Fractal

Η ιδιαιτερότητα της Καστρινής (Ηρακλειώτικης) μουσικής παράδοσης

Γράφει ο Αγησίλαος Κ. Αλιγιζάκης //

 

Η ορχήστρα του βωβού κινηματογράφου Πουλακάκη στο Ηράκλειο το 1924.

 

 

Η κρητική μουσική είναι γνωστή για την χρήση τριών εγχόρδων οργάνων: της λύρας, του βιολιού και του λαγούτου. Η παραδοσιακή μουσική ζυγιά (δυο) οργάνων είναι, λύρα-λαγούτο και βιολί–λαγούτο. Συχνά συνυπάρχει η κιθάρα και ενίοτε το μαντολίνο, ενώ τα τελευταία χρόνια έχουν προστεθεί τα κρουστά και το μπάσο.  Η χρήση των οργάνων και τα μουσικά σχήματα ποικίλουν ανάλογα με την περιοχή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η Κίσαμος (βιολί-λαγούτο), το Ρέθυμνο (λύρα- λαγούτο) και το Λασίθι (βιολί-λαγούτο). Στην ύπαιθρο του νομού Ηρακλείου συνυπάρχουν οι ζυγιές βιολί-λαγούτο (Πεδιάδα, Βιάννος) και λύρα-λαγούτο. Αυτή που είναι άγνωστη και έχει αγνοηθεί είναι η παραδοσιακή μουσική της πόλης του Μεγάλου Κάστρου (Ηράκλειο).

Αρχίζοντας από τα τέλη του 19ου αιώνα και προχωρώντας στις αρχές του 20ου αιώνα παρατηρούμε ότι το Μεγάλο Κάστρο παρουσιάζει έναν μουσικό πολιτισμικό δυϊσμό. Μια προφορική λαϊκή μουσική παράδοση με ζυγιά τη λύρα και το ταμπουρά ή το λαούτο και μια λόγια δυτικοευρωπαϊκή μουσική παράδοση, η οποία χρησιμοποιεί το βιολί και το πιάνο ή την κιθάρα. Η λαϊκή μουσική παράδοση, αυτή την χρονική περίοδο, ακούγεται στα καφέ-αμάν όπου κυριαρχούν η οθωμανική κλασική μουσική και η  κρητική μουσική, ενώ στα καφέ σαντάν προτιμάται η ευρωπαϊκή μουσική. Οι μουσικοί, οι οποίοι μεσουρανούν στα καφέ αμάν και στα γλέντια της εποχής (1880-1920 περίπου) γενικότερα είναι οι χριστιανοί: Αντώνιος Κωσταντινίδης ή Βέκιος (βιολί, λαούτο, ταμπουρά), Χαρίδημος Ζαχαριάδης (βιολί), Αδαμάκης (βιολί), Γιώργης Πατσάς (λύρα), Ιωάννης Βαρδάκης ή Κοντόχας (λύρα). Ταυτόχρονα, συνυπάρχουν οι μουσουλμάνοι Καστρινοί μουσικοί, όπως: o Μουχτάρ Χανιαλάκης ή Μουχτάρης (βιολί, ο οποίος έπαιζε και στο Μουσικό Σύλλογο «Απόλλων»), o Μουλάλης (βιολί, κιθάρα), o Όρμπος (μπουλγαρί, ταμπουρά), o σητειακός Ναΐμης (λύρα), το Καμπουράκι (λύρα) και ο Μεζιέτ Αλή (μπουζούκι).

 

Ο σητειακός βιολιστής Στρατής Καλογερίδης. Ιδρυτής του καστρινού μουσικού ιδιώματος.

 

Η λόγια δυτικοευρωπαϊκή μουσική συνιστώσα αρχίζει να καλλιεργείται στο Μουσικό Σύλλογο «Απόλλων» (έτος ίδρυσης 1908). Σε αυτόν τον Σύλλογο έρχεται ο σητειακός Στρατής Καλογερίδης (1883-1960) μετά από μουσικές σπουδές στην Τουλών της Γαλλίας. Η παρουσία του σφραγίζει την παραδοσιακή μουσική εξέλιξη της πόλης, καθώς συμμετέχει στη μουσική ζωή της πόλης παίζοντας, όχι μόνο στον «Απόλλων»,, αλλά και σε διάφορες εκδηλώσεις, χοροεσπερίδες και καντάδες κατά το χρονικό διάστημα 1910-1960. Ο Καλογερίδης εναρμονίζει στο πεντάγραμμο την κρητική μουσική (1905 «Κονδυλιές στη Φα», κ.λπ.), ενώ ταυτόχρονα γράφει κρητική μουσική για πιάνο. Το ανεξάντλητο ρεπερτόριο και η απαράμιλλη δεξιοτεχνία του δημιουργούν τη λόγια μουσική παράδοση της πόλης.

