Fractal

H Ασημίνα Ξηρoγιάννη στο Εργαστήρι του μεταφραστή

 

 

 

Μάρκ Στραντ «Προσωρινή αιωνιότητα», Βακχικόν 2019

 

Βιβλίο για τον Μάρκ Στραντ για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Η επιλογή-ανθολόγηση των ποιημάτων από την γράφουσα βασίζεται σε καθάρά προσωπική επιλογή και αίσθηση. Στόχος της έκδοσης: να τον γνωρίσει το ελληνικό κοινό, να έρθει σε επαφή με την ιδιαίτερη ποίησή του.

 

Ο Μαρκ Στραντ (Mark Strand) γεννήθηκε στις 11 Απριλίου του 1934 στο νησί Πρινς Έντουαρντ του Καναδά αλλά έζησε και δημιούργησε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Σπούδασε ζωγραφική και λογοτεχνία και στη συνέχεια δίδαξε αγγλική και συγκριτική λογοτεχνία σε πανεπιστήμια των ΗΠΑ (Υale, Princeton, και Harvard) και της Βραζιλίας. Ο Μαρκ Στραντ πέθανε στις 29 Νοεμβρίου του 2014 στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, σε ηλικία 80 ετών. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1964 με την ποιητική συλλογή Sleeping with One Eye Open. Το 1999 τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ για την ποιητική συλλογή του Blizzard of One που εξεδόθη στην Αϊόβα. Οι γονείς του ήταν από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο πατέρας του έκανε πολλά διαφορετικά πράγματα -θα μπορούσες να τον χαρακτηρίσεις «επιχειρηματία». Η μητέρα του εργάστηκε ως δασκάλα και αρχαιολόγος, έχοντας κάνει τις ανάλογες σπουδές. Όταν ο Στραντ ήταν μωρό, η οικογένειά του κατοικούσε στο Χάλιφαξ και έπειτα μετακόμισε στο Μόντρεαλ. Όταν έγινε τεσσάρων χρονών, η οικογένεια μετακόμισε στη Φιλαδέλφεια, όπου εκεί ο Στραντ παρακολούθησε μαθήματα σε δημόσιο σχολείο. Στην αρχή μιλούσε πολύ λίγο αγγλικά και είχε μια βαριά γαλλική προφορά. Επειδή οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν, όπως ό ίδιος είχε δηλώσει, αναγκάστηκε να μάθει αμέσως αγγλικά. Ο πατέρας του άρχισε κάποια στιγμή να δουλεύει στην Πέπσι Κόλα, γι’ αυτό και πήρε την οικογένεια μαζί του στην Κούβα, την Κολομβία, το Περού και το Μεξικό. Ο Στραντ διαρκώς μετακόμιζε, επισκέφθηκε πολλές διαφορετικές χώρες, φοίτησε σε πολλά διαφορετικά σχολεία, όμως ποτέ δεν βρήκε το δικό του  μέρος. Ένιωθε πως δεν προερχόταν από πουθενά. Είχε, ωστόσο, την τύχη να παραθερίζει τα καλοκαίρια σε ένα υπέροχο μέρος που αγάπησε. Ήταν κοντά στο Χάλιφαξ, λεγόταν Ακτή Αγίας Μαργαρίτας. Εκεί ανακάλυψε τη θάλασσα και γενικά τη φύση. Απ’ όταν ήταν στο σχολείο ξεκίνησε να γράφει ποίηση. Επίσης σπούδαζε ζωγραφική όταν γνώρισε τα ποιήματα του Ουάλας Στήβενς που τον ενεργοποίησαν στο να ασχοληθεί πιο συστηματικά με την ποίηση. Το 1960 σπούδασε με υποτροφία Ιταλική Ποίηση στην Ιταλία. Λίγο αργότερα, κάποια ποιήματά του άρχισαν να εκδίδονται στον New Yorker και άρχισε να νιώθει ότι επρόκειτο να αφιερώσει τη ζωή του στην ποίηση. Ο Στραντ ανακηρύχθηκε δαφνοστεφής ποιητής (Poet Laureate) των ΗΠΑ, τίτλο που κατείχε κατά το διάστημα 1990-1999. Καταθέτει σύγχρονη ποίηση, με μοντέρνο βλέμμα πάνω σε διαχρονικά θέματα.

 

 

