Fractal

Κυνηγώντας δολοφόνους, εκβιαστές και το παρελθόν του στη μεταπολεμική Γαλλική Ριβιέρα

Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη //

 

 

 

Philip Kerr, “Η άλλη πλευρά τη σιωπής”. Μετάφραση: Γιώργος Μαραγκός. Εκδόσεις Κέδρος, 2017

 

Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, φθάνοντας στο τέλος του, εάν ο πρωταγωνιστής και αφηγητής ετούτου του μυθιστορήματος, Μπέρνι Γκούντερ, κατανόησε όλες τις πράξεις κάποιων συνοδοιπόρων του τα χρόνια που προηγήθηκαν της υπόθεσης του βιβλίου, και ακόμα κατά πόσο τις συγχώρεσε, τόσο τις αλλότριες όσο και τις δικές του, κρίνοντας από συγκεκριμένες ενέργειες που έθεσε σε εφαρμογή, και αν ήρθε τελικά σε αντίθεση με τον Βολταίρο όταν αυτός διατύπωνε, κάποιες εποχές, πως ‘Όταν τα κατανοείς όλα, τα συγχωρείς όλα’ (Tout comprendre, c’est tout pardoner). Ο  Σκωτσέζος συγγραφέας  Φίλιπ Μπαλαντάιν Κερ (Philip Ballantyne Kerr, 1956 –2018), επανήλθε στο προσκήνιο με μια άλλη ιστορία του, την  ‘άλλη πλευρά τη σιωπής’ (The Other Side of Silence, 2016), ενταγμένη στην δημοφιλή σειρά του γνωστού Μπέρνι Γκούντερ, οι οποίες αφηγήσεις και περιπέτειές του, να σημειώσουμε εδώ, πως δεν ακολουθούν συχνά η μια την άλλη όσον αφορά τα χρονικά πλαίσιά τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, ‘Οι βιολέτες του Μάρτη’ (March Violets, 1989) αφήγημα που αναφέρεται στη δεκαετία του 1930 και συγκεκριμένα στο Βερολίνο του 1936, και ο ‘Χλωμός δολοφόνος’ (The Pale Criminal, 1990) που διαδραματίζεται επίσης στην ίδια πόλη, το Βερολίνο του 1938. Αλλά μια πολύ μεταγενέστερη εργασία του, το ‘Αν οι νεκροί δεν ανασταίνονται’ (If the Dead Rise Not, 2009), επανακάμπτει κυρίως στο Βερολίνο του 1934, ενώ οι περιπέτειες στη ‘Μοιραία Πράγα’ (Prague Fatale, 2011) και στο  ‘Άνθρωπος χωρίς ανάσα’ (A Man Without Breath, 2013) πραγματοποιούνται, αντιστοίχως, το 1941 και το 1943,  πριν δηλαδή από το ‘Γερμανικό Ρέκβιεμ’ (A German Requiem, 1991) που διαδραματίζεται στο Βερολίνο του 1947.  Επομένως, αν κάποιος σκοπεύει να διαβάσει τα βιβλία του συγγραφέα με τη σειρά δημοσίευσής τους, με απώτερο σκοπό, πάντα, να αποκομίσει μια κάπως πιο ομοιόμορφη και σαφή  εικόνα για την εξελισσόμενη εξοικείωση του Φίλιπ Κερ με την ιστορία του εικοστού  αιώνα, όπου αρέσκεται ιδιαιτέρως να εμφιλοχωρεί και να περιφέρεται, μετά απ’ αυτές τις λεπτομέρειες, μάλλον δεν κρίνεται και τόσο απαραίτητο. Σε τούτο το βιβλίο, οι εξοικειωμένοι αναγνώστες με τον χαρακτήρα του Μπέρνι Γκούντερ, θα έρθουν σε επαφή με μια ακόμα ιστορία του πρώην Γερμανού αστυνομικού που μισεί ακόμα τον ναζισμό.

