αυτό να απολύει την λυρικότητά της.

Τέλος, η θεατρικότητα του κειμένου, εκτός του ότι εξυπηρετεί την αλληγορία για την υποκρισία των έμφυλων στερεοτυπικών ρόλων και της επιτελεστικότητας των φύλων, παραπέμποντας στην Judith Butler, απηχεί επιδράσεις -και ίσως εμμέσως να αποτίει και φόρο τιμής- στο αριστούργημα της Βιρτζίνια Γουλφ, Ορλάντο. Κι όταν, επιτέλους, πέφτει το παραπέτασμα και η επί σκηνής παράσταση ολοκληρώνεται, οι ήρωες αποζητούν, δικαίως, τη δική τους αλήθεια.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top