Αυτή η παράδοση καλλιεργείται στην Φιλαρμονική του Δήμου Ηρακλείου (έτος ίδρυσης 1880), στο Διδασκαλείο (έτος ίδρυσης 1905), στον Μουσικό Σύλλογο «Απόλλων» (έτος ίδρυσης 1908) και στην Παιδαγωγική Ακαδημία (έτος ίδρυσης 1935). Με τον τρόπο αυτό, οι μουσικοί παίζουν ταυτόχρονα κλασική και παραδοσιακή κρητική μουσική δημιουργώντας τη σχολή των λόγιων καστρινών βιολιών. Σε αυτή τη σχολή συμμετέχουν βιολιστές και πιανίστες από την πόλη και τον νομό Ηρακλείου, καθώς και από το Λασίθι (συγκεκριμένα από την Νεάπολη) και παίζουν, εκτός από κλασική μουσική, κομμάτια του Στρατή Καλογερίδη, δηλαδή κοντυλιές και πηδηκτό. Η συνύπαρξη παραδοσιακής κρητικής μουσικής και κλασικής, καθώς και η ερμηνεία με τη χρήση βιολιού-πιάνου δημιουργούν το ιδιαίτερο καστρινό μουσικό ιδίωμα, την καστρινή μουσική σχολή.

Οι λόγιοι βιολιστές, οι οποίοι ξεχωρίζουν είναι: ο αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Δήμου Ηρακλείου Μηνάς Τζωρτζάκης (1906-1988, βιολί), ο Λευτέρης Αλεξίου (1890-1964), ο Ραδάμανθυς Αλεξίου (1883-1952), η Μαρία Αμαριώτου (1896-1977, μαθήτρια του Καλογερίδη), ο Βασίλης Νουφράκης καθηγητής κλασικού βιολιού στην Παιδαγωγική Ακαδημία Ηρακλείου ως το 1952, ο Νίκος Βογιατζάκης (1922-2005), ο Νίκος Γερμανάκης (1931-2016, έπαιζε και μαντολίνο), ο Γιώργος Χλαπουτάκης (1937-2011, ιατρός ορθοπεδικός από την Νεάπολη Λασιθίου) και ο Μανόλης Πατσιδιώτης (1918-1998, Νεάπολη Λασιθίου).

 

Ο καστρινός πιανίστας Κωνσταντίνος Σφακιανάκης το 1923.

 

Ταυτόχρονα, καθώς το πιάνο αποτελούσε βασικό όργανο συνοδείας του βιολιού στην εκτέλεση της κρητικής μουσικής υπήρχαν και οι πιανίστες, όπως ο Γεώργιος Χατζηδάκις (1887-1960 περίπου, συγγραφέας του βιβλίου Κρητική μουσική), ο Κωνσταντίνος Σφακιανάκης (διευθυντής το Βενιζέλειου Ωδείου Χανίων και του Ελληνικού Ωδείου Αθηνών, 1890-1946), η Ρένα Κυριακού (διεθνούς φήμης πιανίστρια, 1917-1994), ο Τόλης Τζωρτζάκης (1935-1986) και ο Γεώργιος Χουρμούζιος (Κύπριος, διευθυντής στο Ωδείο «Απόλλων», 1884-1976). Εκτός από το πιάνο σαν όργανα συνοδείας στις καστρινές μουσικές παρέες, κυρίως μετά το 1930, ήταν η κιθάρα και το μαντολίνο σύμφωνα με τη δισκογραφία Καλογερίδη και το υπάρχον αρχειακό μουσικό υλικό.

Μαζί με όλους αυτούς συνυπήρχαν και οι λαϊκοί βιολιστές, οι οποίοι βιοπορίζονταν από τη  μουσική (σε αντίθεση με τους λόγιους που έπαιζαν για την τέρψη τους). Αυτοί είτε είχαν μαθητεύσει κοντά στους προαναφερόμενους λόγιους μουσικούς είτε είχαν επηρεαστεί μουσικά από αυτούς. Γνωστοί λαϊκοί καλλιτέχνες ήταν ο Αρίστος Σπανακάκης (1918-1988, καραγκιοζοπαίκτης) και ο Γεώργιος Σταυρουλάκης ή Αντισκαριανός (1909-1992), οι οποίοι είχαν μουσικές σπουδές σε Ωδεία και διατηρούσαν στοιχεία κλασικής τεχνικής στο παίξιμό τους. Αυτοδίδακτοι ήταν οι Σκαλανιώτες Γιώργος Σφακιανάκης ή Αβησσυνός (1931-2017), οι αδελφοί Κώστας (1937-2017) και Γιώργος Βασιλάκης ή Σκαλανιώτης, καθώς και ο Μανώλης Πετρουγάκης (από τους Αποστόλους Πεδιάδος). Οι λαϊκοί μουσικοί έπαιζαν στα γλέντια ολόκληρο το ρεπερτόριο της κρητικής μουσικής (σε αντίθεση με τους λόγιους βιολιστές που έπαιζαν μόνο κοντυλιές και πηδηκτό, καθώς διάβαζαν στο πεντάγραμμο τις νότες που είχε εναρμονίσει ο Καλογερίδης), δηλαδή συρτό, πεντοζάλη, σιγανό, κ.λπ., ενώ το όργανο συνοδείας ήταν το λαγούτο ή/και η κιθάρα.

Συνοψίζοντας θα λέγαμε ότι η καστρινή μουσική σχολή  χαρακτηριζόταν από τα λόγια βιολιά με τη συνοδεία πιάνου, τις κοντυλιές και τον καστρινό πηδηχτό. Αυτό το ιδιαίτερο χρώμα με το έντονο αστικό ύφος, το οποίο είχαν υιοθετήσει και οι λαϊκοί βιολιστές δεν υπάρχει πια από το 2000 περίπου….

 

 

Βιβλιογραφία

Αλιγιζάκης Α., Η μουσική οδύσσεια του βιολιού στο Μεγάλο Κάστρο, Ηράκλειο 2011.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top