 

Philip Kerr

 

‘Η άλλη πλευρά της σιωπής’ βρίσκει τον αποκαμωμένο πια ήρωά μας να ζει κάτω από ένα υποθετικό  όνομα, Βάλτερ Βολφ, στη Γαλλική Ριβιέρα, το 1956. Κοντεύει πλέον τα εξήντα του χρόνια, είναι μόνος και σε βαριά κατάθλιψη αφού η γυναίκα του, Ελίζαμπεθ, τον εγκατέλειψε άσπλαχνα για να γυρίσει στο Βερολίνο, και τώρα απασχολείται ως συνήθης υπάλληλος υποδοχής και διεκπεραίωσης τρεχουσών υποθέσεων των πλούσιων πελατών στο αριστοκρατικό ξενοδοχείο Γκραντ Οτέλ, στο Σεν-Ζαν-Καπ-Φερά της Γαλλικής Ριβιέρας, διατηρώντας όσο μπορεί  χαμηλότερο προφίλ, προκειμένου να μην προσελκύσει την προσοχή της  γαλλικής  Sûreté, τουτέστιν του Σώματος των Επιθεωρητών της Γαλλικής Αστυνομίας. ‘Ποτέ δεν κατάφερε να μάθει γαλλικά’, λέει αναφερόμενος στη γυναίκα του, ‘να συνηθίσει το φαγητό ή, έστω, να απολαύσει ιδιαίτερα τον ήλιο, το μοναδικό σχεδόν πράγμα εδώ που είναι δωρεάν και μπόλικο’. Απογοητευμένος, προσπάθησε σε μια κρίση ταυτότητας  και βαθιάς κατάθλιψης να δώσει τέλος στην άχαρη και χωρίς νόημα  ζωή του με την εξάτμιση του αυτοκινήτου του και εισπνέοντας  μονοξείδιο του άνθρακα, χωρίς όμως θετικό αποτέλεσμα. Μερικές φορές, φαίνεται, ο Μπέρνι Γκούντερ δεν μπορεί να κάνει τίποτα σωστό, εκτός, όπως επιβεβαιώνει εδώ, την επίλυση ενός σκοτεινού εγκλήματος και την εξαπάτηση, δύο επιχειρήσεις όπου ξεκάθαρα αποδεικνύεται στο παρελθόν αρκετά εξειδικευμένος και έμπειρος. Υπομένει καρτερικά τη ζωή του, όπως αυτή εξελίσσεται στο πολυτελές Γκραντ Οτέλ, και επαναλαμβάνει τα καθήκοντά του που συνίστανται κατά κύριο λόγο στην κράτηση θέσεων σε εστιατόρια, να κλείνει  ταξί και σκάφη, να συντονίζει τους αχθοφόρους, να διώχνει τις ιερόδουλες  από τους χώρους του ξενοδοχείου, κάτι που δεν είναι τόσο εύκολο όσο ακούγεται, αφού αυτές τις μέρες μόνο οι Αμερικανίδες έχουν τα χρήματα να μοιάζουν με ιερόδουλες, όπως εξομολογείται, και τέλος να δίνει οδηγίες σε ανόητους τουρίστες που δεν ξέρουν να διαβάσουν το χάρτη και δεν μιλάνε τη γαλλική γλώσσα. Ωστόσο, η διάχυτη και ενοχλητική ανία, σε μια στιγμή, δείχνει πως σταματά. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην ξαφνική εμφάνιση στο ξενοδοχείο του  Καπ Φερά  μιας δραματικής φιγούρας από το μακρυνό παρελθόν του. Βλέπει μπροστά του τον Χάρολντ Χάιντς Χέμπελ, τον οποίο ο Γκούντερ γνώριζε κάποτε καλύτερα ως ένα Γερμανό εγκληματία πολέμου, με το πραγματικό όνομα Χάρολντ Χένιχ, στην πραγματικότητα έναν δολοφόνο αξιωματικό της μισητής ναζιστικής Γκεστάπο. Επιπλέον, ένας από τους τακτικούς συμπαίκτες του Γκούντερ στα παιχνίδια μπριτζ, ο Άντιμο Σπίνολα, διευθυντής στο δημοτικό καζίνο της Νίκαιας, δολοφονήθηκε,  και για κάποιους υπάρχει ένας άγραφος κανόνας στο μπριτζ,  σύμφωνα με τον οποίο αν ένας συμπαίκτης σου σκοτωθεί, πρέπει να προσπαθήσεις και να μάθεις με κάθε τρόπο ποιος ήταν εκείνος που το έκανε. Όλα αυτά, μαζί με το γεγονός ότι μπήκε στη μέση και ένας άλλος εκβιαστής του συγγραφέα  Σώμερσετ  Μωμ, κατοίκου επίσης εκείνη την εποχή της γαλλικής Ριβιέρας, έκαναν τον πρωταγωνιστή του βιβλίου, να αφήσει στην άκρη, τουλάχιστον επί του παρόντος,  το θέμα της αυτοκτονίας του και να  αναλάβει εκ νέου δράση. ‘Ένα ηλιόλουστο