Fractal

Με τα μάτια της Κλάρας

Γράφει η Τζένη Μανάκη //

 

Καζούο Ισιγκούρο «Η Κλάρα και ο ήλιος», Μετάφραση: Αργυρώ Μαντόγλου, εκδ. Ψυχογιός

 

          «Η μηχανή Κούτινγκς δεν ήταν στο σημείο όπου την είχα δει νωρίτερα και καθώς οι δρόμοι γίνονταν ξανά άγνωστοι, κοίταζα προς κάθε κατεύθυνση. Ο Ήλιος μερικές φορές έλαμπε φωτεινός μέσα από τα κενά ανάμεσα στα κτίρια και αναρωτιόμουν αν ήθελε να με ενθαρρύνει ή αν απλώς παρακολουθούσε και επόπτευε την πρόοδό μου.»

   

        Η Κλάρα προέκυψε από μία διαφορετική κατεύθυνση, από την παιδική λογοτεχνία, τα εικονογραφημένα βιβλία, εκείνες τις απλές ιστορίες που χαρακτηρίζονται από μία ευφάνταστη λογική, δήλωσε σε μια συνέντευξή του ο βραβευμένος με Νόμπελ συγγραφέας Καζούο Ισιγκούρο. Και πράγματι, η πρόζα του στο συγκεκριμένο βιβλίο, πιστή στην ιδιαιτερότητα και τον χαρακτήρα της αφηγήτριάς του, παραπέμπει, παρά τα πολύ σοβαρά ζητήματα που θίγει, σε εφηβική λογοτεχνία.

Η Κλάρα ένα πλάσμα τεχνητής νοημοσύνης, εμμονική θαυμάστρια του ήλιου και της θετικής του ενέργειας πάνω στην ίδια αλλά και στους ανθρώπους. Διαθέτει ιδιαίτερη παρατηρητικότητα και ενσυναίσθηση που αυξάνεται μέσω της ενισχυτικής μάθησης. Η Κλάρα επιδιώκει στο κατάστημα μέσα στο οποίο πωλείται, να επιλεχθεί από τη δεκατετράχρονη Τζόσι. Στους ελιγμούς της έχει συμπαραστάτρια τη μάνατζερ του καταστήματος –  ένας ιδιαίτερος χαρακτήρας στον μύθο.  Η Τζόσι πάσχει από μία άγνωστη ανίατη ασθένεια. Η ιστορία διαδραματίζεται κάπου στο μέλλον, όπου οι μαθητές διδάσκονται κατ’ οίκον, πράγμα που παραπέμπει στην κατάσταση της πανδημίας, χωρίς να γίνεται λόγος γι αυτήν. Οι μαθητές “αναβαθμίζονται” με κάποια μέθοδο που δεν συγκεκριμενοποιείται και σε ορισμένα σημεία του κειμένου δημιουργείται η εντύπωση ότι η μέθοδος εγκυμονεί κάποιους ενδεχόμενους κινδύνους. Η Τζόσι, παρά την ασθένεια, είναι “αναβαθμισμένη”,  σε αντίθεση με τον παιδικό της φίλο Ρικ, – με τον οποίο από κοινού έχουν αποφασίσει να γίνουν στο μέλλον ζευγάρι. Ο Ρικ, παρά την μη αναβάθμισή του, είναι αυθεντικός, ταλαντούχος σε κάποιο τομέα τεχνολογίας.

Η απομόνωση των εφήβων επιτάσσει την προμήθεια ενός τεχνητού φίλου (ΤΦ), αυτό ακριβώς που είναι η Κλάρα για την έφηβη Τζόσι. Οι επαφές με άλλους εφήβους γίνονται μέσα από πάρτι αλληλεπίδρασης, στα οποία -στη συγκεκριμένη περίπτωση-  αποκλείονται οι μη αναβαθμισμένοι, με εξαίρεση την παρουσία του Ρικ στο πάρτι της Τζόσι.

Η μητέρα της Τζόσι, δικηγόρος, χωρισμένη από τον άντρα της Πολ, είναι τρυφερή με την κόρη της, πολύ φοβισμένη για την κατάσταση της υγείας της. Ήδη έχει χάσει μία κόρη, την Σαλ. Ο φόβος πιθανού θανάτου της Τζόσι την οδηγεί στο να αποτανθεί σε ειδικό που θα της προμηθεύσει ένα ακριβές αντίγραφο της κόρης της, παρά τη διαφωνία επί του θέματος του τ. συζύγου της. Η Κλάρα επιστρατεύεται ως πιστό αντίγραφο της Τζόσι, όμως παρά το γεγονός ότι πείθεται να μιμηθεί το ιδιόρρυθμο βάδισμα και τη φωνή της, πιστεύει ότι οι θρεπτικές ιδιότητες του ήλιου θα θεραπεύσουν τη φίλη της, εξάλλου η ίδια κάνει ιδιαίτερες προσπάθειες προσέγγισης του ήλιου, ώστε να επιτευχθεί ο στόχος της.

