Fractal

Στη χώρα των παγκόσμιων συγγραφέων, η Ιταλική λογοτεχνία έχει τον δικό της εκπρόσωπο.

Από τον Άγγελο Πετρουλάκη //

 

Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο: “Η ηδονή” Μετάφραση: Δήμητρα Δότση, Εκδόσεις Ψυχογιός

 

Ο Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο ανήκει στους συγγραφείς που διέλυαν τα όρια, τις συμβατικότητες, το μέτρο.

 

Ανήκουν εύσημα στις Εκδόσεις Ψυχογιός που με επιμέλεια του γνωστού συγγραφέα Ηλία Μαγκλίνη εγκαινίασε μια σειρά εκδοτικού κύκλου, «Τα κλασικά», με πρόθεση να γνωρίσει το αναγνωστικό κοινό κάποια έργα – σταθμούς τής παγκόσμιας λογοτεχνίας. Το «Η ηδονή» του Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούτσιο, ανήκει σ’ αυτά.

Ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία στην προσπάθεια αυτή αποτελούν, τόσο οι απόλυτα προσεγμένες μεταφράσεις (η Δήμητρα Δότση είναι η μεταφράστρια του μυθιστορήματος, στην οποία και χρωστάμε τις πολύτιμες σημειώσεις), όσο και τα εισαγωγικά σημειώματα (του Ηλία Μαγκλίνη), που εισάγουν τον αναγνώστη στον κόσμο τού συγγραφέα και τον βοηθούν στο να προσεγγίσει γόνιμα το έργο του.

 

Ο Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο (12/3/1863 – 1/3/1938) έζησε την Ιταλία τών μεγάλων μεταλλάξεων. Βίωσε την Ιταλία μιας εντυπωσιακής άρχουσας τάξης με την αριστοκρατική κοινωνία της ν’ αποτελείται από δούκες, κόμητες, μαρκήσιους, πρίγκιπες, παλάτσο, μονομαχίες, δημοπρασίες περίφημων έργων τέχνης, μυθικά δείπνα, προκλητικές συμπεριφορές, ελευθεριάζουσες σχέσεις, αλόγιστες δαπάνες, πιστωτές…

Το «Η ηδονή» γράφεται και γράφει γι’ αυτό το κοινωνικό πλαίσιο. Τα πρόσωπα που δρουν ή υπόκεινται τη δράση άλλων, δεν έχουν καμιά σχέση με την κοινωνία τών ανθρώπων τού μόχθου. Οι γενναίες κληρονομιές εξασφαλίζουν μια άνετη ζωή με κύρια ενδιαφέροντα την πνευματική καλλιέργεια, την επίδειξη, τον ευδαιμονισμό.

Σ’ αυτήν την κοινωνία ανήκει και ο συγγραφέας, καθώς και ο πρωταγωνιστής τού μυθιστορήματος, ο νεαρός Αντρέα Σπερέλι.

Βέβαια, στο πρόσωπο του Αντρέα Σπερέλι, σε ό,τι τουλάχιστον έχει σχέση με την καλλιέργειά του, που είναι ευρύτατη, αναγνωρίζουμε τον ίδιο τον συγγραφέα. Είναι εντυπωσιακό πως ο Ντ’ Ανούντσιο διαθέτει αυτό το εύρος τής πολυμάθειας και της καλλιέργειας στην ηλικία τών 25 χρόνων του, που γράφει το μυθιστόρημα (Ιούλιος – Δεκέμβριος 1988).

 

