Fractal

Η ανάγκη να γίνουμε βάρβαροι και εκείνοι οι «άλλοι»

Της Κωνσταντίας Σωτηρίου //

 

Δημήτρης  Τανούδης «Η ανάγκη να είναι κανείς βάρβαρος», εκδ. Μωβ Σκίουρος, σελ. 152

 

«Τελικά ένα τρόπος για να λυτρωθούμε από τους βάρβαρους θα ήταν να γίνουμε οι βάρβαροι», (σελ 101)  αναφέρει σε κάποιο σημείο ο Δημήτρης  Τανούδης, φράση που σε μεγάλο βαθμό συνοψίζει το νόημα του βιβλίου. Οι βάρβαροι, επινοημένοι ή μη συνιστούν όχι μια απειλή αλλά μία διέξοδο για τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι ήρωες. Και για να λυτρωθείς από αυτούς ίσως χρειάζεται να γίνεις εσύ βάρβαρος, να απαλλαγείς από αυτό που είσαι και να ενδυθείς την ταυτότητα του «βαρβάρου», αυτού του «άλλου». Ο Τανούδης ουσιαστικά δίνει απάντηση με το βιβλίο του στην σπουδαία καβαφική ερώτηση: «Και τώρα τί θα γίνουμε χωρίς βαρβάρους», λέγοντας πως τον βάρβαρο αν δεν τον βρεις θα τον αναζητήσεις μέσα σου, θα γίνεις εσύ ο ίδιος βάρβαρος επειδή, ίσως από την αρχή, ήσουν εσύ ο βάρβαρος, ήσουν εσύ εκείνος ο «άλλος» που αναζητούσες.

Την ίδια ώρα συνεχίζει την ερώτηση αναλύοντας τον ακόμη περισσότερο: Ποια είναι η σχέση των ανθρώπων με αυτούς τους βαρβάρους; Και το πιο σημαντικό: Χρειάζεται να τους αγαπούμε;

Η απάντηση αυτή,  ή μάλλον η απορία που αφήνει να αιωρείται ο συγγραφέας, πιστεύω πως συναντά πολλά ερωτήματα που θέτει και ο σύγχρονος άνθρωπος, ο δικός μας πολιτισμός  απέναντι σε αυτούς που θεωρεί «βάρβαρους», απέναντι στους «άλλους» και στην αγριότητα που κρύβουμε μέσα μας.

Το βιβλίο αναφέρεται σε ένα πολιτισμό που, ενώ αντλεί στοιχεία δόμησης από το παρελθόν, ουσιαστικά τοποθετείται σε ένα άχρονο μέλλον, όπου τα πάντα έχουν διαβρωθεί και αλλάξει. Ο πολιτισμός όπως τον ξέραμε, είναι διαφορετικός : τα παλιά βιβλία θεωρούνται παραμύθια, το θάψιμο των νεκρών και η μνημοσύνη τους μια συνήθεια χωρίς νόημα, η θρησκεία μια ανάμνηση αδυναμίας. Στο νέο πολιτισμό το παρελθόν και όλα όσα έζησαν οι άνθρωποι αποτελούν την καταστροφή, ενώ το παρόν στέκει μετέωρο με φόντο ένα αβέβαιο μέλλον. Σε αυτό το διστοπικό περιβάλλον, ενώ όλα δείχνουν να έχουν την θέση τους και οι άνθρωποι τον ρόλο τους, κρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη μια επικείμενη καταστροφή. Επειδή στην ουσία τίποτε από ότι έχει δομηθεί δεν είναι δεδομένο ή μάλλον επειδή έχει χτιστεί στα σαθρά –κυριολεκτικά- θεμέλια μιας πόλης που βάλλεται από οικολογική κι άλλες καταστροφή. Ενώ η ζωή, έτσι όπως την έχουν δομήσεις οι «γεννήτορες» συνεχίζεται με μια επίφυση κανονικότητας, στην ουσία κινδυνεύει να καταρρεύσει επειδή οι άνθρωποι ζουν μέσα στην πλήξη και στην ανία, ορμώμενοι μονάχα από τα πιο χαμηλά τους ένστικτα. Σε αυτή τη νέα ανθρωπότητα που περιγράφει ο Τανούδης, το σχήμα του ανθρωπισμού δείχνει να έχει αλλάξει και ενώ όλοι είναι πεπεισμένοι πως αυτό που ζουν είναι καλύτερο από αυτό που οι παλαιότεροι άνθρωποι έζησαν, αυτό που υπάρχει είναι τόσο σαθρό που την ίδια στιγμή οι άνθρωποι χρειάζεται να επινοήσουν την ύπαρξη ενός νέου «εχθρού» για να συνεχίσουν να υπάρχουν. Οι βάρβαροι υπάρχουν για να δώσουν νόημα στη δική μας ζωή-κι αν δεν υπάρχουν πρέπει να τους επινοήσουμε και αυτοί πρέπει να βρίσκονται σε ένα νοερό ή φανερό τείχος που πρέπει να το υπερπηδήσουν για να τους ανακαλύψουμε.