μέρος για σκοτεινούς ανθρώπους’, είπε κάποτε ο γνωστός Άγγλος συγγραφέας Σώμερσετ Μωμ, αναφερόμενος στη γαλλική Ριβιέρα, και ο Φίλιπ Κερ  προσπαθεί με όλες του τις δυνάμεις  σε αυτή την ιστορία, μια από τις τελευταίες του εκδοτικά,  για να αποδείξει πως ότι είπε παλιότερα ο συμπατριώτης του, είναι πραγματικότητα. Λίγο αργότερα, ο Μπέρνι Γκούντερ συναντήθηκε με μια περίεργη γυναίκα  η οποία ενδιαφερόταν σφόδρα να γράψει τη βιογραφία του 82χρονου Μωμ και του ζήτησε πληροφορίες γι’ αυτόν, και ακόμα με τον Ρόμπιν, τον ανιψιό του Μωμ, ο οποίος τον προσκαλεί στη βίλα Μορέσκ, μια πολυτελή μονοκατοικία χτισμένη στα 1906 από τον Βέλγο βασιλιά Λεοπόλδο τον Β’, όπου κατοικεί ο απομονωμένος συγγραφέας για μια εκ του σύνεγγυς επαφή μαζί του. Η γνωριμία τους οδηγεί στο να ζητηθεί από τον Γκούντερ να ασχοληθεί με έναν εκβιασμό που απαιτεί πενήντα χιλιάδες δολάρια σε αντάλλαγμα για μια φωτογραφία του συγγραφέα που τον εμφανίζει μαζί με αρκετούς άλλους νεαρούς άντρες δίπλα στην πισίνα, όλους ευρισκόμενους σε έκφυλη κατάσταση πριαπισμού. Για τον Μωμ, η αποκάλυψη στην επιφάνεια του συγκεκριμένου εκβιασμού  θα δρούσε διττά. Αφενός θα δημοσιοποιούσε την ομοφυλοφιλία του, επιλήψιμη τότε κατάσταση στην Αγγλία, και αφετέρου θα έθετε σε κλονισμό το θέμα της πίστης του γενικότερα  στην πατρίδα, γιατί κάποιοι από τον περίγυρό του, στη συνέχεια, αποκαλύφτηκε πως υπήρξαν αναμφισβήτητα διαχρονικοί κατάσκοποι των σοβιετικών. Ωστόσο, πέρα απ’ όλα αυτά, τον ανησυχούσε επιπλέον  το γεγονός ότι ο μεγαλύτερος αδελφός του, Φρέντερικ, πρώην λόρδος καγκελάριος,  θα στενοχωρηθεί στην πατρίδα από το σκάνδαλο που πιθανόν δημιουργηθεί όταν δημοσιοποιηθούν οι σχετικές λεπτομέρειες. Τόσο ο Μωμ, όσο και  ο Γκούντερ, γνωρίζουν καλά ότι ο εκβιαστής σε αυτή την περίπτωση δεν είναι άλλος από τον προαναφερθέντα Χάρολντ Χένιχ, για τον οποίο ο Γκούντερ τρέφει απύθμενη απέχθεια. Σε μια οδυνηρή αναδρομή, μαθαίνουμε ότι ο Γκούντερ αποκρύπτει μια ρομαντική υπόθεση όταν παγιδεύτηκε σε ένα σημείο προς το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου στο Κένιγκσμπεργκ, καθώς οι βίαιες σοβιετικές κατοχικές δυνάμεις έκλειναν και πίεζαν περιφερικά αυτή την ιστορική πρωτεύουσα της Ανατολικής Πρωσίας. Εκεί ο Γκούντερ και μια γυναίκα, η Ιρμέλα Λουίζ Σάπερ, αξιωματικός στους διαβιβαστές του σώματος υποστήριξης ναυτικού, βρέθηκαν μαζί, για να απομακρυνθούν οριστικά στη συνέχεια τον Ιανουάριο του 1945, όταν κατά την τρομερή μάχη της πόλης, ο Χένιχ επιβιβάστηκε σε ένα γερμανικό επιβατικό πλοίο, το ‘Βίλχελμ Γκούστλοφ’  (Wilhelm Gustloff), το οποίο ακολούθως τορπιλίστηκε από  ρωσικό υποβρύχιο το οποίο έστειλε στο θάνατο κάπου εννέα χιλιάδες ψυχές, έξι φορές περισσότερους από εκείνους που έστειλε στον άλλο κόσμο ο Τιτανικός, στα 1912,   ενώ εκείνος, ο Χένιχ δηλαδή, ήταν από τους ελάχιστους που γλύτωσαν αφού είχε συμβάλλει, όμως, με τον τρόπο του στη βύθιση του πλοίου. Ήταν βεβαίως μια εποχή κατά την οποία, εκείνη ήταν ένα κορίτσι είκοσι τριών ετών και αυτός πλησίαζε τα πενήντα, ‘… πενήντα χρόνια αποτυχιών και απογοητεύσεων…’,  αλλά, ‘…κανείς δεν σκεφτόταν το μέλλον, επειδή κανείς δεν πίστευε ότι είχε μέλλον’!