Πιθανότατα ο Ντ’ Ανούντσιο είναι ο μοναδικός πεζογράφος τής εποχής του, που μέσα από το μυθιστόρημα «Η ηδονή» καταθέτει τόση γνώση τού παγκόσμιου πολιτισμού. Δεν υπάρχει κάτι στο οποίο αναφέρεται, που να μην το αντιπαραβάλλει, ή το παραλληλίσει με κάτι ιδιαίτερα αντιπροσωπευτικό ή εξαιρετικό από τον κόσμο τής Λογοτεχνίας , της Φιλοσοφίας ή της Τέχνης. Τεράστιος ο κόσμος τού συγγραφέα, που ξεδιπλώνεται μέσα από τις σελίδες τού βιβλίου του: Από τον Όμηρο και την Παλαιά Διαθήκη, στον Σαίξπηρ και τον Γκαίτε, αλλά και τον Σέλεϊ, από τη Σαπφώ και τον Αλκαίο στους Σαλιέρι και Μπαχ, αλλά και τον Μποντλέρ, από τους ποιητές τού Μεσαίωνα στους μεγάλους δημιουργούς τής Αναγέννησης… Ένας κατάλογος αναφορών, παρομοιώσεων, λογοτεχνικών σχημάτων που δεν έχει τέλος. Μάθημα για κάθε επίδοξο συγγραφέα, που έχει το θράσος να επιχειρεί να γράψει μυθιστόρημα, χωρίς να έχει διαβάσει και αφομοιώσει έστω ελάχιστα αυτά που αποτελούν τα στοιχειώδη τού παγκόσμιου πολιτισμού. Αυτό το οπλοστάσιο, σε τεράστιο εύρος και βάθος, το διαθέτει ο Ντ’ Ανούτσιο, ήδη από τα 25 του. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, το ότι θεωρείται μεγάλος όσο ο Κίπλινγκ και ο Τολστόι και σεβαστός ακόμα και από τον Προυστ, και τον Τζόις.

Κάποιοι επιμένουν να ταυτίζουν και φάσεις τής ιδιωτικής ζωής τού Ντ’ Ανούντσιο με τη ζωή τού Σπερέλι, και δεν έχουν άδικο. Υπήρξε θηρευτής τής ηδονής. Αλλά, αυτά ενδιαφέρουν περισσότερο ως ανάπτυξη της μυθοπλασίας, παρά ως εξερεύνηση της προσωπικής ζωής τού συγγραφέα, η οποία υπήρξε πολυκύμαντη και συχνά κινήθηκε πέρα των ορίων τής συμβατικότητας.

 

Το «Η ηδονή» είναι ο ανάγλυφος χάρτης τής επιθυμίας, αλλά και του ανεξέλεγκτου πάθους. Ο Αντρέα Σπερέλι είναι ο νεαρός πλούσιος κληρονόμος, αριστοκράτης, που διαθέτει τα πάντα: Ανατροφή, καλλιέργεια, ταλέντο στις Τέχνες, χρήματα, ευφράδεια λόγου, γοητεία, εκλεπτυσμένους τρόπους, σεξουαλισμό. Συνάμα είναι αδίστακτος ηδονοθήρας, επαγγελματίας εκμαυλιστής, που όμως ζει σ’ έναν κοινωνικό κύκλο που δέχεται ευχάριστα όλα αυτά, αφού τα μέλη της ζουν στον εντελώς δικό τους κόσμο, απαλλαγμένο από προβλήματα επιβίωσης. Τα μέλη της τ’ απασχολούν τα κονσέρτα, τα δείπνα, οι ιπποδρομίες, η ηδονοθηρία, οι δημοπρασίες έργων Τέχνης. Αποστρέφονται τις μάζες, περιφρονούν όσους στέκονται κοινωνικά πιο κάτω από αυτούς. Είναι χαρακτηριστικό το πώς εκφράζεται ο συγγραφέας, δια του Σπερέλι, για το εξεγερμένο πλήθος τής Ρώμης μετά τη σφαγή των 430 Ιταλών στρατιωτών στη μάχη τού Ντογκάλι, στις 26-1-1887, στην Ερυθραία από τους Αβησσυνούς, αλλά και για τους θυσιασθέντες στρατιώτες: «Για τετρακόσιους αγροίκους, που βρήκαν άγριο θάνατο», ψιθυρίζει ο Αντρέα Σπερέλι στην τέως ερωμένη του, αφού το μόνο που τον ενδιαφέρει μέσα σ’ εκείνη την κοσμοχαλασιά είναι πώς θα ξανασμίξει μαζί της. Η Ιταλία ζει τον Α΄ Ιταλοαιθιοπικό πόλεμο, ενώ ο Αντρέα Σπερέλι ζει τον δικό του εσωτερικό πόλεμο, που είναι το διαρκές και αδίστακτο κυνήγι τού θηλυκού, που αντιστέκεται στη γοητεία του. Πίσω απ’ αυτό το κυνήγι, η απύθμενη μοναξιά τού νεαρού ηδονοθήρα. Ο Αντρέα Σπερέλι έχει τα πάντα και όμως βιώνει μιαν ανάγλυφη μοναξιά. Το ίδιο και η μια από τις δυο μοιραίες ερωμένες του, η Έλενα.

