Fractal

Γυμνό Δέρμα ή: καινούργια μάτια, παλιό σώμα, αιώνια ψυχή

Από τον Γιώργο Ρούσκα //

 

Προσέγγιση στην ποιητική συλλογή “Γυμνό Δέρμα”, της Άννας Μαχαιροπούλου, εκδόσεις Βακχικόν, 2019

 

Γυμνό δέρμα. Η πρώτη ποιητική συλλογή της Άννας Μαχαιροπούλου, με φωτογραφία εξωφύλλου της ιδίας. Ενώ ο τίτλος παραπέμπει σε κάτι προκλητικό, λόγω της μετά το προπατορικό «αμάρτημα» (;) πονηρής συνειρμικής φόρτισης της λέξης «γυμνό», οπότε θα περίμενε κανείς κάτι «ζουμερό», έρχεσαι σε επαφή με μία γυμνή από φύλλα συστάδα δέντρων σε ένα ομιχλώδες τοπίο, με παγωνιά και σιωπή, όπου οι μόνες εναλλαγές, είναι αυτές της σκιάς με το φως. Δέντρα με δέρμα γυμνό, ντύνονται μετάξια φωτός και μουσελίνες σκιάς, συνθέτοντας μόνο με την παρουσία τους ένα υποβλητικό απόσπασμα δωρικής Ομορφιάς. Η φωτογραφία, ενεργοποιεί την παραπομπή  στο όλον, στο δάσος, που δεν παύει να είναι υπέροχο είτε γυμνό είτε με φύλλα.

 

Ανατρέποντας τις ως τώρα δοκιμασμένες τακτικές, για να πάρω μια πρώτη γεύση, ανατρέχω στα περιεχόμενα, όπου και οι τίτλοι των ποιημάτων. Γράφω σε ένα ξεχωριστό αρχείο τους τίτλους που μου μίλησαν εξαρχής. Με κλειστά τα μάτια, προσπαθώ διαλογιστικά να μπω στο βιβλίο, μέσα από αυτούς. Συμβαίνουν πολλά. Συνειδητοποιώ ότι υπάρχει ένα ποίημα με τίτλο «Ακινησία». Καθόλου τυχαία, «Ακινησία» είναι ο τίτλος του πρώτου ποιήματος της πρώτης μου ποιητικής συλλογής. Υπάρχουν ακόμη λέξεις κλειδιά, οι οποίες εδώ και χρόνια με έχουν σημαδέψει. Ήλιος. Βροχή. Δάκρυα. Άνεμος. Τείχος. Προστρέχω στο αρχείο. Ξεπηδά ένα συνδυαστικό κείμενο, με τη φωνή κάποιου ποιητικού υποκειμένου:

 

ομμάτια ανέμου είμαστε]* σε μια ακατανόητη [κοσμογραφία]* απροσδιόριστη και μεταβαλλόμενη [σαν τα νερά της θάλασσας]*. Ίσως να φταίει [ο απαγορευμένος καρπός]*, ίσως το ότι νιώθω πως [κάθε βράδυ πεθαίνω]* και λίγο πριν απ’ αυτό, [σκιά στο λυκόφως]* γίνομαι, άυλη. Τη μέρα, πίσω από [το τείχος των δακρύων]* και την  [ακινησία]*, ακούω [το βουητό]*, ευλογώ τις  [μικρές βροχές]* για τις πολύτιμες σταγόνες τους και για τη μυρωδιά του βρεγμένου χώματος, λαμβάνω  [μηνύματα]* και μιλώντας με τις χτισμένες πέτρες, χτίζω νέες φιλίες. Συχνά εκείνες παραμερίζουν και μέσα από τους αρμούς τους, με αφήνουν να ρίχνω έξω  [ματιές σαν τα κύματα και πέρα από αυτά]*, γιατί το ξέρουν και οι πέτρες ότι γεννήθηκα μόνο και μόνο για να [ακολουθώ τον ήλιο]*, ότι αυτό είναι που θέλω και με θέλει.

 

Εμπειρία. Δεν μένει παρά η στίχο – στίχο προσπέλαση, για επιβεβαίωση ή μη. Μετά από τα πρώτα ποιήματα, καθώς εισχωρείς βαθύτερα, καταλαβαίνεις την αστρική σκόνη από την οποία είναι πλασμένη η συλλογή, αφού αστέρια είναι παντού , άσχετα από το αν είναι ορατά αμέσως ή όχι, γιατί

 

[αν τ’ αστέρια ξεθωριάζουν στο φως

υπάρχουν πάντα εκεί, αθέατα

πίσω από την κουρτίνα της ημέρας

να λάμπουν στο άπειρο].