 

Γνωστό σημείο στη Γαλλική Ριβιέρα.

 

Βοηθώντας τον Μωμ, τώρα, να ξεπεράσει την πρόσφατη απειλή και εκβιασμό του, ο Γκούντερ  αντιλαμβάνεται την πιθανότητα να εκδικηθεί και αυτός επίσης τον Χένιχ. Το σχέδιο του Χένιχ να πουλήσει στον Μωμ εκείνη την πρόστυχη φωτογραφία, ωστόσο, δεν είναι παρά μόνο η αρχική κίνηση μέσα σε ένα ευρύτερο και πιο επικίνδυνο σχέδιο που εξυφαινόταν. Φαίνεται ότι ο Χένιχ  κατείχε, επίσης, μια μαγνητοταινία στην οποία ο περιβόητος Άγγλος κατάσκοπος Γκάι Μπέρτζες, ο οποίος εδώ και χρόνια  τροφοδοτούσε την  Σοβιετική Ένωση με τα μυστικά των δυτικών δυνάμεων, αποκαλύπτει πληροφορίες που όχι μόνο θα μπορούσαν να προσβάλουν τη βρετανική νοημοσύνη και υπηρεσία πληροφοριών, αλλά και να αποδυναμώσουν, ταυτόχρονα, την ειδική σχέση της χώρας τους με τις  Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.

Ο Φίλιπ Κερ,  από καιρό δήλωνε  ότι τα βιβλία με τον Γκούντερ είναι πολιτικά και ιστορικά μυθιστορήματα τα οποία μεταμφιέζονται ως αστυνομικά. Αυτό ισχύει σε μεγάλο βαθμό και για την ‘άλλη πλευρά της σιωπής’, η οποία συνδυάζει τη φρίκη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με τις συχνά παράλογες ιδέες  και βεβαίως τις μηχανορραφίες του Ψυχρού Πολέμου που ακολούθησε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο, αυτός ο Σκωτσέζος συγγραφέας είχε μια περίεργη προτίμηση για όποια παλιομοδίτικη μυστηριακή πλοκή, όπως αποδεικνύεται φυσικά και από τα υπόλοιπα βιβλία του. Ο Κερ λοιπόν προσλαμβάνει σε αυτό το δράμα αρκετούς ιστορικούς χαρακτήρες, συμπεριλαμβανομένων των προδοτών συντρόφων του Γκάι Μπέρτζες (Guy Burgess, 1911-1963), δηλαδή των γνωστών Άγγλων, αλλά  σοβιετικών στην πραγματικότητα κατασκόπων, Άντονι Μπλαντ (Anthony Blunt, 1907-1983) και Κιμ Φίλμπυ (Kim Philby, 1912-1988). Η ιστορία της Πρωσίας, άφθονες προσωπικές και πολιτικές προδοσίες και μια μοιραία γυναίκα που ο Γκούντερ  καταφέρνει να σπρώξει σε μια απελπισμένη γωνιά, κάνουν την  ‘άλλη πλευρά της σιωπής’ ακόμα μια προσθήκη στην βραβευμένη σειρά του Φίλιπ Κερ. Ανάμεσα σε αρκετούς εξαιρετικούς συγγραφείς που γράφουν τώρα  αστυνομικά θρίλερ τα οποία τοποθετούνται εν μέσω και γύρω από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Φίλιπ Κερ (Philip Kerr, 1956-23 Μαρτίου 2018), εμφανίζεται  αναμφισβήτητα ως ο καλύτερος.