«Και τότε, άξαφνα, κάτι σαν συναισθηματική έξαψη κατέκλυσε την ψυχή και των δυο μπροστά στο αίσθημα της μοναξιάς. Ήταν θαρρείς και κάτι τραγικό και ηρωικό διείσδυε στο πάθος τους…»

Και ενώ ο Αντρέα Σπερέλι συντετριμμένος, μπροστά στην προοπτική τού χωρισμού τους, ομολογεί πως: «Εγώ σε έχω ανάγκη για να ζήσω, έχω ανάγκη τα μάτια σου, τη φωνή σου, τη σκέψη σου…» και ο αφηγητής – συγγραφέας μάς βεβαιώνει ότι «Η αγωνία του ήταν αληθινή και η αγάπη του για εκείνη είχε ξαναγεννηθεί ειλικρινά μέσα του…», εκείνος κυριαρχείται από τη «διακαή αναζήτηση της ηδονής», σαγηνεύοντας τις γυναικείες ψυχές τού κύκλου του.

«Μέσα του – επισημαίνει ο συγγραφέας – συνυπήρχε κάτι από τον Ντον Τζοβάνι και από τα Χερουβείμ: ήξερε πώς να γίνει ο άνδρας μιας αχαλίνωτης νύχτας μα κι ένας συνεσταλμένος, άμωμος εραστής, σχεδόν παρθένος. Κι όλη του η γοητεία έγκειτο σε αυτό: ότι στην τέχνη τού έρωτα δεν απεχθανόταν καμία πλάνη, καμία προσποίηση, κανένα ψεύδος. Μεγάλο μέρος τής επιβολής του κρυβόταν στην υποκρισία…

»Ήταν τέτοια η φύση του, που στους έρωτες αναζητούσε μια πολυσύνθετη χαρά: την περίπλοκη απόλαυση όλων των αισθήσεων, την υψηλή πνευματική συγκίνηση, την παραίτηση των συναισθημάτων, την παραφορά της αγριότητας».

 

Γκαμπριέλε Ντ’ Ανούντσιο

 

Τον έρωτά του για την Έλενα θα τον διαδεχτεί ο έρωτάς του για τη Μαρία. Αν τη Έλενα έχει για πρότυπό της την ωραία Ελένη τής Σπάρτης, η Μαρία θα μπορούσε να έχει την Παναγία. Είναι το αντίθετό της. Αγνή, πειθαρχημένη στον σύζυγό της, αφοσιωμένη στην κόρη της. Αθώα και αναμάρτητη. Θα μπει στο στόχαστρο του Αντρέα Σπερέλι, και θα βιώσει την κόλαση. Η καρδιά και το πνεύμα της θα υποκύψει στη γοητεία του. Θα μείνει ανέγγιχτη όμως, αρνούμενη την ολοκληρωτική παράδοσή της στις εκμαυλιστικές του επιθέσεις μέχρι που ο ανέντιμος σύζυγός της θα καταστρέψει την οικογένειά του, και θα την βυθίσει στον εξευτελισμό και στην απελπισία. Τότε και μόνο τότε, θα τον επισκεφθεί στο σπίτι του με πρόθεση να του παραδοθεί για πρώτη και τελευταία φορά, για μια και μόνο φορά…

Η δόνα Μαρία Φέρες ι Καπντεβίλα είναι πρόσωπο τραγικό. Η βαθιά θρησκευτικότητά της την κρατά μακριά από την προδοσία τής συζυγικής κλίνης. Στο ημερολόγιό της ομολογεί:

«Τα μάτια των Παρθένων και των Αγίων με καταδιώκουν. Ακόμα βλέπω εκείνα τα άδεια, σχιστά μάτια με τα χαμηλωμένα βλέφαρα, που κοιτούν με γοητευτικό βλέμμα, πράο σαν βλέμμα περιστεριού, λοξό σαν του φιδιού. ‘‘Γίνεσθε ουν φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί’’, είπε ο Ιησούς. Να είσαι φρόνιμη. Προσευχήσου, πλάγιασε και κοιμήσου».

