Fractal

Χρονικές καναδικές αλληλοεπικαλύψεις πλημμυρισμένες από σκόρπιες φιλοσοφικές αναζητήσεις

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

Τρεβάνιαν, Η Λεωφόρος. Μετάφραση: Κλαίρη Παπαμιχαήλ. Εκδόσεις Πόλις. Οκτώβριος 2018. Αθήνα

 

Το περίεργο όνομα ‘Τρεβάνιαν’, που εμφανίζεται στο εξώφυλλο του βιβλίου ‘Η Λεωφόρος’, είναι ένα από τα πολλά ψευδώνυμα του αμερικανού συγγραφέα Rodney William Whitaker (1931-2005). Με το συγκεκριμένο πάντως ψευδώνυμο (Trevanian), έγραψε και κυκλοφόρησε αρκετά μυθιστορήματα, και συγκεκριμένα, τα ‘The Eiger Sanction’ (1972),    ‘The Loo Sanction’ (1973),     ‘The Main’ (1976), ‘Shibumi’ (1979),  ‘The Summer of Katya’ (1983),    ‘Incident at Twenty-Mile’ (1998),   ‘Hot Night in the City’ (2000),  και   ‘The Crazyladies of Pearl Street’ (2005). ‘Η Λεωφόρος’ (The Main, 1976), πάντως μάλλον αποτελεί το αριστούργημα του δημιουργού, τουλάχιστον κάτω από αυτό το όνομα που εκείνος υιοθέτησε. Το καλοκαίρι στον τίτλο  του βιβλίου του ‘The Summer of Katya’ (1983), είναι το τελευταίο πριν από το ξέσπασμα  του Πρώτου  Παγκοσμίου Πολέμου.  Η ιστορία τοποθετείται σε ένα χωριό στη γαλλική πλευρά των Πυρηναίων, στη χώρα των Βάσκων, όπου ο Τρεβάνιαν φιλοξένησε τους αναγνώστες του στο ‘Shibumi’ (1979).  Πρόκειται για μια οικογένεια ευγενούς καταγωγής, τα μέλη της οποίας είναι ξένα στην περιοχή και που έχουν νοικιάσει μια παλιά έπαυλη μακριά από την πόλη, όπου ζουν σε απομόνωση, κρύβοντας, όμως, ένα σκοτεινό μυστικό. Έχει ειπωθεί και όχι άδικα, ότι με μερικές ήσσονος σημασίας αλλαγές, η ιστορία θα μπορούσε να είχε γραφτεί από την πένα του Έντγκαρ Άλλαν Πόε ή του Φρανσουά-Ρενέ ντε Σατωμπριάντ. Εκτός από το τοπικό χρώμα των Βάσκων, δεν υπάρχει τίποτα να συνδέει το ‘The Summer of Katya’  με το ‘Shibumi’, όπως και δεν υπάρχει τίποτα που να συνδέει κάποιο  από αυτά με τη ‘Λεωφόρο’, στη δική μας περίπτωση, εκτός ίσως από ένα κοινό ψευδώνυμο. Το ‘Nicholas Seare’, είναι επίσης ένα άλλο ψευδώνυμο του Rodney William Whitaker, στα ‘1339…or So: Being An Apology for A Pedlar’ (1975), και ‘Rude Tales And Glorious’ (1983). Στο ‘The Summer of Katya’, μας φανερώνει έναν κόσμο χαμένο, χωρίς ελπίδα, με τη βοήθεια ενός κειμένου σχολαστικού, εξαιρετικά ελεγχόμενου και δομημένου με έντονη αίσθηση έντασης, απελευθέρωσης και κορύφωσης. Οι χαρακτήρες του είναι σχετικά λίγοι, σε σύγκριση με μερικά από τα άλλα βιβλία του, αλλά όλοι είναι ζωηρά συνειδητοποιημένοι και τραβούν τον αναγνώστη ακαταμάχητα σε μια ιστορία που διερευνά σχολαστικά ορισμένες από τις σκοτεινότερες γωνιές της ανθρώπινης ψυχής. Τα μυθιστορήματα του Τρεβάνιαν, γενικώς, αφορούν διάφορα τμήματα αυτού του συναρπαστικού, πολυπολιτισμικού κόσμου που έζησε, και κάθε ένα από αυτά τα λογοτεχνικά έργα γράφτηκε πάνω σε ένα διαφορετικό είδος και μοτίβο, όπως μια ιστορία αγάπης, μια ιστορία εκδίκησης, ένας αστυνομικός, μια ιστορία  αγώνα για επιτυχία με το ανάλογο  κόστος και ακόμα  μια ιστορία μυστηρίου. Πολλοί από τους χαρακτήρες ήταν κατά κάποιο τρόπο επαναλαμβανόμενοι σε διάφορα βιβλία του.