Ο δημιουργός του ομοιώματος κ. Καπάλντι, προσπαθεί να άρει τις αμφιβολίες της Κρίσι, μητέρας της Τζόσι:

 

   «Είμαστε και οι δύο συναισθηματικοί. Δεν μπορούμε να το αποφύγουμε. Η γενιά μας κρατάει ακόμη τα παλιά συναισθήματα. Ένα κομμάτι μας αρνείται να τα αποχωριστεί. Το κομμάτι που θέλει να συνεχίσει να πιστεύει πως υπάρχει κάτι το απρόσιτο μέσα στον καθένα από μας. Κάτι που είναι μοναδικό και δεν μεταφέρεται. Αλλά δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα, τώρα πια το γνωρίζουμε. Κι εσύ το γνωρίζεις. Οι άνθρωποι της ηλικίας μας είναι δύσκολο να το παραδεχτούν. Αλλά πρέπει να το παραδεχτούμε, Κρίσι. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί μέσα. Δεν υπάρχει τίποτα μέσα στην Τζόσι που να είναι πέρα από τις δυνατότητες της Κλάρας και κάθε Κλάρας να συνεχιστεί. Η δεύτερη Τζόσι δεν θα είναι αντίγραφο. Θα είναι η ίδια ακριβώς και θα έχεις κάθε λόγο να την αγαπάς όπως ακριβώς αγαπάς την Τζόσι τώρα. Δεν είναι πίστη αυτό που χρειάζεσαι. Μόνο λογική.»

 

Kazuo Ishiguro

 

    Ο Καζούο Ισιγκούρο με τον πιθανώς προφητικό μύθο του, προσφέρει μια άποψη του διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου,  δημιουργεί ρωγμή στην πίστη περί μοναδικότητας του καθενός, με βάση τα τρομερά επιτεύγματα της τεχνολογίας, συγκινεί πιθανώς με την τρυφερότητα της αφηγήτριάς του, δίνει μια άλλη οπτική στα δεινά της εποχής μας, αφήνοντας την ελπίδα μιας διεξόδου από αυτά.

 

   «Νομίζω πως μισώ τον Καπάλντι επειδή βαθιά μέσα μου υποψιάζομαι πως μπορεί να έχει δίκιο, πως όσα ισχυρίζεται είναι αλήθεια, πως η επιστήμη, πέραν πάσης αμφιβολίας έχει πλέον αποδείξει ότι δεν υπάρχει τίποτα το μοναδικό στην κόρη μου, δεν υπάρχει τίποτα που τα σύγχρονα εργαλεία μας δεν μπορούν να ανασκάψουν, να αντιγράψουν, να μεταφέρουν. Το γεγονός πως συμβιώνουμε όλον αυτόν τον καιρό, αιώνες ολόκληρους αγαπώντας και μισώντας ο ένας τον άλλον πάνω σε μια λανθασμένη υπόθεση. Ένα είδος προκατάληψης μας έκανε να συνεχίζουμε, εν αγνοία μας.»  

 

     Αφηγήτρια είναι η Κλάρα, μια τρυφερή αφηγήτρια χαμηλών τόνων, που θέτει ζητήματα με τον τρόπο που θα το έκανε κάποιος που εξερευνά τον κόσμο, τα συναισθήματα και τις συνήθειες των ανθρώπων αλλά και τη φύση, είτε με κάποια αφέλεια είτε παραπέμποντας σε λατρευτικές δοξασίες, επαναλαμβάνοντας συχνά αυτά που αντιλαμβάνεται ή “βιώνει”. Παρά τα πολύ σοβαρά θέματα που θίγονται, όπως πχ μεταξύ άλλων η μόλυνση του περιβάλλοντος, παρά τη γλωσσική μαεστρία με την οποία η Αργυρώ Μαντόγλου μετέφρασε τα όσα έβλεπε η Κλάρα με τα δικά της τεχνητά μάτια, η αφήγηση εξαιτίας ακριβώς της ιδιόμορφης αυτής αφηγήτριας, προσωπικά με παρέπεμπε σε μυθιστόρημα κατάλληλο περισσότερο για εφήβους. Ίσως να αυτοαναιρούμαι από τα δύο αποσπάσματα που επέλεξα, όμως αυτά δεν ανήκουν στην αφήγηση της Κλάρας που κρατά το πολύ μεγάλο μέρος του κειμένου, το οποίο αποκτά μεγαλύτερο ενδιαφέρον μετά τις 190 περίπου σελίδες.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top