Πάνω απ’ οτιδήποτε στον κόσμο έχει την κόρη της:

«Η κόρη μου είναι πάντα η παρηγοριά μου και με γιατρεύει από κάθε πυρετό, σαν το υπέρτατο βάλσαμο».

 

Ανάμεσα στην Έλενα και στη Μαρία κινείται ένας αστερισμός άλλων γυναικών, ιδιαίτερα ελκυστικών, πρόθυμων να βιώσουν τον έρωτα, παράνομο ή όχι, αρκεί να καταγράψουν στο ενεργητικό τους το πέρασμα του Αντρέα Σπερέλι, ως έπαθλο ζωής. Ο Ντ’ Ανούντσιο τις περιγράφει με όμοιο τρόπο, που θα ζωγράφιζαν οι φημισμένοι αναγεννησιακοί ζωγράφοι, τις δικές τους Μόνα Λίζες ή Μαντόνες. Όλες ξεχώριζαν για κάτι και όλες είχαν αφήσει πίσω τους και μια ιδιαίτερη ανάμνηση, έτσι ώστε ο Αντρέα Σπερέλι να δημιουργεί για κάθε μια κι ένα ιδιαίτερο πορτρέτο.

Ωστόσο καμιά δεν καλύπτει το κενό που αφήνουν πίσω τους η Έλενα και η Μαρία. Ο νεαρός ηδονοθήρας θα μείνει μόνος με την απελπισία του και τη μοναξιά του, έχοντας κρατήσει, από την τελευταία, ελάχιστα έπιπλα του σπιτιού της, αγορασμένα από τους πιστωτές που εκποίησαν την περιουσία τού χρεοκοπημένου συζύγου της.

Πολύ πριν, όμως, την τελευταία πράξη τού δράματος, ο Ντ’ Ανούντσιο έχει φροντίσει να καταδικάσει τον ήρωά του:

«Είχε πει πολλά ψέματα, είχε εξαπατήσει πολλές γυναίκες, είχε πέσει πολύ χαμηλά. Τον κατέκλυσε απέχθεια για τον εαυτό του και τις ακολασίες του. Ντροπή! Ντροπή! Η αχρεία χυδαιότητά του του φαινόταν αθεράπευτη. Είχε την αίσθηση πως θα ένιωθε ναυτία για πάντα, για πάντα, σαν να βίωνε ένα μαρτύριο δίχως τελειωμό. Ντροπή!»

Εν τέλει ο νιτσεϊκός Ντ’ Ανούντσιο θα θέσει ερωτηματικά που συνεχίζουν δραματικά να υφίστανται σε κάθε αμφιλεγόμενη μορφή επιθυμίας:

«…θέλεις ν’ αγαπήσεις σαν θεός;

»Ο Αντρέα χαμογέλασε και σκέφτηκε: Να αγαπήσω ποιον; Την Τέχνη; Μια γυναίκα; Ποια; Η Έλενα του φάνηκε μακρινή, χαμένη, πεθαμένη, όχι δική του. Οι άλλες του φάνηκαν ακόμα πιο μακρινές, πεθαμένες για πάντα. Ήταν ελεύθερος, λοιπόν. Γιατί να συνεχίσει μια ανώφελη κ επικίνδυνη αναζήτηση; Στα βάθη της καρδιάς του είχε την επιθυμία να δοθεί, ελεύθερος κι ευγνώμων, σ’ ένα πιο υψηλό, πιο αγνό πλάσμα. Πού να βρισκόταν όμως το πλάσμα αυτό; Το Ιδανικό δηλητηριάζει κάθε ατελή κατάκτηση. Και στον έρωτα κάθε κατάκτηση είναι ατελής και απατηλή, κάθε ηδονή ενέχει και θλίψη, κάθε απόλαυση είναι λειψή, κάθε χαρά κουβαλά τον σπόρο της δυστυχίας, κάθε εγκατάλειψη κουβαλά τον σπόρο της αμφιβολίας, και οι αμφιβολίες συντρίβουν, μολύνουν, μιαίνουν όλες τις χαρές όπως οι Άρπυιες λέρωναν την τροφή του Φινέα. Γιατί λοιπόν να απλώσει πάλι το χέρι του στο δέντρο της γνώσης…»

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top