Αφηγούμενος μικρές ιστορίες χτίζει ή σκηνοθετεί δικά του μικρά σύμπαντα ή αποδομεί την πραγματικότητα με αμεσότητα, έντονη σουρεαλιστική διάθεση και γοητεία. Πάντα τον απασχολεί το θέμα του εαυτού και πού αυτός τοποθετείται σε σχέση με τους ανθρώπους και τις καταστάσεις γύρω τους. Ένα βαθύ ενδιαφέρον για αυτό που λέμε «ταυτότητα» αναδύεται από την ποίησή του. «Ο Μαρκ Στραντ εθεωρείτο ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς ποιητές της γενιάς του, καθώς και επιτυχημένος μεταφραστής και συγγραφέας πρόζας», αναφέρει σε ανακοίνωσή του στην ιστοσελίδα του μετά τον θάνατό του το ίδρυμα Poetry Foundation, που εκδίδει το περιοδικό Poetry. Αναφέρεται δε ότι η ποίηση του Στραντ χαρακτηρίζεται από γλωσσική σαφήνεια, υπερρεαλιστικά στοιχεία και εμμονή στα θέματα της απουσίας, της απόρριψης, της απώλειας γενικά και του θανάτου ιδιαίτερα. Για τη χρήση στοιχείων υπερρεαλισμού στο έργο του έχει δηλώσει σε συνεντεύξεις του ότι είναι μάλλον αποτέλεσμα του θαυμασμού του για τα έργα του Μαξ Ερνστ, του Ρενέ Μαγκρίτ και του Τζιόρτζιο ντε Κίρικο. Ο ποιητής είχε επίσης εκδώσει βιβλία για την τέχνη της κριτικής, [ 93 ] την οποία επίσης ασκούσε. Δύο χαρακτηριστικά βιβλία που εξέδωσε ήταν το The art of the real (1983) και το William Bailey (1987). Επιπλέον, στο βιβλίο Ηopper καταπιάνεται με το πώς συγκινούμαστε από τους πίνακες ζωγραφικής και τα στοιχεία τους. Ο Στραντ περιγράφει τα ανθρώπινα υποκείμενα του Hopper σαν χαρακτήρες που έχουν εγκαταλειφθεί και κατά το διάστημα της αναμονής δεν έχουν ούτε πού να πάνε ούτε μέλλον, και χρειάζονται παρέα. Ο Στραντ συνήθιζε να λέει: «Οφείλω την επαγγελματική μου καριέρα ως ποιητής στον Χάρρυ Φορντ». Κατά τη δεκαετία του ’60, ο Στραντ έκανε φιλίες, που τον επηρέασαν, με τους ποιητές Ρίτσαρντ Χάουαρντ, Τσαρλς Σίμιτς και Τσαρλς Ράιτ. Ένας άλλος φίλος και ποιητής που έπαιξε σημαντικό ρόλο στη ζωή του ήταν ο Γιόζεφ Μπρόντσκι, τον οποίο συνάντησε τη δεκαετία του ’70. O Στραντ έχει δηλώσει ότι για να γράψει χρειάζεται τα παρακάτω: ένα μέρος, ένα γραφείο, ένα οικείο δωμάτιο, καθώς και κάποια από τα βιβλία του εκεί, και απόλυτη ησυχία. Είναι ένας ποιητής που δηλώνει μέσω του έργου του, με κάθε ευκαιρία, πως η γραφή είναι αναπόσπαστο μέρος της ζωής του. Ακόμα, σε μια συνέντευξή του στον Bill Tomas για το περιοδικό Los Angeles κατέθεσε: «Πιστέψτε με… η ιδέα ότι κάποτε θα γινόμουν ποιητής, θα προκαλούσε σοκ στην οικογένειά μου». Και αυτό επειδή, όταν ήταν μικρός, δεν ήταν ποτέ πολύ καλός στα γλωσσικά μαθήματα. Από τις πρώτες του συλλογές, συμπεριλαμβανομένης και της συλλογής Reason of moving (1968), δημιουργήθηκε γι’ αυτόν η φήμη ότι είναι σκοτεινός ποιητής που τον στοιχειώνει ο θάνατος, κάτι που ο ίδιος δεν ασπάστηκε ποτέ ως άποψη. Στα τελευταία του χρόνια ο Στραντ σταμάτησε να γράφει ποίηση και άρχισε να δουλεύει πάνω στα εικαστικά. Έφτιαχνε κολάζ με χαρτί και τα εξέθεσε μάλιστα κάποια στιγμή σε γκαλερί.

Θα δώσω τώρα κάποια στίγματα της ποιητικής του τέχνης, όπως ως ανθολόγος και μελετήτριά του τα εισέπραξα από την τέχνη του. Ο Μαρκ Στραντ είναι ένας σύγχρονος ποιητής με ένα ευρύ και βραβευμένο έργο που δεν αφήνει αδιάφορο ούτε ασυγκίνητο τον απαιτητικό αναγνώστη του σήμερα. Είναι ένας ποιητής «δυνατός», οξυδερκής, με κριτικό νου, που προκαλεί αίσθηση. Με το δικό του λοξό βλέμμα παρατηρεί τους ανθρώπους και τη ζωή, καταγράφει αντιδράσεις, στοχάζεται, ανασυνθέτει την πραγματικότητα με έναν τρόπο μοναδικό, θα τολμούσα να πω, και προτείνει μια νέα. Έμπειρος μέσα στη μακρά ζωή του, έχει αποκτήσει την ικανότητα να παίρνει αποστάσεις κατάλληλες για μια σοβαρή δημιουργία. «Όσο πιο πολύ περπατώ, τόσο πιο μακριά είμαι από όλα», γράφει στο ποίημά του με τίτλο «Ο λόφος». Κέντρο του πλούσιου έργου του είναι ο άνθρωπος και ο τρόπος που ενεργεί, που σκέφτεται και διάγει. Ανθρωποκεντρικός λοιπόν, αλλά και ανθρώπινος. Όχι με τη στενή ουμανιστική έννοια, αλλά με την έννοια ότι ενδιαφέρεται για τη σκέψη, τη συμπεριφορά, τα σχέδια, τις πλάνες, τα όνειρα, τους φόβους, τα τρωτά σημεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Τα ποιήματά του δεν πετάνε στα σύννεφα αλλά ούτε και θάβονται στη γη. Ξέρουν να ακροβατούν σε ανοιχτό ορίζοντα. Ποιήματα καίρια, διαχρονικά και επίκαιρα συνάμα. Φαίνεται να στοχεύουν και να επιτυγχάνουν εν τέλει μια καθολική θεώρηση του κόσμου, αλλά και της ανθρώπινης συμπεριφοράς και περιπλάνησης. Επίσης, ανιχνεύεται μέσα σε αρκετά ποιήματά του το στοιχείο κάποιας μεταφυσικής, αλλά και αυτό είναι «τόσο όσο», σε σωστή δοσολογία δηλαδή ώστε να μην οδηγήσει μοιραία τον αναγνώστη να τον χαρακτηρίσει «γραφικό».

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top