Fractal

Χορός του θανάτου επί δύο

Γράφει η Ελένη Γκίκα //

 

«Η αστυνόμος», Ανδρέας Μήτσου, εκδ. Καστανιώτη, σελ. 240

 

«Εξάλλου, αν αξίζει κάτι, αν προσδοκούμε να μας συμβεί κάτι, αυτό κρύβεται μόνο στην υπερβολή. Στην υπέρβαση των καχεκτικών ορίων μας.»

Το λέει η κόρη «η αστυνόμος» αντιγράφοντας κατά γράμμα τον διάσημο συγγραφέα πατέρα που λατρεύει και μισεί, θα μπορούσε να το πει ο συγγραφέας, σε περίπτωση που ήταν εκτός ιστορίας, αλλά σε αυτή εδώ την ιστορία επιλέγει να είναι ο σαλτιμπάγκος, να είναι εκείνος που εκτίθεται, που πρωταγωνιστεί. Γιατί…

«Ένα θέατρο είναι ο κόσμος, κι όποιους πρέπει να θαυμάζουμε και να ζηλεύουμε, είναι οι ηθοποιοί, οι σαλτιμπάγκοι. Όσους παίζουν ρόλους σε κάθε είδους σκηνή. Εκείνους που εκτίθενται. Όχι αυτούς που μένουν καρφωμένοι, ακίνητοι. Έρημα βράχια να ατενίζουν καρτερικά αιώνες τη θάλασσα».

Είναι η λογοτεχνική τακτική του Ανδρέα Μήτσου σε όλα τα βιβλία του, αυτό που αξίζει να το βρίσκει και να το αποκαλύπτει στην υπερβολή: «στην υπέρβαση των καχεκτικών ορίων μας».

Και στην «Αστυνόμο» το κάνει τόσο αριστοτεχνικά σε επίπεδο σχεδόν δημιουργικής γραφής. Αναδεικνύοντας τέσσερα βιβλία ή μυθιστορήματα μέσα στο ίδιο βιβλίο, στο ίδιο μυθιστόρημα, αποδεικνύοντας ότι στη ζωή ο καθένας σκηνοθετεί και παίζει στο δικό του μυθιστόρημα, ωθώντας εκτός ορίων έναν συγγραφέα, την κόρη του αστυνόμο, μια λαϊκή πανέμορφη γυναίκα και έναν φορτηγατζή.

Δυο παράταιρα, αταίριαστα, αδιαχώριστα ζευγάρια στο δικό τους κατά Στρίμπεργκ ερωτικό «Χορό του θανάτου»: Την αστυνόμο, δηλαδή, την κόρη και τον συγγραφέα Και την λαϊκή πανέμορφη άπιστη σύζυγο και τον απατημένο, τιμωρό φορτηγατζή.

Το παράδοξο είναι ότι οι σαλτιμπάγκοι της περίπτωσης είναι το παράταιρο ζευγάρι που συναντιέται ερωτικά και σπαράσσεται, ο συγγραφέας και η πανέμορφη λαϊκή. Ενορχηστρωτής η κόρη αστυνόμος που τον λατρεύει και τον μισεί και τον προμηθεύει με ιστορίες του αστυνομικού δελτίου, τάχα μου «αυτός για να γράψει», για να ζήσει εμμέσως κι αυτή. Στο παντρεμένο ζευγάρι σε μια βουβή συμφωνία, υπερβαίνουν τα όρια και την πλήξη τους κι αυτοί: «Το ίδιο κουσούρι. Πλήττουμε. Πλήττουμε θανάσιμα. Μη σου κάνει έκπληξη που το είδα αμέσως σ’ εσένα. Ξέρω να βλέπω».

«Στο ποδόσφαιρο υπάρχει ο όρος «κρυφός κυνηγός». Είναι ο παίχτης που αγωνίζεται μόνιμα σ’ άλλη θέση, πάντα πίσω, στην άμυνα. Και αναπάντεχα αλλάζει τον προκαθορισμένο ρόλο του, περνάει στην επίθεση. Από αυτόν αποκλειστικά εξαρτάται πλέον η έκβαση του παιχνιδιού. Αυτός το καθορίζει».

Στην ιστορία μας ο «κρυφός κυνηγός» είναι η Αστυνόμος. Το νήμα, η κλωστή που τους ενώνει με την πραγματική υγιή ζωή είναι η Μαίρη, η σύντροφος του συγγραφέα, η λογική. Αλλά κι αυτή στο τέλος από τον «κρυφό κυνηγό» θα εξοριστεί.

 

Ανδρέας Μήτσου

 

Το αποτέλεσμα ένα μυθιστόρημα που είναι μάθημα ύφους, [πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις των ηρώων, ενδεικτικές, θεατρικές συνομιλίες, φιλοσοφικοί και υπαρξιακοί στοχασμοί, ατμοσφαιρικές, κινηματογραφικές περιγραφές χώρων], δοκίμιο περί έρωτος, ανατομία του καταστροφικού πάθους, ερωτικό και συγγραφικό θρίλερ, χρονικό συγγραφής και νουάρ. Ξεκινά και εξελίσσεται με αστυνομική ατμόσφαιρα και σασπένς καταλύοντας τα όρια στα μυθιστορηματικά είδη. Υπενθυμίζοντας τις σκοτεινές ιστορίες του Πόε, το «Στρίψιμο της βίδας» του Χένρυ Τζέημς, το ανυπέρβλητο προσωπικό ύφος του Ανδρέα Μήτσου, δεν είναι πρώτη φορά που η ιστορία του φλερτάρει με το ερωτικό θρίλερ και το αστυνομικό. Με το γνωστό πρωτοεπίπεδο πάθος και το φιλοσοφικό και υπαρξιακό βάθος. Κάθε ιστορία του Μήτσου, είναι πολλές.

 

 

Δημοσιεύθηκε στον Φιλελεύθερο

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top