Επειδή αν δεν υπάρχουν οι βάρβαροι, μας λέει μέσα από το βιβλίο ο Τανούδης, δεν υπάρχει ουσιαστικά τίποτα, δεν υπάρχει αυτό που θα μπορούσε να μας λυτρώσει, οι βάρβαροι πρέπει να υπάρχουν για να μπορέσουν να φτάσουν κάποτε σε μας, για να έχουμε κάτι που να μπορούμε να φοβηθούμε, για να δούμε αν στα αλήθεια υπερέχουμε ή υπερέχουν αυτοί από μας και στο τέλος επειδή χρειάζεται να τους αγαπούμε. Στο τέλος της ημέρας, αυτό που υπάρχει είναι η ανάγκη της ύπαρξης όχι των βαρβάρων, αλλά της αγάπης. Σε ένα κόσμο που δείχνει να ξαναρχίζει αποτυχημένα, ένας κακός απόηχος ενός κόσμου που έχει ήδη τελειώσει ή ύπαρξη αυτών των «άλλων» είναι η μόνη ελπίδα και το μόνο φως για να συνεχίσουμε εμείς να υπάρχουμε. Το αντικείμενο, αυτό που θα μπορούσαμε ή μπορούμε να αγαπούμε.. Επειδή όπως φαίνεται, η νέα δόμηση του κόσμου, δεν είναι αρκετή, αν δεν χρησιμοποιήσουμε στο νέο χτίσιμο της ανθρωπότητας το πιο πολύτιμο συστατικό, κι αυτό είναι ο ανθρωπισμός της. Η ανάγκη να αγαπούμε, να αγαπούμε μέσω των άλλων τον εαυτό μας.

 

Δημήτρης Τανούδης

 

«Σκέψου», είπα, «έναν κόσμο όπου θα φανταζόμασταν τους βαρβάρους απλώς για να τους αγαπήσουμε», αναφέρει (σελ 99) ο αφηγητής της ιστορίας, υπογραμμίζοντας της ανάγκη των ανθρώπων να υπάρχουν οι βάρβαροι ακριβώς για να υπάρχει αυτή η αγάπη.

Αν και όπως αναφέρει σε ένα άλλο σημείο ο συγγραφέας.  «Ακόμα και σε έναν τέτοιο κόσμο κάθε άνθρωπος θα αγαπούσε διαφορετικά τους βαρβάρους. Θα χρειαζόταν να γίνει μια ψηφοφορία ώστε να αποφασίσουμε πως ακριβώς θα τους αγαπάμε».

Για να δώσει την απάντηση στο τέλος του βιβλίου ο ίδιος. Θα επιμένουμε στον πολιτισμό, ακόμα κι όταν θα έχουμε καταλάβει ότι ο μόνος τρόπος για να σωθούμε θα είναι να ενδώσουμε στην αιώνια και βαθύτερη ανάγκη μας , όταν θα γέρνουμε προς τον γκρεμό και η ανάγκη μας θα είναι το μοναδικό χέρι (σελ. 150).

Στο τέλος της ημέρας, είναι η ανάγκη του ανθρωπισμού που φαίνεται να υπερνικάει την όποια ανάγκη του πολιτισμού, είναι αυτό ακριβώς που μπορεί να μας ξεχωρίσει από τα ζώα. Στο ερώτημα που πλανάται πάνω από  το βιβλίο, για την ανάγκη να είναι κανείς βάρβαρος, ο συγγραφέας δίνει εμμέσως την απάντηση πως η ανάγκη που υπάρχει είναι να είναι κανείς άνθρωπος.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top