 

Η σημερινή πόλη του Μόντρεαλ, από ψηλά.

 

Ετούτο τώρα το μυθιστόρημα, τοποθετείται γεωγραφικά στο Μόντρεαλ του Καναδά, και αφορά έναν άντρα που αδυνατεί να αντιμετωπίσει τη θλίψη και την απώλεια, με ανάμικτες αντιδράσεις από τους αναγνώστες και κριτικούς του βιβλίου. Ένα ευκολοδιάβαστο σε γενικές γραμμές και διασκεδαστικό βιβλίο, με πιστευτούς χαρακτήρες, πλοκή απλή και περιγραφές της πόλης του Μόντρεαλ, σχετικά ευχάριστες. Η υπόθεση της ‘Λεωφόρου’, περιστρέφεται γύρω από τον αστυνομικό της παλιάς σχολής, που βλέπει με καλωσύνη ένα δρόμο στο Μόντρεαλ, με σιδερένια γροθιά από τη μια μεριά, και ταυτόχρονα με έκδηλη ενσωματωμένη ευαισθησία.

Ο Κλωντ Λαπουάντ, ένας μεσήλικας αστυνομικός, προσπαθεί να ελέγξει τα πάντα γύρω του,  αν και δεν μπορεί να ‘ελέγξει’ τον εαυτό του από ένα χρόνιο και αρκούντως σοβαρό πρόβλημα υγείας που παρουσιάζει, ανεύρυσμα ανιούσης αορτής συγκεκριμένα,  και το οποίο εκείνη την εποχή ήταν σε γενικές γραμμές ανεγχείρητο, με τον ασθενή να αναμένει τη στιγμή που θα παρουσιάσει ρήξη, και τότε θα τελειώσουν όλα, για αυτόν φυσικά κατά πρώτο λόγο. Η γυναίκα του πέθανε προ ετών και τώρα μένει μόνος του, αγκαλιά με τις αναμνήσεις του παρελθόντος και χωρίς εμφανή παρουσία προσωπικής ζωής, η οποία όμως διανθίζεται από το ρόλο του ως προστάτη του δρόμου που είναι υπεύθυνος για την ασφάλειά του. Ο Λαπουάντ αποτελεί έναν ενδιαφέροντα ήρωα, ένας παλιός γαλλο-καναδός αστυνομικός που δεν έχει σκοπό αλλά και ούτε μπορεί κατά πάσα πιθανότητα να αποδεχτεί, τις νεότερες τάσεις στην αστυνόμευση και στην απονομή δικαιοσύνης, γενικότερα. Είναι ένας σπουδαίος αστυνομικός του δρόμου, που έχασε τη γυναίκα του εδώ και καιρό, και του οποίου η καθημερινή περιπλάνηση στους δρόμους της περιοχής αυτής του παλιού Μόντρεαλ, μας δίνει την καλύτερη περιγραφή της πόλης στο χρονικό διάστημα που αναφέρεται το βιβλίο. Ο Λαπουάντ, ‘… είναι η κλασσική παλιά καραβάνα που δουλεύει τους υφισταμένους του, περιγελάει τη μόρφωση, παρενοχλεί και τρομοκρατεί τους πολίτες… Από την άλλη μεριά είναι φίλος με πρώην πόρνες, με στραπατσαρισμένα πρόσωπα, μια πατρική φιγούρα και προστάτης, ξέρει όλους τους αλήτες, έχει γνώση της πιάτσας του…’. Κι όπως λέει ο υφιστάμενός του, που τον ακολουθεί στην περιπλάνησή του, ‘…. Σε κάποιους κάνεις ζημιά, κάποιους τους απειλείς, κάποιους τους ρεζιλεύεις, τι είναι αυτά, καμιά ναζιστική λιτανεία; Μ’ αυτές τις πρακτικές υποτίθεται ότι διατηρείτε εσείς την τάξη;’, εκφράζοντας έτσι το πνεύμα των καινούργιων εποχών που ανέτειλαν και στον χώρο της αστυνομίας και φυσικά της απόδοσης δικαιοσύνης, και καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ‘… η εξουσία ενός ανθρώπου, αντί για την εξουσία του νόμου, είναι φασισμός. Ακόμα κι όταν αυτός ο άνθρωπος είναι περπατημένος και νομίζει ότι ξέρει ποιο είναι το πιο σωστό… ακόμα κι αν προσπαθεί να κάνει καλές πράξεις… να είναι δίκαιος. Εξακολουθεί να είναι φασισμός’.