 

Αλλά και το ποιητικό υποκείμενο έχει εντός του ένα αστέρι

 

[ξυπνώ

καθώς βυθίζομαι σ’ ένα αστέρι

που λάμπει μέσα μου]

 

όπως και όλοι οι άνθρωποι, αφού ερχόμενοι στη γήινη διάσταση, λησμόνησαν μεν αλλά δεν παύουν να ήταν

 

[εκπεπτωκότες άγγελοι

σαν διάττοντες αστέρες]      που

[σύρθηκαν στη γη].

 

Είμαστε εδώ και είναι πολλοί που έρχονται ακόμη, όπως και πολλοί που έφυγαν:

 

[κοιτάζω τον μαύρο ουρανό

γεμάτο από καλοκαιρινά αστέρια].

 

Άννα Μαχαιροπούλου

 

Σε τούτη την παρουσία, στις τωρινές καρτεσιανές συντεταγμένες, ο άνθρωπος είναι κοντύτερα στο να συμφιλιώσει τις πολλαπλές του φύσεις, στο να αγκαλιάσει το κάρμα του και εν τέλει σε επόμενη φάση να το σπάσει δια παντός, γιατί αρχίζει να αποκτά συνείδηση όλων αυτών:

 

[καινούργια μάτια, παλιό σώμα, αιώνια ψυχή

πώς να σας συνδυάσω;

Σε ποια συναστρία να σας ευθυγραμμίσω

να ξεκλειδώσετε το πεπρωμένο μου;]

 

Βοήθεια έρχεται έξωθεν, δηλαδή έσωθεν. Αλήθειες προσπίπτουν όπως το φως πάνω μας. Είναι στο χέρι μας αν θα τις ανακλάσουμε, αν θα τις εκτρέψουμε, αν θα τις γειώσουμε ή αν θα τις ενστερνιστούμε. Ιδού ένα παράδειγμα κρυπτικό, το οποίο δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται:

 

[μικρά αστέρια παλεύουν να φτάσει το φως τους

ως το μικρό μεγάλο μάτι μου].

 

«Μικρά αστέρια», δηλαδή μικρές δόσεις φωτός, τόσο όσο να μην τυφλωθούμε ή να μην κλείσουμε τα βλέφαρα αντανακλαστικά. Δόσεις φωτός; Ναι. Αλήθειας, συνειδητότητας, αποκάλυψης, κατανόησης, ενσυναίσθησης, αγάπης.

«Μικρό μεγάλο μάτι». Λογοτεχνικό παίγνιο; Αντιθετική ενδυνάμωση; Οξύμωρο; Όχι. Κυριολεξία. Πρόκειται για ένα πολύ πολύ μικρό μάτι, μη εμφανές, αλλά πολύ μεγάλο, με τεράστιες, σπάνιες και μοναδικές ικανότητες όρασης, σε φάσματα μη ορατά δια του οφθαλμού. Κινέζικα; Ολίγον. Πρόκειται για το Τρίτο Μάτι, το Έκτο Τσάκρα, στο κέντρο του μετώπου.

Αν ξαναδιαβαστούν οι παραπάνω δύο στίχοι, το Τρίτο μας Μάτι θα διαβιβάσει στον εγκέφαλο την κρυμμένη πληροφορία:

[μικρά αστέρια παλεύουν να φτάσει το φως τους

ως το μικρό μεγάλο μάτι μου]

και εμείς θα κληθούμε ή να συνεχίσουμε τη ζωή μας σαν να «μην τρέχει τίποτε», σαν να μη μας χτύπησε την πόρτα η Ποίηση, ή θα αρχίσουμε να «το ψάχνουμε» και θα προσπαθήσουμε να βρούμε τρόπους να ανοίξει το Τρίτο μας Μάτι, όσο κι αν η κλασσική δυτική κουλτούρα δεν παραδέχεται την ύπαρξή του.

Κάπως έτσι η Ποίηση, μπορεί να σου αλλάξει ολόκληρη τη ζωή.

 

Η σύγχρονη καθημερινότητα, στηρίζεται σε όλες τις παλαιές, οι οποίες με η σειρά τους στηρίχτηκαν μεταξύ άλλων στην πίστη:

 

[πίστη, πόσα μασκαρέματα έχει αυτή η λέξη

κι ούτε ένα αυτό που αναζητάς]

 

και στη διεκδίκηση του ατομικού συμφέροντος, για να ξεχνιέται η ουσιαστική ζωή:

 

[μανιάζουμε καθώς μπερδευόμαστε μεταξύ μας

κι αυτό μας κάνει να νομίζουμε

πως υπάρχουμε πραγματικά].

