Fractal

Not a happy end

Γράφει ο Απόστολος Θηβαίος //

 

Σημείωμα για το αφήγημα «Η Μέρα της Μαρμότας» του Βασίλη Χαντζή από τις εκδόσεις Βακχικόν

 

Η Μέρα της Μαρμότας από τις εκδόσεις Βακχικόν δεν συνιστά σε καμία περίπτωση ένα ευγενικό βιβλίο. Οι προθέσεις του βεβαίως δηλώνονται με σαφήνεια στον πρόλογο που έχει το χάρισμα να γίνεται από την αρχή προσωπικός. Μερικές αναφορές και εμβόλιμα ρητά φωτίζουν καλύτερα τον δρόμο. Και είναι να απορεί κανείς που μπορούν και υπάρχουν παρόμοια βιβλία. Γραμμένα με τιμιότητα και τον δικό τους, εντεινόμενο ρυθμό, μοναδικά ρεύματα που έρχονται να συναντήσουν το πλούσιο ενεργητικό της σύγχρονης, ελληνικής λογοτεχνίας και πλουτίζουν τα ράφια των βιβλιοπωλείων. Κάποτε θα συναντήσουν την μοίρα της σκόνης, ο Βασίλης Χαντζής έχει τόσο δίκιο, είμαστε αντιήρωες στο μεγάλο και αστείο παιχνίδι της ζωής.

Διαβάζω το οπισθόφυλλο της έκδοσης και βρίσκω ένα επιχείρημα για την συλλογική φρενίτιδα γύρω από ένα νέο, τηλεοπτικό προϊόν δημοφιλούς πλατφόρμας. Η τέχνη δανείζεται από την ζωή, η μια προλαβαίνει την άλλη στο μεγάλο και αστείο παιχνίδι (ξανά) και το μυθολογικό συναντά την πραγματικότητα. Ο αντιήρωας που καθιερώθηκε με την μπητ λογοτεχνία και έγινε συνείδηση της εθνικής μας βιβλιογραφίας με την κληρονομιά του ανεπανάληπτου Σκαρίμπα, δεν κερδίζει τις εντυπώσεις, οι πράξεις του δεν είναι αγγελικές, τα λάθη του δεν θα τον ρίξουν στην πυρά, γυρεύει μονάχα να αγαπηθεί, ακριβώς όπως το έζησε η πανέμορφη Μονρόε. Άλλωστε, οι πιο λαμπεροί άνθρωποι γύρω μας ζουν μες στον τραγικό αισθησιασμό της πικρής τους δόξας και είναι αντιήρωες, ίσως μια ιδέα πιο μοιραίοι από εμάς, μα απαράλλαχτοι.

Ο Β. Χαντζής γράφει.

«Πόσα ξέρουμε άραγε για τις σχέσεις ανάμεσα σε δυο ανθρώπους σήμερα; Πόσα από αυτά έχουμε ξεχάσει και πόσα δεν μάθαμε ποτέ;

Άνθρωποι που πλέον δεν νιώθουν, φοβούνται και έτσι ζουν απομονωμένα στο σκοτάδι της δικής τους φυλακής για να μην πονέσουν.

Ένα βιβλίο που δεν έχει σκοπό να θίξει κανέναν γιατί απλά είναι το δικό μου πρίσμα, που μπορεί να είναι εσφαλμένο, αλλά ποιος μπορεί να πει με βεβαιότητα;

Και συνεχίζει ο συντάκτης, «κορμιά εύκαιρα στα χέρια του άλλου για μια απόλαυση μερικών λεπτών και μετά μοναξιά. Μέρα με την μέρα ξεχνάμε από πού ερχόμαστε και πού πηγαίνουμε, για πού πορευόμασταν και πού φτάσαμε, ξεχνάμε τις αξίες και τα ιδανικά, και γινόμαστε κομπλεξικοί, γεμάτοι πάθη και απωθημένα.»