Τοποθετημένο μέσα στα στενά δρομάκια της καναδικής αυτής πόλης,  η ιστορία ακολουθεί έναν μεσήλικα  αστυνομικό που προσπαθεί να συμβιβαστεί με τους καιρούς του, να φροντίσει τους ανθρώπους της περιοχής του, να επιλύσει τα εγκλήματα και να βοηθήσει τους φίλους του, πράγματα που δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν και συμβιβαστούν όλα μαζί. Είναι σίγουρα, ένα βιβλίο γεμάτο ανθρωπιά και ανθρώπινες αδυναμίες, γραμμένο από έμπειρο και ευέλικτο σε αρκετά πράγματα συγγραφέα. Κάποιες σημαδιακές ανθρώπινες αδυναμίες φαίνονται ξεκάθαρα όταν ένας χαρακτήρας του βιβλίου, με έντονη προφανώς φιλοσοφική διάθεση, λέει, ‘… όταν είναι κανείς πληγωμένος-και δεν εννοώ σωματικά-η λήθη καυτηριάζει και κλείνει την πληγή από πάνω, κάτω όμως από την ουλή υπάρχουν παγιδευμένα το άχτι, το μίσος και η πικρία. Το πένθος είναι ο τρόπος να στραγγίσεις την πληγή να μην σε δηλητηριάσει…’.

 

Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας του Μόντρεαλ αποδεικνύεται περίτρανα στις διάφορες παραδοσιακές εορταστικές εκδηλώσεις.

 

Δεν υπάρχει μεγάλη εκρηκτική δράση αστυνομικής φύσεως, παρά μόνο σκόρπια ήπια ψήγματα, και μάλλον η ‘Λεωφόρος’ είναι η ιστορία μιας πόλης και των απλών ανθρώπων της που παρουσιάζεται εδώ σε μια ασυνήθιστη μορφή τρίτου προσώπου. Το καλύτερο μέρος του μεγάλου σε έκταση μυθιστορήματος, είναι για πολλούς  το τελείωμά  του, που σίγουρα εκπλήσσει. Η ποιότητα του βιβλίου βρίσκεται σε λεπτομέρειες, όπως τα περίπλοκα πολυπολιτισμικά κοινωνικά στρώματα του Γαλλικού Καναδά με τους ανάλογους χαρακτήρες τους και η κατάσταση της πόλης εκείνη την εποχή. ‘Η Λεωφόρος’ είναι το Μπουλβάρ Σαιν Λωράν και αποτελεί τη διαχωριστική γραμμή του αγγλικού και γαλλικού Μόντρεαλ με πολλούς υπαινιγμούς για το απώτερο μέλλον ετούτης της καναδικής μεγαλούπολης και τις βαθύτερες επιρροές που θα δεχτεί και ενσωματώσει στον ιστό της. Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου, είναι αβέβαιος όχι μόνο για τον κόσμο γύρω του, αλλά και για τον ίδιο τον εαυτό του, ειδικά από τότε που έχασε την νεαρή γυναίκα του,  Λουσίλ. Περισσότερο ζει με τις  αναμνήσεις εκείνης και τις φαντασιώσεις των δύο μικρών κοριτσιών που θα μπορούσαν να έχουν, αλλά δεν απέκτησαν. Κάποιες φορές, τα αισθήματά του δείχνουν προς στιγμήν να διαχέονται, ειδικά όταν μαζεύει απ’ το δρόμο μια νεαρή πόρνη,  και την φέρνει στο σπίτι του, περισσότερο βέβαια για συντροφιά.  Ένας δευτερεύων πρωταγωνιστής του βιβλίου, λέει κάπου στο κείμενο, ‘…ο άνθρωπος πρέπει να είναι ελεύθερος να πενθεί μία στις τόσες. Αν αποφύγει τον πόνο του πένθους, η θλίψη ποτέ δεν εξαγνίζεται. Συσσωρεύεται μέσα του και του δηλητηριάζει τη ζωή. Τα δάκρυα λειτουργούν σαν διαλύτης…’. Ο αστυνομικός, όμως, παρά το δυσάρεστο γεγονός της απώλειας της συζύγου του, έχει άλλα μπροστά του, αφού ανάμεσα σε όλα τ’ άλλα, ‘… θωρακίστηκε αποδεχόμενος τον επικείμενο θάνατό του ως ένα απλό γεγονός’! Φυσικά ενδιαμέσως βρίσκονται και κάποιες υποβόσκουσες εθνικές πινελιές του τύπου, ‘… ο Γκούτμαν είναι αρκετά έξυπνος ώστε να παραβλέπει τα δύο τρίτα αυτών των θρύλων ως κατασκευάσματα των Γάλλων αστυνομικών, οι οποίοι στις ιστορίες αυτές, αναζητούν έναν εθνικό ήρωα που να υψώνει το ανάστημά του στις αγγλόφωνες αρχές’.

 

Σημερινός δρόμος στην παλιά πόλη του Μόντρεαλ.