 

Όμως,

 

[ο κόσμος είναι μαύρο και γαλάζιο

για να κατοικεί το κίτρινο του ήλιου]

 

και ένα σημάδι, κάτι πολύ μικρό ή ασήμαντο, κάτι που οι πολλοί θα προσπερνούσαν, μπορεί να ταρακουνήσει μια ευαίσθητη ύπαρξη, αφού εκείνης

 

[η ψυχή νιώθει το πέρασμα όπως ακριβώς το δέρμα ανατριχιάζει

όταν φυσά ο αέρας από τα βουνά]

 

και να αρχίσει η συνομιλία του φωτός, η ροή της ακινησίας, η γλυκύτητα του ολόχρυσου ηλιακού φωτός, το κόχλασμα της λάβας της αγάπης, γιατί τώρα αντιλαμβάνεσαι ότι

 

[ο κόσμος σε ακινησία

πάντοτε μιλά].

 

Καθώς εισχωρείς ποιητικά (ή μέσω της τέχνης γενικότερα) ή διαλογιστικά στα άυλα πεδία, οι δεξιότητές σου διευρύνονται:

 

[στη μοναξιά του κήπου μου

μπορώ να ανοίγω νέες μέρες]

 

και γίνεσαι ένα με το Σύμπαν:

 

[είμαι η βροχή που μιλάει

σταγόνες οι εικόνες μου του κόσμου].

 

Μπορεί κάποιες φορές η εσωτερική φωνή να ψιθυρίζει ότι

 

[ζω την καταχθόνια ζωή

των απωθημένων θεοτήτων]

 

αυτό όμως, όχι μόνο δεν εμποδίζει τον φωτισμένο άνθρωπο να ενισχύει τη διαίσθησή του και να ακτινοβολεί γύρω του κύματα ενσυναίσθησης:

 

[θα ’ρθεις

γιατί χωρίς εσένα

είμαι μισή]

 

αλλά, αναδιατάσσει ριζικά την κλίμακα αξιών του, αφού πλέον δεν είναι από άνθρακα τα διαμάντια:

 

[Διαμάντια κρυμμένα στη βροχή…

ένα λεπτό λαθραίας παράδοσης

σε μια βιαστική αγκαλιά που μοιάζει τόσο αυθεντική

ένα τυχαίο άγγιγμα, στιγμή απρόσμενης επικοινωνίας

μια λέξη και μια αναπνοή]

 

και μοιράζεται με τον συνάνθρωπο κάθε ευλογία, από το ψωμί ως το όνειρο:

 

[Βρες τον άνθρωπο που θα βάλει χρώματα στο πιο μικρό όνειρο.

Εκείνο που πονάει πιο πολύ. Εκείνο που γελάει πιο πολύ.

Εκείνο το όνειρο.]

 

Καθόλου πρωτόλεια η πρώτη ποιητική συλλογή της Άννας Μαχαιροπούλου. Δουλεμένη, περιεκτική, συμπυκνωμένη. Στοχευμένη, περιγραφική. Βιωμένος λόγος, είτε πραγματικά είτε διαλογιστικά είτε μεταφορικά, στοχαστικός προβληματισμός με αρκετές κατασταλαγμένες θέσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι επιγραφές στον τοίχο ενός στούντιο αυθεντικής γιόγκα ή ολιγόστιχα χορικά σε αρχαία τραγωδία, διαπιστωτικοί μονόλογοι που εναλλάσσονται με διαλόγους του εγώ με το εγώ ή με ενθέσεις φωνής, με πολλές από τις αρετές της πρόζας.

Στρωτή γλώσσα, ήπιος και μη προκλητικός συμβολισμός, χωρίς αποκλεισμούς ή διακρίσεις, σε μια ποίηση «σύγχρονη», ρέουσα, ουσιαστική.

Και πάνω από όλα: αληθινή.

Τόσο που, μετά από την ποιητική κατάθεση, ομολογείται ότι έρχεται πάλι ο καιρός της σιωπής:

 

[Δεν μπορώ να αρνηθώ άλλο την αλήθεια

Είναι αυτό που δεν μπορώ να κάνω πια.

γι’ αυτό θα ζήσω μυστικά κι απόμακρα

Δεν έχω το στόμα σας να φλυαρήσω

δεν έχω τη γλώσσα σας για να ψευδίζω

δεν έχω τη δική σας καρδιά να λέει ψέματα

Γι αυτό θα ζήσω μυστικά].

 

Ως πότε; Ίδωμεν.

Ελπίζω όχι για πολύ…

 

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top