Ο Μπέρνι Γκούντερ,  είναι ο σκληρός μπάτσος του Βερολίνου που επέζησε των σχέσεων με τα ναζιστικά τέρατα, όπως ο Γιόζεφ Γκαίμπελς,  αλλά ακόμη και αυτός εκπλήσσεται όταν έρχεται σε επαφή με ένα σεξουαλικό σκάνδαλο που περιλαμβάνει επίσης τον πασίγνωστο βρεττανό συγγραφέα Σώμερσετ Μωμ,  στη γαλλική Ριβιέρα στα χρόνια που ακολούθησαν τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Γκούντερ ζει μια σχετικά ήσυχη ζωή ως υπάλληλος σε ένα γαλλικό πολυτελές ξενοδοχείο, παίζοντας μπριτζ και ουσιαστικά αποφεύγοντας το πρόβλημα που φαίνεται να τον κυνηγά χωρίς διακοπή από το παρελθόν,  όταν συναντά μια άλλη, από τις όμορφες και επικίνδυνες γυναίκες που θα σηματοδοτήσουν επίσης τη ζωή του. Η υπέροχη Άνν  κατάφερε και μπήκε στο μάτι του, ειδικά όταν του εξηγεί ότι επιθυμεί να γράψει ένα βιβλίο για τον απομονωμένο Μωμ,  ενώ την ίδια στιγμή ενδιαφέρεται να μπει στα ενδότερα του  παιχνιδιού μπριτζ. Ο Μπέρνι Γκούντερ εγκαταλελειμμένος πρόσφατα από τη σύζυγό του και προσεκτικός για να μην αποκαλυφτεί το ιστορικό του στη ναζιστική Γερμανία, τώρα εμφανίζεται πρόθυμος να  παρασυρθεί σε αυτό που αποδεικνύεται τελικά ως εφιάλτης με πληθώρα εκβιασμών, δολοφονιών και ανανεωμένων σχέσεων και επαφών με τους Ναζί τους οποίους  κάποτε είχε γνωρίσει καλά και ταυτόχρονα μισήσει. Ο Γκούντερ είναι ανήσυχος βέβαια με την ιδέα να βρεθεί για άλλη μια φορά πίσω στον άγριο, και γνώριμο σε αυτόν, κόσμο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου του οποίου οι τύχες καθορίζονταν από τον Χίτλερ και την Γκεστάπο του, αλλά ενθουσιάζεται από την ιδέα της φιλίας με τον συγγραφέα Σώμερσετ Μωμ,  ο οποίος είναι μεν ηλικιωμένος αλλά ακόμα ενεργός και ζει σε μια υπέροχη βίλα στην περιοχή, ενώ ο συγγραφέας ενδιαφέρεται επίσης για τη φιλία με τον Γκούντερ παρά το γεγονός ότι ο γερμανός αστυνομικός δεν είναι ούτε ομοφυλόφιλος, όπως ο ίδιος, ούτε παίζει καλό μπριτζ. Ωστόσο, αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο τον Μωμ όσον αφορά τον Γκούντερ,  είναι  αν μπορεί να βοηθήσει στη διαπραγμάτευση με τον εκβιαστή ο οποίος έχει στην κατοχή του μια φωτογραφία που δεν αφήνει καμία αμφιβολία για το χαρακτήρα του Βρεττανού  συγγραφέα μέσα  στην οργισμένη κοινωνική του ζωή. Ο Μωμ επισημαίνει στον Γκούντερ,   ότι ενώ μπορεί να ζήσει ειρηνικά με τους εραστές του στη Γαλλία, δεν μπορεί να επιστρέψει στην Αγγλία χωρίς να διακινδυνεύσει το είδος εκείνο της φυλάκισης που επιβλήθηκε και στον Όσκαρ Ουάιλντ, έναν άλλο γνωστό ομοφυλόφιλο. Ο Γκούντερ δεν είναι ενθουσιώδης για την εμπλοκή του σε αυτήν την οδυνηρή περιπέτεια, ειδικά όταν ανακαλύπτει ότι ο εκβιαστής είναι γνωστός σε αυτόν ως ένας βρώμικος και βίαιος σαδιστής με τον οποίο είχε συγκρουστεί στη Γερμανία κατά τη διάρκεια του τελευταίου μεγάλου πολέμου. Είναι μια αμοιβαία αντιπαλότητα, στη ουσία, και ο Γκούντερ μπαίνει στο τέλος στον πειρασμό να προσχωρήσει στην πρόταση του Μωμ. Ενώ ο Γκούντερ αντιστέκεται στην ιδέα της δολοφονίας αποκλειστικώς για τα χρήματα, ανακαλύπτει ότι έχει βυθιστεί τυχαία σε μια μεγάλη πλοκή κατασκοπείας που αφορά το ρόλο του Μωμ ως βρεττανού κατασκόπου κατά τη διάρκεια του πολέμου, και αυτό με τη σειρά του ανοίγει το δρόμο για να αποκαλυφτεί ένα μυστηριώδες σοβιετικό κατασκοπευτικό δίκτυο απέναντι στη βρεττανική υπηρεσία πληροφοριών. Η πλοκή βασίζεται στην πραγματικότητα στην ιδιότητα του Μωμ, ως μυστικού πράκτορα, ο οποίος έχοντας ως  βάση εκείνες τις εμπειρίες, έγραψε στις ιστορίες του,  ενώ ο ίδιος ο συγγραφέας εμφανίζεται ως κουρασμένος άνθρωπος, αλλά  με σημαντικές λογοτεχνικές δεξιότητες, ακόμα, ειρωνικό και βρεττανικό χιούμορ και συνειδητοποίηση των κινδύνων που απορρέουν από τις προσωπικές του συνήθειες και κοινωνικές συμπεριφορές. Το υπόβαθρο των διαβόητων Βρεττανών κατασκόπων διερευνάται, επίσης, στο βιβλίο, συμπεριλαμβανομένης μιας συναρπαστικής καταγραφής του Γκάι Μπέρτζες και της προσωπικής του ιστορίας ως ισόβιου υποστηρικτή των Σοβιετικών. Ο Φίλιπ Κερ  μας προσφέρει επίσης εκπληκτικές αναλαμπές κάποιων προδοτών, όπως ο Άντονι Μπλαντ και ο Κιμ Φίλμπυ. Ο Γκούντερ βρίσκει τον εαυτό του για άλλη μια φορά προδομένο από την όμορφη και αρκετά αδίστακτη Άνν. Μετά από μια σειρά τραγικών επεισοδίων, ο Γκούντερ επιβιώνει για να παραδεχτεί στον εαυτό του, καθώς και στον φίλο του Μωμ, ότι έχει φτάσει σε ένα σημείο όπου προτιμά μια ειρηνική ζωή απαντώντας σε ανόητες ερωτήσεις σε ένα μεγάλο ξενοδοχείο, παρά να ασχολείται πως θα καταφερθεί εναντίον των πρώην Ναζί. Ούτε και χρειαζόταν να καταστραφεί ο κόσμος για να βασιλέψει δικαιοσύνη, έτσι για να ικανοποιηθεί έστω αναδρομικά ο αυτοκράτορας της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Φερδινάνδος Α΄ (1503-1564), όταν διατύπωνε τη φράση-γνωμικό:  ‘Fiat iustitia, et pereat mundus’.