 

Η δημιουργία της σημερινής χώρας του Καναδά, είναι σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα της αντιπαράθεσης της Γαλλίας και της Μεγάλης Βρεττανίας στην άλλη όχθη του Ατλαντικού. Από το 1534, όταν έφτασε δηλαδή στον ποταμό Άγιο Λαυρέντιο, ο Γάλλος εξερευνητής Jacque Cartier, μέχρι σήμερα, μεσολάβησαν πολλά. Ο αποικισμός της περιοχής από του Γάλλους, άρχισε το 1608, με την προτροπή του Samuel de Champlain, ενώ η γεωγραφική θέση σε συνδυασμό με τα κέρδη από τη γούνα, αποτέλεσαν την κινητήρια δύναμη για το ιστορικό φαινόμενο. Οι πολύπειροι Βρεττανοί όμως δεν έμειναν αμέτοχοι, και ο πόλεμος μεταξύ των δύο μεγάλων δυνάμεων από την γηραιά ήπειρο μεταφέρθηκε στο Νέο Κόσμο. Στα 1759, οι Βρεττανοί απέκτησαν τον έλεγχο του Κεμπέκ μετά από πολιορκία του Κεμπέκ στο Πεδία του Αβραάμ, αλλά λίγο αργότερα, στα 1774, οι Γάλλοι κατάφεραν και απέκτησαν το δικαίωμα να έχουν τη δική τους γλώσσα. Η κρίση πάντως αυτή συνεχίστηκε με διάφορες φάσεις μέχρι και τη δεκαετία του 1970, με συνεχόμενα προβλήματα να αναφύονται μεταξύ των μεταναστών των δύο αντίπαλων χωρών, παρά το γεγονός ότι στα 1867 ενώθηκαν τα διάφορα τμήματα του Καναδά για να σχηματίσουν με την πάροδο του χρόνου το σημερινό κράτος. Οι διάφορες παράγραφοι του βιβλίου του  Τρεβάνιαν, δείχνουν με τον καλύτερο τρόπο την ποικιλία ανθρώπων, γλωσσών, νοοτροπιών, ηθών και εθίμων, ανάμεσα σε όλες αυτές τις φυλές που κατέκλυσαν τον Καναδά, όπως Άγγλους, Γάλλους, Εβραίους, Ιταλούς,  στις οποίες περιλαμβάνεται βεβαίως και το ελληνικό στοιχείο, όπως τόσο παραστατικά περιγράφει σε κάποιες σελίδες ο Τρεβάνιαν με χαρακτηριστικά παραδείγματα συμπεριφορών που παρουσιάζεται στο εξωτερικό η χώρα μας, και κυρίως της βαθύτερης κουλτούρας των ανθρώπων της. Ενδιαμέσως στο κείμενο, ο συγγραφέας φέρνει κάποιες βαθύτερες απόψεις των χαρακτήρων του βιβλίου, μικρά όμορφα και τόσο ζωντανά αποφθέγματα, που πιθανόν να αφορούν προσωπικές απόψεις του, όπως για παράδειγμα, ‘Όποιος δεν βρίσκεται ένα βήμα μπροστά, βρίσκεται ένα βήμα πίσω’, ‘ Ένας χειρουργός που κόβει αργά, δεν κάνει χάρη στον ασθενή του΄, ‘Η αστυνομία δεν τιμωρεί, τα δικαστήρια τιμωρούν’, ‘Ο άνθρωπος που σκλαβώνει τα λεπτά του, απελευθερώνει τις ώρες του’, ‘Αυτοί που δείχνουν πολυάσχολοι, συχνά είναι απλώς ανοργάνωτοι’, ‘Ο υπάλληλος προσφέρει απ’ το χρόνο του, ο φίλος απ’ τον εαυτό του’, ‘Αν δεν έχεις εσύ τον έλεγχο, είσαι υπό έλεγχο’, και τόσα άλλα!

Ο Τρεβάνιαν, εδώ, ξεδιπλώνει και μας απλώνει μπροστά ένα μυθιστόρημα ποταμό, αστυνομικό εκ πρώτης όψεως, αλλά με βαθιά ανθρώπινους χαρακτήρες, οι οποίοι προβληματίζονται πάνω στα θέματα της ενοχής και της συγχώρεσης, της θλίψης και του πένθους, της απόγνωσης και της παρηγοριάς, στην αμαρτία και στο έγκλημα, στην αποκτήνωση και στην αγάπη, στο πέρασμα του χρόνου και τις εμφανείς και αόρατες μεταβολές που επιφέρει αυτό  στους ανθρώπους ενός ετερόκλητου πλήθους της καναδικής μεγαλούπολης, αλλά στην πραγματικότητα όλων μας!

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top