 Ο Βασίλης Χαντζής επιστρατεύει τις χίλιες και μία περσόνες του εαυτού μας, φορά βρώμικους τίτλους, γυρεύει την αφαίρεση που εγκαταλείπει γυμνή την αίσθηση. Με άλλα λόγια το αγαπά το χρώμα μα για εκείνον η πεποίθηση του Bacon παραμένει ένα μέτρο ακατόρθωτο. Οι εικόνες έχουν πολύ μεγαλύτερη σημασία από ότι το χρώμα.

Η αμαρτία όπως και η αρετή είναι κίνηση ελευθερίας. Έπειτα ο Γιώργος Θέμελης αναφέρει για τον δρόμο από την αγγελικότητα ως την πτώση και εγώ βρίσκω μες στην Μέρα της Μαρμότας το χρώμα της εποχής μου. Κάτι από τον ρυθμό της και ακόμη έναν τρόπο που βρίσκει η ποίηση για να αντιστέκεται στο χρέος, το αδιέξοδο αυτής της ευτυχίας που γίνηκε χίμαιρα μεγάλη, όπως ο θεός.

«[…Ένα βλέμμα, μια καλή κουβέντα , ένα : «Είσαι όμορφη, θέλω να σε γνωρίσω , τι βιβλίο διαβάζεις…]» Και έπειτα, αφοπλίζοντάς μας με την ωμότητα της εικονογραφίας του, ο Βασίλης Χαντζής συμπληρώνει για το ξόδεμα του χρόνου που βασανίζει τον σύγχρονο άνθρωπο. [… Να κάνεις stories στο Instagram με τη μάπα σου πέντε χιλιάδες φορές μέσα στην μέρα ή με ένα βιβλίο που κάνεις ότι διαβάζεις,  ενώ σε κάποια γωνιά της οθόνης αχνοφαίνεται το πουλί ή τα βυζιά σου με το νέο φίλτρο…]

 

Βασίλης Χαντζής

 

Εσύ που διαβάζει την Μέρα της Μαρμότας πρέπει να παραδεχτείς πως ο κυνισμός της καινούριας έκδοσης του Βακχικόν διαθέτει το σπάνιο χάρισμα να ντύνεται το δέρμα της εποχής της. Και έπειτα από τον μέσα κόσμο της, όπως έξοχα ψυχογραφείται στην πρόζα του Βασίλη Χαντζή οι νεωτεριστές γκρεμίζονται, ο βασικός μισθός στερεύει, η αλλοτινή φιλοδοξία μεταμορφώνεται σε παράδειγμα προς αποφυγή. Δεν έχει happy end αυτό το αφήγημα που με την φτήνια του καιρού μας τα έχει βάλει. Ένα γενναίο ρόδο μες στην νεοελληνική λογοτεχνία, μια ωμή μαρτυρία που μας χρειάζεται και που υπογραμμίζει εμάς τους ίδιους, κάτι κορμιά θρηνητικά με την ψυχή τους χαμένη. Το θάρρος μας, αφηγείται ο Β. Χαντζής που δεν είναι πάθος, αφού δεν διαθέτει την ποιότητα της ειλικρίνειας μας. Συσσωρευμένες γενικότητες συνθέτουν τις αφοπλιστικές αφαιρέσεις του συγγραφέα και οι άνθρωποι του καιρού μας, ζώα μονάχα που τρέχουν, όγκοι ακαταμάχητοι και καταδικασμένοι.

Η Μέρα της Μαρμότας από τις εκδόσεις Βακχικόν είναι ένας καθρέφτης. Το είδωλο στο βάθος είναι όπως το΄δε ο Γιώργος Σεφέρης. Μια κάποια σκηνή, μια φαντασίωση, όπως το πρόσταξε ο θεός της Ελλάδος. Ο Βασίλης Χαντζής και οι εκδόσεις Βακχικόν μας βγάζουν από την βολή μας. Μας δείχνουν ανθρώπους δίχως κυρίως επάγγελμα, δίχως ταυτότητα. Μα αληθινούς και για αυτό πολύτιμους, άξιους για μια θαρραλέα μαρτυρία.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top