Fractal

«Μόνο τα μάτια είναι ακόμη ικανά να βγάλουν μια κραυγή»

Γράφει ο Τάκης Γεράρδης //

 

 «Φανή», Ευγενία Μπογιάνου,  εκδ. Μεταίχμιο

 

Τα περιστατικά του βιβλίου διαδραματίζονται στη σύγχρονη Αθήνα, στην εποχή των Μνημονίων και των αγώνων της νεολαίας στους δρόμους. Πρωταγωνίστρια και αφηγήτρια είναι μια εικοσάχρονη φοιτήτρια, η Φανή. Ζει μόνη της στα όρια των Εξαρχείων, ο πατέρας της, μεταφραστής, τη φροντίζει και τη νοιάζεται, η μητέρα της Σουηδέζα ζει στη Σουηδία. Μάνα και κόρη, με ευθύνη της μάνας, δεν έχουν καμία απολύτως σχέση. Αυτό το κενό στη ζωή της Φανής υποδηλώνεται χωρίς να ονομάζεται, με μια γλώσσα που μιλούν οι νέοι, με μικρές αποσπασματικές προτάσεις οι οποίες υπονοούν όσα υπάρχουν στο μυαλό αλλά δεν βγαίνουν σαν λέξεις και προτάσεις στο στόμα.

Η καθημερινότητα της Φανής δείχνει άλλοτε γεμάτη με αντιρατσιστικούς ακτιβισμούς, άλλοτε απλή και πεζή. Πίσω όμως από τις συνήθεις κοινοτυπίες ξεδιπλώνεται ένας αξιόλογος για την ηλικία της προβληματισμός, και μια εμβάθυνση με λεπτές αποχρώσεις συναισθημάτων και σκέψεων.

Στο μυθιστόρημα της Ευγενίας Μπογιάνου η δράση δεν είναι σημαντική. Σημαντικό όμως είναι το γεγονός πως με μικρές, κοφτές προτάσεις μας μιλά μια σύγχρονη εικοσάχρονη τόσο ζωντανά και παραστατικά που νοιώθουμε πως είναι στενό, συγγενικό μας πρόσωπο. Όσα λέει είναι ειλικρινή, δεν ηρωοποιεί τον εαυτό της, μας βάζει στα μύχια του νου και της καρδιάς μιας νέας κοπέλας, που κινείται ανάμεσα σε φίλους – κυρίως συμφοιτητές της – σε έρωτες, στον ακτιβισμό και τον πατέρα της. Η σχέση της με την κολλητή της φίλη, η σχέση της με τον πατέρα της, η σχέση της με το κορμί της, καθώς  και τα αδιέξοδά της βγαίνουν έντονα με υποβλητικό τρόπο και χωρίς κραυγαλέες φωνές.

Η μοναξιά που βιώνει η Φανή και που όπως υπονοείται προέρχεται κυρίως από την έλλειψη της μητέρας από τη ζωή της, είναι μια μοναξιά και μια αποξένωση που νοιώθουμε όλοι μας. Όλοι αναλογικά κάτι στερούμαστε, όλοι έχουμε κενά, όλοι μας μοιάζουμε με ένα τραπέζι που κάποιος του έκοψε το ένα πόδι, η ζωή κανενός δεν είναι παραμυθένια. Στο βιβλίο υπάρχει η αρετή να παρουσιάζονται συμβάντα όχι από την απόσταση ενός απρόσωπου αφηγητή αλλά μέσα από την ίδια τη Φανή. Οι προτάσεις είναι γραμμένες όπως οι σκέψεις που κάνουμε, θα έλεγα πως όλο το μυθιστόρημα είναι γραμμένο σε μια «γλώσσα σκέψης» και όχι συνήθους αφήγησης.

«Μόνο τα μάτια είναι ακόμη ικανά να βγάλουν μια κραυγή» διαβάζουμε στην αρχή του βιβλίου το απόσπασμα του Ρενέ Σαρ που λες και λειτούργησε σαν ένας αφηγηματικός οδηγός και περιορισμός βοήθησε να δημιουργηθεί μια ατμόσφαιρα αληθινής και αβίαστης ενδοσκόπησης.

 

Ευγενία Μπογιάνου

 

Χωρίς υποχρεωτικά να εστιάζει διεξοδικά στο θέμα, το όποιο θέμα και άλλα ακόμη που συνειρμικά ακολουθούν, προβάλλονται πότε τακτικά πότε άτακτα. Και εντυπωσιαζόμαστε από τη σοφία των στοχασμών και σχολίων της νεαρής πρωταγωνίστριας χωρίς να ξενιζόμαστε για κάτι αλλότριο και επιβαλλόμενο από τα έξω. Πολλές φορές αγγίζονται σοβαρές πλευρές ενός ζητήματος, αλλά αυτό γίνεται χωρίς σχόλια και βαρύγδουπες αναλύσεις. Όπως, λόγου χάριν, τα όρια ανάμεσα σε δύο στενές φίλες που φιλιούνται, έστω και φευγαλέα, στο στόμα και στον ερωτισμό.

Η Φανή προς στο τέλος του μυθιστορήματος συνθλιμμένη από το βάρος του να πάρει μια πολύ σημαντική απόφαση, μια απόφαση που πρέπει να ξεκαθαρίσει το πόσο αντιφασίστρια και άνθρωπος του δικαίου είναι και συνάμα πόσο ερωτευμένη, καταφεύγει στον πατέρα της, τον οποίο σε όλο το βιβλίο τον σχολιάζει με μια τάση απόρριψης. Κι εκείνος από διακριτικός και αμέτοχος στη ζωή της κόρη του μεταστρέφεται σε προστατευτικό Έλληνα γονιό. Κι αυτές οι τελευταίες σελίδες, σε εμένα τουλάχιστον, λειτούργησαν σαν κάποιος αόρατος από μηχανής Θεός να με ξύπνησε από έναν βαρύ εφιάλτη. Λες κι αυτός ο Θεός να φύσηξε έναν άνεμο και η ομίχλη με το ημίφως να σκορπίστηκαν. Άλλωστε η Ευγενία Μπογιάνου τον ήλιο τον λατρεύει από όσα μας λέει στο αξιόλογο μυθιστόρημά της.

 

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Back to Top