Fractal

Ζητήματα Χρόνου

Γράφει ο Αντώνης Ε. Χαριστός //

 

Μάρκος Δενδρινός «Φιανκέτο», εκδ. Συρτάρι

 

Ο Μάρκος Δενδρινός επιχειρεί να συνθέσει έναν τόμο διηγημάτων με αφετηρία τη σύμπλευση του χρόνου στο διάβα τής ανθρώπινης -υποκείμενης σε ιστορικές αντιστοιχίες- εμπειρίας. Ανάμεσά τους θα εντοπίσει ο αναγνώστης πτυχές τού βίου τού τάγματος των Ιησουιτών, των αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ, το τάγμα τού Μαζούα, συνομιλίες με τον Αντώνιο κ.α.. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς όχι τις θεματικές, αυτές καθαυτές, αλλά τον τρόπο με τον οποίο δομεί τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων, των μύθων, των ιδεολογικών φασμάτων και της ανταπόκρισης στις απαιτήσεις των στοχεύσεων της συγγραφικής αυτής επιλογής. Αρχικά, είναι εμφανή η απόπειρα αποδόμησης των κυριαρχικών συνθετικών στοιχείων που συνοδεύουν την ατομική και συλλογική ιστορία των διαδραματιζόμενων γεγονότων. Είναι ο πρωταγωνιστής ο οποίος επιλέγει να γράψει εκ νέου τη διαδοχή ενεργειών και πράξεων, μέσα από τις οποίες το ανθρώπινο γένος υπονόμευσε την αξιακή σχέση ανάμεσα στην ύπαρξη και την θεσμική έκφραση αυτής. Γράφει χαρακτηριστικά: «Έβγαλα τα ιερατικά μου ενδύματα και δήλωσα εγγράφως την παραίτησή μου απ’ το Τάγμα του Χριστού, μιλώντας επιθετικά για κάθε Τάγμα που χρησιμοποιεί σαν πειθώ τη βία» (σελ. 23). Είναι η πρώτη επαφή τού αναγνώστη με την ανατροπή των συνθετικών υλικών συγκρότησης του κυριαρχικού, ως κληρονομιά από γενιά σε γενιά, λόγου. Ο αφηγητής δεν αναπαράγει τα δεδομένα τού παρελθόντος, αλλά τονίζει την εναλλακτική επιλογή· την επιλογή εκείνη κατά την οποία η διαλεκτική τής θέσης και τής αντίθεσης, με σκοπό την παραγωγή νέας θέσης, δεν προέρχεται μέσα από την πεπατημένη τής βίας και της μισαλλοδοξίας, αλλά μέσα από την υιοθέτηση στάσης που βασίζεται στην αυτογνωσία και την κατανόηση του εξωτερικού περιβάλλοντος κόσμου. Η πραγματικότητα πλάθεται από τη βούληση των ανθρώπων και όχι από τις τεχνητές προδιαγραφές κατασκευής πλαστών (και πλασματικών) πεποιθήσεων.

Αρνείται τη βία και μέσα από τα παραδείγματα του χρόνου, επενδύει στη διαμόρφωση σειράς αιτημάτων που διεκδικούν την επαναξιολόγησή τους. Τονίζει, ιδιαίτερα, την αντιθετική όψη τής λέξης «αγάπη». Δεν ορίζεται ως η εγωιστική και, σχεδόν εξαντλητικά, εγώ-παθητική κατάσταση μονομερούς επίταξης του έτερου συμβαλλόμενου μέρους, αλλά η ατομική διάσταση του συνόλου, του εξειδικευμένου  (και όχι εξιδανικευμένου) όλου. Ο σεβασμός, η υπομονή και η μεγαλοσύνη αναδεικνύονται ως πλευρές μίας συμφωνίας χαρακτήρων, σε συλλογικό επίπεδο, ώστε μέσα από την κατανόηση του εκάστοτε τρίτου προσώπου (εγώ και η κατανόηση του «εγώ» ως εαυτός μου διαμορφώνουν τα δύο, πρώτα, πρόσωπα) να συγκροτηθεί μία νέα αντιπρόταση στη βιωμένη κατάσταση και εμπειρία. Μέσα από αυτήν ακριβώς την οπτική οδηγείται ο συγγραφέας στην επανεξέταση και απομάγευση όρων και ιδιοτήτων, τα οποία στο παρελθόν νοηματοδότησαν πρακτικές βαναυσότητaς και ανηθικότητας ως προς την ανθρώπινη υπόσταση. Επιχειρεί να προσδώσει νέο περιεχόμενο και ταυτότητα στην προοπτική αναδιαμόρφωσης των όρων τής ζωής. Η αλήθεια των πραγμάτων αποκτά όνομα μέσα από την επιθυμία. Για να οδηγηθούμε στην επανεξέταση όρων και προϋποθέσεων χρήσης αυτών, ο συγγραφέας βουτά κυριολεκτικά στη μετάπλαση δύο βασικών αλυσίδων τής αγάπης: του Θεού και της γυναίκας. Δεν είναι η δογματική μονοδιάστατη ερμηνεία τής ζωής που ορίζει τον Θεό ως παντογνώστη και πρωτοπλάστη, αλλά, αντίθετα, είναι η ελπίδα για την ύψωση του ατόμου πέραν των ορίων τής φυσικής τάξης δυνατοτήτων που οριοθετείται στο πλαίσιο της θεϊκής ιδιότητας. Είναι η απομόνωση στον έρωτα για την ψευδαίσθηση των επιθυμιών ως πράξη τελείωσης του «εγώ» στο εξωτερικό σύνορο του «εμείς». Αποβαίνει επαναστατική πράξη η θεώρηση του συγγραφέα.