Περιδιαβαίνοντας στις σελίδες του βιβλίου αυτού του Φίλιπ Κερ, ερχόμαστε σε επαφή με κρίσιμες σελίδες της ιστορίας του εικοστού αιώνα. Παρελαύνουν ονόματα γνωστά στους περισσότερους, κυρίως κάποιων σημαδιακών προσωπικοτήτων που σημάδεψαν την πορεία και την κατάληξη πολλών δύσμοιρων ανθρώπων. Σε λίγους ήταν γνωστό, για παράδειγμα,  πως η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία δεν ήταν η γνωστή του Τιτανικού, αλλά εκείνη της βύθισης του ‘Βίλχελμ Γκούστλοφ’ που έλαβε χώρα το βράδυ της 30ης Ιανουαρίου του 1945, παρασύροντας στο βυθό κάποιες χιλιάδες αθώων ψυχών, για εννέα χιλιάδες τετρακόσιους τουλάχιστον, γίνεται λόγος,  ανάμεσά τους και πολλά παιδιά. Βεβαίως τη μεγάλη μερίδα καρπούνται οι προαναφερόμενοι Βρεττανοί πράκτορες οι οποίοι έδρασαν στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου, και ειδικότεροι οι αποκαλούμενοι και γνωστότεροι με το όνομα ‘διπλοί’.

Το μυθιστόρημα χαιρετίστηκε από τους The New York Times Book Review, ως ένα από τα καλύτερα του πρόσφατα (2018) αποβιώσαντος Φίλιπ Κερ.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top