Fractal

Τα πολλαπλά κατάγματα της μνήμης και το αβέβαιο μέλλον

Γράφει η Διώνη Δημητριάδου //

 

Κούλα Αδαλόγλου “Γιατί το Μέλλον μια Μικρή Κουκίδα”, εκδόσεις Σαιξπηρικόν

 

Μοιρασμένη στα δυο η πρόσφατη συλλογή της Αδαλόγλου καταγράφει τη σημερινή, ώριμη οπτική της θέτοντας τα όρια ante και post quem. Γυρίζει πρώτα με το φορτίο της μνήμης προς τα πίσω και εναποθέτει μέσα στα ποιήματα ρεαλιστικές εικόνες γεμάτες από γήινη αίσθηση. Κι εκεί ανάμεσα στις όψεις της πραγματικότητας παρεισφρέουν ψήγματα μιας αίσθησης αέρινης, ικανής να μεταλλάξει τα συντελεσμένα σε προσωπικές στιγμές ενός οδυνηρού παρόντος.

Ερχόταν πρώτα η μυρωδιά

κρέμα νυκτός

κι ύστερα έμπαινε η ίδια, η μαμά.

Τώρα πηγαίνω κι εγώ για ύπνο με κρέμα νυκτός.

Όμως το προσκεφάλι έχει βαθιές χαράδρες

γκρεμίζομαι

κόκκινα κουρέλια τα σεντόνια

παφλάζουν, και μετά ηρεμία.

Μια πρόσκαιρα ενυδατωμένη επιδερμίδα

επιπλέει σαν σχεδία

πάνω σε θολό υγρό επαπειλούμενης σήψης.

[κρέμα νυκτός]

Έτσι συμβαίνει, όταν υπάρχει μεστή βίωση του χρόνου, όταν η ποίηση βρίσκεται στην ώριμη ώρα της. Κάποιοι θα το πουν απολογισμό, και ίσως να είναι. Περισσότερο, ωστόσο, από συναρίθμηση των περασμένων, θα έλεγα πως πρόκειται για μια συνειδητή στάση απέναντι στη ζωή που καταμετρά τις στιγμές της. Και είναι τότε που τα ποιήματα –αθώα στην όψη– αποδεικνύονται κοφτερά γυαλιά που σκίζουν τη σάρκα.

Μικρό τσαλακωμένο ποίημα

αθώο μου φάνηκε

μού ’σχισε το χέρι σαν γυαλί

αίμα πάνω σε μπλε καπλαντισμένα τετράδια

έλιωσαν τα ήδη μισοσβησμένα γράμματα

διήθηση.

[σαν γυαλί]

 

Κούλα Αδάλογλου

 

Η ποίηση της Αδαλόγλου, όμως, δεν μένει στο παρελθόν ούτε και επαφίεται στη διήθησή του στο ασταθές παρόν. Κρατά το καταστάλαγμα των στιγμών και των εικόνων, βγάζει τη θλίψη των προσώπων μέσα στον δικό της λόγο δίνοντας έτσι μια φωνή σε όσους αδυνατούν να αρθρώσουν την απόγνωσή τους – ρόλος του ποιητή άλλωστε. Στο δεύτερο μέρος της συλλογής έχουν θέση οι ζοφερές σκηνές ενός απολεσθέντος παραδείσου – γιατί μια μετρημένη και απλή ζωή μπορεί να έχει τη λάμψη μιας Εδέμ, σαν σκεφτείς την αντίστιξή τη με την ερήμωση του πολέμου και το κυνηγητό της προσφυγιάς.

Η ποιήτρια αποτυπώνει σκηνές και δίνει χέρι ποιητικής αλληλεγγύης στους πάσχοντες. Αρκεί άραγε αυτό;

[…]

  η μάνα εξαθλιωμένη

[…]

της δίνω ένα μπιμπερό

κοιτάζει γύρω έκπληκτη

κι ανθίζει το πιο όμορφο χαμόγελο

μέσα στο οδυνηρό σκοτάδι.

[κάμερα]

Δεν ξέρω αλήθεια αν οι ποιητές τολμούν να ανοίξουν ένα παράθυρο στο μέλλον ή μένουν μόνον στη σκιαγράφηση –μακάρι και δυνατή– της τωρινής πραγματικότητας. Μάλλον το αποφεύγουν να χρισθούν προφήτες. Η Αδαλόγλου (δίνοντας τίτλο στη συλλογή της δανεικό στίχο από ένα ποίημά της) προδιαθέτει για ένα αμφίβολο στην έλευσή του  μέλλον, με την αβεβαιότητα να φαντάζει κυρίαρχη στα όρια μιας μικρής κουκίδας. Μακρινό άραγε ή μήπως ένας προάγγελος μιας φθίνουσας ζωής που δεν επιχειρεί ούτε καν να δώσει μια αόριστη ελπίδα φωτός;

Η αφιέρωση του βιβλίου (Στη Νεφέλη) αλλά και κάποιες χρωματικές αναλαμπές μέσα στα ποιήματα ανοίγουν, ωστόσο,  απρόσμενα το παράθυρο.

[…]

Εντούτοις,

στο μικρό της μπλοκ

μπλε και κίτρινο είναι green

μπλε και κόκκινο είναι purple.

Οι εναλλακτικές ελπίδες που επιμένουν.

[ρόδινα φύλλα]

Προοπτική ανατροπής μέσα από τις επίμονες εναλλακτικές ελπίδες, που  ξανοίγουν το γκρίζο τοπίο προσφέροντας τα αναγκαίο φως (κι ας είναι ελάχιστο και ασθενικό των πόλεων του βορρά) για να πορευτεί ο κόσμος προς το μέλλον. Σε τελευταία ανάλυση τα παιδιά δικαιούνται το μερτικό τους στην ελπίδα.

Η Αδαλόγλου αποφασίζει να προχωρήσει το ποίημα έστω και με την αρωγή της βακτηρίας (κι εγώ αποφάσισα πλέον να πάρω μπαστούνι/να μην αφήσω το ποίημα ανάπηρο)· πορεύεται το ποίημα με το άχθος των πολλαπλών καταγμάτων της μνήμης προς ένα μέλλον που αχνοφαίνεται σαν μια κουκίδα μαύρη στον μακρινό ορίζοντα. Άλλωστε το ανοιχτό πράσινο (σημαίνον χρώμα της ελπίδας) βάφει απ’ άκρη σ’ άκρη το εξώφυλλο του βιβλίου. Κι ας έχουμε βιώσει πια το ποιητικό τοπίο στα πιο κατηφή του, κι ας αρνούμαστε (και πώς αλλιώς;) να δούμε ποιήματα που να ξεχειλίζουν από χαρά –ο ποιητικός κόσμος αγαπά τα πιο σκοτεινά περάσματα σαν πιο αληθινά–, εδώ η ποίηση αφήνεται σε μικρά αλλά έξοχα χαμηλόφωνα μειδιάματα.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top