 

Μάρκος Δενδρινός

 

Από τον «θεό-εγώ» στο «εμείς» απαιτείται η προσωπική θυσία, η υποβάθμιση των ζωτικών ενστίκτων προς όφελος της εξύψωσης αισθητικών εμπειριών στο πεδίο της πραγματολογικής αναφοράς αυτών. Είναι η πράξη η οποία μεταβαίνει από το στάδιο εξωτερίκευσης των ηδονών σε αυτό της εσωτερίκευσης των συναισθηματικών εκφάνσεων της ζωής. Και η γυναίκα; Ποιός ο ρόλος της; Επί της ουσίας, μολονότι η γυναικεία παρουσία είναι ευδιάκριτη στα διηγήματα, ο συγγραφέας αναζητά το μίτο της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από τη συστολή και τη διαστολή τής ερωτικής επιθυμίας. Το σώμα καλείται να αποτελέσει πεδίο αποκάλυψης βαθύτερων σκέψεων και αποδοχής. Δεν είναι το κέντρο τής διέγερσης, αλλά το αντίστοιχο της αλήθειας που κρύβουν ενοχικά τα εξωτερικά γνωρίσματα του τεχνητού κόσμου. Ο άνθρωπος ποθεί την αποδοχή, την αληθινή αποδοχή, δίχως προϋποθέσεις και υποκριτικές αναγνώσεις. Υπογραμμίζει χαρακτηριστικά: «Μελαχρινή βεδουίνα με καταπράσινα μάτια, μια άγριας ομορφιά που όποιος κατακτούσε την καρδιά και το σώμα της ένιωθε διπλή ηδονή» (σελ. 50) και παρακάτω (σε αντιπαράθεση) «Καμιά σχέση με την κοσμιότητα της Κατρίν, της επίσημης συζύγου του, η οποία ακολουθώντας τη γαλλική λεπτότητα και την αυστηρή χριστιανική ανατροφή, δεν περιέπιπτε εις ουδεμίαν απρεπή συμπεριφορά» (στο ίδιο). Υπό μία πρώτη άποψη, η μελαχρινή βεδουίνα αποτελεί το ανεξερεύνητο, τον φόβο που ενεργοποιεί η αίσθηση του απαγορευμένου, του εξωτικού, ενώ η αντίστοιχη αίσθηση της ιδιοκτησίας έναντι της συζύγου, την περιβάλλει με στερεότυπα χριστιανικής ηθικής. Ωστόσο, αυτό που εσκεμμένα παρέλειψα από τη μεταφορά των κειμενικών αναγνώσεων είναι το γεγονός ότι και η μελαχρινή βεδουίνα είχε εκχριστιανιστεί. Επομένως, δεν είναι ζήτημα θρησκευτικής απαγόρευσης, αλλά ιδιοκτησιακής αντίληψης η συμπεριφορά προς τον εκάστοτε τρίτο. Αυτήν ακριβώς τη δισυπόστατης φύση της έννοιας της κατοχής ανατρέπει ο συγγραφέας και μαγνητίζει την αλήθεια των ανθρωπίνων σχέσεων στο επίπεδο της ανάγκης.

Η τελευταία (βλ. ανάγκη) υψώνεται στο επίπεδο της επιδιωκόμενης τελειότητας του ανθρώπου. Δεν υιοθετείται μία μυστικής χροιάς έκταση της ηδονής για ζωή, όσο η βούληση του θανάτου ως προσδοκώμενο τέλος. Αυτού του είδους η γνώση εξαναγκάζει το δρων υποκείμενο να κινητοποιηθεί προς τη διαδικασία της τελείωσης. Η ίδια εναποθέτει τα χαρακτηριστικά της στην αυτονομία μετάθεσης ευθυνών από την επιθυμία στην πράξη και από τον χρόνο στη μνήμη. Ο άνθρωπος, δεν διεκδικεί μία ακατανόητη μορφή τελείωσης, ως προέκταση ψευδαισθήσεων, αλλά μεταμορφώνει τη μνήμη σε όχημα διαδοχής γεγονότων, προκειμένου να ισορροπήσει ανάμεσα στην αναγκαιότητα της ζωής, ενώπιον των αδυναμιών τού θανάτου. Η απάντηση στο ερώτημα «άνθρωπος» είναι ο ίδιος ο εαυτός στη διάσταση της αλληλοσυμπλήρωσης εμπειριών και ερμηνειών της καθημερινότητας, όπως ο ιστορικός χρόνος μάς μεταφέρει και μάς επιτρέπει να γίνουμε συμμέτοχοι στο εγχείρημα. Η ιεραρχία καταστάσεων και δεδομένων ανατρέπεται σε όφελος της α-χρονικής ανάγνωσης της ανθρώπινης ανάγκης για επικοινωνία. Η αίσθηση του «ανήκειν» αποκτά νέο περιεχόμενο και ο Μάρκος Δενδρινός μάς εισάγει στον κόσμο τής απλότητας του ανθρώπου, μέσα από εξαιρετικά προσεγμένες και λεπτομερώς επιμελημένες στιγμές τής ιστορίας.

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top